Ο ανιψιός, ο ξάδερφος και το Ιερό Ρουσφέτι – Γράφει ο Νίκος Γ. Σακελλαρόπουλος

Αν προσεγγίσουμε τα πολιτικά δρώμενα της χώρας εδώ κι δυο αιώνες, θα δούμε εκατομμύρια αλλαγές παντού, εκτός της μοναδικής που ζει και βασιλεύει, αλώβητη αγνή κι ακηλίδωτη: Το πελατειακό σύστημα. Το Ιερό Δισκοπότηρο του ελληνικού πολιτικού πολιτισμού. Το μοναδικό «συμβόλαιο τιμής» που τηρείται ευλαβικά από κάθε κομματάρχη και κάθε αγχωμένο βουλευτή, για να επανεκλεγεί. Με λογής λογής εξυπηρετήσεις, κυρίως παράνομες, αφού αλλιώς δεν θα χρειαζόταν η μεσολάβηση του βουλευτή, με ρουσφέτια, με βύσματα και φράσεις του τύπου «εγώ είμαι εδώ, θα …το κανονίσω».

Νίκος Σακελλαρόπουλος
Γράφει ο συνεργάτης του Έμβολος δημοσιογράφος Νίκος Γ. Σακελλαρόπουλος

Όσο κι αν αλλάζουν τα κόμματα, οι ιδεολογίες, οι υπουργοί, οι γενικοί γραμματείς κι οι διοικήσεις των οργανισμών, πάντα θα υπάρχει εκείνος ο βουλευτής που θα σηκώσει το τηλέφωνο για να διοριστεί η ανιψιά του σε κάποια ΔΕΚΟ που όλοι νόμιζαν ότι είχε καταργηθεί το 2009. Πάντα θα υπάρχει εκείνος ο κομματάρχης που θα φέρει «το παιδί απ’ το χωριό» για να μπει στο Δημόσιο «γιατί είναι καλό παιδί και βοηθάει στην εκκλησία». Πάντα θα υπάρχει ο Μητροπολίτης ή κι ο απλός παππάς που θα απαιτεί για να… δώκει ψηφαλάκια…

Θα πει κάποιος αφελής: «Μα δεν είναι δουλειά του πολιτικού να εξυπηρετεί τους πολίτες;» Ναι, αγαπητέ μου ρομαντικέ, αλλά εδώ δεν μιλάμε για εξυπηρέτηση. Μιλάμε για τοπικό βασιλιά που ανταλλάσσει δουλειές, μεταθέσεις και άδειες οικοδομής με ψήφους, χειροφιλήματα και ψητά στα πανηγύρια. Μιλάμε για μηχανισμό που θυμίζει περισσότερο μαφία και λιγότερο δημοκρατία.

Το χειρότερο; Κανείς δεν ντρέπεται. Αντιθέτως, το ρουσφέτι τιμάται ως απόδειξη πολιτικής ισχύος. Όταν κάποιος καταφέρει να «βολέψει» τον γιο του ξαδέλφου του κουμπάρου του, δεν κρύβεται – το καυχιέται: «Εγώ στον έβαλα! Μη το ξεχάσεις τον Οκτώβρη στις εκλογές».

Και γιατί όχι, άλλωστε; Το σύστημα αυτό επιβραβεύεται εδώ και διακόσια χρόνια.  Από τα πρώτα χρόνια της ανεξαρτησίας μας, τότε που οι Μαυρομιχαλαίοι, οι Μαυροκορδάτοι, οι «Φαναριώτες με τα καπέλα», οι Κωλέτηδες κι οι οικοπεδοφάγοι/τοκογλύφοι  Μακρυγιαννηδες ,παίζανε μπάλα χωρίς διαιτητή και το ελληνικό κράτος έστησε τα θεμέλιά του πάνω σε μια ανυπέρβλητη αξία: το ρουσφέτι. Από τότε που οι προύχοντες της επανάστασης μοιράζανε αξιώματα και γαίες, μέχρι σήμερα που μοιράζονται συμβάσεις ορισμένου χρόνου και αναθέσεις μελετών, η Ελλάδα δεν κυβερνήθηκε – διευθετήθηκε. Ο πολιτικός δεν είναι εκπρόσωπος του λαού, είναι μεσίτης ευνοιοκρατίας! Δεν «φάγαμε» τον Καποδίστρια; Δεν επιχειρήσαμε να βάλουμε σε …τάξη τον Όθωνα κι επειδή ήταν ανυπάκουος τον στείλαμε πίσω;

Αυτό δεν είναι δημοκρατία, είναι μια στημένη παρτίδα μονόπολης, όπου οι «εκλεκτοί» ξεκινούν με τρία ξενοδοχεία και οι υπόλοιποι ούτε με ζάρι. Κι όταν κάποιος διαμαρτυρηθεί, τον κοιτάζουν με ύφος απορίας: «Μα δεν έχεις μπάρμπα στην Κορώνη; Ε, δικό σου πρόβλημα».

Όσο το κράτος λειτουργεί ως λάφυρο, όσο ο πολίτης επιβιώνει μόνο με «μέσο», και όσο ο πολιτικός κρίνεται όχι για το έργο του αλλά για τα ρουσφέτια του, δεν πρόκειται να πάμε πουθενά.

Είμαστε κράτος εξυπηρέτησης. Παντού. Στο βαθύ κράτος, στις πολεοδομίες, στους δήμους, στο πώς βγάζουμε διπλώματα οδήγησης… Είμαστε κράτος του… «ξέρω έναν που θα σε τακτοποιήσει»…. Και βουλευτές με υποθέσεις στο συρτάρι τους και δυο-τρεις Γκρούεζες ο καθένας για να κάνουν την βρόμικη δουλειά…

Δυστυχώς,  στην Ελλάδα, η αξιοκρατία πέθανε νέα. Και δεν της έστησε κανείς ούτε ένα μνημόσυνο – γιατί κανείς δεν είχε άκρες στον νεκροθάφτη…

Προηγούμενο άρθροΚροκέτες αγκιναράκια με sauce γιαουρτιού – Γεύση απογειωτική…
Επόμενο άρθροΌταν έσκασε η βόμβα στα χέρια του Ξηρού – Γράφει ο Δημήτρης Καπράνος
*Ο Νίκος Γ. Σακελλαρόπουλος είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας («Hellas Special Άφιλτρο», «Ο Γέρος του Βοριά» που αποτελεί τη λαϊκή βιογραφία του Κωνσταντίνου Καραμανλή, «Οι Μύθοι και το Παραμύθι»). Θεωρείται εκ των πρωτεργατών της «ελεύθερης ραδιοφωνίας» και επί χρόνια ασχολήθηκε με την πολιτική αρθρογραφία και ανάλυση σε εφημερίδες, περιοδικά, ραδιόφωνα και τηλεοπτικούς σταθμούς. Για πολλά χρόνια συνδύασε την εργασία με τα χόμπι του (αθλητισμός) , με την ιδιότητά του ως Γενικός Διευθυντής της εφημερίδας «Sportime» και της «Αθλητικής Ηχούς», ενώ έχει γράψει στίχους σε τραγούδια σημαντικών Ελλήνων δημιουργών και τραγουδιστών.