Αν και η σωματική άσκηση θεωρείται ωφέλιμη για μια ποικιλία ιατρικών καταστάσεων, ιστορικά θεωρούνταν πολύ επικίνδυνη για τους ανθρώπους που ζουν με δρεπανοκυτταρική αναιμία. Ωστόσο, φαίνεται ότι η ήπιας και μέτριας έντασης σωματική άσκηση μπορεί να μην είναι μόνο ασφαλής αλλά και ωφέλιμη για αυτούς τους ασθενείς, σύμφωνα με νέα έρευνα που δημοσιεύτηκε στην επιστημονική επιθεώρηση “Blood”.
Η δρεπανοκυτταρική αναιμία επηρεάζει τη ροή του αίματος στο σώμα. Για τους πάσχοντες η έντονη σωματική άσκηση αυξάνει τη ροή του αίματος και μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρές επιπλοκές συμπεριλαμβανομένων καρδιακών προβλημάτων και επεισοδίων σοβαρού πόνου, γνωστές ως κρίσεις απόφραξης αγγείων. Ενώ οι γιατροί συμβουλεύουν τους ασθενείς να αποφεύγουν όλες τις μορφές άσκησης, η νέα έρευνα έδειξε ότι η πιο ήπιας έντασης άσκηση θα μπορούσε στην πραγματικότητα να είναι βοηθητική.
“Όταν η σωματική άσκηση προσαρμόζεται ώστε να είναι ήπιας έως μέτριας έντασης ο κίνδυνος προβλημάτων είναι περιορισμένος”, δήλωσε ο επικεφαλής συντάκτης της μελέτης Λοράν Μεσιονιέρ από το Πανεπιστήμιο Mont Blanc στη Γαλλία.
“Όταν γίνεται σε τακτική βάση, αυτός ο τύπος άσκησης μπορεί να προκαλέσει ωφέλιμες μυϊκές μικροαγγειακές και λειτουργικές προσαρμογές που βελτιώνουν τις σωματικές ικανότητες και την ποιότητα ζωής των ασθενών”, συνέχισε ο ίδιος.
Οι ερευνητές συνέλεξαν 40 ασθενείς με δρεπανοκυτταρική αναιμία και τους χώρισαν τυχαία σε δύο ομάδες. Οι μισοί ακολούθησαν τον κανονικό τρόπο ζωής τους, ο οποίος περιελάμβανε λίγη σωματική δραστηριότητα εκτός των καθημερινών αναγκών (π.χ. περπάτημα ως τη στάση του λεωφορείου ή ψώνια). Οι άλλοι μισοί συμμετείχαν σε μια ατομικά προσαρμοσμένη θεραπευτική παρέμβαση κατά την οποία έκαναν ποδήλατο σταθερά και με μέτρια ένταση τρεις φορές την εβδομάδα για 40 λεπτά κάθε φορά. Οι ερευνητές παρακολουθούσαν στενά τα επίπεδα άσκησης των συμμετεχόντων κατά τη διάρκεια κάθε συνεδρίας άσκησης, καταγράφοντας τον κορεσμό του οξυγόνου, τα επίπεδα λακτόζης στο αίμα και προσπαθώντας να εξασφαλίσουν την τήρηση του ίδιου επιπέδου μέτριας έντασης άσκησης για όλο το διάστημα των 40 λεπτών.
Έπειτα από οκτώ εβδομάδες, οι ερευνητές πήραν βιοψίες μυϊκού ιστού από τους μηρούς των συμμετεχόντων. Μεταξύ των 32 συμμετεχόντων για τους οποίους ήταν διαθέσιμα πλήρη δεδομένα, οι μυϊκές βιοψίες αποκάλυψαν σημαντική αύξηση στην πυκνότητα των τριχοειδών αγγείων, στον αριθμό τους γύρω από τις μυϊκές ίνες και στην επιφάνεια μέσω της οποίας μπορεί να ρέει οξυγόνο και θρεπτικά συστατικά μεταξύ αίματος και μυών στους συμμετέχοντες που είχαν ακολουθήσει το πρόγραμμα άσκησης.
Προηγούμενες μελέτες έχουν δείξει ότι η δρεπανοκυτταρική αναιμία μπορεί να προκαλέσει μείωση των αιμοφόρων αγγείων στους μυς. Οι αλλαγές που παρατηρήθηκαν σε αυτή τη μελέτη υποδηλώνουν ότι η άσκηση μέτριας έντασης μπορεί να βοηθήσει στην αντιμετώπιση ορισμένων από αυτές τις επιπτώσεις, σύμφωνα με τους ερευνητές, βελτιώνοντας την παροχή αίματος και οξυγόνου στους ιστούς. Οι συμμετέχοντες στην ομάδα άσκησης είχαν επίσης σημαντικές βελτιώσεις στη λειτουργία των μυών και στη συνολική φυσική τους κατάσταση.
Ο δρ Μεσονιέρ τόνισε ότι χρειάζεται περαιτέρω έρευνα για να κατανοήσουμε τα οφέλη – και τους κινδύνους – άσκησης σε ασθενείς με δρεπανοκυτταρική αναιμία.
Σύνδεσμος για την πρωτότυπη επιστημονική δημοσίευση: https://ashpublications.org/blood/article-abstract/doi/10.1182/blood.2019001055/428812/Beneficial-effects-of-endurance-exercise-training?redirectedFrom=fulltext
ΑΠΕ-ΜΠΕ