Σημεία συνέντευξης του Υφυπουργού παρά τω Πρωθυπουργώ
και Κυβερνητικού Εκπροσώπου, Γιάννη Οικονόμου,
στον τηλεοπτικό σταθμό «ANT1»
και τους δημοσιογράφους, Γιώργο Παπαδάκη και Μαρία Αναστασοπούλου
Για το τραγικό δυστύχημα των Τεμπών
Χθες έγινε μια συζήτηση στη Βουλή, όπου είχαν τη δυνατότητα οι Έλληνες πολίτες, μέσα από τις τοποθετήσεις Υπουργών που χειρίστηκαν την περιβόητη σύμβαση, να δουν πώς εξελίχθηκε, πού εδράζονται, πού οφείλονται οι καθυστερήσεις, τι παραδόθηκε και πώς. Δεν μπορώ να μην πω ότι υπήρξε μία προσπάθεια από την Αντιπολίτευση να στηριχθεί αυτή η γραμμή που από την πρώτη στιγμή είχαν ο ΣΥΡΙΖΑ, ο κ. Τσίπρας, ο κ. Σπίρτζης, ότι όλα λειτουργούσαν ρολόι επί των ημερών της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ και ήρθε περίπου η Νέα Δημοκρατία και διέλυσε τους σιδηροδρόμους, έφταιγαν οι προηγούμενοι και οι επόμενοι. Η πραγματικότητα, η οποία στοιχειοθετείται από τα έγγραφα, τα ντοκουμέντα, που παρέλαβε ο ΟΣΕ, είναι ότι το 2019 λειτουργικό ήταν ένα ποσοστό 18% συνολικά του έργου, πήρε χρόνο και στη δική μας Κυβέρνηση για να επανεκκινήσει προκειμένου να είμαστε σήμερα στο 72%.
Είναι μια συζήτηση εξαιρετικά άχαρη -γίνεται κάτω από τη σκιά αυτής της βαριάς και οδυνηρής τραγωδίας- όμως για να βάζουμε τα πράγματα στη θέση τους, όταν υπάρχει κάτι που κατασκευάζεται, θεωρείται ότι τελείωσε η κατασκευή του, όταν το παραδίδει για να λειτουργήσει. Αυτό πιστοποιείται από ένα πρωτόκολλο παράδοσης-παραλαβής. Έγγραφο με υπογραφή της Υπηρεσίας που παραλαμβάνει ότι το έφτιαξε, το έδωσε, το εξόφλησε και λειτουργεί, έχει να καταθέσει ο κ. Σπίρτζης και ο ΣΥΡΙΖΑ;
Η ουσιαστική διαφορά είναι ότι υπάρχει μία Κυβέρνηση που δεν αρνήθηκε τις ευθύνες της, που τοποθέτησε τα πράγματα στις πραγματικές τους διαστάσεις σε ό,τι αφορά τις υποδομές και υπάρχει μια Αξιωματική Αντιπολίτευση που είπε ότι τα έκανε όλα τέλεια, αν και στο κομμάτι της υποδομής είχε παραδώσει με βάση τα πρωτόκολλα λιγότερο από το 18% του έργου.
Οι συνθήκες, τα αίτια που γέννησαν την τραγωδία των Τεμπών είναι πολλά, δεν γεννήθηκαν χθες, είναι στο παρελθόν. Συναντήθηκαν ανθρώπινα λάθη και διαχρονικές παθογένειες. Εμείς δεν είπαμε ποτέ ότι το σύστημα τηλεδιοίκησης λειτουργεί στο 100%. Υπήρχε σύστημα τοπικής τηλεδιοίκησης που μπορούσε να γίνει αυτόματη χάραξη της γραμμής, να παρακολουθεί το τρένο για 5,5 χλμ, να δει ότι έχει βάλει το τρένο σε λάθος κατεύθυνση.
Ήταν θλιβερό αυτό που έκανε ο κ Τσίπρας χθες. Γιατί για μία ακόμη φορά -δεν είναι η πρώτη φορά που το έκανε και δυστυχώς δεν πήρε και τα μαθήματα, το ξανάκανε και στο Μάτι μ’ ένα τρόπο- προσπάθησε να μετατρέψει τον πόνο σε θέαμα. Είσαι Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης και θεωρείς ότι την ώρα που συζητούν στη Βουλή, το καλύτερο που έχεις να κάνεις είναι να πάρεις τις κάμερες και να στήσεις ένα σόου. Θεωρείς ότι με αυτό τον τρόπο -την πολακιστική διάσταση της επικοινωνίας- θα κερδίσεις κάτι. Τα επισκέπτεσαι όλα και δεν κάνεις τον κόπο να ανοίξεις την πόρτα να πας στο Σταθμαρχείο που έγινε τη μοιραία βραδιά το περιστατικό; Γιατί δεν το κάνεις; Και πας και στη Θεσσαλονίκη μετά για να κάνεις το ίδιο σόου και να πεις επίσης τα ίδια πράγματα. Γιατί δεν πας στο κέντρο τηλεδιοίκησης που θα πήγαινε ο Πρωθυπουργός; Να δεις εκεί λειτουργεί ή δεν λειτουργεί; Η κρίσιμη ερώτηση είναι: Με αυτό που υπήρχε, αν έκανε σωστά τη δουλειά του εκείνος που έπρεπε να την κάνει, θα συνέβαινε το ατύχημα; Ναι ή όχι; Αυτή είναι η ερώτηση σε ό,τι αφορά τη Λάρισα.
Είπαμε από την πρώτη στιγμή, ότι θα επιταχύνουμε τις διαδικασίες. Προφανώς και εάν η σύμβαση 717 είχε υλοποιηθεί ολόκληρη, πιθανότατα το δυστύχημα αυτό δεν θα συνέβαινε. Όμως, χθες, ο κ. Τσίπρας δεν πήγε να αναδείξει αυτό. Πήγε να εξαπατήσει την κοινή γνώμη και να πει ότι δεν υπήρχε τίποτα που θα μπορούσε να αποτρέψει αυτό που έγινε. Αυτό δεν είναι αλήθεια. Είναι μια θλιβερή στιγμή, δεν μπορούμε σε ένα τόσο σοβαρό ζήτημα μέσα από το άγχος μας να κερδίσουμε ψήφους επάνω στην τραγωδία, με την ψευδολογία να δημιουργούμε στρεβλές εντυπώσεις στην κοινή γνώμη.
Για τις εκλογές
Ο Πρωθυπουργός όταν πάρει τις αποφάσεις του, θα τις ανακοινώσει με ευθύτητα και σαφήνεια, όπως κάνει πάντοτε. Από την αρχή ο Πρωθυπουργός ήταν απολύτως σαφής, οι εκλογές θα γίνουν την Άνοιξη κοντά στο τέλος της 4ετίας.