Το καθίκι…
Μια πολύ ελαφρά ντυμένη κοπέλα πηγαίνει να εξομολογηθεί.
-Πάτερ, χτές είπα έναν άντρα καθίκι.
-Και γιατί τον αποκάλεσες καθίκι τέκνον μου;
-Γιατί με άγγιξε στο χέρι χωρίς να ζητήσει την άδειά μου.
-Έτσι εννοείς; Λέει ο πάτερ και αγγίζει το χέρι της.
-Ναι πάτερ».
-Ε, αυτός δεν είναι λόγος να τον πεις καθίκι…
-Μα, πάτερ, έβγαλε τα ρούχα μου…
-Να έτσι; και βγάζει τα ρούχα της.
-Ναι πάτερ».
-Ε αυτός δεν είναι λόγος για να τον αποκαλέσεις καθίκι…
-Μα, πάτερ, μετά έβαλε το ξέρετε-τι του στο ξέρετε- στο που μου.
-Έτσι;» Βάζει το ξέρετε-τι του στο ξέρετε-που μου…
-Έτσι;» Βάζει ο πάτερ το ξέρετε-τι του ξέρετε- στο που της.
-Ν-ν-ναι πάτερ, λέει κάποια στιγμή η κοπέλα.
Μα αυτός δεν είναι λόγος για να τον αποκαλέσεις καθίκι παιδάκι μου.
-Μα, πάτερ το που μου έχει έρπη…
Πάτερ:
Α, το καθίκιιιιι…