Περί της κόντρας κυβέρνησης-Εκκλησίας – Γράφει ο Μιχάλης Δεμερτζής

Ορθοδοξία και Ελληνισμός είναι σχεδόν ταυτόσημες έννοιες, καλώς ή κακώς. Ένας ορθόδοξος ιερέας είναι κάτι σαν τοπικός άρχοντας, όχι μόνο στα χωριά αλλά και στις αστικές γειτονιές, και όχι μόνο στα μάτια των πιστών αλλά όλων όσοι δραστηριοποιούνται σε επίπεδο τοπικής κοινότητας. Και, λέγοντας «τοπικός άρχοντας» περιλαμβάνουμε φυσικά και την πολιτική έννοια του όρου. Όποιος δυσκολεύεται να καταλάβει την πολιτική επιρροή της Εκκλησίας στη χώρα μας, μάλλον δεν έχει ιδιαίτερη επαφή με την ελληνική κοινωνία.

Μιχάλης Δεμερτζής
Γράφει ο Μιχάλης Δεμερτζής

Ως εκ τούτου, καμία ελληνική κυβέρνηση δεν μπορεί απλά να τα βάλει με την Εκκλησία, γιατί είναι σαν να τα βάζει με την Ελλάδα. Στο τέλος, όμως, πρέπει να μπορεί και να τα βάλει… Σίγουρα καμία πολιτική ηγεσία δεν θέλει να βρεθεί σε αυτή τη θέση και είναι εύκολα κατανοητό γιατί σε μία τέτοια περίπτωση πρέπει να κάνει πολλούς συμβιβασμούς. Κυβέρνηση που θέλει να γίνει αποτελεσματικά η δουλειά της, εν ολίγοις, δεν πρόκειται να συγκρουστεί ευθέως με τα ιερά και τα όσια του λαού. Για να φτάσει στη σύγκρουση, το ζήτημα πρέπει να είναι πάρα πολύ σοβαρό. Σαν να λέμε, ζωής ή θανάτου…

Να, λοιπόν, που τα έφερε έτσι η μοίρα και σήμερα έχουμε ένα ακριβώς τέτοιο ζήτημα, του οποίου η πιο έντονη έκφραση ήταν η διαφωνία που προέκυψε για τα Θεοφάνια: Η κυβέρνηση ανακοίνωσε αυστηροποίηση των μέτρων για τον περιορισμό της μετάδοσης του κορονοϊού για να μην πεθαίνει κόσμος, και η Διαρκής Ιερά Σύνοδος αποφάσισε ότι οι εκκλησίες εξαιρούνται από αυτά την ημέρα των Θεοφανίων. Ο Αρχιεπίσκοπος έκανε κάποιες συμβιβαστικές δηλώσεις και έστειλε στους μητροπολίτες επιστολές της τελευταίας στιγμής (το απόγευμα πριν τα Θεοφάνια), που παραπέμπουν σε παλαιότερες αποφάσεις της Συνόδου για απαρέγκλιτη τήρηση των μέτρων, αλλά το κακό είχε ήδη γίνει. Η επίσημη Εκκλησία στην προκειμένη περίπτωση λειτούργησε ως ισότιμος φορέας της ελληνικής κυβέρνησης και το γεγονός ότι χρειάζεται να παρέμβει προσωπικά ο Αρχιεπίσκοπος μάλλον επιβεβαιώνει ότι εν τοις πράγμασι, όντως, για τέτοιο φορέα μιλάμε. Το χειρότερο από όλα όμως δεν είναι αυτό… Αυτό οι περισσότεροι το ξέραμε, όπως ξέραμε και ότι, όσο η πανδημία συνεχίζεται, κάποια στιγμή η Εκκλησία θα πετούσε κανονικά το γάντι στην πολιτική εξουσία. Εδώ και εννέα μήνες, από το Πάσχα, φαινόταν πού πηγαίνει το πράγμα…

Το χειρότερο είναι πως η ελληνική κυβέρνηση δείχνει να μην μπορεί να επιβάλλει τη θέλησή της και το «δεν μπορώ» είναι πολύ χειρότερο από το «δεν θέλω» όταν μιλάμε για την πολιτική εξουσία. Μέχρι τώρα θα μπορούσε να πει κανείς ότι η κυβέρνηση δεν ήθελε να επιβληθεί στην Εκκλησία για διάφορους λόγους, πρακτικούς ίσως (π.χ., για να αποφύγει μαζικές διαμαρτυρίες εν καιρώ πανδημίας) ή μπορεί και ιδεολογικούς. Τώρα, όμως, η Εκκλησία αντιτάχθηκε επιδεικτικά στους νόμους και η κυβέρνηση το μόνο που είχε για απάντηση ήταν δηλώσεις αποδοκιμασίας. «Έπεσαν πρόστιμα», θα πείτε. Αυτό θα ήταν αρκετό, αν η Ιερά Σύνοδος δεν είχε νωρίτερα ποδοπατήσει την κυβερνητική απόφαση για κλειστούς ναούς. Αν δεν είχε δώσει, δηλαδή, με τον ιερό της χαρακτήρα (οι συνεδριάσεις της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου, μην ξεχνάμε, είναι «θεόπνευστες»), την άδεια σε παπάδες και πιστούς να μαζευτούν στις εκκλησίες των ενοριών τους για να κολλήσουν και να μεταδώσουν τον κορονοϊό.

«Και τι θα ήταν αρκετό, αν όχι τα πρόστιμα;» θα ρωτήσει κάποιος… Αρκετό θα ήταν να δει η κυβέρνηση νωρίτερα αυτό που βλέπαμε όλοι. Ή, για να το πούμε αλλιώς, έτσι όπως ήρθαν τα πράγματα, ειδικά για την ημέρα των Θεοφανίων δεν θα ήταν αρκετό τίποτα. Εξ ου και το «δεν μπορώ» της κυβέρνησης. Κάποιοι είπαν να βγουν τα ΜΑΤ να επιβάλλουν την τάξη στους ναούς και, αν δεν μπορούν, στην ανάγκη να κατέβει και ο στρατός… Ωστόσο, μετά από δέκα μήνες περιορισμών και πίεσης στην κοινωνία, είναι πολύ αμφίβολο αν ένα τέτοιο μέτρο θα λειτουργούσε θετικά μεσοπρόθεσμα. Οι πιστοί δεν είναι «Ρουβίκωνες».

Τα ΜΑΤ έπρεπε να κατέβουν όταν η κυβέρνηση θα έδειχνε την πυγμή της νωρίτερα, όχι μέρες γιορτών με τις εκκλησίες ανά την επικράτεια να έχουν κόσμο. Κάθε παπάς παραβάτης των μέτρων ή διασπορέας ψευδών πληροφοριών για τον κορονοϊό έπρεπε να είχε τις συνέπειες του νόμου με πάσα αυστηρότητα και μάλιστα με τυμπανοκρουσίες. Είναι αυτονόητο πως η κυβέρνηση ήθελε να αποφύγει τις έντονες αντιδράσεις από τους πιστούς, αλλά, με τα βελάκια της μετάδοσης του ιού να δείχνουν μονίμως προς τα πάνω, όσο νωρίτερα έβαζε το χέρι της στη φωτιά τόσο το καλύτερο για όλους. Τώρα, αντί για ένα έξαλλο και συγκεντρωμένο πλήθος που ψάχνει για φασαρία, είχε να αντιμετωπίσει ήσυχους ηλικιωμένους, που συνωστίζονται σε ναούς σε όλη την Ελλάδα, και το μόνο που ψάχνουν είναι να μεταλάβουν μαζί με τους πλησίον τους από το ίδιο κουταλάκι.

Όταν βέβαια δεν βάζεις εσύ ο ίδιος το χέρι σου στη φωτιά, εύκολα το λες για τους άλλους. Ισχύει αυτό, αλλά οι άλλοι στην προκειμένη περίπτωση είναι η κυβέρνηση και οι κυβερνήσεις, αν μη τι άλλο, για αυτό το λόγο υπάρχουν…

Προηγούμενο άρθροΠληρωμές 13,3 εκατ. ευρώ σε 38.054 δικαιούχους του προγράμματος ΓΕΦΥΡΑ
Επόμενο άρθροΓια τον κυβερνητικό ανασχηματισμό – Γράφει ο Δρ. Σίμος Ανδρονίδης