Θεσσαλονίκη: Το μέλλον του ελληνικού βερίκοκου μπορεί να είναι λαμπρό, υπό προϋποθέσεις

Την εκτίμηση ότι τα επόμενα χρόνια το ελληνικό βερίκοκο μπορεί να “θριαμβεύσει” στις αγορές του εξωτερικού, ξεκλειδώνοντας μάλιστα και νέες, υπό την προϋπόθεση ότι παραγωγοί και κράτος θα “αναλάβουν καθένας τις ευθύνες του και θα προχωρήσουν τάχιστα τις διαδικασίες που απαιτούνται”, διατύπωσε μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο ειδικός σύμβουλος του Συνδέσμου Ελληνικών Επιχειρήσεων Εξαγωγής Διακίνησης Φρούτων Λαχανικών και Χυμών INCOFRUIT Hellas, Γιώργος Πολυχρονάκης.

Ο ίδιος σημείωσε ότι φέτος οι εξαγωγές του προϊόντος αναμένεται να σημειώσουν νέο ρεκόρ, ύστερα από το περσινό, που αποτέλεσε και το πρώτο σε διάστημα πενταετίας.

Επιτακτική κρίνεται πλέον η ανάγκη για τη συνεχή και δυναμική παρουσία του ελληνικού βερίκοκου στις αγορές του εξωτερικού καθόλη τη διάρκεια του χρόνου, με σταθερή ποιότητα και ποσότητα, τόσο των επιτραπέζιων ποικιλιών προς νωπή κατανάλωση, όσο κυρίως των προϊόντων σε μεταποιημένη μορφή (κομπόστες, χυμοί και μαρμελάδες), όπως υπογράμμισε ο κ. Πολυχρονάκης.

Σύμφωνα με τον ίδιο, “τρέχουν παράμετροι για τον κλάδο”, που καθιστούν αναγκαίο “η πολιτεία να σπεύσει στη δημιουργία των αναγκαίων προϋποθέσεων διείσδυσης στις νέες αγορές, όπως κάνουν όλοι οι ανταγωνιστές μας (Ιταλία, Ισπανία, Γαλλία κ.λπ). Πρέπει η ελληνική πολιτεία να εφαρμόσει τη βασική αρχή της ανάπτυξης, που λέει ότι κύρια μέριμνά της πρέπει να είναι η δημιουργία αξιόπιστων, ευέλικτων και αποδοτικών μηχανισμών, με τη βοήθεια των οποίων οι επιχειρηματικοί φορείς της χώρας θα οικοδομήσουν όλες τους τις αναπτυξιακές δραστηριότητες, παρακάμπτοντας και εξουδετερώνοντας τις γραφειοκρατικές καθυστερήσεις και εξαλείφοντας τις εκκρεμότητες για την σύναψη κυρίως διμερών φυτοϋγειονομικών συμφωνιών με Τρίτες χώρες που ενδιαφέρονται όπως π.χ η Κίνα”.

Αναφερόμενος στη φετινή παραγωγή στην Ελλάδα, ο κ. Πολυχρονάκης σημείωσε ότι με τις καλλιεργούμενες εκτάσεις να καταγράφονται περισσότερες, είναι αυτονόητο ότι θα είναι αυξημένη της περσινής, η οποία ανήλθε 95.000-100.000 τόνους. Η εξαγώγιμη παραγωγή δε, όπως τόνισε, αναμένεται να κινηθεί ανοδικά φέτος, έναντι της περσινής χρονιάς, “λόγω προβλημάτων οφειλομένων στις καιρικές συνθήκες στις ανταγωνίστριες ομοιοπαραγωγές χώρες”. Για τη φετινή παραγωγή, ο ίδιος σημείωσε ότι “αναμένεται να είναι πρωϊμότερη κατά 10-15 ημέρες” (σ.σ.η συγκομιδή και διάθεση του ελληνικού βερίκοκου έχει επεκταθεί και καλύπτει την περίοδο Μαΐου-Αυγούστου).

Οι εξαγωγές του ελληνικού βερίκοκου, σύμφωνα με τον ίδιο, παρουσιάζουν “διακυμάνσεις με μεγάλες αυξομειώσεις. Οι υπερπρώιμες και οι όψιμες ποικιλίες κατευθύνονται κυρίως στις εξαγωγές, με την ποικιλία Μπεμπέκο να διοχετεύεται τόσο στην εγχώρια αγορά, όσο και εκτός των συνόρων”.

Υπενθυμίζεται ότι η παγκόσμια παραγωγή βερίκοκου ανήλθε σε 3.955.025 τόνους το 2016, έναντι 4.053.213 του 2015 με κυριότερες χώρες παραγωγής τις Τουρκία, Ουζμπεκιστάν Ιράν, Αλγερία και Ιταλία. Η Ελλάδα κατατάσσεται, κατά τον κ.Πολυχρονάκη, στην 12η θέση της παγκόσμιας παραγωγής. Η παραγωγή της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως σημείωσε, παραμένει σταθερή (633.867 το 2016, έναντι 710.056 το 2015) και “προβλέπεται να αυξάνεται, όταν την ίδια στιγμή η κατανάλωση στην Γηραιά Ήπειρο, παρουσιάζει κόπωση”.

Η καλλιέργεια βερίκοκων: στους 120.000 τόνους η παραγωγή την επόμενη 3ετία

Η καλλιέργεια των βερίκοκων την τελευταία 20ετία σημείωσε σημαντική ανανέωση και εμπλουτισμό ποικιλιών, μετά το πλήγμα που δέχτηκαν οι οπωρώνες της από την ίωση της sharka (που εξακολουθεί να υφίσταται). Σημειώθηκε παράλληλα επέκταση καλλιεργειών τόσο σε παραδοσιακές περιοχές, όσο και σε άλλες, κατάλληλες ήτοι Αργολίδα, Κορινθία, Θεσσαλία, Χαλκιδική Δυτική Μακεδονία αλλά και Καβάλα”.

Οι καλλιεργούμενες ποικιλίες είναι οι παραδοσιακές Τυρίνθου, Μπεμπέκου, Διαμαντοπουλου αλλά και νέες (λόγω ανθεκτικότητας στην sharka) όπως είναι η νεράιδα, aurora και άλλες πατενταρισμένες κοκκινόσαρκες “με κριτήριο τόσο για την πρωιμότητα, την εμφάνιση του καρπού, το χρώμα του φλοιού, το μέγεθος, την γεύση και άρωμα, όσο και για την μετασυλλεκτική ανθεκτικότητα του στην τυποποίηση, συσκευασία και μεταφορά, για διάθεσή του στον καταναλωτή για τις επιτραπέζιες ποικιλίες, αλλά και στην επεξεργασία τους στις μεταποιητικές βιομηχανίες”.

Σύμφωνα με τον κ. Πολυχρονάκη, την τελευταία πενταετία καταγράφεται σταθερή η αύξηση των φυτεύσεων οπωρώνων βερίκοκου, αλλά και οι προοπτικές εξέλιξης της και ως αποτέλεσμα, ο ίδιος εκτιμά ότι “την επόμενη τριετία η εκτιμώμενη παραγωγή θα είναι της τάξης των 120.000 τόνων”.

Οι ευθύνες μερίδας των παραγωγών

“Δυστυχώς έχει εμπεδωθεί η νοοτροπία σε μερίδα των Ελλήνων αγροτών, ότι δεν υπάρχει ενδιαφέρον στην αξιοποίηση των εμπορικών προοπτικών των παραγομένων προϊόντων με συνέργειες και σύμπραξη τους σε Ομάδες Παραγωγών(κάτω του 10%) μετά από προσθήκη αξίας από την επεξεργασία και τυποποίησή τους. Δυστυχώς, επαναπαύονται στην διαχείριση και είσπραξη των ενισχύσεων-επιδοτήσεων των καλλιεργούμενων εκτάσεων και δεν φροντίζουν για τη βελτίωση της ποιότητας με την εφαρμογή ορθών γεωργικών πρακτικών (έχουν εγκαταλειφθεί πολλές καλλιέργειες)” σημειώνει και προσθέτει ότι επιπλέον αγκάθι αποτελεί το γεγονός ότι πολλά φρούτα διακινούνται κατευθείαν από το χωράφι ατυποποίητα για εξαγωγή, χωρίς παραστατικά με συνέπεια να πλήττεται η φήμη τους.

 

ΑΠΕ-ΜΠΕ
Προηγούμενο άρθροΘεσσαλονίκη: Συλλεκτική μπύρα “Ρούπελ 1941”
Επόμενο άρθροΟ Κυριάκος Μητσοτάκης στη Θεσσαλονίκη – Συνάντηση με τον Περιφερειάρχη Κ. Μακεδονίας Απόστολο Τζιτζικώστα