Πόσο ακόμη θα μας αντέχει το Λεκανοπέδιο; – Γράφει ο Δημήτρης Καπράνος

Ξύπνησα μέσα στη νύχτα με τον γνώριμο ήχο της βροχής στην τζαμαρία. Στην αρχή, ήταν σαν νανούρισμα που σε κάνει να θες να μείνεις στο κρεβάτι. Σε ελάχιστο χρόνο, όμως, έγινε νεροποντή, με κεραυνούς και αστραπές.

Δημήτρης Καπράνος
Γράφει ο Δημήτρης Καπράνος

Ήταν από εκείνες τις καταιγίδες, που σε κάνουν να καταλάβεις τί πρόκειται να επακολουθήσει. Οι δρόμοι γίνονται ποτάμια και τα πεζοδρόμια φυσικές πισίνες, ανοιχτές και δωρεάν για όλους , κυρίως για όσους δεν έχουν μαζί βατραχοπέδιλα.

Μέχρι να κάνω καφέ, με το ξημέρωμα, ο υπολογιστής είχε γεμίσει με τις κλασικές εικόνες. Αυτοκίνητα να πλέουν σαν τα παπάκια, άνθρωποι να πηδούν ποταμάκια και λίμνες με άλματα που θα ζήλευε κι ο Τεντόγλου και φυσικά η γνωστή λεζάντα: “ Η κλιματική αλλαγή, μας έπιασε απροετοίμαστους” .

Κάθε φορά, η ίδια ιστορία, μια επανάληψη τόσο προβλέψιμη που θα μπορούσε να γίνει τηλεοπτική σειρά σε πεντακόσια επεισόδια!

Γιατί, όμως, μας πνίγει κάθε μεγάλη νεροποντή; Η απάντηση απλή. Οι υποδομές μας έχουν δώσει προ πολλού τα κλειδιά και έχουν πάει διακοπές. Πώς να αντέξουν; Ένα Λεκανοπέδιο που φιλοξενεί εκατομμύρια κατοίκους, άλλα τόσα αυτοκίνητα, μπουλντόζες, οικοδομές, τσιμέντα, πεζοδρόμια, αυθαίρετα και δρόμους που στενέψανε όσο τα νεύρα μας, θέλει και λίγο… οξυγόνο.

Κι εκεί που το νερό προσπαθεί κι αυτό το καημένο να κατηφορίσει να πέσει στη θάλασσα και να ξεφύγει, πέφτει πάνω σε τσιμέντο, φρεάτιο, τοίχο ή σε κάδο που έχει γίνει κι εκείνος φτερό στον άνεμο…

Την ώρα που αποφάσισα να βγω από το σπίτι, είδα ότι η Πειραιώς είχε μετατραπεί σε αυτοσχέδιο υδάτινο πάρκο. Κοίταξα στον δρόμο. Ένας γείτονας, με παλάμες υψωμένες σαν αρχαίος ιερέας, προσπαθούσε να κατευνάσει τα νερά. “Δεν είναι καιρός αυτός!” φώναζε. Δεν ήξερα αν τα έλεγε στην Φύση ή στον Δήμο.

Όταν βγήκα, είδα μια κυρία να κατεβαίνει από το πεζοδρόμιο με αποφασιστικό βήμα και αμέσως να διαπιστώνει ότι το πεζοδρόμιο… δεν ήταν εκεί. “Καλώς ορίσατε στα φιορδ της Πειραιώς ” της λέω. Με κοίταξε με βλέμμα απελπίσίας.”Αν το ήξερα, δεν θα έβγαινα από το σπίτι”. Δεν είχα λόγια. Ποιός ξέρει; Ίσως, αργότερα, κάποιος επιχειρηματίας σκεφθεί να ανοίξει σχολή κατάδυσης στον Κηφισό.

Φυσικά, ο κυκλοφοριακός εφιάλτης δεν άργησε. Στο ραδιόφωνο άκουγα δημοσιογράφο να προσπαθεί να εξηγήσει ”το απρόβλεπτο κύμα κακοκαιρίας”. Απρόβλεπτο; Στην Αθήνα; Εδώ έχουμε πλέον δύο μόνο εποχές: Αφρικανική σκόνη και πλημμύρα. Όλα τα άλλα είναι υποκατηγορίες.

Και όμως, μέσα στο χάος, υπάρχει και μια παράξενη γοητεία. Κάθε νεροποντή μάς θυμίζει ότι είμαστε όλοι στο ίδιο καράβι, κυριολεκτικά. Ότι χρειαζόμαστε υποδομές που να αντέχουν όχι μόνο την βροχή, αλλά και τα εκατομμύρια από εμάς που τριγυρίζουμε με αυτοκίνητα, μηχανάκια, πατίνια. Πόσο να αντέξουν οι υποδομές πόλεων που κτίσθηκαν για λίγες χιλιάδες κατοίκων;

Ας γίνουμε ειλικρινείς. Το Λεκανοπέδιο δεν αντέχει άλλον φόρτο. Καιρός να σκεφθούμε ριζικές και ρηξικέλευθες λύσεις. Αλλιώς, θα πνιγούμε σαν τα ποντίκια, όταν η “κλιματική αλλαγή” θα γίνει πραγματικότης.

Υ.Γ: Τώρα καταλαβαίνω γιατί το αγαπημένο μου τραγούδι είναι το “Stranger in Paradise”….

Προηγούμενο άρθροΗ Ρωσία κι η υπονόμευση Βαρθολομαίου και Λέοντα ΙΔ΄ – Γράφει ο Κωνσταντίνος Αιλιανός
Επόμενο άρθροΠώς η σωματική δραστηριότητα μπορεί να λειτουργήσει ως «ασπίδα» απέναντι στις ψυχολογικές επιπτώσεις των κλιματικών εμπειριών που προκάλεσε η κακοκαιρία Daniel