Το ατίθασο άλογο….
Ένας νεαρός αγρότης που ζει σε μια φάρμα στο Κιλκίς μαζί με τη σύζυγό του, δέχεται την επίσκεψη της πεθεράς του, η οποία σκοπεύει να μείνει εκεί μια-δυο βδομάδες και μάλιστα απαιτεί να επιθεωρήσει το χώρο.
Καθώς περπατούν μέσα στο στάβλο, το αγριεμένο άλογο του αγρότη ξαφνικά σηκώνεται και τραβάει μια γερή κλωτσιά στο κεφάλι της πεθεράς και την αφήνει τέζα.
Στην κηδεία μερικές μέρες αργότερα, ο αγρότης στέκεται κοντά στο φέρετρο και χαιρετά γνωστούς και φίλους που περνούν για να τον συλλυπηθούν. Ο παπάς παρατηρεί ότι όποτε περνάει μια γυναίκα και χαιρετά τον αγρότη, αυτή ψιθυρίζει κάτι στο αυτί του, εκείνος συμφωνεί κουνώντας το κεφάλι του και της λέει κάτι. Κάθε φορά που κάποιος άντρας τον χαιρετά, του λέει κάτι και ο αγρότης κουνάει αρνητικά το κεφάλι και του απαντά ψιθυριστά στο αυτί.
Γεμάτος περιέργεια ο παπάς πλησιάζει μετά την κηδεία και ρωτά τον αγρότη τι συνέβαινε τόση ώρα. Ο αγρότης του απάντησε: «Κάθε φορά που ερχόταν μια γυναίκα μου έλεγε: “Τι φοβερή τραγωδία” και εγώ συμφωνούσα κουνώντας το κεφάλι και έλεγα “Ναι, τι τρομερό”. Οι άντρες με ρωτούσαν: “Το πουλάς το άλογο;” κι εγώ κουνούσα το κεφάλι μου και έλεγα: “Δε γίνεται. Το έχω ήδη νοικιάσει σε ένα τσούρμο άλλους για έναν χρόνο”.