Γράφει ο Ανδρέας Ανδριανόπουλος
Πολλοί τους θαυμάζουν. Συχνά γίνονται πρωτοσέλιδα για την χλιδάτη ζωή τους. Ασχολούνται συχνά με αγαθοεργίες προκαλώντας συνακόλουθα θετικά σχόλια από μέσα ενημέρωσης και δημόσιους φορείς. Σε πολλές χώρες αποτελούν, η επιδιώκουν να φαίνονται, σαν στυλοβάτες της οικονομίας και της κοινωνικής ζωής.
Ποια όμως είναι η πραγματικότητα γύρω από πολλούς από τους Ρώσους Ολιγάρχες; Πως βρέθηκαν ξαφνικά με τόσα εκατομμύρια στα χέρια τους; Οι περιουσίες αυτές δημιουργήθηκαν με ορθόδοξο τρόπο και με διάφανες διαδικασίες; Κάποιοι μελετητές κάνουν λόγο για “πειρατοποίηση της Ρωσίας” και για ένα εξαιρετικά σκοτεινό παρελθόν που φθάνει μέχρι τις ημέρες του νεκρού πλέον Σοβιετικού καθεστώτος. Ένας ευνοιοκρατικός κομμουνισμός, δηλαδή, έβαλε τις βάσεις για την δημιουργία των τεράστιων περιουσιών που σήμερα ανθίζουν κάτω από έναν απόλυτο καπιταλισμό…
Βρέθηκα προ καιρού σε μια ενδιαφέρουσα ημερίδα στην Μόσχα με θέμα τις παρακομματικές και έκνομες οικονομικές δραστηριότητες διαφόρων κυκλωμάτων στη διάρκεια του σοβιετικού συστήματος. Η συζήτηση επικεντρώθηκε κυρίως στο ζήτημα της μετα-σοβιετικής οικονομικής «ολιγαρχίας» και στο βαθμό που τα μέλη της υπήρξαν – αναπάντεχα και εντελώς αντιδεοντολογικά – προϊόντα της κομμουνιστικής εποχής. Τα αποτελέσματα των εισηγήσεων και παρεμβάσεων υπήρξαν πραγματικά εντυπωσιακά.
Στα πρώτα χρόνια μετά την ουσιαστική κατάρρευση του κομμουνισμού στη Ρωσία ( εποχές Γκορμπατσώφ και Γιέλτσιν, μέχρι την οικονομική κρίση του 1998) στην οικονομία κυριάρχησαν επτά, λεγόμενοι, «ολιγάρχες». Με δράση κυρίως στον Τραπεζικό τομέα, οι τρεις απ’ αυτούς (Γκουσίνσκυ – Τράπεζα MOST, Σμολένσκυ – Τράπεζα Stolniznyi, Φρίντμαν – Τράπεζα ALFA) είχαν δραστηριοποιηθεί έντονα στην μαύρη αγορά (φαρτσοβστσίκι) στα χρόνια του σοβιετικού συστήματος (σε εισιτήρια θεάτρων, παράνομες Βίβλους (!), εξαρτήματα και συνεργεία αυτοκινήτων, δυτικά αθλητικά ρούχα – τζίνς κλπ).
Οι άλλοι τρεις υπήρξαν στελέχη του κομματικού συστήματος (νομενκλατούρστσικ) που εκμεταλλεύθηκαν τους χρηματοδοτικούς μηχανισμούς του συγκεντρωτικού κράτους αξιοποιώντας κοινωνικούς πόρους για ίδια ωφέλεια και προς το συμφέρον – και με την βοήθεια βέβαια – υψηλότερα ευρισκομένων στελεχών που τους προστάτευαν και τους προώθησαν (Κοντορόφσκυ – Τράπεζα Menatep, Βινογκράτωφ – Τράπεζα Inkobank, Ποτάνιν – Τράπεζα ONEKSIBANK).
Τέλος ο σήμερα μακαρίτης και πρώην εξόριστος στο Λονδίνο Μπερεζόφσκυ (Τράπεζα Millhouse CAPITAL) αξιοποίησε την θέση του ερευνητή (ζάβλαμπ) στην Ακαδημία Επιστημών της ΕΣΣΔ και την σχέση του με την κρατική βιομηχανία αυτοκινήτων AutoVAZ για να προχωρήσει σε οικονομικές πρωτοβουλίες (αγοραπωλησίες, μέσω εικονικών εξαγωγών και επανεισαγωγών, αυτοκινήτων) που τον έκαναν τάχιστα πάμπλουτο. Η μαύρη αγορά λοιπόν και η αξιοποίηση κρίσιμων κομματικών πόστων (καθοδηγητές της Κομσομόλ, χειριστές λογαριασμών κρατικών εταιριών η επιστημονικοί ερευνητές) υπήρξαν τα κύρια εφαλτήρια για την ανάδειξη του πρώτου ρεύματος της Ρωσικής ολιγαρχίας.
Το νεώτερο ρεύμα των ολιγαρχών που κυριαρχούν και σήμερα στον Ρωσικό οικονομικό ορίζοντα έχει κι’ αυτό βαθύτατες σοβιετικές ρίζες. Αυτοί είναι σε μέσο όρο μεγαλύτεροι σε ηλικία από την αρχική ομάδα των επτά, κι έχουν περισσότερο ξεκάθαρη προέλευση από τον κεντρικά ελεγχόμενο χώρο των πρώην σοβιετικών επιχειρήσεων. Τρεις απ’ αυτούς ( Ρασνίκωφ – μέταλλα, Μαγκνιτογκόρσκ MK, Μπογκντάνωφ – πετρέλαιο, Σουργκούντεφτγκας, Αλεκπέρωφ – πετρέλαιο, Λούκοιλ) ακολούθησαν καριέρα στελέχους κρατικών εταιριών, των οποίων και την ιδιοκτησία τελικά, με διάφορους «ιδιαίτερους» τρόπους, εξασφάλισαν. Ο Λίσιν (μέταλλα – Novolipetsk Metal Combine) και ο Μορντάσωφ (μέταλλα – Σεβερστάλ) δεν έφτασαν ποτέ στην κορυφή των επιχειρήσεων στις οποίες απασχολούνταν (δεν ήσαν δηλαδή «ερυθροί μάνατζερς», όπως αποκαλούνται οι προηγούμενοι). Διευκολύνθηκαν όμως, είτε συγκαλυμμένα είτε απροκάλυπτα, στον τελικό στόχο της απόκτησής τους από τους, επικεφαλής των εταιριών αυτών, πάτρωνές τους ( τον Λίσιν, ο Όλεγκ Σόσκοβετς – τον Μορντάσωφ, ο Λιπούκιν, γενικός δ/ντής του εργοστασίου Τσερεπόβετς). Από τον χώρο της κρατικής έρευνας – όπως ο Μπερεζόφσκυ – προέρχονται οι Αμπράμωφ (Ακαδημία Επιστημών, και από το Ινστιτούτο μάλιστα που άνοιξε τον δρόμο και στον Κοντορκόφσκυ, χρηματοδοτώντας τις πρώτες του κινήσεις) και Βέλκσελμπεργκ (Κέντρο Υπολογιστών της Ακαδημίας Επιστημών και σε, συνεργασία με την Τράπεζα του Φρίντμαν, ιδιοκτήτης των εταιριών πετρελαίου ΤΝΚ και αλουμινίου SUAL).
Οι υπόλοιποι καινούργιοι ολιγάρχες – με γνωστές η συγκαλυμμένες προσωπικές η οικογενειακές σχέσεις με την σοβιετική ελίτ – έφθασαν στον στόχο τους με περίεργες η πλάγιες μεθοδεύσεις. Η αποκαλούμενη και ομάδα MADAM – από τα αρχικά των ονομάτων τους – (Μαχμούντωφ, Αμπράμωφ, Ντεριπάσκα, Αμπράμοβιτς, Μελνιτσένκο) περιλαμβάνει κορυφαίες σήμερα, και παγκόσμια ακόμη, οικονομικές προσωπικότητες που όμως αναρριχήθηκαν στην κορυφή της πλουτοκρατίας με απότομο και δυσκολοπροσδιοριζόμενο τρόπο. Ο Αμπράμοβιτς λ.χ. από πωλητής, μέσω μιάς σοβιετικής κοοπερατίβας, παιχνιδιών σε γειτονιές της Μόσχας, βρέθηκε να εκπροσωπεί μια μεγάλη, Ελβετικών θεωρητικά συμφερόντων, εμπορική εταιρία στη Ρωσία, την Runicom!! Στη συνέχεια, συνδέθηκε με τον Μπερεζόφσκυ και, με την εύνοια του περιβάλλοντος Γιέλτσιν, βρέθηκαν να σχηματίζουν την γιγαντιαία πετρελαική εταιρία της Σιβηρίας, την Sibneft.
Ο Ντεριπάσκα, σπουδασμένος μαζί με τον Μελνιτσένκο και την ίδια εποχή, στην ελιτίστικη την σοβιετική εποχή Σχολή Φυσικών Επιστημών της Μόσχας, και με βραχύχρονη εμπορική εμπειρία σε κρατικές εταιρίες, ανέλαβε ξαφνικά εκπρόσωπος της ξένων συμφερόντων εταιρίας εμπορίου αλουμινίου TWG. Με αυτή εφαλτήριο, και με γενναία χρηματοδότηση που εξασφάλισε από την Τράπεζα MDM του παράλληλης εξέλιξης Μελνιντσένκο, αγόρασε την μεγάλη εταιρία αλουμινίου Sayanogorsk. Κι από εκεί, ξεκίνησε την ταχύτατη κι’ εντυπωσιακή οικονομική του άνοδο…
Παρόμοια ήταν η εξέλιξη και των υπόλοιπων μελών της ομάδας αυτής των λεγόμενων «νέων Ρώσων». Με καλές σπουδές, με οικογενειακές ρίζες σε στελέχη της κρατικής γραφειοκρατίας, με εμπειρία στο δημόσιο εμπόριο και με την μάλλον αναπάντεχη στήριξη ξένων συνήθως εταιριών (φορείς συμφερόντων;) και την ξεκάθαρη εύνοια γνωστών μεγαλοστελεχών εκκίνησαν στον δρόμο της μεγάλης οικονομικής καταξίωσης (Ποτάνιν – Νorilsk Nickel, Αμπράμωφ – Evraz και ZSMK, Ντεριπάσκα – Siberian Aluminum και NkAZ, Φρίντμαν – KrAZ).
Στα χρόνια του Βλαντιμίρ Πούτιν αναδείχθηκαν αρκετοί καινούργιοι οικονομικοί παράγοντες – κι αυτοί όμως με βαθιές ρίζες στο προηγούμενο σύστημα. Οι πιο γνωστοί απ’ αυτούς είναι οι Μιχαήλ Προκόρωφ, Αλισερ Ουσμάνωφ, Τζέρμαν Κχάν, Βίκτωρ Βέκσελμπεργκ, Λεονίντ Μίκχελσον, Βατζίτ Αλεκπέρωφ, Πιότρ Αβεν – μαζί βέβαια με τους παλιότερους (που αναφέραμε και παραπάνω) Ρομάν Αμπράμοβιτς, Μιχαήλ Φρήντμαν, Ολεγκ Ντεριπάσκα, Αλεξάντερ Αμπράμωφ, Βλαντιμίρ Ποτάνιν και Βιτάλυ Μαλκίν.
Πολλοί μελετητές επιμένουν πως οι περισσότεροι απ’ αυτούς έφθασαν στον σημερινό κολοσσιαίο τους πλούτο λόγω της ‘εύνοιας’ των αφεντικών (“blat masters της ΕΣΣΔ” σύμφωνα με την Wikipedia) στη διάρκεια των ιδιωτικοποιήσεων της εποχής Γιέλτσιν (βλ. εξαιρετικά αποκαλυπτική μελέτη του Marshall I. Goldman, The Piratization of Russia: Russian Reform Goes Awry. Εκδ. Routledge, London, 2003). Οι αποκαλύψεις σε προσωπικό επίπεδο είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσες.
Είναι ολοφάνερο πως η περίφημη σημερινή Ρωσική ολιγαρχία προέρχεται – ίσως να είναι και δημιούργημα – των σπλάχνων του κομμουνιστικού καθεστώτος. Σύμφωνα με τα λόγια του Αντρέι Γιάκοβλεφ, διακεκριμένου στελέχους της ξεχωριστής Ανωτάτης Οικονομικής Σχολής της Μόσχας: «Η νεώτερη γενιά της σοβιετικής ελίτ και ιντελλιγκέντσιας …είχε έντονα χαρακτηριστικά ασίγαστου κυνισμού και πραγματισμού, με κάλυψη την αφοσίωση δήθεν στη δημοκρατία και τις αρχές της αγοράς».
Οι ολιγαρχικές τάσεις λοιπόν δεν αποτελούν, όπως κάποιοι πιστεύουν, προνόμιο μιας καπιταλιστικής τάξης πραγμάτων. Συνθέτουν ουσιαστικά την ουσία μιας κομμουνιστικής κοινωνικής οργάνωσης. Ίσως και την ψυχή της.