Οι γιορτές, από τις θρησκευτικές μέχρι τα κοσμικά φεστιβάλ, έχουν χαρακτήρα πρωτίστως εθνικό. Μπορεί να μην ξεκίνησαν με αυτό το σκοπό, αλλά συνήθως εκεί καταλήγουν.
Ακόμα και τα Χριστούγεννα, που εκ πρώτης όψεως φαίνεται να είναι παντού τα ίδια, έχουν ποιοτικές διαφορές από χώρα σε χώρα. Για παράδειγμα, μπορεί να δεις αυτές τις μέρες οπουδήποτε στον κόσμο Άγιους Βασίληδες και λαμπάκια στους δρόμους, αλλά αν παράλληλα δεις μαγαζάτορες να ψήνουν σουβλάκια στο πεζοδρόμιο με παραδοσιακή μουσική στη διαπασών και γάστρες σκεπασμένες με αλουμινόχαρτο να μπαινοβγαίνουν σε αυτοκίνητα, ξέρεις ότι είσαι στην Ελλάδα.
Όσο και να κατηγορούμε την παγκοσμιοποίηση ότι μας αλλοτριώνει από τα ήθη και τα έθιμά μας, βλέπετε, κάποια πράγματα αλλάζουν πολύ δύσκολα. Αν δεν ψήσουμε κρέας με τα κιλά και δεν το καταναλώσουμε σαν να μην υπάρχει αύριο, δεν είναι ελληνική γιορτή. Για αυτό βάλαμε και την Τσικνοπέμπτη ανάμεσα σε Χριστούγεννα και Πάσχα… Για να είμαστε σίγουροι ότι δεν θα διολισθήσουμε από τη νηστεία της Σαρακοστής στο βιγκανισμό και άλλα ξενόφερτα. Όσο για τη μουσική που παίζει στο τέρμα, στην Ελλάδα δεν νοείται διασκέδαση αν δεν κάνουμε φασαρία, αν δεν ενοχλήσουμε κάποιον τέλος πάντων.
Γιατί τέτοια γκρίνια χρονιάρες μέρες, θα πείτε… Επειδή αυτή η περίοδος αποτελεί καλή αφορμή ώστε να διαπιστώσουμε πόσο πολύ απειλείται ο πολιτισμός μας από τους ξένους και ιδιαίτερα τους πρόσφυγες και τους μετανάστες. Γιατί, στα σοβαρά, μπορεί ο ελληνικός πολιτισμός να είναι πολλά περισσότερα από το φαγητό και τη μουσική του, αλλά αν το κραταιό τέρας του καπιταλισμού δεν έχει καταφέρει ακόμα να αντικαταστήσει τα κλαρίνα με το “Last Christmas” στο κέντρο της χριστουγεννιάτικης Θεσσαλονίκης, κανένα hot spot και κανένας μουσουλμάνος μαθητής στο σχολείο δεν πρόκειται να τον αλλοιώσει…
Οι παραβατικές συμπεριφορές μεταναστών, που θεωρητικά είναι η αφετηρία των αντιδράσεων από πλευράς τοπικών κοινωνιών, είναι ένα υπαρκτό ζήτημα βέβαια, αλλά δεν αφορούν στην κουλτούρα ενός λαού. Αυτές οι συμπεριφορές υπάρχουν και θα υπάρχουν πάντα από ανθρώπους που ζουν στην ανέχεια, ανεξαρτήτως εθνικότητας. Το θέμα είναι τι συμβαίνει από εκεί και πέρα:
Πέρα από τις παραβάσεις, υπάρχουν μετανάστες που προσπαθούν να ζήσουν με κοινωνικά αποδεκτούς τρόπους, όπως πουλώντας χαρτομάντιλα ή καθαρίζοντας τζάμια αυτοκινήτων στα φανάρια, ενώ πέρα από την ανέχεια, υπάρχουν καλομαθημένοι Έλληνες που κάνουν καταλήψεις σε χώρους άλλων και καίνε τα χριστουγεννιάτικα δέντρα στις πλατείες.
Αν σκεφτούμε, λοιπόν, ότι τα παιδιά μας γνωρίζουν πολύ περισσότερα για τις καταλήψεις και πώς αυτές γίνονται από ό,τι για το μεροκάματο και πόσο δύσκολα βγαίνει, ίσως αυτός ο ελληνικός πολιτισμός μας να χρειάζεται και λίγη «αλλοίωση». Αν του προσθέσουμε, εν προκειμένω, ξένους που θέλουν να δουλέψουν, δεν θα χάσουμε και τίποτα ιδιαίτερο. Μουσική και σουβλάκια μένουν, μπαχαλάκηδες φεύγουν ή, έστω, μειώνονται…
Όπως έχουμε ξαναπεί, άλλωστε, η «αλλοίωση» ενός πολιτισμού στην πραγματικότητα κυκλοφορεί με ονόματα όπως «αλλαγή» ή «προσαρμογή» και δεν είναι τόσο φοβερή όσο ακούγεται: Αν, λ.χ., σας περισσεύουν λίγα ευρώ μέρες που είναι, μπορείτε να αλλοιώσετε τον ελληνικό πολιτισμό μη δίνοντας τα στα μαγαζιά που τσικνίζουν συνοδεία κλαρίνων, αλλά στο νεαρό που σας πλένει το παρμπρίζ μες στο κρύο…