Γεώργιος Ουρσουζίδης: Το συνταξιοδοτικό πρόβλημα στην Ελλάδα

Η  διαχρονικά κάκιστη διαχείριση του ασφαλιστικού, σαν αποτέλεσμα των ανεξέλεγκτων και στοχευμένων παροχών στις οποίες προχωρούσαν οι εκάστοτε κυβερνήσεις για ψηφοθηρικούς λόγους, είναι ολοφάνερο ότι  συνέβαλε στην χρεοκοπία της χώρας.

        Το πρόβλημα ήταν ήδη γνωστό, τουλάχιστον από το τέλος της δεκαετίας του ’90 (μελέτη Σπράου στην κυβέρνηση Σημίτη),   το ύψος των συντάξεων που αναδιένεμε το σύστημα σκαρφάλωσε σε επίπεδο πολύ υψηλότερο από αυτό που αντιστοιχούσε στις δυνατότητές του. Δεν χρειάζεται να είναι κανείς ειδικός για να καταλάβει πως αυτή η λογική θα οδηγούσε σε ναυάγιο το ασφαλιστικό και τη χώρα στη χρεοκοπία.

   Την «τρύπα» του ασφαλιστικού την κάλυπταν από τον κρατικό προϋπολογισμό, επί της ουσίας με έμμεση αύξηση των εισφορών, τις οποίες χρέωναν στους ανυποψίαστους πολίτες. Επειδή τα έσοδα από φορολογία ποτέ δεν ήταν επαρκή στα χρονικά των δημοσίων οικονομικών της Ελλάδας, η «τρύπα» του ασφαλιστικού καλυπτόταν όπως και οι λοιπές «τρύπες» του δημοσίου, με δανεικά που έτρεφαν επί δεκαετίες το Χρέος. 

       Το έγκλημα που διέπραξαν όλες ανεξαιρέτως οι κυβερνήσεις των τελευταίων δεκαετιών, που άσκησαν μικροπολιτική και επέδειξαν πρωτοφανή λαϊκισμό, κληθήκαμε να αντιμετωπίσουμε το 2016, μεταξύ της πίεσης των δανειστών και της εύλογης λαϊκής αντίδρασης.

        Ήταν ολοφάνερο υπό τις τότε οικονομικές συνθήκες ότι οποιαδήποτε αύξηση εισφορών, ήταν πιθανότερο να οδηγήσει σε μείωση εισροών παρά στην επιδιωκόμενη αύξηση αυτών, γι΄ αυτό τον προφανή λόγο, προχωρήσαμε το 2015 στη ρύθμιση των οφειλών (100 δόσεις) και το 2016 στη μείωση των εισφορών για τη συντριπτική πλειοψηφία των ελεύθερων επαγγελματιών – το εγχείρημα όπως ήταν αναμενόμενο απέδωσε.

       ▲   Η ισορροπία του ασφαλιστικού συστήματος εξαρτάται άμεσα από τις εισφορές, από τη δυνατότητα του ιδιωτικού τομέα να παράγει θέσεις εργασίας και των αυτοαπασχολούμενων να ανταποκριθούν στις απαιτούμενες εισφορές. Συνεπώς το ζητούμενο είναι, ένα ασφαλιστικό σύστημα προσιτό στην κοινωνία που παράγει.

 

  • Το  ζητούμενο   το  2014  ήταν  η  καταβολή  συντάξεων και μισθών.
  • Το ζητούμενο το 2015 ήταν το συμμάζεμα της κατάστασης.
  • Το  ζητούμενο   το  2016  ήταν ένα βιώσιμο  και  προσιτό ασφαλιστικό σύστημα, που να μπορεί να το «σηκώσει» η οικονομία.

 

     Σκοπός της επιδιωκόμενης μεταρρύθμισης με το ν.4387/16  ήταν :

α)   Η αναγκαία αναδιάρθρωση του συνταξιοδοτικού συστήματος, που ποτέ δεν ήταν ορθολογικό και δίκαιο  και που πριν  απ΄ την κρίση  ήταν  ήδη οικονομικά μη βιώσιμο.

β)   Να χρησιμοποιηθεί ως γενικό ισοδύναμο στις επιμέρους μνημονιακές υποχρεώσεις  που θα έπλητταν κυρίως τις μικρές συντάξεις.

γ)   Να αναπροσαρμόσει  τη συνταξιοδοτική δαπάνη, ώστε να συρρικνωθούν τα ελλείμματα  από την εκτεταμένη ανεργία, την αδυναμία καταβολής εισφορών και την ανυπαρξία αποθεματικών που παραλάβαμε (P.S.I.).

          Παρά τις παραπάνω οδυνηρές συνθήκες, ο νόμος Κατρούγκαλου (4387/16) προέβλεπε ότι :

          «Εάν η «προσωπική διαφορά» είναι  θετική,  εξακολουθεί να καταβάλλεται στο συνταξιούχο και μετά την 1/1/2019, μέχρι την οριστική εξάλειψή της και τον συμψηφισμό της  με μελλοντικές αυξήσεις των συντάξεων».

           Εάν  είναι  αρνητική, δηλαδή το ποσό της σύνταξης με το νέο καθεστώς είναι υψηλότερο σε σχέση με εκείνο που έχει υπολογιστεί βάσει του προγενέστερου νομοθετικού πλαισίου, τότε,  καταβάλλεται το ποσό της αύξησης σταδιακά εντός  πέντε  ετών (εγκύκλιος με Αρ. Πρωτοκόλλου Φ80000 / οικ.60258 / 1471».

      ▲    Συνεπώς  καμία  μείωση  στις ήδη  καταβαλλόμενες  συντάξεις – αυτό προέβλεπε ο νόμος που ψηφίσαμε τον Μάιο του 2016 (ν. Κατρούγκαλου).

 ▲    Αυτόν το νόμο δεν ψήφισε η Αντιπολίτευση !

         Στη συνέχεια, στο πλαίσιο της Τρίτης Αξιολόγησης  και προκειμένου να ολοκληρωθεί η αξιολόγηση –  μετά από ασφυκτικές πιέσεις  του Δ.Ν.Τ. όπου αγνοήθηκε πλήρως το δημοσιονομικό σκέλος της Δεύτερης Αξιολόγησης – προέκυψε η συμφωνία κυβέρνησης και  θεσμών, η οποία επικυρώθηκε  με το νόμο 4472/2017.

          Κατ΄ αυτόν τον τρόπο προέκυψε  η ανατροπή στον νόμο Κατρούγκαλου (4387/16), ο οποίος προέβλεπε, επαναλαμβάνω, μετά τον επανυπολογισμό των κύριων συντάξεων τη διατήρηση του ποσού της «προσωπικής διαφοράς», συνεπώς και του ύψους της καταβαλλόμενης σύνταξης.

        Κατ΄ αυτόν τον τρόπο προέκυψε  και η   δέσμευση της κυβέρνησης για  περικοπές στις συντάξεις από 2% έως  18%  (άρθρο1 του Ν. 4472/2017), στην ουσία καταργήθηκε η ρήτρα προστασίας των συντάξεων, αφού πλέον δεν θα υφίσταται διατήρηση της «προσωπικής διαφοράς». Πρέπει να θυμίσω, ότι στον προϋπολογισμό του 2017 προβλέπονταν έλλειμμα στον ΕΦΚΑ της τάξης των 250.000.000 €, κάτι τέτοιο σήμερα δεν ισχύει, αντίθετα υπάρχει πλεόνασμα που μπορεί να ξεπεράσει το 1 δις μέχρι το τέλος του έτους.

        Σύμφωνα με τον παραπάνω νόμο από 1/1/2019 οι συντάξεις  για τις οποίες – μετά τον επανυπολογισμό – προκύπτει «προσωπική διαφορά» ανάμεσα στον προηγούμενο τρόπο υπολογισμού (Ν.3863) και στον νέο τρόπο υπολογισμού (Ν. 4387/2016) και εφόσον το καταβαλλόμενο ποσό είναι μεγαλύτερο, θα υποστούν μειώσεις από 2% μέχρι 18%.

        Η αναπροσαρμογή, αφορά  σε συντάξεις  φορέων οι οποίοι εντάχθηκαν στον ΕΦΚΑ από 1/1/2017 –  εκτός από τον ΟΓΑ.  Αναπροσαρμόζονται δηλαδή, οι ήδη καταβαλλόμενες και οι καταβλητέες* κατά την 12.05.2016 συντάξεις.

    ▲   Επομένως,  το  μέτρο  αφορά  σε  συνταξιούχους που στη μεγάλη  πλειοψηφία η ηλικία τους σήμερα είναι περί τα 70 έτη και άνω.

       Κατά συνέπεια η περικοπή ή μη του ύψους των συντάξεων λόγω «προσωπικής διαφοράς», αφορά σε   συγκεκριμένο αριθμό συνταξιούχων  που συνταξιοδοτήθηκαν πριν το νόμο Κατρούγκαλου  (4387/2016) – δεν αφορά όσους συνταξιοδοτήθηκαν μετά  ή  πρόκειται να συνταξιοδοτηθούν  στο μέλλον.

     ▲  Συνεπώς  δεν  αφορά  σε  διαρθρωτικό μέτρο – δεν επηρεάζει τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού  –  ως προς αυτό συμφωνούν οι πάντες.   

        Κατά τη φάση της τρίτης αξιολόγησης είχαμε προβάλλει τις αντιρρήσεις μας και δηλώσαμε τη δυνατότητα βελτιωτικών παρεμβάσεων, υπό την προϋπόθεση ότι θα το επέτρεπαν τα δημοσιονομικά δεδομένα και τα οικονομικά αποτελέσματα του ΕΦΚΑ. Από τα πράγματα αποδείχθηκε ότι είχαμε απόλυτο δίκιο, δεδομένου ότι αμφότεροι οι στόχοι επιτεύχθηκαν.

        Άλλωστε ο ίδιος ο επίτροπος της Ε.Ε. Pierre Moscovici από το βήμα της βουλής δεν αμφισβήτησε το γεγονός ότι υπάρχουν τα δημοσιονομικά περιθώρια για την μη περικοπή των καταβαλλόμενων συντάξεων. (Τότε που μας άφησε άναυδους η αντίδραση του αντιπροέδρου της Ν.Δ. κ. Χατζηδάκη, ο οποίος διαμαρτυρήθηκε στον κ. Moscovici …για τη θετική αυτή εξέλιξη !!)

       Σε κάθε περίπτωση  τα δημοσιονομικά δεδομένα και οι θετικές εξελίξεις στα οικονομικά του ΕΦΚΑ (μετά τη σημαντική μείωση των εισφορών για τη μεγάλη μερίδα των ελεύθερων επαγγελματιών) που έχουμε σήμερα, μπορούμε βάσιμα να διεκδικήσουμε τη διατήρηση του ύψους των υφισταμένων συντάξεων, χωρίς να θέτουμε σε κίνδυνο τους στόχους για τους οποίους έχουμε δεσμευτεί.

       Μια τέτοια, αναμφίβολα θετική εξέλιξη δεν πρόκειται να επηρεάσει τη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού, όπως συνέβαινε επί δεκαετίες στο παρελθόν με τις πολιτικές που εφαρμόστηκαν, που αποδόμησαν την κοινωνική  ασφάλιση, αναδιανέμοντας το μελλοντικό εισόδημα των επόμενων γενεών και εν τέλει οδήγησαν την πατρίδα μας στη χρεοκοπία.

        Αντίθετα, θα τονώσει την εμπιστοσύνη των πολιτών απέναντι στο κράτος και στη διοίκηση, που διαφαίνεται να ευδοκιμεί και οι θυσίες των φορολογούμενων να «πιάνουν τόπο».

        Θα μπορούσε κανείς να το θέσει και διαφορετικά:

     ▲   Αν δεν υπήρχαν τα δημοσιονομικά περιθώρια  –  αν δεν είχαν περιοριστεί  οι  σπατάλες   –  αν δεν είχαν  πάψει  τα οικονομικά σκάνδαλα  –  αν δεν υπήρχε η έντιμη διαχείριση των οικονομικών τα τελευταία τρία χρόνια  –  θα τολμούσε κανείς να θίξει το ζήτημα της διατήρησης των καταβαλλόμενων συντάξεων;  Προφανώς όχι !   Επειδή  λοιπόν  έλειψαν  όλα τα παραπάνω, διεκδικούμε  το αυτονόητο, την  αξιοπρεπή διαβίωση  των συνταξιούχων –  είναι πλέον ζήτημα συνέπειας και κοινής λογικής.

  Τέλος θέλω να τονίσω, ότι πλέον υπάρχουν οι προϋποθέσεις να  αποκτήσουμε βιώσιμο σύστημα ασφάλισης – απαλλαγμένο από τις στρεβλώσεις του παρελθόντος – με περιορισμό της ανεργίας και εξορθολογισμό των ασφαλιστικών/φορολογικών εισφορών, όπως ήδη έχει εντοπιστεί και επίκειται άμεσα η θεσμοθέτηση.

 Ουρσουζίδης Ν. Γιώργος

 Βουλευτής Ημαθίας του ΣΥΡΙΖΑ

 

 * Καταβλητέες Συντάξεις  – είναι εκείνες για τις οποίες η συνταξιοδοτική απόφαση εκδόθηκε μετά τις 12/5/2016, όμως η έναρξη συνταξιοδότησης ανατρέχει σε προγενέστερη ημερομηνία και υπολογίζονται με βάση το προγενέστερο νομοθετικό πλαίσιο.

Προηγούμενο άρθροΗ ΤΡΑΙΝΟΣΕ συνεχίζει την έκδοση χάρτινου ηλεκτρονικού εισιτηρίου μειωμένου κομίστρου
Επόμενο άρθροΑπόστολος Βεσυρόπουλος: Η κυβέρνηση του κ. Τσίπρα μετράει μέρες.