Το λέγαμε και χθες, όλη η Μεγάλη εβδομάδα της πιτσιρικαρίας μου είχε μεν τη χαρά των διακοπών από το σχολείο, είχε τις ευωδιές της Άνοιξης, μα είχε κι αυτόν τον κόμπο στο στήθος. Που συνοδευόταν από το τρεμάμενο φως των κεριών που σμίλευε το πρόσωπο του πατέρα μου μπροστά στο ψαλτήρι. «Ω γλυκύ μου έαρ, γλυκύτατόν μου Τέκνον, πού έδυ σου το κάλλος»…
Σκεφτόμουν πριν ξεκινήσω να γράφω, ότι η πατρίδα μας περνά κι εφέτος τη δική της Μεγάλη εβδομάδα. Με πρωθυπουργικά και κυβερνητικά χείλη να φτύνουν όξος και χολή και να καθιστούν συνειδητά τοξική την Ελλάδα απ’ άκρου σ’ άκρο.
Μ’ ενόχλησε, με πόνεσε η ψυχή μου για όσα επιφύλαξαν Τσίπρας, Πολάκης και σία στον Κυμπουρόπουλο. Δεν είναι δυνατόν να ειπώθηκαν τέτοια λόγια από χείλη ανθρώπου. Δεν είναι δυνατόν αυτά τα λόγια, αυτές οι πρακτικές να τυγχάνουν επιδοκιμασίας είτε από πρωθυπουργικά ή πολιτικά χείλη είτε από μερίδα (ευτυχώς μικρή) της κοινωνίας.
Μιλούσα με τον Στέλιο Κυμπουρόπουλο, προχθές στο ραδιόφωνο. Θαύμασα για μια ακόμη φορά το μεγαλείο της ψυχής του. Βρέθηκε σε μια δίνη γεμάτη πύον και μίσος και το μόνο που είπε ήταν ότι θα ήθελε να ρωτήσει Τσίπρα και Πολλάκη «γιατί»; Κι ύστερα πρόσθεσε ότι στενοχωριέται από το γεγονός ότι μία μικρή μερίδα ανθρώπων συνεχίζει να αντιμετωπίζει την κατάσταση της αναπηρίας σαν κάτι ξένο προς την κοινωνία.
Σκεφτόμουν ότι ούτε ο Τσίπρας ούτε ο Πολάκης εκστόμισαν μια συγγνώμη! Μια συγγνώμη στον άνθρωπο που όλη η κοινωνία έχει ως πρότυπο, και που προσέβαλαν με τη στάση τους. Αντίθετα ο πρωθυπουργός υποβίβασε την αθλιότητα σε… «σφακιανό ύφος».
Ας μείνουμε στις ευωδιές της Άνοιξης. Ας μείνουμε στην κατάνυξη. Ας μείνουμε στα «Εγκώμια», στη δική μας ανθρωπιά, στις δικές μας αξίες.
Ας ευχηθούμε το αποφώλιον τέρας να μη δηλητηριάσει κι άλλο το νου και το είναι μας. Κι ας γυρέψουμε απόψε ΚΑΙ την Ανάσταση της πατρίδας.
Καλή Ανάσταση συμπατριώτες!