Μια γάτα μπορεί να ξεχωρίσει τη φωνή του «αφεντικού» της που απευθύνεται σε αυτήν, από τη φωνή του ίδιου όταν μιλάει σε άλλους ανθρώπους ή από τη φωνή ενός ξένου που μιλάει στη γάτα, συμπέρανε μια νέα μικρή γαλλική επιστημονική έρευνα. Ανάλογα με τη φωνή που ακούνε και ξεχωρίζουν, οι γάτες αλλάζουν ή όχι τη συμπεριφορά τους.
Η μελέτη ενισχύει την άποψη ότι οι γάτες μπορεί να μην είναι οι «καλύτερες φίλες» του ανθρώπου, όπως θεωρούνται οι σκύλοι, δημιουργούν πάντως δεσμούς με τους ιδιοκτήτες τους ή με τους ανθρώπους που τις φροντίζουν συστηματικά. Ο τόνος της ανθρώπινης φωνής διαφέρει ανάλογα με το σε ποιόν απευθύνεται κανείς (π.χ. σε ένα μωρό ή σε σκύλο) και, σύμφωνα με τη νέα έρευνα, μια γάτα μπορεί να «πιάσει» τον χαρακτηριστικό τόνο της φωνής του φροντιστή της και να αντιδράσει ανάλογα.
Οι ερευνητές του Πανεπιστημίου του Παρισιού στη Ναντέρ, με επικεφαλής τη δρ Σαρλότ ντε Μουζόν, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό ζωολογίας «Animal Cognition», πραγματοποίησαν πειράματα με 16 γάτες, οι οποίες μελετήθηκαν πώς αντιδρούσαν σε προηχογραφημένες φωνές είτε των φροντιστών τους είτε ξένων, που απευθύνονταν είτε στις γάτες είτε σε άλλους ανθρώπους. Οι αλλαγές στη συμπεριφορά των γατών αφορούσαν την ακινησία και αδιαφορία, το κούνημα των αυτιών, τη διαστολή της κόρης των ματιών, το κούνημα της ουράς τους κ.α.
Όταν οι γάτες άκουγαν τη φωνή του ιδιοκτήτη τους (αλλά όχι ενός ξένου), επεδείκνυαν χαρακτηριστικές συμπεριφορές, όπως τη στροφή των αυτιών τους προς τη φωνή αυτή, την αυξημένη κινητικότητα στον χώρο και τη διαστολή των ματιών τους. Όταν ο ιδιοκτήτης τους όμως μιλούσε σε άλλον άνθρωπο και όχι στις ίδιες, οι γάτες μείωναν σημαντικά τις συμπεριφορές και αντιδράσεις τους, καταλαβαίνοντας ότι δεν απευθυνόταν σε αυτές (παρόλο που σε όλα τα πειράματα οι γάτες άκουγαν μόνο φωνές από ηχεία και δεν έβλεπαν ανθρώπους).
Οι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι τα ευρήματά τους προσδίνουν μια νέα διάσταση στις σχέσεις ανθρώπου-γάτας, δείχνοντας ότι γάτες και άνθρωποι μπορούν να δημιουργήσουν ισχυρούς δεσμούς μεταξύ τους σε «προσωπικό» επίπεδο.
Σύνδεσμος για την επιστημονική δημοσίευση:
https://link.springer.com/article/10.1007/s10071-022-01674-w
ΑΠΕ-ΜΠΕ