Ακόμη και όσοι συνταξιούχοι, μισθωτοί ή αγρότες αμείβονται με 430 ευρώ τον μήνα θα πληρώνουν φόρο εισοδήματος, αν τελικά κυβέρνηση και δανειστές συμφωνήσουν για μείωση του αφορολόγητου ορίου στις 6.000 ευρώ.
Δηλαδή ακόμη και όσοι απασχολούνται με καθεστώς μερικής ή εκ περιτροπής απασχόλησης. Ουσιαστικά δηλαδή όσοι διαβιώνουν με εισοδήματα λίγο πάνω από το όριο της φτώχειας που είναι σήμερα στα 4.512 ευρώ. Επιβάρυνση η οποία είναι ακόμη μεγαλύτερη για όσους πιάνονται στη τσιμπίδα των τεκμαρτών εισοδημάτων, δηλαδή ενώ έχουν πενιχρά εισοδήματα πληρώνουν υψηλούς φόρους γιατί έχουν ένα σπίτι ή ένα αυτοκίνητο.
Σύμφωνα με το επικρατέστερο σενάριο το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης είναι διατεθειμένο να «θυσιάσει» το αφορολόγητο προκειμένου να εξοικονομήσει πάνω από 2 δισεκατομμύρια ευρώ. Σε μια τέτοια περίπτωση, σύμφωνα πάντα με πληροφορίες, η κυβέρνηση δεν θα χρειαστεί να λάβει, για την ώρα τουλάχιστον, νέα μέτρα και να αποφύγει την εκ νέου περικοπή των συντάξεων.
Ωστόσο το εύρος της μείωσης του αφορολόγητου θα καθοριστεί, από το ύψος των μέτρων που θα απαιτήσει η τρόικα από την Αθήνα, μετά τη λήξη του προγράμματος το 2018, προκειμένου να υπάρξει οριστική συμφωνία, με την συμμετοχή του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Κυβέρνηση και δανειστές έχουν επιδοθεί σε ένα ιδιότυπο μπα ντε φερ για το ύψος της μείωσης του αφορολόγητου, καθώς το ΔΝΤ επιθυμεί να… κοπεί σχεδόν στη μέση και να φτάσει τα 5.000 ευρώ κάτι που βρίσκει αντίθετη την κυβέρνηση.
Με το παζάρι για την μείωση του αφορολόγητου ορίου να βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη η «χρυσή» τομή φαίνεται αν βρίσκεται κάπου στη μέση, και το αφορολόγητο όριο να μειώνεται στα 6.000 ευρώ. Κάτι, που αν τελικά ισχύσει θα φέρει αντιμέτωπους με σημαντικές επιβαρύνσεις μισθωτούς, συνταξιούχους και αγρότες.
Σήμερα, με το ισχύον καθεστώς, το αφορολόγητο όριο για άγαμο είναι στα 8.636 ευρώ, για έγγαμο με 1 παιδί στα 8.863, για έγγαμο με δύο παιδιά 9.090 και για έγγαμο με 3 παιδιά στα 9.545 ευρώ. Τις επιβαρύνσεις από τη μείωση του αφορολόγητου ορίου θα τις επωμίζονται ακόμη και όσοι λαμβάνουν την κατώτατη καθαρή αμοιβή των 492 ευρώ. Σε συνδυασμό μάλιστα με τον δραστικό περιορισμό των φοροαπαλλαγών, η επιβαρύνσεις θα είναι ακόμη μεγαλύτερες.