Εγκλήματα, δυστυχήματα και ελληνικό Δημόσιο – Γράφει ο Μιχάλης Δεμερτζής

Η πρόσφατη δολοφονία μπροστά στο αστυνομικό τμήμα των Αγίων Αναργύρων, όπως προκύπτει από το ρεπορτάζ, μάλλον θα είχε αποφευχθεί, εφόσον οι σχετιζόμενοι με το συμβάν αστυνομικοί ήταν πιο προσεκτικοί. Επειδή όμως η δουλειά των αστυνομικών είναι, εξ ορισμού, να είναι προσεκτικοί, στην πραγματικότητα το έγκλημα θα είχε αποφευχθεί εάν γενικά η Ελληνική Αστυνομία λειτουργούσε με περισσότερο επαγγελματισμό και, ακόμα γενικότερα, εάν το ελληνικό Δημόσιο ήταν ένας πιο αξιόπιστος εκτελεστικά οργανισμός.

Μιχάλης Δεμερτζής
Γράφει ο Μιχάλης Δεμερτζής

Συμπτωματικά (ή, μάλλον, καθόλου συμπτωματικά), το ίδιο συμπέρασμα προκύπτει και από το άλλο τραγικό γεγονός που απασχολεί την επικαιρότητα: το πολύνεκρο δυστύχημα των Τεμπών. Άνθρωποι βρέθηκαν σε θέσεις που δεν έπρεπε και ασκούσαν τα καθήκοντά τους με τρόπο που δεν έπρεπε. Το ότι βρέθηκαν εκεί που βρέθηκαν και λειτουργούσαν όπως λειτουργούσαν οφείλεται δυστυχώς στο γεγονός ότι ανήκουν στον δημόσιο τομέα και αποτελούν κομμάτι της νοσηρής νοοτροπίας που τον διέπει επαγγελματικά.

Ειδικότερα, όπως γράφαμε και πριν περίπου ένα μήνα με αφορμή τις θεωρίες περί συγκάλυψης των αιτιών του δυστυχήματος στα Τέμπη, «αν κάπου υπάρχει συγκάλυψη, αυτή αφορά τις διαδικασίες του βαθέος ελληνικού Δημοσίου, για τις οποίες σχεδόν ποτέ δεν γίνεται κανένας λόγος, πουθενά. Δημόσιοι υπάλληλοι κάνουν εγκλήματα, εκούσια ή ακούσια, και δεν μαθαίνουμε ποτέ τι ακριβώς συμβαίνει με τις περιπτώσεις τους, μέχρι που μυστηριωδώς βρίσκονται μία μέρα ξανά στις θέσεις τους ή εξακολουθούν να εισπράττουν τον μισθό τους, ακόμα κι όταν βρίσκονται στην φυλακή» («Ένα χρόνο μετά τα Τέμπη, συζητάμε τα ίδια με πέρυσι», 02/03/2024, Το Μανιφέστο).

Υπό αυτές τις συνθήκες, είναι λογικό τα «εγκλήματα» από το Δημόσιο να είναι συχνά, σε βαθμό καθημερινότητας. Απλώς δεν είναι πάντα το ίδιο σοβαρά. Μερικές φορές είναι πλημμελήματα, άλλες πταίσματα, αλλά πάντα ζημιώνουν την κοινωνία. Σε κάθε περίπτωση, αποτελούν περισσότερο κανόνα παρά εξαίρεση. Με άλλα λόγια, η «κακιά στιγμή» είναι περισσότερο θέμα θέσης παρά τύχης. Το ότι, λ.χ., ο διοικητικός υπάλληλος του ΕΚΠΑ που «σαμπόταρε» πριν λίγο καιρό τις εξετάσεις στη σχολή του δεν θα βρεθεί στη φυλακή, έχει να κάνει με το γεγονός ότι στην εργασία του διαχειρίζεται πανεπιστημιακά έγγραφα και όχι τρένα. Κατά τα άλλα, παίρνει τη δουλειά του λίγο πολύ το ίδιο σοβαρά με τους δημόσιους λειτουργούς του σταθμού Λαρίσης που σχετίζονται με το δυστύχημα των Τεμπών.

Το πώς αλλάζει αυτή η κατάσταση είναι αρκετά απλό και γνωστό σε όλους: με λογοδοσία. Το γιατί δεν αλλάζει, είναι επίσης γνωστό: γιατί δεν θέλουμε. Γιατί όταν μία κυβέρνηση προσπαθεί να θεσμοθετήσει διαδικασίες αξιολόγησης στο Δημόσιο, σχεδόν όλοι οι κοινωνικοί φορείς τής κηρύσσουν τον πόλεμο και εάν κατά τύχη περάσει κάπου σε μία δημόσια υπηρεσία κάποιο μέτρο αξιολόγησης, οι αξιολογούμενοι «σαμποτάρουν» την εφαρμογή του ανοιχτά. Κάποια στιγμή, όμως, πρέπει να υπάρξουν συνέπειες σε όλους αυτούς, αλλιώς θα συνεχίσουμε να πληρώνουμε όλοι οι υπόλοιποι για λογαριασμό τους. Ενίοτε με αίμα…

Προηγούμενο άρθροΠρωτοσέλιδοι βασικοί τίτλοι εφημερίδων της Τρίτης 9 Απριλίου 2024
Επόμενο άρθροΔόμνα Μιχαηλίδου: Αυξάνουμε κατά 50% τις αμοιβές των ιατρών των ΚΕΠΑ