Τελείωσα χθες το διάβασμα ενός εκπληκτικού βιβλίου δυο καθηγητών του Χάρβαρντ (Steven Levitsky και Daniel Ziblatt) με τίτλο «Πώς πεθαίνουν οι δημοκρατίες» κι ομολογώ ότι έλαβα τροφή για σκέψη και προβληματισμούς. Στο βιβλίο τους οι δυο καθηγητές ουσιαστικά υποστηρίζουν ότι στις εποχές μας οι δημοκρατίες δεν τελειώνουν πια με κάποιο πραξικόπημα που το βαφτίζουν επανάσταση, αλλά μέσω μιας αργής και μεθοδικής αποδυνάμωσης των θεσμών, όπως η δικαιοσύνη και τα ΜΜΕ, και της σταδιακής αποσάθρωσης πολιτικών κανόνων.
Επιχείρησα να φέρω το βιβλίο σε δυο περιόδους της σχετικά πρόσφατης ιστορίας των τελευταίων εκατό χρόνων. Όποιος επιχειρήσει, λοιπόν, να τσαλαβουτήσει στα άδυτα της ιστορίας και να προσεγγίσει καταστάσεις και δεδομένα που σημάδεψαν την πορεία του τόπου αλλά και της Ευρώπης κι εν συνόλω της ανθρωπότητας, θα συνειδητοποιήσει ότι πέραν των πολιτικών υπήρχαν πάντα οι λαοί κι οι αστάθμητοι παράγοντες.
Αν εμείς σταθούμε στα τελευταία πενήντα εξήντα χρόνια και ξεκινήσουμε από την εποχή των Ιουλιανών, της υπόθεσης ΑΣΠΙΔΑ κι εν συνεχεία της θλιβερής χούντας, θα συνειδητοποιήσουμε ότι η Ελλάδα έχασε τεράστιες ευκαιρίες να καταστεί παντελώς αυτοδύναμη οικονομικά χώρα με την κοινωνία της να ευημερεί και να μην επαιτεί μια θεσούλα στο δημόσιο ή μια συνταξούλα κι ένα επιδοματάκι. Η πρώτη οκταετία του Καραμανλή, από το 1955 μέχρι το 1963 ήταν η πιο ανθηρή οικονομικά περίοδος αναφορικά με τους ρυθμούς ανάπτυξης της χώρας. Τόσο σε υποδομές όσο και στις βάσεις ανάπτυξης μιας κοινωνίας που ήταν καθημαγμένη από τον παγκόσμιο πόλεμο και τον εμφύλιο που ακολούθησε. Όμως, μέσα σε δυο χρόνια, από το 1963 μέχρι το 1965 υπήρξε ένα τεράστιο άλμα πληθωρισμού. Από το 1 στο 6 %. Η δε χούντα σε συνδυασμό με την πετρελαϊκή κρίση εκτόξευσε τον πληθωρισμό πάνω από το 25%.
Κρατήστε αυτό το στοιχείο κι ελάτε τώρα να κάνουμε ένα χρονικό άλμα πηγαίνοντας στη Γερμανία. Στις αρχές της δεκαετίας του 20, του περασμένου αιώνα, στη Γερμανία η Αριστερά κι η Κεντροαριστερά συγκέντρωναν εκλογικά ποσοστά που υπερέβαιναν το 60%. Λίγο μετά, στις αρχές της δεκαετίας του 30, τα εκλογικά ποσοστά στη Γερμανία ήταν 43% για τον Χίτλερ, 18% για τους σοσιλαδημοκράτες και 13% για το κομμουνιστικό κόμμα. Όλα αυτά, ήταν μεν αποτέλεσμα των κυρώσεων προς τη Γερμανία για τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο, μα ήταν κι αποτέλεσμα της οχλοκρατίας, του λαϊκισμού, της καταρράκωσης των δημοκρατικών θεσμών και της οικονομικής ανασφάλειας που οδηγούσαν σε παρά φύση μαζικές συμπεριφορές που αποδείχθηκαν καταστροφικές.
Σκέφτομαι τις ομοιότητες. Πολύ περισσότερο αφού εδώ στην Ελλάδα έχουμε όλα αυτά τα χαρακτηριστικά. Έχουμε πλειστάκις οχλοκορατία, έχουμε απαξίωση του κύρους των δημοκρατικών θεσμών, έχουμε διαφθορά, έχουμε κοινωνική και οικονομική ανασφάλεια. Έχουμε και τεράστια αύξηση της εγκληματικότητας και της ανομίας. Έχουμε μια εικόνα πλήρους αποσύνθεσης. Η αποσύνθεση έχει ξεκινήσει εδώ και πολλά χρόνια και επί προηγούμενων κυβερνήσεων. Επί της παρούσης κυβέρνησης όμως οι καταστάσεις αυτές έχουν ξεπεράσει κάθε όριο…
Είναι απόλυτη αποσύνθεση η πεποίθηση ότι η αστυνομία δεν μπορεί να επιβάλει την τάξη. Είναι απόλυτη αποσύνθεση η πεποίθηση ότι η δικαιοσύνη είναι παραμάγαζο της εκάστοτε κυβέρνησης. Είναι απόλυτη αποσύνθεση η πεποίθηση ότι όλοι οι πολιτικοί τα παίρνουν και είθισται όποιος είναι στην κυβέρνηση λίγο πριν τις εκλογές να αποκαλύπτει τις πομπές των αντιπάλων του.
Είναι απόλυτη αποσύνθεση αυτό που ζούμε στα Πανεπιστήμια. Είναι απόλυτη αποσύνθεση η πεποίθηση ότι τίποτα και ποτέ δεν θ’ αλλάξει. Είναι απόλυτη αποσύνθεση η δίωξη κι ο εξωβελισμός του ορθού πολιτικού λόγου και του πολιτικού ρεαλισμού.
Κι εκεί έξω καραδοκούν έτοιμες κι οπλισμένες οι ορδές αγρίων αριστερής και ακροδεξιάς προέλευσης που εν πολλοίς τέμνονται…
Η αποσύνθεση θεσμών και κράτους γίνεται κάθε μέρα όλο και περισσότερο αισθητή. Η επόμενη οικονομική κρίση η οποία για την Ελλάδα προβλέπεται χειρότερη από εκείνη του 2010 γιατί τα νοικοκυριά έχουν κάψει πολύ από το “λίπος” απλά θα αποτελέσει την αφορμή να ανοίξει η πόρτα του φρενοκομείου της ιστορίας… Κι όπως αναφέρει ένας καλός συνάδελφος, ο Κώστας Στούπας, η Ελλάδα μοιάζει με τη χώρα που διασκεδάζει παρακολουθώντας τον θάνατό της σαν να παρακολουθεί ριάλιτι ή τηλεοπτική σειρά
Λέμε και ξαναλέμε ότι δεν κάνουμε το παραμικρό για να σηκώσει η χώρα κεφάλι. Η χώρα χρεοκόπησε οικονομικά γιατί η πολιτική της ηγεσία ακόμη και σήμερα δεν λέει αλήθειες στους πολίτες της, γιατί και οι πολίτες δεν θέλουν να ακούσουν αυτά που πραγματικά γνωρίζουν ότι θα υποστούν. Αναμένουν τον εκλογικό κύκλο με την συνήθη πολιτική συναλλαγή και ξεχνούν πως από την αλλότρια και ανειλικρινή σχέση πολιτών και πολιτικών, κερδίζουν οι επιτήδειοι και χάνει πάντα η χώρα.
Όμως η αμείλικτη πραγματικότητα των αριθμών, θα αναδείξει τις ανεπαρκείς πολιτικές και θα διεκδικήσει απαντήσεις, στο πώς θα αναπτυχθεί η οικονομία, όταν για παράδειγμα ο προϋπολογισμός του 2018 θα διαθέσει 19,5 δισ. ευρώ για συνταξιοδοτική δαπάνη, για μισθούς του δημοσίου 12,7 δισ. ευρώ και 5,2 δισ. ευρώ για τόκους εξυπηρέτησης του χρέους. Συνολικά το 70% του κρατικού προϋπολογισμού αναπαράγει τον ανορθολογισμό και την καχεκτική διαχείριση των οικονομικών δυνάμεων της χώρας, που αργά αλλά σταθερά θα επιφέρει την ολοσχερή καταστροφή, αν δεν αλλάξει.
Το πρόβλημα των τραπεζών επιδεινώνεται, καθώς σε κάθε νέα πρόταση, επιβάλλονται οι καθηλωτικές δυνάμεις της αδράνειας, παρά την επιτακτική αναγκαιότητα να αντιμετωπιστεί. Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια οδηγούν σε μείωση των κερδών και αποτρέπουν τη διοχέτευση πόρων σε πιο παραγωγικές δραστηριότητες. Δάνεια ύψους 88 δισ. ευρώ δεν εξυπηρετούνται ή θεωρούνται επισφαλή. Το ποσοστό αυτών αντιστοιχεί περίπου στο 48% του συνόλου των δανείων ή σχεδόν στο 50% του ελληνικού ΑΕΠ.
Ναι έχουν δίκιο οι δυο καθηγητές που ουσιαστικά αναφέρουν στο βιβλίο τους «πως πεθαίνουν οι δημοκρατίες» ότι οι δημοκρατίες δεν τελειώνουν πια με κάποιο πραξικόπημα που το βαφτίζουν επανάσταση αλλά μέσω μιας αργής αποδυνάμωσης των θεσμών, όπως η δικαιοσύνη και τα ΜΜΕ, και της σταδιακής αποσάθρωσης πολιτικών κανόνων.
Μακάρι να το προλάβουμε και να μη το βιώσουμε. Μα δεν μπορούμε να είμαστε πολύ αισιόδοξοι…