Η Επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος έγινε δέκα ημέρες μετά από την Ανάληψη του Κυρίου στους ουρανούς. Σύμφωνα με την Παράδοση, αφού ο Ιησούς Χριστός ανελήφθη στους ουρανούς, κάθε μέρα προσκυνούσαν το Θεό ένα από τα εννιά Αγγελικά Τάγματα και τη δέκατη ημέρα στάλθηκε ο Παράκλητος στους Αποστόλους.
Στις δέκα αυτές ημέρες οι Απόστολοι προετοιμάζονταν και περίμεναν την πραγματοποίηση της υπόσχεσης του Κυρίου με πίστη, εγκαρτέρηση και προσευχή.
Το Άγιο Πνεύμα είναι η μία από τις τρεις υποστάσεις του Θεού μαζί με τον Πατέρα και τον Υιό. Στην ουσία οι τρεις υποστάσεις μαζί αποτελούν την Αγία Τριάδα.
Ενώ ήταν όλοι συγκεντρωμένοι στο υπερώο της Ιερουσαλήμ και περίμεναν, όταν ήλθε η μέρα της Πεντηκοστής, περίπου κατά τις εννέα η ώρα το πρωί, ξαφνικά ακούστηκε βροντή απ’ τον ουρανό τέτοια, ώστε νόμιζες ότι θα ακουσθεί σε όλη την Οικουμένη. Εκεί βρίσκονταν ακόμα Έλληνες, Πάρθοι, Μήδοι και Ελαμίτες, κάτοικοι της Μεσοποταμίας, της Καππαδοκίας, του Πόντου, της Ασίας, της Φρυγίας, της Παμφυλίας, της Αιγύπτου, της Κυρήνης, Ρωμαίοι πολίτες, Κρητικοί και Άραβες πού μιλούσαν διάφορες γλώσσες. Άλλοι απ’ αυτούς ήταν ιουδαϊκής καταγωγής και άλλοι προσήλυτοι. Τότε φάνηκε το Άγιο Πνεύμα όμοιο με πύρινες γλώσσες και κάθισε σε καθέναν απ’ αυτούς. Κάθισε όχι μόνο στους δώδεκα Μαθητές, αλλά και στους εβδομήκοντα! Και μιλούσαν πλέον όλοι ξένες γλώσσες! Καθένας δηλαδή απ’ τους αποστόλους μιλούσε όλες τις γλώσσες! Κι ας μη νομισθή ότι ο απόστολος μιλούσε τη δική του την εβραϊκή γλώσσα, ενώ οι ακροατές άκουγαν τη γλώσσα τη δική τους! Όχι! Ο κάθε Απόστολος καταλάβαινε και μιλούσε τη γλώσσα κάθε άλλου έθνους.
Σύμφωνα με την Ορθόδοξη εκκλησία εκπορεύεται μόνο από τον Πατέρα, ενώ οι Καθολικοί πιστεύουν ότι εκπορεύεται και από τον Υιό. Αυτή μάλιστα είναι μια ανά τους αιώνες από τις μεγαλύτερες διαφορές Ορθοδόξων και Καθολικών.
Η επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος ήταν η εκπλήρωση της υπόσχεσης που τους έδωσε ο Κύριος Ιησού Χριστού πριν την Ανάληψή Του. Το Άγιο Πνεύμα στάλθηκε για να φωτίσει και να ενδυναμώσει τους Αποστόλους στο τιτάνιο έργο που τους άφησε ως συνεχιστές Του ο Κύριος.
Οι Απόστολοι μετά την φώτισή τους από το Άγιο Πνεύμα βγήκαν έξω και άρχισαν να κηρύττουν στους Ιουδαίους και στους προσήλυτους (πρώην ειδωλολάτρες που είχαν ασπαστεί τον Ιουδαϊσμό) που βρίσκονταν στα Ιεροσόλυμα, μιλώντας στον καθένα στη γλώσσα του. Κάποιοι έμειναν εκστατικοί και τους θαύμαζαν, ενώ άλλοι τους κορόιδευαν ότι ήταν μεθυσμένοι. Τότε πήρε το λόγο ο Απόστολος Πέτρος και τους είπε ότι ήταν αδύνατο να είχαν μεθύσει, αφού ακόμη ήταν μόλις δέκα η ώρα το πρωί και κατόπιν τους εξήγησε ότι αυτό ήταν η εκπλήρωση της προφητείας του Ιωήλ.
Η Πεντηκοστή άρχισε να γιορτάζεται από τους αποστολικούς χρόνους είτε στο ναό των Ιεροσολύμων μαζί με τους Ιουδαίους (Πράξεις 20,16), είτε χωριστά. Σύμφωνα με τους εκκλησιαστικούς Πατέρες και συγγραφείς του του 4ου αιώνα γίνεται λόγος περί του εορτασμού από τους αποστολικούς χρόνους όπου κατά την εορτή αυτή γινόταν και η βάπτιση των κατηχουμένων όπου και για το λόγο αυτό συνεχίζεται και ψάλλεται ο τρισάγιος ύμνος: “Όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθητε…“. Η Πεντηκοστή είναι εβδομαδιαία εορτή δηλαδή εορτάζεται όλες τις ημέρες της εβδομάδας με ιδιαίτερη έξαρση το Σάββατο. Από τις μεθεόρτιες ημέρες ξεχωρίζει η Δευτέρα που είναι αφιερωμένη στο Άγιο Πνεύμα όπου και επαναλαμβάνεται ομοίως όλη η ακολουθία της Κυριακής.
Το Άγιο Πνεύμα έκτοτε είναι μαζί μας και «όλον συγκροτεί τον θεσμόν της Εκκλησίας». Τα Μυστήρια της Εκκλησίας μας γίνονται με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος. Η μετατροπή του Άρτου και Οίνου σε Σώμα και Αίμα Χριστού γίνονται δια της επικλήσεως του Αγίου Πνεύματος από τον λειτουργό Ιερέα ή Επίσκοπο. Ο Κύριος μετά την Ανάληψή Του, μας έστειλε τον Παράκλητο, ώστε να φωτίζει και να αγιάζει την Εκκλησία και τον κάθε πιστό.
Η Δευτέρα μετά την Πεντηκοστή
Την Δευτέρα μετά την Πεντηκοστή, η Εκκλησία μας εορτάζει το Άγιο Πνεύμα, επειδή την Κυριακή πρωταγωνιστεί το Άγιο Πνεύμα στα γεγονότα. Το Άγιο Πνεύμα είναι το τρίτο πρόσωπο της Αγίας Τριάδας, το οποίο εκπορεύεται εκ του Πατρός και μαζί με τον Πατέρα και τον Υιό είναι η Αγία Τριάδα, ο Τριαδικός Θεός. Είναι ομοούσιο με τα πρόσωπα του Πατρός και του Υιού και κατά το Σύμβολο της Πίστεως «συνπροσκυνείται και συνδοξάζεται» με τον Πατέρα και με τον Υιό, ίσο κατά τη λατρεία και την τιμή.