Από όνειρο… εφιάλτης – Γράφει ο Δημήτρης Χριστούλιας

Αντιμέτωποι με την πληρωμή περισσότερων φόρων θα βρεθούν όσοι φορολογούμενοι αγόρασαν καινούργιο ή μεταχειρισμένο αυτοκίνητο και πιαστούν στην τσιμπίδα των τεκμηρίων διαβίωσης.

Δημήτρης Χριστούλιας
Γράφει ο συνεργάτης τουΈμβολος δημοσιογράφος Δημήτρης Χριστούλιας

Η αγορά ενός αυτοκινήτου από όνειρο έχει μετατραπεί… σε εφιάλτη για όσους φορολογούμενους δεν μπορούν να την δικαιολογήσουν τη δαπάνη για την αγορά ενός αυτοκινήτου από τα εισοδήματα που έχουν, με αποτέλεσμα ο λογαριασμός των εκκαθαριστικών που θα λάβουν να είναι ιδιαίτερα βαρύς. Κάθε χρόνο μάλιστα αυξάνονται οι φορολογούμενοι που πιάνονται στα «δίχτυα» των τεκμηρίων. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2018 περίπου 1,9 εκατομμύρια φορολογούμενοι δεν μπόρεσαν να καλύψουν τα τεκμήρια διαβίωσης και φορολογήθηκαν για μεγαλύτερα εισοδήματα ύψους 6,7 δισ. ευρώ, όταν το 2017 οι φορολογούμενοι που πλήρωσαν πρόσθετους φόρους, λόγω τεκμηρίων, ανήλθαν σε 1,8 εκατομμύρια.

Αν μάλιστα εκτός από τα τεκμήρια προστεθεί και φόρο πολυτελούς διαβίωσης η απόκτηση ενός αυτοκινήτου είναι ιδιαίτερα δύσκολη. Μάλιστα τα τεκμήρια για την αγορά αυτοκινήτου και ο φόρος πολυτελούς διαβίωσης έρχονται να προστεθούν στα υπόλοιπα τεκμαρτά εισοδήματα, με αποτέλεσμα χιλιάδες φορολογούμενοι να μην μπορούν να τα καλύψουν από τα εισοδήματα τους τα οποία στην πλειονότητά τους έχουν συρρικνωθεί σημαντικά τα τελευταία 10 χρόνια της οικονομικής κρίσης. Για παράδειγμα εάν ένας φορολογούμενος είναι άγαμος και έχει ένα αυτοκίνητο 1.000 κυβικών εκατοστών και ένα σπίτι 80 τ.μ. τα τεκμήρια που θα πρέπει να καλύψει ανέρχονται σε 10.200 ευρώ.

Αναλυτικότερα 3.000 ευρώ είναι το τεκμαρτό εισόδημα για έναν άγαμο, 4.000 ευρώ το τεκμήριο για την αγορά ενός καινούργιου αυτοκινήτου 1.000 κυβικών και 3.200 ευρώ είναι το τεκμήριο ενός σπιτιού 80 τ.μ. Τα υψηλά τεκμήρια για την αγορά αυτοκινήτου αποτελούν έναν από τους βασικούς λόγους που χιλιάδες φορολογούμενοι ακινητοποιούν τα αυτοκίνητά τους παραδίδοντας τις πινακίδες τους στις εφορίες. Σύμφωνα με εκτιμήσεις από το 2009 έως το 2018, δηλαδή τα χρόνια της βαθιάς ύφεσης κατέθεσαν πινακίδες περισσότεροι 1,6 εκατομμύρια φορολογούμενοι, με αρκετούς να αναγκάζονται να το κάνουν επειδή πλέον δεν μπορούν να καλύψουν τα τεκμήρια διαβίωσης. Το μεγαλύτερο πρόβλημα ωστόσο το αντιμετωπίζουν οι ιδιοκτήτες παλαιών αυτοκινήτων μεγάλου κυβισμού, άνω των 2.000, οι οποίοι επιβαρύνονται με φόρο πολυτελούς διαβίωσης την στιγμή μάλιστα που η πώληση τέτοιων αυτοκινήτων είναι ιδιαίτερα δύσκολη, με αποτέλεσμα να καταθέτουν πινακίδες στις εφορίες. Αν στα τεκμήρια, στον φόρο πολυτελείας προστεθούν και τα υψηλά τέλη κυκλοφορίας, τότε μπορεί να καταλάβει κάποιος γιατί έχουν περιοριστεί σημαντικά οι πωλήσεις των αυτοκινήτων τα τελευταία χρόνια. Είναι χαρακτηριστικό ότι αν και οι πωλήσεις των αυτοκινήτων ξεπέρασαν πέρυσι μετά από πολλά χρόνια τα 100.000 απέχουν αρκετά από τα 280.000 που είχαν πουληθεί το 2007 ή τα 141.500 το 2010.

Σύμφωνα με φοροτεχνικούς «όσοι θέλουν να αγοράσουν καινούργιο ή μεταχειρισμένο αυτοκίνητο θα πρέπει να πάρουν χαρτί και μολύβι και να υπολογίσουν εάν καλύπτουν τα τεκμήρια, καθώς σε διαφορετική περίπτωση θα κληθούν να πληρώσουν πρόσθετους φόρους».

Προηγούμενο άρθροΟ Γιάννης Καφάτος σχολιάζει την επικαιρότητα
Επόμενο άρθροΑλλαγή καθεστώτος για την τροφοδότηση της Ευρώπης το 2050- Της Ειρήνης Αιμονιώτη.
Δημοσιογράφος REALnews Οικονομικό ρεπορτάζ