Συμβουλές ειδικών για αποδοτικότερη και φθηνότερη θέρμανση. Ποιες ελλείψεις και παραλείψεις στοιχίζουν ακριβά στην τσέπη μας

Ενεργοβόρα και με χαμηλή απόδοση, που δεν μας ικανοποιεί και στοιχίζει ακριβά στην τσέπη μας, είναι σε πολλές περιπτώσεις η θέρμανση στην Ελλάδα, συνεπεία μεταξύ άλλων της κακής ενεργειακής απόδοσης των ελληνικών κτιρίων, τα οποία χωρίζονται σε τρεις κατηγορίες: στα παλιά, που δεν έχουν ανακαινιστεί, στα κακοσυντηρημένα και σε όσα ουδέποτε εφαρμόστηκαν μελέτες εγκατάστασης συστημάτων θέρμανσης (πχ, μελέτες θερμομόνωσης), αλλά και σε εκείνα που χρησιμοποιούν μεμονωμένα συστήματα, σε ένα ή δύο δωμάτια.

 

Ποιες ελλείψεις δεν πρέπει να αγνοούμε ακόμη και αν φαίνονται εκ πρώτης όψεως δαπανηρές; Τι πρέπει να αποφεύγουμε; Ο καθηγητής του Τμήματος Μηχανολόγων Μηχανικών της Πολυτεχνικής σχολής του ΑΠΘ και διευθυντής του Εργαστηρίου Κατασκευής Συσκευών Διεργασιών, Άγις Παπαδόπουλος και ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας Βιοτεχνών Υδραυλικών Ελλάδος (ΟΒΥΕ), Δημήτρης Βαργιάμης, αναλύουν στο ΑΠΕ- ΜΠΕ τα συνήθη λάθη και τις παραλείψεις που κάνουν οι καταναλωτές και δίνουν χρήσιμες συμβουλές για εξοικονόμηση ενέργειας και αποδοτικότερη θέρμανση.

Σύμφωνα με τα αποτελέσματα των ερευνών εδώ και πολλά χρόνια, υπάρχουν οι εξής τρεις διακριτές κατηγορίες κτιρίων με κακή ενεργειακή απόδοση:

Παλιά μη ανακαινισμένα κτίρια

Η πρώτη αυτή κατηγορία αφορά  «ελλείψεις και προβλήματα που εντοπίζονται σχετικά εύκολα, αλλά δυστυχώς αντιμετωπίζονται δύσκολα. Πρόκειται για τα παλιά κτίρια. Ποσοστό 60%-70% των κτιρίων, δηλαδή το μεγάλο ποσοστό όσων ανεγέρθηκαν πριν από το 1980 δεν έχουν ανακαινιστεί σχεδόν ποτέ», αναφέρει χαρακτηριστικά ο κ. Παπαδόπουλος κι εξηγέι ότι αυτά τα κτίρια δεν διαθέτουν θερμομόνωση ή σύγχρονα κουφώματα κι έχουν συχνά πεπαλαιωμένα συστήματα θέρμανσης. «Κατά συνέπεια χρειάζονται δυσανάλογα πολλή ενέργεια για να θερμανθούν ικανοποιητικά. Απαιτούνται σημαντικές επενδύσεις σε θερμομόνωση, νέα κουφώματα και σύγχρονα συστήματα θέρμανσης, άρα είναι δύσκολο να αλλάξουν οι συνθήκες που επικρατούν» σημειώνει ο κ. Παπαδόπουλος.

Κτίρια με κακή συντήρηση  και χωρίς μελέτες εγκατάστασης

Η κακή συντήρηση σε λέβητα και καυστήρα, ακόμη και σε κτίρια σχετικά καινούργια, επιφέρει μείωση της απόδοσης θέρμανσης από 10% έως 20%, επισημαίνει ο καθηγητής του ΑΠΘ. «Ειδικά την τελευταία 10ετία, λόγω κρίσης, η συντήρηση φαντάζει ως μεγάλη δαπάνη και δεν γίνεται τακτικά. Για πάραδειγμα, είναι απαραίτητη η συντήρηση του καυστήρα κάθε χρόνο και ο καθαρισμός του λέβητα σε πιο αραιά διαστήματα. Ειδικά αν πρόκειται για λέβητα πετρελαίου ο καθαρισμός επιβάλλεται κάθε τέσσερα χρόνια» τονίζει ο καθηγητής του Τμηματος Μηχανολόγων Μηχανικών. «Ένας κακοσυντηρημένος καυστήρας όπως και ένας λέβητας που δεν έχει καθαριστεί επιφέρουν μείωση της απόδοσης θέρμανσης από 10% έως 20% . Εννοείται ότι η ανάγκη για σωστή συντήρηση αφορά και τα συστήματα κλιματισμού» αναφέρει ο κ. Παπαδόπουλος.

Σε αυτή τη δεύτερη κατηγορία ανήκουν επίσης σχετικά νέα κτίρια, στα οποία δεν εφαρμόστηκαν οι μελέτες εγκατάστασης, όπως για παράδειγμα μελέτη θερμομόνωσης (στέγη, στοιχεία σκυροδέματος, παράθυρα), με αποτέλεσμα να υπάρχουν μεγάλες απώλειες.

Μεμονωμένα συστήματα θέρμανσης

Η τρίτη κατηγορία κακής ενεργειακής απόδοσης αφορά στην επιλογή μεμονωμένων συστημάτων θέρμανσης, π.χ. σε ένα ή δύο δωμάτια. Λόγω της οικονομικής κρίσης. πολλοί επιδιώκουν μια αποδοτική θέρμανση ανάλογη με τα χρήματα που μπορούν να διαθέσουν. «Φαίνεται συμφέρουσα λύση, αλλά δεν είναι ικανοποιητική και επιπροσθέτως είναι ενεργοβόρα» σχολιάζει ο Διευθυντής του Εργαστηρίου Κατασκευής Συσκευών Διεργασιών, Άγις Παπαδόπουλος και εξηγεί: «Όταν έχουμε πολύ χαμηλές θερμοκρασίες εξωτερικά, η χρήση ενός παλιού κλιματιστικού για θέρμανση έχει πολύ χαμηλή απόδοση. Επίσης, πολλά τζάκια τα οποία δεν σχεδιάστηκαν να είναι λειτουργικά αλλά διακοσμητικά, έχουν κακό βαθμό απόδοσης. Επιπροσθέτως, σε συνδυασμό με την καύση κακής ποιότητας ξύλου προκαλούν ρύπους στην ατμόσφαιρα αλλά και στο εσωτερικό του κτιρίου. Τα ηλεκτρικά θερμαντικά σώματα είναι ενεργειακώς δαπανηρά, και αποτελούν ανορθόδοξη λύση» επισημαίνει ο καθηγητής, σημειώνοντας ότι «είναι βέβαια φθηνά στην αγορά, ζεσταίνουν όμως τοπικά. Είναι το λιγότερο αποδοτικό ενεργειακά σύστημα. Σε όλα τα παραπάνω παραδείγματα, ζεσταίνεται ο αέρας στα δωμάτια, αλλά όχι οι τοίχοι ούτε το πάτωμα». Όπως λέει ο κ. Παπαδόπουλος πρέπει να κατανοήσουν οι καταναλωτές ότι με τα μεμονωμένα συστήματα θέρμανσης “ανακουφιζόμαστε για λίγο και μόνο τοπικά”.

Όχι στη διακοπτόμενη λειτουργία – Πώς ρυθμίζουμε τη θερμοκρασία όταν λείπουμε

«Να επισημάνουμε ότι η διακοπτόμενη λειτουργία στα συστήματα θέρμανσης στις οικοδομές, ειδικά εφόσον είναι θερμομονωμένες, δεν είναι η οικονομικότερη λύση. Αν λείπει κάποιος οκτώ ή δέκα ώρες είναι πολύ καλύτερα να ρυθμίσει τη θερμοκρασία στους 15 βαθμούς, παρά να το κλείσει τελείως. Αν δεν το κλείσει, θα χρειαστεί πολύ μικρότερη δαπάνη, για να φτάσει η θερμοκρασία στους 18 βαθμούς Κελσίου» αναφέρει ο καθηγητής του ΑΠΘ.

Ο σωστός τρόπος αερισμού του σπιτιού

Ο καλύτερος τρόπος είναι να αερίζουμε το σπίτι σε σύντομο χρόνο και εντατικά. Είναι δηλαδή καλύτερο να αερίζουμε όλο το σπίτι για 5 ή 10  λεπτά με ορθάνοιχτα παράθυρα, παρά για μισή ώρα με μισάνοικτα παράθυρα ανάλογα με την εξωτερική θερμοκρασία. Ετσι δεν προλαβαίνουν να κρυώσουν τα δομικά στοιχεία (πάτωμα τοίχοι). Κατά τον κ.Παπαδόπουλο, επίσης, η παλιά συμβουλή, ότι δεν σκεπάζουμε τα σώματα θέρμανσης με αντικείμενα έπιπλα, υφάσματα κλπ. είναι σοφή.

Ο καθηγητής του ΑΠΘ παρατηρεί ακόμη ότι «Όταν έρχεται ο συντηρητής ρυθμίζει τον θερμοστάτη εξόδου από τον λέβητα με βάση τις βέλτιστες παραμέτρους λειτουργίας του συστήματος θέρμανσης όπως γνωρίζει καλά. Είναι λάθος ο ιδιοκτήτης να “πειράζει” τις ρυθμίσεις, συνήθως χαμηλώνοντας τη θερμοκρασία εξόδου, πιστεύοντας ότι έτσι θα κάνει οικονομία, ενώ το μόνο που θα πετύχει είναι να υποβαθμίσει το επίπεδο της θέρμανσης».

Απαραίτητος ο καθαρισμός

Την απαραίτητη συντήρηση του λέβητα για όλες τις εγκαταστάσεις, συστήματα ατομικής και κεντρικής θέρμανσης, επισημαίνει και ο πρόεδρος Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Βιοτεχνών Υδραυλικών (ΟΒΥΕ), Δημήτρης Βαργιάμης και αναφέρει μία πρακτική καθαρισμού, σχετικά νέα, όπως λέει που μειώνει σημαντικά το κόστος θέρμανσης.

 «Ο καθαρισμός των δικτύων σωληνώσεων αλλά και των θερμαντικών σωμάτων είναι σχετικά νέα πρακτική, που οι επαγγελματίες παρατηρήσαμε ότι χρειάζεται κάθε τέσσερα χρόνια περίπου και  συμβάλει στη μείωση του κόστους θέρμανσης έως και 40%. Εντοπίσαμε κάποιες δυσλειτουργίες στα συστήματα θέρμανσης, που με τον καιρό παράγουν από την καύση οξείδιο του σιδήρου, τη λεγόμενη “μαυρίλα” ή “μούργα”. Ο μηχανικός τρόπος είναι σχετικά δύσκολος και κουραστικός, ο χημικός  πιο εύκολος», όπως σχολιάζει ο πρόεδρος της ΟΒΥΕ.  «Ρίχνουμε υγρό που αποκολλά τη μαυρίλα και μετά χρησιμοποιούμε μια αντλία καθαρισμού σε όλο το σύστημα (καζάνι καυστήρα, σωληνώσεις, θερμαντικά σώματα). Έτσι περίπου κάθε τέσσερα χρόνια  προσθέτουμε “αδρανοποιητή”, όπως βάζουμε στο ΙΧ αντιψυκτκό» σημειώνει ο κ. Βαργιάμης και τονίζει ότι «το κόστος της εργασίας αυτής το κάνεις απόσβεση μέσα σε ένα χρόνο αφού έχει καλύτερη απόδοση».

Θερμοστάτης ψηφιακός αντί αναλογικού

Οι επαγγελματίες προτείνουν την αλλαγή του μηχανικού θερμοστάστη που έχουν τα διαμερίσματα σε πολλές οικοδομές, που δεν είναι καινούργιες με έναν ψηφιακό που είναι πιο ακριβής. «(Με τον μηχανικό θερμοστάτη) παρατηρείται απόκλιση ώς και πέντε βαθμών, δηλαδή ρυθμίζουμε στους 22 βαθμούς και μας δίνει 25, έχει διαπιστωθεί ότι έχουμε έως και 7% μεγαλύτερη κατανάλωση. Ο ηλεκτρονικός θερμοστάτης εξασφαλίζει καλήτερη λειτουργία και ακρίβεια στη θερμοκρασία», επισημαίνει ο πρόεδρος της ΟΒΥΕ.

Ο κ. Βαργιάμης συμπληρώνει ότι μια άλλη πρακτική που βοηθά στη μείωση της κατανάλωσης είναι η  «τοποθέτηση συστήματος αντστάθμισης στον λέβητα.. Ανάλογα με τη θερμοκρασία εξωτερικού χώρου διαμορφώνεται η θερμοκρασία στον λέβητα. Το σύστηα μπορεί να τοποθετηθεί και σε μία παλιά εγκατάσταση και να εξασφαλίσει μείωση της κατανάλωσης έως και 15% » .

Όπως επισημαίνει ο πρόεδρος της ΟΒΥΕ «δεν υπάρχουν κανονισμοί εφαρμογής στην εγακατάσταση θέρμανσης, είναι αίτημα της Ομοσπονδίας Βιοτεχνών Υδραυλικών  προκειμένου να ακολουθούν όλοι οι συνάδελφοι απαραίτητες προδιαγραφές, καποιος κανόνες εφαρμογή».

Ο κ. Βαργιάμης συστήνει στους καταναλωτές που τώρα τοποθετούν συστήματα θερμανσης  «να ζητούν μηχανήματα συμπύκνωσης, είναι μία τεχνολογία εξοικονόμησης ενέργειας».

Αδειούχοι αρχιτεχνίτες και υδραυλικοί προτρέπουν τους πελάτες «στις νέες εγκαταστάσεις να ζητούν την Υπεύθυνη Δήλωση Καλής Εκτέλεσης από τον εγκαταστάτη, καθώς για 10 χρόνια τον καθιστά υπεύθυνο για την εγκατάσταση».

 «Επιπροσθέτως η Ομοσπονδία έχει προχωρήσει σε σύμβαση αστικής ευθύνης με ασφαλιστική εταιρεία, σύμβση που πολλοί επαγγελματίες έχουν υπογράψει. Το συμβόλαιο καλύπτει ζημιές που μπορεί να προκαλέσει το έργο κατά τη διάρκεια της εγκατάστασης και σε βάθος 10ετίας» σημειώνει ο πρόεδρος της ΟΒΥΕ.

Μειωμένες κατά 50% οι παραγγελίες πετρελαίου

Στο μεταξύ, μειωμένες κατά 50% ήταν οι παραγγελίες πετρελαίου θέρμανσης, μέχρι την προηγούμενη εβδομάδα όπως υποστηρίζει ο πρόεδρος της Ένωσης Βενινοπωλών Θεσσαλονίκης (ΕΝΒΕΘ), Θέμης Κιουρτζής. «Πέρυσι τέτοια εποχή είχαν πουληθεί τα διπλάσια λίτρα. Οφείλεται η μείωση στην υψηλή τιμή και στον καλό καιρό» εξηγεί.

Ο κ. Κιουρτζής αναφέρει πώς μεγάλες απώλειες έχουν όσοι από την κεντρική θέρμανση “πέρασαν” σε “ατομική”. «Όσοι έβαλαν όμως έβαλαν σύγχρονο, ατομικό καυστήρα είδαν τεράστια μείωση στην κατανάλωση» τονίζει.

Έλεγχος ποσότητας καυσίμου

Ο πρόεδρος της ΕΝΒΕΘ  επισημαίνει ακόμη ότι «η γεωμετρική δεξαμενή για την αποθήκευση του πετρελαίου είναι εύκολα μετρήσιμη. Όσοι καταναλωτές έχουν δεξαμενή με ακανόνιστο σχήμα πρέπει να ζητήσουν από τον κατασκευαστή μετρικό κανόνα, είναι υποχρεωμένος ο κατασκευαστής να παραδίδει ογκομετρικό πίνακα». Σε κάθε περίπτωση ο πελάτης μετρά το καύσιμο πριν και μετά με μεταλλική βέργα».

«Μεγάλες αποκλίσεις στη μέση τιμή αγοράς πετρελαίου να υποψιάζουν τον καταναλωτή»

 «Συστήνω στους καταναλωτές να μην παρακινούνται από την πολύ φθηνή τιμή, να κινήσει την περιέργειά τους το πολύ φθηνό καύσιμο» , υποστηρίζει ο κ. Κιουρτζής και εξηγεί  ότι «τα περιθώρια κέρδους είναι πολύ μικρά, άρα μεγάλες αποκλίσεις κάτω από τη μέση τιμή (πάνω από 2- 3 λεπτά, δεν είναι “κοστολογικά δικαιολογήσιμες”», αναφέρει χαρακτηριστικά ο πρόεδρος της ΕΝΒΕΘ.

ΑΠΕ-ΜΠΕ

Προηγούμενο άρθροΟι άνθρωποι θυμούνται καλύτερα τα ονόματα παρά τα πρόσωπα, σύμφωνα με νέα έρευνα
Επόμενο άρθροΚαθιστική ζωή: Πώς γίναμε θύματα του «τρομακτικότερου ιού» στη σύγχρονη εποχή