Χάσαμε το προλεταριάτο, στοπ! – Γράφει ο Θάνος Τζήμερος

Περνάς, ας πούμε, έξω από μια αίθουσα εκδηλώσεων. Βλέπεις κόσμο συγκεντρωμένο και μια τεράστια αφίσα: «Πλουτίστε επενδύοντας σε καρμάτα». Πλησιάζεις ένα πηγαδάκι κι ακούς να συζητούν με έξαψη για τις τεράστιες προοπτικές που έχει η καρμάτα. Μέσα μιλάει ο γκουρού των επενδύσεων σε καρμάτα. Αποφασίζεις, από περιέργεια, να μπεις. Διαπιστώνεις ότι έχεις χάσει επεισόδια. Υπάρχει, ήδη, αρκετή βιβλιογραφία σχετικά με την καρμάτα, υπάρχουν τεχνικοί σύμβουλοι, οικονομικοί αναλυτές, μέχρι και διαφορετικές «σχολές»: άλλοι είναι υπέρ της ταχείας διάδοσής της, διότι εκτιμούν ότι θα εκτοπίσει όλα τα ανταγωνιστικά προϊόντα, κι άλλοι προτιμούν να μελετηθεί κάθε πλεονέκτημά της και μετά να διαδοθεί.
tzimeros-thanos-2
Γράφει ο Θάνος Τζήμερος

Ο ομιλητής, ένας χαρισματικός τύπος, μεταγγίζει τον ενθουσιασμό του στο πλήθος. Αισθάνεσαι ότι ήρθε η στιγμή να γίνεις πλούσιος. Και ρωτάς τον διπλανό:

– Φίλε, συγγνώμη που δεν ξέρω, αλλά τι είναι η καρμάτα;
– Ντομάτα μεγάλη σαν καρπούζι!
– Υπάρχει τέτοιο πράγμα;
– Όχι ακόμα, αλλά αν το φτιάξουμε, δεν θα είναι φοβερή επενδυτική ευκαιρία, ε;

Καταλαβαίνεις ότι έπεσες σε παρανοϊκούς. Το ίδιο που αντιλαμβάνεσαι διαβάζοντας τον Μαρξ και τους αναλυτές του. Χιλιάδες, εκατομμύρια σελίδες στηριγμένες σε μια έννοια που ούτε υπήρξε, ούτε υπάρχει, ούτε θα υπάρξει ποτέ (εκτός αν αναλάβει το θέμα προσωπικά ο Μπογιόπουλος): στο προλεταριάτο!

Και να η επανάσταση του προλεταριάτου και να οι εργασιακές συνθήκες που θα διαμορφώσει το προλεταριάτο και να η μετάλλαξη της κοινωνίας με βάση το προλεταριάτο. Αν, αντί «προλεταριάτο», έγραφαν «καρμάτα» δεν θα άλλαζε τίποτε. Έτσι κι αλλιώς και τα δύο είναι ανύπαρκτα.

Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.

Ο «προλετάριος» είναι ρωμαϊκός όρος. Σήμαινε αυτόν που το μόνο περιουσιακό στοιχείο που δήλωνε στο… Ε9 της εποχής ήταν τα αρσενικά παιδιά του. Ο Μαρξ έδωσε στη λέξη μια διαφορετική σημασία: προλετάριος είναι ο ανειδίκευτος εργάτης, αυτός που το μόνο που κατέχει είναι τα χέρια του, τη δύναμη των οποίων πουλάει στον καπιταλιστή που ελέγχει τα μέσα παραγωγής.

«Με το καλημέρα» φαίνεται ότι η θεωρία μπάζει από παντού. Ανειδίκευτος είναι κάποιος όταν ξεκινάει μια δουλειά. Στη συνέχεια ειδικεύεται. Αν μετά από καιρό στην ίδια δουλειά συνεχίζει να είναι ανειδίκευτος, μάλλον πρόκειται για άνθρωπο χαμηλής νοημοσύνης. Ιδανική, βέβαια, περίπτωση για οπαδό του Μαρξ, αλλά με χαζούς δεν ξεκινάς επανάσταση. Ο Ένγκελς προσπάθησε να το σώσει: κι ο ειδικευμένος, λέει, αν δεν έχει στην κατοχή του τα μέσα παραγωγής, προλετάριος είναι.

Ναι, αλλά για να δουλέψουν τα χέρια υπάρχει ένας εγκέφαλος από πίσω που δίνει τις εντολές. Άρα ο προλετάριος τα πουλάει πακέτο. Διότι χέρια, κατά τον Μαρξ, «πουλάνε» κι ο χαμάλης κι ο Αντετοκούνμπο. Κι ο Πικάσο κι ο λουστράκος της Ομόνοιας. Κι ο πιανίστας που δίνει ρεσιτάλ, κι ο Μοχάμεντ Άλι, που δίνει μπουνιές, κι η γιαγιά που κεντάει τα λευκαρίτικα. Από καταβολής κόσμου δεν υπάρχει χειρωνακτική εργασία σκέτη, χωρίς τη συμμετοχή δεξιοτήτων. Ακόμα κι ο αχθοφόρος ξέρει ένα σωρό τεχνικές για να κρατάει τα βαριά αντικείμενα ώστε να μην τα χτυπήσει και να μην του «πέσουν τα νεφρά». Ανάλογη με τη δεξιότητα είναι και η αμοιβή. Πολύ πριν την εποχή του Μαρξ, ο τεχνίτης και η τεχνίτρια με ελάχιστα, πάμφθηνα εργαλεία ως «ελεύθεροι επαγγελματίες» της εποχής μπορούσαν να έχουν αξιοπρεπέστατο εισόδημα χωρίς να χρειαστεί να υποδουλωθούν στο Κεφάλαιο. Ποιοι από αυτούς είναι προλετάριοι;

Επιπλέον, η γραμμή από τον σκέτο χειρώνακτα μέχρι την καπιταλιστική βιομηχανία είναι συνεχής, χωρίς κενά. Πώς θα ορίσεις τον προλετάριο που βρίσκεται σε μια διαρκή πορεία επαγγελματικής ανόδου; Ρώτησες ποτέ, Κάρολε, κανέναν καπιταλιστή που ξεκίνησε από το μηδέν να σου πει την ιστορία του; Να σου δείξω φωτογραφίες της ζωής του να μου πεις πότε ήταν προλετάριος; Ως ξυλουργός – βοηθός; Ως μάστορας που απέκτησε ένα κασελάκι με εργαλεία; Όταν αγόρασε πριονοκορδέλα; Πλάνη; Τόρνο; Ρούτερ; Ποια είναι η στιγμή που ο εξοπλισμός παύει να είναι παρελκόμενο του χειρώνακτα και αποκτάει τη μορφή καπιταλιστικού κεφαλαίου;

Δεν μας διαφώτισε ο μεγάλος φιλόσοφος. Ίσως διότι είχε σοβαρότερα πράγματα για να ασχοληθεί, όπως το προεδριλίκι της «Λέσχης της Ταβέρνας». Στο βιβλίο του «Ταξικοί αγώνες στη Γαλλία» αποφασίζει ότι η (γαλλική τουλάχιστον) κοινωνία χωρίζεται σε 7 τάξεις: αστική, βιομηχανική αστική, εμπορική αστική, μικροαστική, αγρότες, προλεταριάτο, λούμπεν προλεταριάτο. Με τις δυο τελευταίες θα εξόντωνε τις πέντε πρώτες. Δείτε πώς χαρακτήριζε το υλικό του αυριανού στρατού των «επαναστατών του καλού» που θα εγκαθίδρυαν έναν ανώτερο κόσμο ισότητας και αλληλεγγύης: «Πλάι στα διεφθαρμένα και τυχοδιωχτικά αποβράσματα της αστικής τάξης, βρίσκονταν αλήτες, απολυμένοι φαντάροι, πρώην κατάδικοι, δραπέτες των κάτεργων, απατεώνες, τσαρλατάνοι, λατζαρόνοι, κλεφτοπορτοφολάδες, ταχυδαχτυλουργοί, χαρτοπαίκτες, προαγωγοί, μπορδελιάρηδες, χαμάληδες, γραφιάδες, λατερνατζήδες, ρακοσυλλέκτες, πλανόδιοι τροχιστές, γανωτζήδες και ζητιάνοι». (Μαρξ: Η 18 Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη). Ποιότητα, όχι αστεία! Βέβαια, αν σκεφτείς τα στελέχη του ΚΚΕ και του ΣΥΡΙΖΑ, ένα δίκιο το ‘χει!

Ας ξεπεράσουμε όμως την αοριστία του όρου κι ας πούμε ότι τον βρήκαμε τον προλετάριο. Νάτος: είναι «στη δούλεψη του αφεντικού», σε μια γραμμή παραγωγής και περιμένει να σχολάσει να πάρει το μεροκάματο. Το προλεταριάτο πού είναι; Πολλοί προλετάριοι μαζί μάς κάνουν ένα προλεταριάτο, θα απαντήσει ο αριστερούλης. Πώς φαίνεται, σύντροφε, ότι δεν έχεις ιδέα από Μαρξ! Διότι ο πρόεδρος της Λέσχης της Ταβέρνας ορίζει το προλεταριάτο όχι ως άθροισμα ανθρώπων, αλλά ως «τάξη», δηλαδή ως συλλογικότητα που έχει επίγνωση του εαυτού της και οργανική σχέση μεταξύ των μελών της. Σε απλά ελληνικά: κάθε εργάτης προλετάριος δεν πρέπει να λέει μόνον ότι «εγώ δουλεύω στον Μπράουν, στον Φίσερ, στον Κραφτ», αλλά, επιπλέον, ότι «είμαι προλετάριος και μαζί με άλλους σαν κι εμένα, που κι αυτοί λένε και ξέρουν το ίδιο, είμαστε έτοιμοι να κάνουμε την επανάσταση! Να ξαποστείλουμε (όπως το κατανοεί ο καθένας…) τους μπουρζουάδες και να επιβάλουμε τη δικτατορία του προλεταριάτου, απαραίτητο βήμα προς την ιδανική κομμουνιστική κοινωνία». Εμείς ξέρουμε ότι είναι προλετάριοι! Αυτοί το ξέρουν;

Ευκαιρία να φιλοσοφήσουμε λίγο, μια και ο Κάρολος το απέφευγε. Ταξική κοινωνία δεν είναι να υπάρχουν πλούσιοι και φτωχοί. Είναι να έχει κάποιος, από τη στιγμή που γεννιέται, προδιαγεγραμμένο μέλλον καθορισμένο από την ταξική του ταυτότητα. Όπως οι Ντάλιτ, οι «ανέγγιχτοι» στην Ινδία. Να μην υπάρχει διαταξική κινητικότητα και ώσμωση. Να μην μπορείς δουλεύοντας, πλουτίζοντας, σπουδάζοντας να αλλάξεις τάξη. Έτσι, ο μόνος τρόπος για να βελτιώσεις τη ζωή σου να είναι η επανάσταση της καταπιεσμένης τάξης του. Κάτι τέτοιο προφανώς δεν υπάρχει σήμερα στον καπιταλισμό, αλλά δεν υπήρχε ούτε την εποχή του Μαρξ! Υπήρχε ως έναν βαθμό στη φεουδαρχική οργάνωση του Μεσαίωνα, αλλά κι εκεί ο άξιος (επαγγελματίας) πολεμιστής αναβαθμιζόταν οικονομικά και ταξικά. Άρα οι παγιωμένες στεγανές τάξεις που φαντάστηκε ο Μαρξ ήταν απλώς μια θεωρητική μπούρδα. Μια αυθαιρεσία που τον βόλευε στην έκφραση των ιδεοληψιών του.

Κάθε άνθρωπος, αν έχει πέντε δράμια μυαλό (απαραίτητη προϋπόθεση αυτό, να μην το ξεχνάμε όταν μπλέκουμε με μαρξιστές…), σκέφτεται ποιος είναι ο πιο πρόσφορος τρόπος να βελτιώσει την οικονομική και την κοινωνική του θέση. Και για να το μεταφέρουμε στο σήμερα (αυτά τα κείμενα δεν θα γραφόντουσαν αν ο μαρξισμός ήταν απλά μια ιστορία του παρελθόντος), ο μικρός Γιαννάκης, παιδί ενός προλετάριου οδοκαθαριστή, έχει τις εξής επιλογές:

Α. Να μορφωθεί, να καλλιεργήσει τα ταλέντα του και να ανέβει στη ζωή αξιοποιώντας τις ευκαιρίες που ο ίδιος ο καπιταλισμός δίνει. (Στο Κολλέγιο Αθηνών, ας πούμε, θα μπορούσε ως αριστούχος μαθητής να σπουδάζει με υποτροφία δίπλα στον γιο ενός κεφαλαιοκράτη. Κι αν συνέχιζε να είναι αριστούχος θα μπορούσε να πάρει υποτροφία από ένα πανεπιστήμιο της πατρίδας του καπιταλισμού και να βρει εκεί την τύχη του ξεπερνώντας τον γιο του κεφαλαιοκράτη.)
Β. Να παραμείνει προλετάριος, να ψάξει να βρει και άλλους προλετάριους, να οργανώσουν την επανάσταση, να νικήσουν τον αστικό στρατό, να καταλάβουν την εξουσία, να αρπάξουν τα μέσα παραγωγής, να συνεχίσουν την παραγωγή δηλαδή να εξασφαλίσουν πρώτες ύλες, ενέργεια, αγοραστές, να εξουδετερώνουν συνεχώς τους αντεπαναστάτες που δεν θα μείνουν με σταυρωμένα τα χέρια, να αντιμετωπίσουν εθνικά θέματα (άλλο μέγα μαρξιστικό πρόβλημα αυτό, θα το αναλύσουμε σε επόμενο άρθρο), και μέσα από τον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό που θα πάρει χρόνια, να ανεβάσει το επίπεδο όλης της κοινωνίας, άρα και το επίπεδο του ίδιου του μικρού Γιαννάκη, που εν τω μεταξύ θα έχει γίνει 100 ετών. Παραμύθια της Χαλιμάς, δηλαδή, που και στην εποχή του Μαρξ δεν είχαν καμία σχέση με την πραγματικότητα, καθώς μπορούσες να ανέβεις ταξικά και με έναν γάμο με βαρώνη…

Τι θα προτιμήσει ο μικρός Γιαννάκης; Προφανώς το Α. Άρα, ακόμα κι αν βρήκαμε τους προλετάριους, πώς θα τους πείσουμε να λειτουργήσουν ταξικά και να επαναστατήσουν; Εδώ σε θέλω! Χιλιάδες μαρξιστές «διανοούμενοι» αλλά και λουδίτες ακτιβιστές τύπου ΠΑΜΕ προσπάθησαν να «αφυπνίσουν» τον προλετάριο χωρίς να καταφέρουν τίποτε. Το πρόβλημα πρέπει να είναι πολύ σοβαρό, διότι το αναγνωρίζει και το ΚΚΕ! Κι ενώ σε όλα έχει λύσεις, που μόνο του τις βρίσκει μεγάλες και σοφές, εδώ ζορίζεται:

«Η εργατική τάξη, ακόμα και επαναστατημένη, δεν έχει ακόμα ενιαία κομμουνιστική συνείδηση, κομμουνιστική στάση απέναντι στην άμεσα κοινωνική εργασία, στην κοινωνική ιδιοκτησία, δεν έχει ξεπεράσει τη διαφοροποίηση ανάμεσα στα τμήματά της, όπως αυτά αναπτύσσονται στον καπιταλισμό».

Ακόμα, βρε σύντροφοι; Μπορεί να πέρασαν 170 χρόνια, αλλά το καλό πράγμα αργεί. Και πώς θα αποκτήσει η εργατική τάξη ενιαία κομμουνιστική συνείδηση; Με την κατήχηση:

«Τα μέλη και στελέχη του ΚΚΕ και της Νεολαίας του μετέχουν σε όλες τις μορφές οργάνωσης της κοινωνίας και ασκούν τον ρόλο τους ως ιδεολογικοί – πολιτικοί καθοδηγητές».

Και τι θα κάνουν αυτοί οι πολιτικοί καθοδηγητές;

«Ο καθοδηγητικός ρόλος του Κόμματος στη συγκέντρωση δυνάμεων για την επανάσταση (…) θα εκφράζεται στη συνειδητοποίηση της πλειοψηφίας της εργατικής τάξης, στην αποκόλληση των μισοπρολετάριων, των φτωχών αγροτών και άλλων αυτοαπασχολούμενων από την αστική τάξη, τις μικροαστικές, οπορτουνιστικές επιρροές».

Ωπ! Καινούργιος όρος: μισοπρολετάριος! Δια χειρός Αλέκας και Κουτσούμπα! Κι επειδή δεν υπάρχει μισοεπανάσταση και μισοδικτατορία, θα πρέπει ο μισοπρολετάριος να γίνει ολοκληροπρολετάριος, με τη βοήθεια του καθοδηγητικού ρόλου του κόμματος! Δηλαδή κάποιον που έχει μισοξεκολλήσει από την υποδούλωση στο κεφάλαιο και πάει να ξεκολλήσει εντελώς, να τον ξαναϋποδουλώσουμε, να τον ξαναεξαθλιώσουμε, ώστε να είναι γνήσιο επαναστατικό υλικό, χωρίς… οπορτουνιστικές επιρροές!

Κι όταν τους κάνουμε όλους προλετάριους, θα ξεκινήσει επιτέλους η επανάσταση ή θα περιμένουμε άλλα 170 χρόνια, σύντροφοι; «Γιατί να μην ξεκινήσει;», λέει ο γέρων Μάρξιος. Και μάλιστα κάνει μια… συγκλονιστική πρόβλεψη: «Απ’ όλες τις τάξεις που είναι σήμερα αντιμέτωπες με την μπουρζουαζία, μόνο το προλεταριάτο είναι η αληθινή επαναστατική τάξη. Οι άλλες τάξεις βρίσκονται σε κατάπτωση και τελικά θα εξαφανιστούν με την άνοδο της σύγχρονης βιομηχανίας, το προλεταριάτο είναι το μόνο και αληθινό της παιδί». Βουλωμένο γράμμα διαβάζει ο μπαγάσας! Ούτε κληρονομικό χάρισμα να είχε! Και δικαιολογεί τη βεβαιότητά του: τι έχουν να χάσουν οι προλετάριοι, πέρα από τις αλυσίδες τους;

Το ότι έχουν να χάσουν τη δουλειά τους είναι λογικό να μην έχει περάσει από το μυαλό κάποιου που δεν δούλεψε ποτέ στη ζωή του. (Για την ακρίβεια «δούλεψε» κάτι μήνες μέχρι τον Απρίλιο του 1843 ως αρχισυντάκτης σε μια «επαναστατική» φυλλάδα, την Rheinische Zeitung, μέχρι που έκλεισε, και κάτι μήνες επίσης όταν η φυλλάδα επανεκδόθηκε, με τα λεφτά του Ένγκελς, ως Neue Rheinische Zeitung το 1848 –και ξαναέκλεισε. Δατς ολ. Τέτοια επαγγελματική επιτυχία! Και τέτοια κούραση!)

Κι όταν δεν περνάει από το μυαλό του «Θεού», μην περιμένεις να περάσει από το μυαλό των πιστών μαρξιστών, πως για να δουλεύει ο Πέτρος, ο Γιόχαν κι ο Φρανς στον Μπράουν, στον Φίσερ στον Κραφτ, πρέπει οι τελευταίοι να υπάρχουν! Να έχουν επενδύσει, να έχουν ρισκάρει, να έχουν παραγωγή που να πουλιέται στην παγκόσμια αγορά, να την έχουν οργανώσει έτσι ώστε να παράγουν σε ανταγωνιστικές τιμές, να κάνουν έρευνα, να καινοτομούν, να ξεπερνούν τις οικονομικές δυσκολίες, τις αναδυόμενες αγορές, τα capital controls, να αντέχουν την εφορία, να…, να…, να…, πράγματα που η Αλέκα, ο Κουτσούμπας κι ο Σκουρλέτης είναι αδύνατον ακόμα και να φανταστούν.

Το τι άλλο μπορείς να χάσεις πέρα από τις αλυσίδες το έχουν διαπιστώσει ενάμισι εκατομμύριο άνεργοι Έλληνες που έχασαν και τη δουλειά τους και το εισόδημά τους, χωρίς να υπάρχει από δίπλα μια βαρώνη Φον Βεστφάλεν να πουλάει τα οικογενειακά κοσμήματα για να χρηματοδοτεί αμπελοφιλοσοφίες στη Λέσχη της Ταβέρνας. Και δεν έκαναν, τελικά, και την επανάσταση!

Ίσως, αν ο άεργος σύζυγος της βαρώνης, αντί για το προλεταριάτο, ως επαναστατική μαγιά, όριζε το… κρασοκουπάτο της Λέσχης της Ταβέρνας όπου μεθοκοπούσε, να είχε περισσότερες πιθανότητες επιτυχίας. Τουλάχιστον δεν θα έψαχνες να βρεις τους κρασοκουπάτους, όπως ψάχνεις τους προλετάριους. Θα τους αναγνώριζες αμέσως από τα οχτάρια που θα έκαναν στην πορεία προς τον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας. Βασική διαφορά από τους προλετάριους: έστω και σουρωμένοι, αυτοί θα κινούνταν.

Προηγούμενο άρθροΟ Πάνος μας… – Γράφει ο Νίκος Γ. Σακελλαρόπουλος
Επόμενο άρθροΤο θέατρο του παραλόγου – Γράφει ο Δημήτρης Χριστούλιας