Όλγα Κεφαλογιάννη: «Ο πολιτισμός πρέπει να γίνει πολιτική αιχμής»

«Η Ελλάδα του σήμερα έχει πολύ ενδιαφέρον όχι μόνο γι’ αυτό που έχει κληρονομήσει αλλά και γι’ αυτό που δημιουργεί», τονίζει στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων η τομεάρχης Πολιτισμού και Αθλητισμού της ΝΔ, Όλγα Κεφαλογιάννη, δίνοντας το «στίγμα» της σωστής, κατά τη γνώμη της, πολιτιστικής διαχείρισης που πρέπει να περιλαμβάνει και τα δυο.

Κατά τη συνέντευξή της στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, την πρώτη για αμιγώς πολιτιστικά θέματα που έχει δώσει, η κ. Κεφαλογιάννη επικεντρώνεται στα κακώς κείμενα που κατά την άποψή της συμβαίνουν στον πολιτισμό, στις κινήσεις που η ίδια θα προχωρούσε αν βρισκόταν στην ηγεσία του υπουργείου Πολιτισμού, καθώς και στα εργαλεία που διαθέτει η χώρα μας ώστε να ανταποκριθεί στις σύγχρονες απαιτήσεις. Πρώτα, όμως, μας «συστήθηκε» λίγο πιο προσωπικά.

Ακολουθεί η πλήρης συνέντευξη της τομεάρχη Πολιτισμού και Αθλητισμού της ΝΔ, βουλευτή Α’ Αθηνών Όλγας Κεφαλογιάννη, στην Ελένη Μάρκου για το Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.

Ερ. Ήσασταν υπουργός Τουρισμού επί κυβερνήσεως Αντώνη Σαμαρά μεταξύ 2012 και 2015. Κάποιος λοιπόν θα περίμενε ότι θα αναλαμβάνατε τον αντίστοιχο τομέα της ΝΔ, ωστόσο είστε τομεάρχης Πολιτισμού και Αθλητισμού. Είναι κάτι που εσείς διαλέξατε ή η επιλογή ήταν του προέδρου της ΝΔ;

Απ. Ο πρόεδρος, που ορίζει τη σκιώδη κυβέρνησή του, με όρισε υπεύθυνη τομέα Πολιτισμού και Αθλητισμού. Υπάρχει μια λογική κατεύθυνση της σύζευξης των δυο τομέων –πολιτισμού και τουρισμού. Είχα ήδη την εμπειρία του τουρισμού ως υπουργός και εργάζομαι πολύ συστηματικά πάνω στα θέματα πολιτισμού στην αντιπολίτευση, με μια προοπτική οι δυο αυτοί τομείς να είναι κάτω από ένα ενιαίο υπρ-αναπτυξιακό υπουργείο, που είναι και το όραμα του Κυριάκου Μητσοτάκη στην κυβέρνησή του.

Ερ. Πόσο δύσκολο είναι για μια γυναίκα στην Ελλάδα να ακολουθήσει πολιτική καριέρα; Ποια η εμπειρία σας επί του θέματος και ποια η αντιμετώπισή σας από άνδρες συναδέλφους σας;

Απ. Θα έλεγα ότι τα τελευταία χρόνια τα πράγματα έχουν βελτιωθεί πολύ, κυρίως ως προς την αντιμετώπισή μας από τους άνδρες συναδέλφους μας. Εγώ μπήκα στην ενεργό πολιτική πριν από 12 χρόνια και ναι, πράγματι, είχαν υπάρξει αρκετά «σεξιστικά» σχόλια, που ευτυχώς έχουν πλέον εκλείψει. Γενικά είμαι υπέρ της συμμετοχής των γυναικών και στα κοινά και στη διεκδίκηση θέσεων ευθύνης σε όλους τους τομείς, και χαίρομαι ιδιαίτερα που τα τελευταία χρόνια η γυναίκα αποκτά τη θέση που αξίζει να έχει στην πολιτική και γενικά. Βεβαίως πρέπει να γίνουν κι άλλα πράγματα. Γιατί μπορεί να έχουμε συνταγματικά κατοχυρωμένη ισότητα από το 1975, στην πράξη όμως έχουν να γίνουν ακόμα πολλά βήματα, όπως για παράδειγμα η εξάλειψη των μισθολογικών διαφορών.

Ερ. Ποιος πολιτικός σάς έχει εμπνεύσει και γιατί;

Απ. Θεωρώ ότι ο μεγαλύτερος πολιτικός που έχει περάσει από την Ελλάδα είναι ο Ιωάννης Καποδίστριας. Με εντυπωσίασε πάρα πολύ όταν, σε ένα επίσημο ταξίδι που πραγματοποίησα πριν χρόνια στην Ελβετία με τον τότε Πρόεδρο της Δημοκρατίας Κάρολο Παπούλια, είδα ότι οι Ελβετοί έχουν ως πρότυπό τους τον Καποδίστρια επειδή ήταν εκείνος που οργάνωσε το κράτος τους. Απλώς εδώ στην Ελλάδα δεν τον αφήσαμε ποτέ να ολοκληρώσει το έργο και το όραμά του που θα είχε βάλει σίγουρα τη χώρα σε πολύ καλύτερη τροχιά. Και βεβαίως από τότε έχουν υπάρξει δυο κορυφαίοι πολιτικοί που πιστεύω ότι κι αυτοί εμπνέουν τους σύγχρονους, ο Ελευθέριος Βενιζέλος και ο Κωνσταντίνος Καραμανλής.

Ερ. Πώς κρίνετε την πολιτιστική πολιτική της χώρας. Πού πιστεύετε ότι πάσχει ή υπερτερεί;

Απ. Πιστεύω ότι ο πολιτισμός δεν έχει συνολικά αξιοποιηθεί όπως θα έπρεπε ως ένα εργαλείο που θα προάγει την ανάπτυξη αλλά και την εικόνα της χώρας στο εξωτερικό. Ίσως κι εμείς οι ίδιοι δεν έχουμε καταλάβει πόσο σημαντικό είναι το πώς μας βλέπει ο κόσμος έξω ώστε να αξιοποιήσουμε όλα τα εργαλεία που έχουμε στη διάθεσή μας. Και δεν αναφέρομαι μόνο στην πολιτιστική κληρονομιά, που είναι το αυτονόητο, αλλά και στη σύγχρονη πολιτιστική δημιουργία. Γι’ αυτό θεωρώ ότι υπάρχει πολύ μεγάλο περιθώριο ο πολιτισμός να γίνει μια πολιτική αιχμής, κάτι που είναι και μεγάλη πρόκληση. Όσο για τα τελευταία τέσσερα χρόνια, αυτό που βλέπουμε είναι ότι δεν υπάρχει κανένας σχεδιασμός και, θα μου επιτρέψετε να πω, ότι ένας μύθος που είχε καλλιεργηθεί στο παρελθόν για την προνομιακή σχέση της Αριστεράς με τον Πολιτισμό κατέρρευσε. Βλέπουμε ότι υπάρχει μια προχειρότητα, μια υποβάθμιση των κρίσιμων ζητημάτων και μια αδυναμία να δοθούν λύσεις στα προβλήματα που ανακύπτουν.

Ερ. Τουρισμός και Πολιτιστική Κληρονομιά. Πώς νομίζετε ότι μπορεί να εξασφαλιστεί η ανάπτυξη του πρώτου χωρίς την υποβάθμιση της δεύτερης; 

Απ. Για να αναπτυχθεί σωστά ο τουρισμός σε αυτή τη σχέση, είναι προϋπόθεση η διαφύλαξη και η προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς. Παράλληλα όμως χρειάζεται να υπάρχουν νέες υπηρεσίες και νέα προϊόντα για τη βελτίωση των εσόδων. Θεωρώ αναγκαία μια αναβάθμιση της συνολικής εμπειρίας του επισκέπτη μέσα από τη διασύνδεση της επίσκεψής του αφενός με την πολιτιστική προσφορά (π.χ. η ψηφιακή τεχνολογία πρέπει να είναι παρούσα σε όλα τα μουσεία και τους αρχαιολογικούς χώρους) και αφετέρου με άλλους παραγωγικούς κλάδους της οικονομίας που σε τοπικό επίπεδο μπορεί να τονώσει την επιχειρηματικότητα και να δώσει δυνατότητα για αύξηση των επενδύσεων και των θέσεων εργασίας. Σε αυτή την κατεύθυνση πιστεύω ότι μπορεί να βοηθήσει ο θεσμός της χορηγίας, ο οποίος έχει ήδη στηρίξει διάφορους θεσμούς και θεωρώ ότι μπορεί να συμβάλλει στη στήριξη και άλλων. Πρέπει, όμως, να υπάρχει ένα σωστό θεσμικό πλαίσιο που να λειτουργεί χωρίς πολλή γραφειοκρατία άλλα με απόλυτη διαφάνεια και σωστή διαχείριση.

Ερ. Αν σήμερα γινόσασταν υπουργός Πολιτισμού, ποιες θα ήταν οι πρώτες κινήσεις σας;

Απ. Μια πρώτη προτεραιότητα θα ήταν να υπάρχουν στους αρχαιολογικούς χώρους και στα μουσεία οι υπηρεσίες -αναψυκτήρια, πωλητήρια- που αρμόζουν σε μια χώρα με τόσο μεγάλη πολιτιστική προσφορά. Πρόκειται για ένα μείζον θέμα διαχείρισης της πολιτιστικής κληρονομιάς που σίγουρα περνάει μέσα από ένα σύγχρονο Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων (ΤΑΠ). Τέσσερα χρόνια περιμένουμε το οργανόγραμμα του ΤΑΠ, υποτίθεται ότι είχε γίνει μια προσπάθεια προς την κατεύθυνση αυτή, αλλά ακόμα και τώρα δεν υπάρχει κάτι χειροπιαστό. Αυτή η κυβέρνηση έχει βάλει τη σφραγίδα της στα κλειστά αναψυκτήρια και πωλητήρια κι αυτό σημαίνει πολλά διαφυγόντα έσοδα για το ελληνικό Δημόσιο. Μια δεύτερη προτεραιότητα θα αφορούσε τη διαχείριση τής πολιτιστικής κληρονομιάς ως προς τα σύγχρονα εργαλεία που έχει κανείς στη διάθεσή του. Ο τρόπος περιήγησης στα μουσεία και στους αρχαιολογικούς χώρους έχει αλλάξει, συνεπώς πρέπει να αναπτυχθεί ένα ψηφιακό περιεχόμενο που θα αναβαθμίζει την εμπειρία του επισκέπτη αλλά και θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως εκπαιδευτικό υλικό.

Ερ. Ως προς τον σύγχρονο πολιτισμό, πού θα δίνατε έμφαση;

Απ. Στη συλλογική διαχείριση, που είναι μείζον θέμα. Η χώρα μας είχε μια πολύ μεγάλη ευκαιρία με την ενσωμάτωση της κοινοτικής οδηγίας ώστε να βάλει μια τάξη στο θέμα των πνευματικών και συγγενικών δικαιωμάτων. Δυστυχώς δεν το έκανε, με αποτέλεσμα σήμερα η συλλογική διαχείριση να μην γίνεται όπως πρέπει κι έτσι οι καλλιτέχνες και οι δημιουργοί να μην αμείβονται σωστά για το έργο τους. Έχουν γίνει πάρα πολλά λάθη, αφενός που δόθηκε φιλί ζωής στην ΑΕΠΙ με το νόμο του καλοκαιριού του 2017 και αφετέρου με την κρατικοποίηση της συλλογικής διαχείρισης -είμαστε η μοναδική χώρα που το κάνει αυτό. Και βεβαίως είναι πολύ σημαντικό να δει κανείς πώς μπορεί να βοηθήσει τους σύγχρονους Έλληνες δημιουργούς να έχουν εξωστρέφεια, να δοθεί μια υποστήριξη από την Πολιτεία. Και δεν αναφέρομαι μόνο στους θεσμούς αλλά και σε μεμονωμένα άτομα, καλλιτέχνες, καθώς και σε ομάδες, που θα μπορούσαν να έχουν μια προοπτική. Γιατί η Ελλάδα του σήμερα έχει πολύ ενδιαφέρον όχι μόνο γι’ αυτό που έχει κληρονομήσει αλλά και γι’ αυτό που δημιουργεί.

Στον σύγχρονο πολιτισμό θεωρώ επίσης πολύ σημαντικό να υπάρξει επιτέλους μια συγκροτημένη και συνολική κινηματογραφική πολιτική. Ο κινηματογράφος είναι ένα μέσο που έχει πολύ μεγάλη διάχυση και δυστυχώς αυτά τα χρόνια σε επίπεδο διοίκησης έχει σπάσει σε δυο κομμάτια: Από τη μία το Ελληνικό Κέντρο Κινηματογράφου (ΕΚΚ) υπό το υπουργείο Πολιτισμού και Αθλητισμού και από την άλλη το Εθνικό Κέντρο Οπτικοακουστικών Μέσων και Επικοινωνίας (ΕΚΟΜΕ) ως φορέας χρηματοδότησης υπό το υπουργείο Ψηφιακής Πολιτικής. Δεν χρειάζεται να υπάρχει διγλωσσία, αλλά μια εθνική στρατηγική για τον κινηματογράφο, η οποία να εκφράζεται από έναν φορέα που θα έχει το σύνολο των αρμοδιοτήτων και δραστηριοτήτων και που βεβαίως θα συνεργάζεται και θα λειτουργεί με τους σύγχρονους όρους. Υπάρχει πολύ ανθρώπινο δυναμικό που μπορεί να υποστηρίξει μια τέτοια προσπάθεια για μια εθνική κινηματογραφική πολιτική.

Ερ. Θα θέλατε να σχολιάσετε τις πρόσφατες εξελίξεις σχετικά με τη μεταβίβαση (και ανάκληση) 2.330 μνημείων, αρχαιολογικών χώρων και μουσείων στο Υπερταμείο; Τι πιστεύετε ότι πρέπει να γίνει και με τον μεγάλο αριθμό ακινήτων, η διαχείριση των οποίων παραχωρήθηκε μεταξύ 2011 και 2014 στην ΕΤΑΔ (μεταξύ των οποίων λέγεται ότι περιλαμβάνονται μουσεία και μνημεία, όπως η Σπιναλόγκα και το Νομισματικό Μουσείο), αλλά και με τα 36 ακίνητα της Πλάκας, που είχαν απαλλοτριωθεί για αρχαιολογικούς σκοπούς και τα οποία μεταβιβάστηκαν στο ΤΑΙΠΕΔ το 2013 και το 2014;

Απ. Υπάρχει μια πάρα πολύ μεγάλη διαφορά. Το Υπερταμείο ιδιωτικοποιήσεων, που θέσπισε αυτή η κυβέρνηση, έχει ένα πενταμελές συμβούλιο, στο οποίο τρία μέλη ορίζονται από την ελληνική πλευρά και δυο από την πλευρά των δανειστών, αλλά οι αποφάσεις λαμβάνονται με την πλειοψηφία των 4/5. Άρα οπωσδήποτε πρέπει να συναινέσει κάποιος εκπρόσωπος των δανειστών. Αυτό σημαίνει ότι είναι εκτός αποκλειστικού ελέγχου της ελληνικής Δημοκρατίας. Άρα μιλάμε για κάτι τελείως διαφορετικό από ό,τι μιλούσαμε ως το 2015, οπότε η ΕΤΑΔ ήταν ουσιαστικά ελληνικό Δημόσιο. Τώρα με το Υπερταμείο δυστυχώς η κατάσταση έχει ξεφύγει από την αποκλειστική δικαιοδοσία του ελληνικού Δημοσίου.

Ως προς τα ακίνητα της Πλάκας –και το έχουμε ξεκαθαρίσει αυτό σε επίκαιρη ερώτηση στη Βουλή- δυστυχώς γίνεται πολύ μεγάλη σπέκουλα, ενώ τα πράγματα είναι πολύ καθαρά. Τα ακίνητα για τα οποία συζητάμε στην Πλάκα δεν είναι χαρακτηρισμένα μνημεία και σε κάθε περίπτωση παραχωρήθηκαν στην ΕΤΑΔ την εποχή που ήταν ελληνικό Δημόσιο. Όμως ποιο είναι το μείζον; Η προστασία της ελληνικής πολιτιστικής κληρονομιάς είναι συνταγματική υποχρέωση. Άρα αυτό που μας νοιάζει είναι να δούμε πώς εξασφαλίζουμε ότι την προστατεύουμε και όχι να προσπαθούμε να κάνουμε συμψηφισμούς. Δυστυχώς δεν υπήρξε η μέριμνα από το ΥΠΠΟ να εξασφαλιστεί ότι τα μνημεία και οι αρχαιολογικοί χώροι δεν θα περνούσαν στο Υπερταμείο. Όταν όμως διαπιστώθηκε ότι παραχωρήθηκαν, στην αρχή προσπάθησαν να μας πείσουν ότι είναι αυτονόητο και δεν χρειάζεται να γίνει κάτι περαιτέρω. Μετά μπήκαν σε μια διαδικασία να ταυτοποιήσουν τα ακίνητα, που δείχνει και μια τρομερή προχειρότητα γιατί δεν είχε γίνει καν η διασταύρωση των κωδικών.

Ερ. Ωστόσο εξαιρέθηκαν από τη μεταβίβαση στο Υπερτασμείο 2.330 μνημεία, μουσεία και αρχαιολογικοί χώροι.

Απ. Ναι μετά από πολύ ντόρο. Και είπαν ότι πρέπει να υπάρξει μια νομοθετική ρύθμιση, την οποία περιμένουμε. Όπως περιμένουμε και το Οργανόγραμμα του ΤΑΠΑ, που υποτίθεται ότι η νομοθετική πρωτοβουλία της κυβέρνησης θα το περιλάμβανε. Δεν μπορεί οι σημαντικότερες παρεμβάσεις να αφορούν, για παράδειγμα, το θέμα του Παιδικού Σταθμού (σ.σ. έχει ενταχθεί στο νομοσχέδιο του ΥΠΠΟ που συζητείται αυτές τις μέρες στη Βουλή), κάτι που είναι σωστό να γίνει, αλλά τα ζητήματα του πολιτισμού δεν πρέπει να εξαντλούνται εκεί. Δυστυχώς υπάρχει μια πλημμελής φροντίδα για τα πράγματα. Το είδαμε με το θέμα του Υπερταμείου, το είδαμε και με το θέμα που έχει προκύψει με τα ύψη στην περιοχή της Ακρόπολης. Γιατί κι εκεί το ΥΠΠΟ όφειλε να είχε προνοήσει. Το πολιτιστικό τοπίο είναι κοινωνικό αγαθό και δεν μπορεί κανείς να κάνει αυθαιρέτως ό,τι θέλει. Αλλά δυστυχώς ερχόμαστε να διορθώσουμε τα πράγματα ενώ έχει πρώτα γίνει η ζημιά.

Ερ. Θα θέλατε κάτι να προσθέσετε;

Απ. Ναι για το Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης (ΕΜΣΤ). Η σημερινή υπουργός με μεγάλη έμφαση μίλησε για την προκήρυξη του διαγωνισμού ως προς την επιλογή του διευθυντή του ΕΜΣΤ.  Ήταν όμως ένας διαγωνισμός που κατέληξε σε φιάσκο, γιατί τελικά στηρίχτηκε σε μια προκήρυξη που ήταν τελείως λάθος για τη θέση αυτή. Η αποθέωση της γραφειοκρατίας. Πρέπει να είναι κανείς πολύ προσεκτικός ως προς το πώς προκηρύσσει τους διαγωνισμούς. Εκτός αν επιδιώκει να κηρυχθούν άγονοι ή να μην μπορούν να προχωρήσουν οι διαδικασίες. Δεν θέλω να πιστεύω ότι υπάρχει κάτι τέτοιο στην προκειμένη περίπτωση.

Ερ. Ποιος νομίζετε ότι θα ήταν ο ιδανικός διευθυντής για το ΕΜΣΤ;

Απ. Ο ιδανικός διευθυντής στο ΕΜΣΤ θα είναι εκείνος που θα μπορέσει να λειτουργήσει το πολύ σημαντικό αυτό μουσείο.

 

ΑΠΕ-ΜΠΕ
Προηγούμενο άρθροΜυρσίνη Ζορμπά: «Χρειάζονται μεταρρυθμίσεις για την ανασυγκρότηση του πολιτισμικού κεφαλαίου της χώρας»
Επόμενο άρθροΗ αδικία των εργαζομένων από αριστερά – Του Κωνσταντίνου Μαραβέγια