Μετά την οδυνηρή ήττα της Ελλάδας στη Μικρά Ασία, τίποτα πια δεν ήταν ίδιο στο εσωτερικό της χώρας. Πρωτίστως, σχεδόν εκατό χρόνια από την ανεξαρτησία της η Ελλάδα έχασε έναν βασικό της στόχο, την υλοποίηση της μεγάλης ιδέας.
Το βασικό που συνέβη τότε ήταν ότι η Ελλάδα έκτοτε και μέχρι σήμερα, έχει τα ίδια σύνορα. Μπορεί ακραίες εθνικιστικές φωνές να επικαλούνται ακόμη την εθνική συνείδηση, μπορεί κάποιοι άλλοι να περιμένουν να κατακτήσει το ξανθό γένος την Κωνσταντινούπολη και μετά να μας την προσφέρει απλόχερα, όμως η πραγματικότητα είναι ότι οι παλιές διεκδικήσεις ήταν οι άνθρωποι, δηλαδή οι ελληνικοί πληθυσμοί κι όχι τα εδάφη. Από τη στιγμή λοιπόν που εκδιώχθηκαν οι Έλληνες της Μικράς Ασίας, της Ανατολικής Θράκης και του Πόντου, μοιραία η Ελλάδα έχασε το βασικό της κίνητρο για διεκδικήσεις.
Να το πούμε ευθέως κι όσο πιο κυνικά γίνεται: Με ελάχιστο ελληνικό πληθυσμό στην Τουρκία μετά το 1922 και με μικρή μειονότητα σε Κωνσταντινούπολη, Ίμβρο και Τένεδο, δεν μπορούσε η Ελλάδα να συνεχίζει τον αλυτρωτισμό της. Ο ίδιος ο Βενιζέλος μιλώντας με τον διπλωμάτη Σπυρίδωνα Πολυχρονιάδη του είχε πει χαρακτηριστικά: «Τι να διεκδικήσουμε πια; Τα κατσάβραχα της Μικράς Ασίας, τα απογυμνωθέντα από Έλληνες;».
Πρέπει μα πούμε κι αυτό: Η Ελλάδα μετά τους Βαλκανικούς πολέμους είχε πλέον διευρυνθεί σε σημείο που ουδείς περίμενε. Τότε λοιπόν, ενώ δεν είχε έρεισμα για άλλη επέκταση, είχε τον φόβο απειλών από την Βουλγαρία, στη Δυτική Θράκη και στη Μακεδονία. Κάτι που έμεινε ως απειλή μέχρι σχεδόν και τα τέλη των δεκαετιών του ’60 και του ’70.
Τα σύνορα που διαμορφώθηκαν μετά τους Βαλκανικούς πολέμους και με την προσθήκη των Δωδεκανήσων μετά τον Β’ παγκόσμιο πόλεμο, έλαβαν θέση κορυφαίας ιδεολογίας για την Ελλάδα. Η δε πολιτική της έκτοτε σημείωσε δραματική μεταστροφή και από επιθετική/αλυτρωτική, κατέστη αξιοπρεπώς αμυντική.
Η καταστροφή, έφερε στην Ελλάδα των 4 εκ. ψυχών, περίπου ενάμιση εκατομμύριο εξαθλιωμένους ανθρώπους. Δεκάδες χιλιάδες άλλοι δεν πρόφτασαν να φτάσουν και πέθαναν από αρρώστιες και πείνα στα μέσα της διαδρομής. Μερικοί και μετά την εγκατάστασή τους στα παραπήγματα που πρόχειρα έφτιαξε το ελληνικό κράτος με τις ανύπαρκτες δυνάμεις και δομές.
Προσέξτε: Αν υποθέσουμε ότι σήμερα οι ΗΠΑ έχουν 300 εκ. κατοίκους, θα μπορούσαν να ενσωματώσουν 100 εκ. πρόσφυγες; Αυτό ακριβώς ήταν αναλογικά το ποσοστό των προσφύγων που έφτασαν στην Ελλάδα.
Κι όσοι έφτασαν, σχεδόν απογυμνωμένοι από υπάρχοντα, δεν αντιμετωπίστηκαν σε πολλές περιπτώσεις από την ελληνική κοινωνία της εποχής. Κι όμως αυτοί οι πληθυσμοί, προκομμένοι άνθρωποι και με πνεύμα φιλελεύθερο κι εξόχως δημιουργικό, δεν άργησαν να δημιουργήσουν επιχειρήσεις, να τονώσουν τα μέγιστα την ελληνική οικονομία και να ενσωματωθούν πλήρως στη χώρα.
Πρέπει να τονίσουμε ότι στην επιτυχή ενσωμάτωση των προσφύγων, καταλυτική ήταν η συνδρομή διεθνούς βοήθειας από φιλανθρωπικές οργανώσεις που καθημερινά προσέφεραν εκατομμύρια μερίδες φαγητού. Κι αυτή η ενσωμάτωση θεωρείται το κορυφαίο επίτευγμα του ελληνικού κράτους στα 200 χρόνια της νέα του υπόστασης.
Προσέξτε κι αυτό: Η καταστροφή του 1922 αλλά και ο μετέπειτα προσανατολισμός της Ελλάδας, ειδικά μετά την κυβερνητική επάνοδο του Βενιζέλου το 1928, επέφεραν την εγκατάλειψη του αλυτρωτισμού και της μεγάλης ιδέας και τον προσανατολισμό της χώρας προς την Ευρώπη και την οικονομική ανάπτυξη, μέσω των οποίων θα προσδοκούσε την ανάπτυξη και την ευημερία.
Η Ελλάδα τότε (Βενιζέλος), ήταν η πρώτη χώρα που αποδέχθηκε την πρόταση του Γάλλου πρωθυπουργού Αριστείδη Μπριάν για τη δημιουργία την Ηνωμένων Πολιτειών της Ευρώπης.
Κάτι που δεν συνέβη λόγω της ανόδου του Χίτλερ στην εξουσία της Γερμανίας και του Β’ παγκοσμίου πολέμου. Δεν συνέβη ούτε μετά τον πόλεμο, αφού η Ελλάδα για πολλά χρόνια βρισκόταν στη δίνη του εμφυλίου και των εσωτερικών έριδων που πήγαν τη χώρα πολλά χρόνια πίσω.
Η ουσία είναι ότι η νέα μεγάλη ιδέα του έθνους, η Ευρώπη, ξεκίνησε μετά την μικρασιατική καταστροφή και πραγματοποιήθηκε από τον Καραμανλή το 1979.