Την Κυριακή που μας πέρασε, 9 Ιουλίου, η χώρα μας είχε μία όχι ιδιαιτέρως γνωστή αλλά σημαντική επέτειο: Ήταν 9 Ιουλίου του 1961 όταν η κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή υπέγραφε στη Βουλή των Ελλήνων τη Συμφωνία Σύνδεσης μεταξύ Ελλάδας και Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας.
Ήταν η αρχή του πρώτου βήματος για να γίνει η Ελλάδα μέλος του οργανισμού που αργότερα θα εξελισσόταν στην Ευρωπαϊκή Ένωση… Ένα βήμα, το οποίο χρειάστηκε 18 ολόκληρα χρόνια για να ολοκληρωθεί, καθώς μεταξύ της Συμφωνίας Σύνδεσης και της Συμφωνίας Πλήρους Ένταξης (18 Μαΐου 1979) παρενεβλήθη η επταετία της Δικτατορίας. Καθόλου συμπτωματικά, ήταν πάλι μία κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή που θα υπέγραφε και τη δεύτερη συμφωνία.
Το τι μας προσέφερε ως έθνος αυτή η επιμονή του Καραμανλή να γίνει η Ελλάδα μέρος της Κοινής Αγοράς, είναι δύσκολο να χωρέσει σε ένα άρθρο 600 λέξεων. Πολύ συνοπτικά, η χώρα μας, χάρη σε αυτές τις δύο υπογραφές, ανήκει στην πιο ισχυρή πολιτικοοικονομική ένωση κρατών στην ιστορία του κόσμου, έχει μέχρι τώρα αντλήσει πόρους δισεκατομμυρίων που έχουν κάνει τις ζωές μας ολοφάνερα καλύτερες (από τα μεγάλα έργα υποδομών μέχρι την πλήρη ελευθερία μεταφορών και μετακινήσεων εντός Ευρωπαϊκής Ένωσης) και μας έχει εξασφαλίσει μία πολύ μακρά περίοδο δημοκρατίας και ειρήνης χωρίς διαλείμματα.
Σε αυτά τα δεδομένα, υπάρχουν συνήθως δύο ειδών διαφωνίες: Εκείνες που ισχυρίζονται ότι και εκτός Ευρώπης να ήμασταν, μια χαρά δημοκρατία και ειρήνη θα είχαμε και εκείνες που λένε ότι η Ευρώπη δεν προσφέρει περισσότερα στους πολίτες της από όσα τους παίρνει γιατί, ό,τι κι αν είναι, δεν είναι «η Ευρώπη των λαών».
Για τον πρώτο ισχυρισμό πολλά μπορούμε να πούμε, αλλά μία απλή ματιά στην Ιστορία τα λέει πιο περιεκτικά: Η Ελλάδα έχει χρεοκοπήσει επτά φορές αν υπολογίσουμε και το 2011 και σε όλες τις χρεοκοπίες πλην μίας ήταν, με κάποιο τρόπο, μπλεγμένη σε πόλεμο. Η χρεοκοπία, δηλαδή, είτε συνέπιπτε με πόλεμο είτε συνέβαινε λίγο πριν είτε λίγο μετά. Η μεγαλύτερη απόσταση από πόλεμο ήταν το 1837, όταν χρεοκοπήσαμε πέντε χρόνια μετά τον εμφύλιο του 1832. Μόνο το 2011, που ήμασταν μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, χρεοκοπήσαμε εν ειρήνη. Δεν υπάρχει κάτι άλλο να πούμε εδώ, τα γεγονότα μιλούν από μόνα τους.
Για το δεύτερο, έχουμε γράψει πολλές φορές πως «η Ευρώπη των λαών» είναι ένα μεγάλο παραμύθι που αρέσει πολύ σε λαϊκιστές. Η Ευρώπη είναι μία και είναι αυτή που υπάρχει. Η άλλη, «των λαών», αν υπήρξε ποτέ, ήταν η Ευρώπη πριν το Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, όπου ο κάθε λαός κοιτούσε μόνο τον εαυτό του.
Το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, βλέπετε, δεν προκάλεσε στα έθνη κάποια ιδιαίτερη διάθεση αλληλεγγύης. Το αντίθετο έγινε. Υπήρχε παντού καταστροφή, εθνοκαθάρσεις, εμφύλιοι και ανέχεια. Κανένας δεν είχε όρεξη για διεθνείς συμφιλιώσεις, εκτός από μία μικρή μερίδα διορατικών πολιτικών όπως ο Σπινέλι, ο Αντενάουερ, ο Σουμάν κ.α., οι οποίοι έφτιαξαν μία κοινότητα που είναι σήμερα μες στις τρεις μεγαλύτερες οικονομικές δυνάμεις του κόσμου. Η Ελλάδα, λοιπόν, είναι μέλος αυτής της κοινότητας επειδή, ομοίως, ένας διορατικός πολιτικός φρόντισε για αυτό το 1961 και το 1979.
Με δεδομένο ότι πολύ πρόσφατα είχαμε τη μαύρη επέτειο του δημοψηφίσματος του 2015 και ότι δεν υπάρχει Έλληνας ενήλικας που να μην τη θυμάται, ίσως είναι σκόπιμο να βρούμε ένα τρόπο ώστε μόλις λίγες μέρες αργότερα να θυμόμαστε και τη μεγάλη στιγμή της σύνδεσής μας με το πιο προοδευτικό και ασφαλές κομμάτι του πλανήτη μας. Όχι τίποτα άλλο, αλλά να έχουμε και μία ιδέα από τι γλιτώσαμε…