Άρχισαν οι υποψίες...
Δύο παντρεμένες γυναίκες βγήκαν για έξοδο ένα Σαββατόβραδο χωρίς τους άντρες τους. Αφού ήπιαν από πέντε μπύρες αποφάσισαν να πάνε σπίτια τους. Καθώς γύριζαν στο σπίτι με τα πόδια κατά τα ξημερώματα, ήθελαν να κάνουν την ανάγκη τους. Το μόνο μέρος που θα μπορούσαν να κρυφτούν για να ξελαφρώσουν ήταν ένα νεκροταφείο.
Παρά το γεγονός ότι ήταν φοβισμένες, μπήκαν μέσα…
Η πρώτη δεν είχε τίποτα για να καθαριστεί, έτσι έβγαλε το εσώρουχό της, σκουπίστηκε και το πέταξε. Η δεύτερη επίσης δεν είχε τίποτα, αλλά δεν ήθελε να πετάξει το εσώρουχο της και χρησιμοποίησε την κορδέλα από ένα στεφάνι λουλουδιών.
Το επόμενο πρωί οι γυναίκες ήταν τάβλα στον ύπνο, και οι δύο σύζυγοι ανήσυχοι μιλούσαν μεταξύ τους στο τηλέφωνο.
– Φίλε, φοβάμαι ότι έχουμε μπλέξει και πρέπει να ψαχνόμαστε. Αυτές κάτι άσχημο έκαναν χτες βράδυ.
– Άσε που να στα λέω… η δικιά μου γύρισε χωρίς εσώρουχο.
– Μη μιλάς καθόλου μεγάλε, τυχερός είσαι. Η δικιά μου γύρισε και είχε μια κορδέλα κολλημένη στα οπίσθια της που έγραφε : «Δε θα σε ξεχάσουμε ποτέ».