Είναι εκείνος που το 2008 έσπευσε πρώτος στη Μόσχα για να συγχαρεί τον Ντμίτρι Μεντβέντεφ για την εκλογή του ως Προέδρου της Ρωσικής Ομοσπονδίας. Εκείνος που επέκρινε το ΝΑΤΟ για τις ασκήσεις του στην Πολωνία και υποστήριζε ένθερμα την κατασκευή του αγωγού που θα αύξανε σημαντικά την εξάρτηση της Γερμανίας από το ρωσικό φυσικό αέριο.
Είναι ακόμη εκείνος που, ως υπουργός Εξωτερικών, έγινε το 2015 ο ένας από τους μόλις δύο γερμανούς βουλευτές που δεν ψήφισαν υπέρ της αναγνώρισης της Γενοκτονίας των Αρμενίων και εκείνος που ζητούσε την επιστροφή της Ρωσίας στην G8 μετά την προσάρτηση της Κριμαίας. Σήμερα, είναι ο ανώτατος πολιτειακός παράγοντας της Γερμανίας. Απέναντι στη φρίκη της Ουκρανίας απολογείται για τα λάθη του, αλλά εξακολουθεί να θεωρείται ανεπιθύμητος από το Κίεβο.
Ο Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάιερ ήταν αντικαγκελάριος και υπουργός Εξωτερικών στην πρώτη κυβέρνηση συνασπισμού υπό την ‘Αγγελα Μέρκελ, όταν, το 2007, επισκέφθηκε το Βερολίνο ο Δαλάι Λάμα κι εκείνος αρνήθηκε να τον συναντήσει, από φόβο για πιθανές συνέπειες στη σχέση της Γερμανίας με την Κίνα. «Αυτές τις μέρες χρειάζεται πολύ θάρρος για να μη συναντάται κανείς με τον Δαλάι Λάμα», είχε δηλώσει, μάλλον κυνικά, ο ίδιος.
Την περασμένη Τετάρτη ο κ. Σταϊνμάιερ επρόκειτο να μεταβεί στο Κίεβο, μαζί με τους Προέδρους της Πολωνίας, της Εσθονίας, της Λετονίας και της Λιθουανίας, σε μια επίσκεψη συμβολική της ενότητας και της αλληλεγγύης της Ευρώπης προς την Ουκρανία. Ο γερμανός πρόεδρος εξαιρέθηκε τελικά από την αποστολή, καθώς του διαμηνύθηκε ότι είναι ανεπιθύμητος στο Κίεβο και ότι ο ουκρανός Πρόεδρος Βολοντίμιρ Ζελένσκι δεν επιθυμούσε να τον συναντήσει.
Το προηγούμενο διάστημα, ο πρέσβης της Ουκρανίας στο Βερολίνο ‘Αντριι Μέλνικ, ο οποίος έχει προ πολλού εγκαταλείψει τους διπλωματικούς τρόπους στην προσπάθειά του να πείσει τη Γερμανία για στρατιωτική βοήθεια, «στόλιζε» καθημερινά τον Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάιερ, καταγγέλλοντάς τον για «αμφιλεγόμενη πολιτική συγγένεια» με τη Ρωσία, ακόμη και για ταύτιση απόψεων με τη Μόσχα, ότι «ο ουκρανικός λαός στην πραγματικότητα δεν υφίσταται». Σύμφωνα με τον ουκρανό διπλωμάτη, αν η Γερμανία παραμένει σημαντικά εξαρτημένη από τη ρωσική ενέργεια, αυτό οφείλεται και στον σημερινό Πρόεδρό της.
Ως επιτελάρχης της Καγκελαρίας υπό τον Γκέρχαρντ Σρέντερ (1999-2005) και κατόπιν ως υπουργός Εξωτερικών της ‘Αγγελα Μέρκελ (2005-2009 και 2013-2017), προώθησε τις γερμανορωσικές σχέσεις και στήριξε σχεδόν φανατικά την κατασκευή του γερμανορωσικού αγωγού φυσικού αερίου Nord Stream 2, ο οποίος θα επιδείνωνε ακόμη περισσότερο την θέση εξάρτησης της Γερμανίας από τη ρωσική ενέργεια. To 2014, κατά την προσάρτηση της Κριμαίας, η στάση του θεωρήθηκε «όχι επαρκώς ξεκάθαρη» εναντίον της Ρωσίας, εικόνα που επιδεινώθηκε, όταν το 2016 επέκρινε το ΝΑΤΟ για «πολεμοχαρείς κροταλισμούς» στην ανατολική Ευρώπη.
Η «απολογία του», ότι η «προσήλωσή» του στον αγωγό ήταν ξεκάθαρα λάθος, ότι η Γερμανία συνέχισε να πιστεύει σε γέφυρες στις οποίες η Ρωσία είχε πάψει να πιστεύει παρά τις προειδοποιήσεις των εταίρων της, κάτι που, όπως παραδέχτηκε, «κόστισε στη Γερμανία σε αξιοπιστία στην ανατολική Ευρώπη», προφανώς ήρθε πολύ αργά. Το ίδιο και η ευθεία καταδίκη του Βλαντίμιρ Πούτιν, για τον οποίο, τόνισε, δεν θα μπορούσε ποτέ στο παρελθόν να πιστέψει ότι θα οδηγούσε τη χώρα του σε αυτό το σημείο.
«Κάτι συνέβη στη διαδρομή», δήλωσε ο κ. Σταϊνμάιερ και εξέφρασε τη βεβαιότητα ότι «με τον Πούτιν, η Ρωσία δεν θα επιστρέψει ποτέ στην «κανονικότητα» και στο προηγούμενο καθεστώς των σχέσεων με την Ευρώπη. Έφτασε μάλιστα στο σημείο να δηλώσει ότι ο ρώσος ηγέτης θα πρέπει να οδηγηθεί ενώπιον του Διεθνούς Δικαστηρίου, για εγκλήματα πολέμου.
Τίποτα από όλα αυτά δε φάνηκε όμως να πείθει την ουκρανική ηγεσία να αλλάξει στάση. Ο Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάιερ θα δυσκολευτεί προφανώς πολύ να αποτινάξει τη φήμη του ως κάποιου ο οποίος «δείχνει κατανόηση» για τη Μόσχα – ιδιαίτερα στην ανατολική Ευρώπη, η οποία χτυπούσε επί χρόνια «στου κουφού Βερολίνου την πόρτα».
Η απόφαση ωστόσο του Κιέβου να αποκλείσει τον γερμανό Ομοσπονδιακό Πρόεδρο από τη επίσκεψη στην Ουκρανία, αν και κατανοητή, μάλλον δεν είναι ιδιαίτερα σοφή. «Ο Ομοσπονδιακός Πρόεδρος της Γερμανίας είναι η ίδια η Γερμανία», δήλωσε εμφατικά ο υπουργός Οικονομίας Ρόμπερτ Χάμπεκ, εκ των θερμότερων, κατά τα άλλα, υποστηρικτών του αιτήματος της Ουκρανίας για βαρέα όπλα. Η προσβολή τόσο του θεσμού όσο και του προσώπου προφανώς δεν θα εξυπηρετήσει τις ανάγκες του Κιέβου. «κατανοητή, αλλά λάθος», χαρακτήρισε τη στάση του Βολοντίμιρ Ζελένσκι η Handelsblatt.
Η Ουκρανία δεν χρειάζεται τόσο πολιτικές χειρονομίες, όσο όπλα και αυστηρές κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας, έχει δηλώσει επανειλημμένα ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι. Και αυτή τη στιγμή η Γερμανία είναι διστακτική και για τα δύο. Ταυτόχρονα όμως η χωρίς προσχήματα απόρριψη του Φρανκ-Βάλτερ Σταϊνμάιερ μόνο στο θυμικό κάποιων Ουκρανών μπορεί να προσφέρει – λίγη ικανοποίηση ότι… έβαλαν στη θέση του έναν πρώην φίλο του Βλαντίμιρ Πούτιν. Στην πράξη, δεν βοηθά. Ούτε καθιστά πιθανότερη την αποστολή στρατιωτικής βοήθειας – η οποία έτσι κι αλλιώς γίνεται – ούτε διευκολύνει τις γερμανοουκρανικές σχέσεις. Και βέβαια ο Όλαφ Σολτς θα δυσκολευτεί ακόμη περισσότερο να μεταβεί κάπου όπου ο Πρόεδρος της χώρας του είναι ανεπιθύμητος.
ΑΠΕ-ΜΠΕ