Στις Αγραπιδίες του νομού Φλώρινας , στη δυτική Μακεδονία, βρίσκεται το κέντρο προστασίας λύκου και λύγκα του Αρκτούρου.
Σε μια ειδικά περιφραγμένη έκταση 70 στρεμμάτων σε υψόμετρο 650 μέτρων , φιλοξενούνται από τον Αρκτούρο λύκοι και λύγκας , όπου μπορείς να τους παρατηρήσεις και να τους θαυμάσεις από κοντά.
Ο λύκος είναι ένα σαρκοφάγο ζώο και αποτελεί το θηλαστικό με την μεγαλύτερη γεωγραφική εξάπλωση στους ιστορικούς χρόνους μετά τον άνθρωπο. Απαντάται σε όλο το βόρειο ημισφαίριο και στη χώρα μας στην κεντρική και βόρεια Ελλάδα. Ζει σε πυκνά , ορεινά δάση με λίγες ανθρώπινες δραστηριότητες και σημαντικούς πληθυσμούς μεγάλων θηλαστικών , που αποτελούν τροφή του , σε ημιορεινές περιοχές που κυριαρχούν οι θαμνότοποι και η εντατική κτηνοτροφία αλλά και σε πεδινές εκτάσεις δίπλα σε δάση.
Ο λύκος είναι το σαρκοφάγο θηλαστικό που αποτελεί τον μεγαλύτερο εκπρόσωπο των κυνοειδών. Το μήκος του σώματος του κυμαίνεται από 105 έως 160 εκατοστά, το ύψος στους ώμους του είναι 80 με 85 εκατοστά και το βάρος του κυμαίνεται από 25 έως 40 κιλά. Το κρανίο του είναι μεγάλο σε σχέση με το σώμα του , με ισχυρές γνάθους. Διαθέτει 42 δόντια με χαρακτηριστικά μεγάλους κυνόδοντες που φτάνουν τα 7 εκατοστά. Το στέρνο του είναι μυώδες και τα πόδια του εξαιρετικά δυνατά και ψηλά ώστε να αναπτύσσει ταχύτητες έως 45 Km/h.
Η ισχυρότερη αίσθηση που διαθέτει ο λύκος είναι η όσφρηση , μπορεί να εντοπίσει το θήραμα του σε απόσταση 3 χιλιομέτρων μόνο από την μυρωδιά. Η ακοή του είναι επίσης πολύ ισχυρή , μπορεί να αντιληφθεί ένα ευρύ φάσμα συχνοτήτων που κυμαίνεται από 250 Hz έως 30.000 Hz, πράγμα που του δίνει την δυνατότητα να ακούει και να επικοινωνεί με τους άλλους λύκους ακόμα και όταν ο άνθρωπος αντιλαμβάνεται σιωπή. Αντίθετα η όραση δεν αποτελεί το δυνατό του σημείο. Ο λύκος βλέπει ικανοποιητικά και σε συνδυασμό με τις άλλες του αισθήσεις μπορεί να εντοπίζει το θήραμα και να αποφεύγει τους κινδύνους.
Η εποχή του ζευγαρώματος του λύκου ξεκινάει στο τέλος του χειμώνα. Η κύηση διαρκεί περίπου 63 ημέρες και ολοκληρώνεται μεταξύ Απριλίου και Ιουνίου με την γέννηση 3 – 7 μικρών. Τα μικρά απογαλακτίζονται έπειτα από τουλάχιστον 9 εβδομάδες. Από τον Ιούλιο μέχρι τον Οκτώβριο τα μικρά συμμετέχουν εντονότερα στη ζωή της αγέλης ενώ η έλευση του χειμώνα τα βρίσκει αρκετά πιο ώριμα ώστε να ακολουθήσουν τις κινήσεις της αγέλης. Με τη συμπλήρωση του πρώτου έτους τους ολοκληρώνεται και η εκπαίδευση τους για την επιβίωση. Από την ηλικία των 22 μηνών , που ολοκληρώνεται η ενηλικίωση τους , είναι ικανά να δημιουργήσουν τη δική τους αγέλη και να αποκτήσουν τη δικιά τους επικράτεια. Το προσδόκιμο ζωής του κυμαίνεται κατά μέσο όρο από 8 έως 16 έτη.
Ο λύκος ως σαρκοφάγο ζώο τρέφεται με κρέας. Η κύρια πηγή τροφής είναι τα μεσαίου και μεγάλου μεγέθους οπληφόρα, είτε άγρια , είτε οικόσιτα. Εμφανίζει τροφική ευελιξία καθώς σε περιόδους και περιοχές που απουσιάζουν τα μεγάλα οπληφόρα , στρέφεται σε μικρότερα θηλαστικά, σκουπίδια, κουφάρια ζώων κ.α.
Ένα στοιχείο της προσαρμογής των τροφικών συνηθειών του είναι ότι όταν υπάρχει διαθέσιμη λεία μπορεί να καταναλώσει μεγάλες ποσότητες , που ξεπερνά τα 7 κιλά το γεύμα , ενώ σε αντίθετη περίπτωση μπορεί να μείνει νηστικός ακόμη και μια εβδομάδα. Τέλος ο λύκος αν και σαρκοφάγο του αρέσει να καταναλώνει και φρούτα.
Κύριο χαρακτηριστικό των λύκων είναι ο υψηλός βαθμός κοινωνικής οργάνωσης που βασίζεται στην αυστηρή και καθορισμένη κοινωνική ιεραρχία. Αυτή τη συναντάμε στις αγέλες των λύκων οι οποίες αποτελούνται από το αναπαραγωγικό ζευγάρι και τους απογόνους τους της ίδιας χρονιάς ή και προηγούμενων ετών. Το μέγεθος της αγέλης εξαρτάται από την ποσότητα και τη διαθεσιμότητα της τροφής που υπάρχει στην επικράτεια της. Το μέγεθος μια αγέλης λύκων έχει καταγραφεί ανά τον κόσμο και είναι από 2 έως 42 άτομα.
Οι κυριότερες απειλές που αντιμετωπίζει ο λύκος είναι η μείωση της φυσικής λείας, οι ανθρώπινες δραστηριότητες και η αρνητική προκατάληψη που αντιμετωπίζεται το είδος. Ο λύκος έχει εξαφανιστεί οριστικά από πολλές περιοχές της Γης. Το είδος περιλαμβάνεται στο κόκκινο βιβλίο των απειλούμενων ειδών της Ε.Ε. και στην Ελλάδα έχει χαρακτηριστεί ως είδος τρωτό.
Στο κέντρο προστασία στις Αγραπιδίες υπάρχει μια ξεχωριστή πτέρυγα στην οποία φιλοξενούνται τρείς Λύγκες. Ο λύγκας είναι μεσαίου μεγέθους αιλουροειδές και είναι το τρίτο μεγαλύτερο σαρκοφάγο θηλαστικό της Ευρώπης μετά την αρκούδα και τον λύκο. Όλα τα είδη του λύγκα διαβιούν στο βόρειο ημισφαίριο. Ο λύγκας προτιμά να ζει σε εκτεταμένα πυκνά δάση κωνοφόρων , πλατύφυλλων και μικτά δάση.
Ο λύγκας είναι σαρκοφάγο θηλαστικό και το μοναδικό αιλουροειδές που ζει στην Ευρώπη. Το μήκος του κυμαίνεται από 70 έως 130 εκατοστά , το ύψος του από 35 έως 70 εκατοστά και το βάρος του από 7 έως 35 κιλά. Τα μπροστινά του πόδια είναι κατά 20% κοντύτερα από τα πίσω και αρσενικά είναι μεγαλύτερα και ισχυρότερα από τα θηλυκά.
Τα χαρακτηριστικά που το κάνουν να ξεχωρίζει από τα συγγενικά του είδη είναι τα μυτερά του αυτιά , το φαρδύ και στρογγυλό κεφάλι και η κοντή ουρά με την μαύρη απόληξη που το μήκος της κυμαίνεται από 15 έως 20 εκατοστά. Οι τρίχες στις άκρες των μυτερών αυτιών , με το μήκος τους φτάνει μέχρι 5 εκατοστά , ενισχύουν την ακοή του. Η ισχυρότερη αίσθηση που διαθέτει ο λύγκας είναι η όραση , καθώς είναι 6 φορές πιο ευαίσθητη από αυτή του ανθρώπου στο σκοτάδι , πράγμα που του επιτρέπει να κυνηγά κατά την διάρκεια της νύχτας. Ο λύγκας διαθέτει συνολικά 28 δόντια τα οποία είναι μυτερά και κοφτερά.
Ο λύγκας δεν είναι ιδιαίτερα γρήγορο ζώο , λόγω του ότι η καρδιά του είναι μικρή σε σχέση με το σώμα του , έτσι ο τρόπος με τον οποίο κυνηγά τα θηράματα του είναι η ενέδρα , είτε σε πυκνή βλάστηση , είτε σκαρφαλώνοντας σε δέντρα κάτι που το κάνει με εξαιρετική ευκολία. Επιπλέον τα ψηλά του πόδια και το πυκνό του τρίχωμα του δίνει την δυνατότητα να κυνηγάει μέχρι και με μισό μέτρο χιόνι.
Τα θηράματα του τα κυνηγάει μετά το σούρουπο ή τη νύχτα χρησιμοποιώντας την εξαιρετική του όραση για να τα εντοπίσει. Ως σαρκοφάγο ζώο τρέφεται με μικρά οπληφόρα όπως ζαρκάδια, αγριοκάτσικα κ.α.. όταν δεν υπάρχει μεγάλη διαθεσιμότητα σε αυτά καταφεύγει σε πουλιά , λαγούς και τρωκτικά.
Η γούνα του λύγκα είναι πυκνή και διαθέτει συνήθως στίγματα. Το χρώμα διαφέρει ανά εποχή και είδος. Είναι από μπεζ και γκρι μέχρι κοκκινωπή και καφέ ενώ στο πηγούνι , στο στήθος και στην κοιλία είναι σχεδόν λευκή.
Η περίοδος ζευγαρώματος είναι από το Φεβρουάριο έως τον Απρίλιο. Ο χρόνος κύησης κυμαίνεται από 70 έως 80 ημέρες και ολοκληρώνεται με την γέννηση 2 – 4 μικρών. Τις πρώτες 16 ημέρες τα μικρά είναι τυφλά , θηλάζουν για δύο μήνες και παραμένουν με τη μητέρα τους για έναν ακόμη χειμώνα και έπειτα ανεξαρτητοποιούνται. Η διάρκεια ζωής του εκτιμάται από 10 έως 17 έτη.
Οι κυριότερες απειλές που έχει να αντιμετωπίσει ο λύγκας είναι η κατάτμηση , η υποβάθμιση ακόμη και η καταστροφή των βιοτόπων του και σε συνδυασμό με την σημαντική μείωση των πληθυσμών των θηραμάτων του , η επιβίωση του καθίσταται δύσκολη.
Η παρουσία του λύγκα στην Ελλάδα είχε μεγάλη κατανομή μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα και αρχές του 20ου , έπειτα ο πληθυσμός συρρικνώθηκε σημαντικά. Σήμερα η παρουσία του λύγκα στην Ελλάδα είναι αβέβαιη , ενώ υπάρχουν αναφορές εμφάνισης του , δεν υπάρχουν στοιχεία που να το αποδεικνύουν. Ο λύγκας στην Ελλάδα έχει χαρακτηριστεί ως κρισίμως κινδυνεύον είδος.
Στο κέντρο προστασίας λύκου – λύγκα του Αρκτούρου φιλοξενούνται λύκοι και λύγκες που προέρχονται από συνθήκες αιχμαλωσίας , είτε από ζωολογικούς κήπους και πάρκα , είτε από ιδιώτες που τα είχαν αιχμάλωτα.
Οι συγκεκριμένοι λύκοι και λύγκες λόγω των συνθηκών διαβίωσης στην αιχμαλωσία και σε συνδυασμό με την αλληλεπίδραση με τον άνθρωπο, δεν μπορούν να επανενταχθούν στο φυσικό τους περιβάλλον. Έτσι στο κέντρο προστασίας , που εκτός από το οριοθετημένο φυσικό τους περιβάλλον , οι λύκοι και οι λύγκες έχουν την κατάλληλη διατροφή , την κτηνιατρική περίθαλψη και τις συνθήκες διαβίωσης που εξασφαλίζουν την ευζωία τους.
Ο Αρκτούρος ως μία μη κυβερνητική και μη κερδοσκοπική περιβαλλοντική οργάνωση , μπορεί να πραγματοποιεί και εξελίσσει τις δράσεις του χάρις την υποστήριξη των πολιτών και χορηγών. Οι πολίτες μπορούν να υποστηρίξουν την οργάνωση υιοθετώντας ένα από τα ζώα που φιλοξενούνται στα κέντρα προστασίας. Επιπλέον μπορούν να προσφέρουν δωρεά στην οργάνωση, να γίνουν μέλη ή να επιλέξουν αναμνηστικά είδη από το e – shop ή τα καταστήματα στα κέντρα. Τέλος μπορεί να συμβάλει στο έργο του Αρκτούρου συμμετέχοντας στην οργάνωση ως εθελοντής.