Την Τετάρτη 19 Ιουνίου έλαβε χώρα η κοινή συνεδρίαση της Πολιτικής Επιτροπής και της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του Πανελληνίου Σοσιαλιστικού Κινήματος-Κίνημα Αλλαγής, κατά την διάρκεια της οποίας, ο πρόεδρος Νίκος Ανδρουλάκης βρέθηκε απολογούμενος για την εκλογική επίδοση του κόμματος στις πρόσφατες ευρωπαϊκές εκλογές.[1]
Θεωρητικώ τω τρόπω, μπορούμε να επισημάνουμε πως ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής υιοθέτησε μία κατά βάση αμυντική στάση, έχοντας να αντιμετωπίσει ουκ ολίγα στελέχη και κυρίως βουλευτές που εν προκειμένω ζητούσαν όχι την άμεση παραίτηση του, αλλά, την άμεση διενέργεια εσωκομματικών εκλογών για την ανάδειξη νέου προέδρου στο κόμμα. Και τι σημαίνει ‘αμυντική στάση’; Ας το δούμε αναλυτικότερα.
Πρώτον, πως το πρόσωπο και δη το πολιτικό πρόσωπο (ο Νίκος Ανδρουλάκης) που υιοθετεί μία τέτοια γλωσσική στρατηγική καλείται εν τοις πράγμασι να αντικρούσει την επιχειρηματολογία όλων όσοι τάσσονται εναντίον του, θέτοντας σε δεύτερη μοίρα την διατύπωση ενός θετικού προγραμματικού λόγου.
Δεύτερον, πως το πρόσωπο το οποίο υιοθετεί μία τέτοια στάση αρκετές φορές, για όσο χρονικό διάστημα διαρκεί η συνεδρίαση, σιωπά, όντας ‘αναγκασμένος’ και να ακούει τους άλλους και να υπομένει λεκτικές επιθέσεις.
Και, τρίτον και σημαντικότερο, πιέζεται λόγω της κατάστασης που έχει διαμορφωθεί, να συμφωνήσει με τις προτάσεις όλων όσοι του επιτίθενται (διενέργεια εσωκομματικών εκλογών τώρα και όχι εντός του 2025 όπως προβλέπει το καταστατικό του κόμματος). Και η συμφωνία είναι ένας σχετικά ‘ασφαλής’ τρόπος προκειμένου να εξέλθει από την δύσκολη κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει.
Ένας βασικός παράγοντας που διευκόλυνε ουκ ολίγους βουλευτές (και όχι μόνο τους Οδυσσέα Κωνσταντινόπουλο και Νάντια Γιαννακοπούλου) να στραφούν κατά του προέδρου του ΠΑΣΟΚ και να ζητήσουν εκλογές, ήσαν και το γεγονός πως η συνεδρίαση στην οποία συμμετείχαν ήσαν κομματική. Και τι σημαίνει κάτι τέτοιο;
Σημαίνει πως αισθάνθηκαν ‘απελευθερωμένοι’ γλωσσικά και πολιτικά, με αποτέλεσμα να επιτεθούν από κοινού στον Νίκο Ανδρουλάκη και με τρόπο που δεν θα μπορούσαν να πράξουν εντός της Βουλής, καθότι ο κοινοβουλευτικός λόγος που αποτελεί την «πιο επίσημη και θεσμοθετημένη ποικιλία»[2] του πολιτικού λόγου, για να παραπέμψουμε στην ανάλυση του Bayley, έχει άλλα χαρακτηριστικά.
Σε αυτό το πλαίσιο, δύναται να αναφέρουμε πως οι βουλευτές που επιθυμούν την άμεση διενέργεια εκλογών (και την ήττα Ανδρουλάκη επειδή το κόμμα δεν κατάφερε να κατακτήσει την δεύτερη θέση), ανέμεναν αυτή την κοινή συνεδρίαση ώστε να κάνουν την πρώτη κοινή εμφάνιση τους ως ‘μπλοκ,’ ή αλλιώς, ως ομάδα που αμφισβητεί ευθέως τον πρόεδρο του κόμματος.
Εμβαθύνοντας περισσότερο, θα πούμε και μόνο το γεγονός πως ο Νίκος Ανδρουλάκης σκέφτεται πλέον σοβαρά το ενδεχόμενο της διεξαγωγής εσωκομματικών εκλογών εντός του 2024, συνιστά μία επιτυχία αυτής της άτυπης αντιπολιτευτικής ομάδας που έχει συγκροτηθεί εντός του κόμματος.[3]
O Κρητικός πολιτικός κραδαίνει το ‘μαστίγιο’ των διαγραφών προκειμένου να κατευνάσει την εσωκομματική ένταση που εξελίσσεται από την επόμενη ημέρα των ευρωεκλογών, εντός του ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής. Οφείλουμε όμως να είμαστε ιδιαίτερα προσεκτικοί σε θεωρητικό επίπεδο, προβαίνοντας σε δύο κρίσιμες παρατηρήσεις.
Πρώτον, το ΠΑΣΟΚ δεν βιώνει κάποια μεγάλη κρίση στο εσωτερικό του, σαν αυτή που το συντάραξε πριν και μετά την ψήφιση του πρώτου μνημονίου τον Μαϊο του 2010, γεγονός που προσφέρει τον απαραίτητο χρόνο στον πρόεδρο του ώστε να προχωρήσει σε όλες τις απαιτούμενες κινήσεις για την εκτόνωση της κατάστασης.
Και, δεύτερον, η ένταση που έχει εκδηλωθεί δεν εμπεριέχει εντός της συγκεκριμένα πολιτικοϊδεολογικά χαρακτηριστικά (τουλάχιστον ακόμη)[4], στο εγκάρσιο σημείο όπου η ομάδα των ‘αμφισβητιών’ στρέφεται κατά προσώπων και κυρίως κατά του προέδρου του κόμματος.
Το πλεονέκτημα της είναι το ό,τι φαίνεται πως συσπειρώνει πρόσωπα προερχόμενα από όλες τις τάσεις εντός του κόμματος (βλέπε για παράδειγμα την περίπτωση του Θόδωρου Μαργαρίτη), έχοντας στο πλευρό της έναν ακόμη από την «Τρίτη γενιά»[5] των Παπανδρέου (κατά την ανάλυση του Ηλία Ντίνα) ο οποίος αποφάσισε να συμμετάσχει ενεργά στο εσωκομματικό παίγνιο μετά την εκλογή του ως ευρωβουλευτή: Τον Νίκο Παπανδρέου.
Η επιμονή της ομάδας των ‘αμφισβητιών’ στην άμεση διενέργεια εσωκομματικών εκλογών, φανερώνει πως δεν αρκούνται στην σταθεροποίηση του ΠΑΣΟΚ σε διψήφια ποσοστά,[6] αλλά, επιθυμούν να καταστεί εκ νέου κόμμα εξουσίας.[7]
[1] Το ρεπορτάζ της Φώφης Γιωτάκη για λογαριασμό της εφημερίδας ‘Πρώτο Θέμα’ είναι πλήρες και κατατοπιστικό, προσφέροντας τόσο στον ενδιαφερόμενο περί των πολιτικών εξελίξεων αναγνώστη, όσο και στον υποστηρικτή του ΠΑΣΟΚ, μία πλήρη εικόνα των όσων έλαβαν χώρα κατά την διάρκεια της συνεδρίασης της Πολιτικής Επιτροπής και της Κοινοβουλευτικής Ομάδας. Βλέπε σχετικά, Γιωτάκη, Φώφη, ‘ΠΑΣΟΚ: Απομονωμένος ο Ανδρουλάκης – Τον εγκαταλείπουν και μέχρι πρότινος υποστηρικτές του,’ Διαδικτυακή έκδοση εφημερίδας ‘Πρώτο Θέμα,’ 20/06/2024, ΠΑΣΟΚ: Απομονωμένος ο Ανδρουλάκης – Τον εγκαταλείπουν και μέχρι πρότινος υποστηρικτές του (protothema.gr)
[2] Αναφέρεται στο: Κοκολάκη, Κωνσταντίνα., ‘«Γλωσσικές Στάσεις στον Κοινοβουλευτικό Λόγο κατά την Εκπαιδευτική Μεταρρύθμιση του 1929: Κριτική Ανάλυση και Διδακτική αξιοποίηση»,’ Διπλωματική Εργασία, Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, 2021, σελ. 15, Διαθέσιμη στο: 504004_Κωνσταντίνα_Κοκολάκη.pdf Ένας βουλευτής που βρίσκεται εντός κομματικού περιβάλλοντος, μπορεί πιο εύκολα να απευθυνθεί στον πρόεδρο του κόμματος στον ενικό και αντί να πει ‘κύριε πρόεδρε’ να πει σκέτο ‘πρόεδρε’, αμβλύνοντας με αυτόν τον τρόπο την ιεραρχική απόσταση που τους χωρίζει. Επίσης, σε συνεδριάσεις τέτοιου τύπου, είναι πολύ πιο εύκολο οι παριστάμενοι να σηκώνονται διαρκώς από την καρέκλα τους, να φωνασκούν σαν ‘μικρά παιδιά’, να καταφέρονται εναντίον άλλων μελών και βουλευτών. Εναντίον του ίδιου του προέδρου του κόμματος. Εναλλακτικός τρόπος προσφώνησης μπορεί να είναι το σκέτο ‘Νίκο’. Ουδείς όμως βουλευτής, είτε ανήκει στο ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής είτε σε κάποιο άλλο κόμμα του Κοινοβουλίου θα σκεφτόταν να προσφωνήσει τον Πρόεδρο της Βουλής Κωνσταντίνο Τασούλα ως ‘Κώστα.’
[3] Στην ομάδα των ‘αμφισβητιών’ (και ο όρος καθίσταται δόκιμος), προστίθεται και ο βουλευτής Ηλίας Μιχάλης Κατρίνης, ένας κλασικός Πασοκικός «insider», σύμφωνα με την διατύπωση της De Winter, ο οποίος διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο κατά την διάρκεια της προηγούμενης κοινοβουλευτικής περιόδου και ειδικά μετά τον θάνατο της Φώφης Γεννηματά. Η προσθήκη του στην ομάδα των ‘αμφισβητιών’ συνιστά προσωπικό πλήγμα για τον Νίκο Ανδρουλάκη που βλέπει την επιρροή του να μειώνεται αισθητά εντός της Κοινοβουλευτικής Ομάδας. Που βλέπει να χάνει την υποστήριξη σημαντικών κοινοβουλευτικών του κόμματος του. Και το πρόβλημα μεγεθύνεται ακόμη περισσότερο για τον ίδιο, εάν λάβουμε υπόψιν το γεγονός πως ο Μιχάλης Κατρίνης έχει την ικανότητα να καταθέσει μία συνεκτική πολιτικοϊδεολογική πλατφόρμα για την επόμενη ημέρα του Κεντροαριστερού φορέα. Η εξέλιξη αυτή διαμορφώνει τις προϋποθέσεις ώστε ο Νίκος Ανδρουλάκης να έρθει εγγύτερα με τον αντίπαλο του για την προεδρία του ΠΑΣΟΚ στον β’ γύρο των εσωκομματικών εκλογών του 2021: Ήτοι, τον Γιώργο Παπανδρέου, του οποίου το θεσμικό κύρος μπορεί να αντισταθμίσει το γεγονός πως ο Νίκος Ανδρουλάκης χάνει κοινοβουλευτικά στηρίγματα. Βλέπε σχετικά, De Winter, L., ‘Parliamentary and party pathways to the cabinet,’ στο: Blondel, J., & Thiebault, J.L., (επιμ.), ‘The Professions of Government Minister in Western Europe,’ Macmillan, 1991.
[4] Είναι πολύ πιθανό σε αυτή την περίπτωση, μόλις προκηρυχθούν οι εκλογές, να ξεκινήσει και η πολιτικοϊδεολογική αντιπαράθεση μεταξύ των διεκδικητών της ηγεσίας του κόμματος. Εκτιμούμε πως πολύ ορθά η δημοσιογράφος Φώφη Γιωτάκη εντάσσει βουλευτές όπως ο Δημήτρης Μάντζος (ένας εκ των πιο σθεναρών υποστηρικτών του Νίκου Ανδρουλάκη), ο Παναγιώτης Δουδωνής, ο Μανώλης Χνάρης στην κατηγορία των ‘προεδρικών.’ Εναλλακτικά, θα μπορούσαμε να τους αποκαλέσουμε και ‘Ανδρουλακικούς’. Εν είδε υποθέσεως εργασίας, θα υποστηρίξουμε πως ο βασικός λόγος για τον οποίο στηρίζουν με πάθος τον Νίκο Ανδρουλάκη έχει να κάνει με το γεγονός πως θεωρούν πως στον ίδιο και μόνο στον ίδιο οφείλουν την εκλογή τους ως βουλευτές. Και εν όψει των προσεχών εξελίξεων, ο Νίκος Ανδρουλάκης θα χρειαστεί την υποστήριξη τέτοιων αφανών κοινοβουλευτικών.
[5] Βλέπε σχετικά, Dinas, Elias., ‘The Greek General Election of 2009: PASOK – The Third Generation,’ West European Politics, Volume 33, No. 2, 2010, Διαθέσιμο στο: The Greek General Election of 2009: PASOK – The Third Generation: West European Politics: Vol 33 , No 2 – Get Access (tandfonline.com) Σε περίπτωση διεξαγωγής πρόωρων εσωκομματικών εκλογών, ο Νίκος Ανδρουλάκης θα χρειαστεί να κερδίσει την υποστήριξη συνδικαλιστών και σημαντικών στελεχών από περιοχές της Βόρειας Ελλάδας, έχοντας να αντιμετωπίσει και τον Χάρη Καστανίδη ο οποίος αναμένει την ‘ευκαιρία’ να επιστρέψει στο Πασοκικό προσκήνιο.
[6] Και αυτή η εναντίωση στη στασιμότητα, στην απλή καταγραφή σε διψήφια ποσοστά, εκτιμούμε πως εξηγεί την στάση παλαιών στελεχών του κόμματος όπως είναι οι Πέτρος Ευθυμίου και Κώστας Σκανδαλίδης, οι οποίοι, έχοντας έντονες μνήμες από την περίοδο όπου το ΠΑΣΟΚ ήσαν κυρίαρχο πολιτικό κόμμα, δεν αρκούνται στην λήψη ενός ποσοστού γύρω στο 11-12%, θεωρώντας πως πλέον ο Νίκος Ανδρουλάκης δεν μπορεί να υλοποιήσει τον στόχο μετατροπής του κόμματος σε κόμμα εξουσίας. Άρα, πιστεύουν πως έχει κλείσει τον κύκλο του.
[7] Η περίπτωση του βουλευτή Παύλου Χρηστίδη είναι από τις πλέον ιδιάζουσες και εξ αυτού του λόγου, από τις πλέον ενδιαφέρουσες. Διότι, αν και δεν ανήκει στο group όλων όσοι αμφισβητούν ανοιχτά τον Νίκο Ανδρουλάκη και τις επιλογές του, ζητώντας ψυχραιμία και συζήτηση πρώτα επί των αιτίων της μη-κατάληψης της δεύτερης θέσης, τρέφει φιλοδοξίες. Κάτι που σημαίνει πως δεν ήσαν καθόλου έκπληξη εάν έθετε υποψηφιότητα για την προεδρία του κόμματος. Η Νέα Δημοκρατία ως κυβερνών κόμμα δεν έχει τον χρόνο και την πολυτέλεια να αφιερωθεί σε ατέρμονες συζητήσεις περί της κακής εκλογικής της επίδοσης στις ευρωεκλογές της 9ης Ιουνίου.
Χρησιμοποιούμε cookies για να σας προσφέρουμε την καλύτερη δυνατή εμπειρία στη σελίδα μας. Εάν συνεχίσετε να χρησιμοποιείτε τη σελίδα, θα υποθέσουμε πως είστε ικανοποιημένοι με αυτό.Εντάξει