Ήταν 21 Φεβρουαρίου του 2014.
Η είδηση για όσους γνωρίζαμε δεν έπεσε ως κεραυνός εν αιθρία.
Την περιμέναμε. Άλλωστε είχαμε συμβιβαστεί με την ιδέα ότι ο σκουλαρικάς θα φύγει… Πάλευε, πάλευε, πάλευε με γενναιότητα, αλλά σχεδόν κανένας δεν νίκησε τον Μινώταυρο του καρκίνου…
Πάλι όμως, όταν το μάθαμε, η καρδιά σφίχτηκε.
Ήταν 21 Φεβρουαρίου του 2014.
Πέρασαν τρία χρόνια από τότε που έφυγε από κοντά μας ο Σάκης Μπουλάς.
Κι είναι βέβαιο ότι τώρα ο σκουλαρικάς προσφέρει άπλετο γέλιο στον παράδεισο.
Και τον θυμάμαι σαν τώρα στην απόλυτη δική μου πιτσιρικαρία να είναι ο μύστης μου σε κάθε είδους σκανδαλιά εκεί στην αυλή και τις τάξεις του σχολείου στον Πειραιά…
Μέχρι κι έναν γάιδαρο είχαμε βγάλει από το κάρο του πλανόδιου μανάβη που περνούσε έξω από το σχολείο και τον ανεβάσαμε στην τάξη για να δείξουμε στον θεολόγο πόσο μοιάζουν… Και γέμισαν καβαλίνες οι σκάλες… Κι ύστερα ήρθε η αποβολή από όλα τα σχολεία του Πειραιά…. Και το «εγκεφαλικό» της μάνας και του πατέρα μου…
Να μη σας πω για τις τηλεφωνικές φάρσες… Με δεκάδες ταξί να γεμίζουν τα στενά σοκάκια του Προφήτη Ηλία για να πάρουν κόσμο για το νεκροταφείο και την ταφή του παράξενου γέρου της γειτονιάς που δεν μας άφηνε να παίζουμε μπάλα…
«Καλός μαθητής ο γιος σου, αλλά θα γίνει απατεώνας», έλεγε ο γυμνασιάρχης στον μακαρίτη τον πατέρα μου. «Έχει μπλέξει μ’ αυτόν τον αναρχοκομμουνιστή σκουλαρικά. Τον Μπουλά! Στη φυλακή θα καταλήξει».
Συμπτωματικά, αυτός ο ίδιος γυμνασιάρχης, γηραιός πλέον, ήταν πρώτο τραπέζι πίστα σε όλες τις παραστάσεις του Σάκη, ενώ όταν κυκλοφόρησε ένα από τα βιβλία μου ήρθε στην παρουσίαση και τόνισε με στόμφο ότι …. είχε προβλέψει το λαμπρό μου μέλλον…
Πέρασαν ήδη τρία χρόνια από τότε που βουρκωμένοι συνοδέψαμε τον Σάκη στο τελευταίο του σπίτι. Πώς περνάνε τα άτιμα; Πώς;
Κι ομολογώ ότι ο Σάκης μου λείπει. Όπως σε όλους τους φίλους. Όπως λείπουν ο Μάριος Τόκας κι ο Αντώνης Βαρδής. Κι εκείνα τα βράδια στη Φρεαττύδα με τις κιθάρες και τις καντάδες…
Πούστη καρκίνε!
Λείπε ο Σάκης.
Κι ας είναι ο «Παυλίτος» συχνά πυκνά στο σπίτι μου για να με κάνει να γελάω, έτσι όπως κάνει κόλαση τις ζωές της Ειρήνης και της Μαρίας… Κι ας μπαινοβγαίνει ο «Σάββας» από τις Σαββατογεννημένες, κάνοντάς με να σκάω απ’ τα γέλια… Κι ας είναι ζωντανές οι μνήμες από το «Αχ Μαρία»… Κι ας ψιθυρίζω συχνά το «μπανάκι –μανάκι» ή το «φλασάκι»…
Λείπει ο Σάκης.
Άντε, καλημέρα ρε παλιόφιλε…
Κι εκεί που είσαι… στην καρδιά βάλε πατίνια και δυο ρουλεμάν…