Περιβάλλον:  Κατά 500% έχει αυξηθεί η διασυνοριακή διακίνηση επικίνδυνων αποβλήτων παγκοσμίως τα τελευταία 30 χρόνια

Τον πιο ολοκληρωμένο “χάρτη” της διασυνοριακής μεταφοράς επικίνδυνων αποβλήτων ανά τον κόσμο παρουσίασαν επιστήμονες σε μελέτη τους στο περιοδικό “Nature Communications”. Κάνουν λόγο για έναν πραγματικό Παγκόσμιο Ιστό Αποβλήτων (World-Wide Waste Web), σε μια προφανή αναλογία με τον παγκόσμιο ιστό WWW του διαδικτύου.

Περίπου 7 έως 10 δισεκατομμύρια τόννοι αποβλήτων παράγονται κάθε χρόνο παγκοσμίως και από αυτούς οι 300 έως 500 τόννοι θεωρούνται  επικίνδυνα απόβλητα, που είναι τοξικά, εύφλεκτα, εκρηκτικά, διαβρωτικά ή ενέχουν βιολογικούς κινδύνους. Κατά τα τελευταία 30 χρόνια εκτιμάται ότι το εμπόριο διακινούμενων επικίνδυνων αποβλήτων έχει αυξηθεί κατά 500%.

Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον Ισπανό Ερνέστο Εστράδα του Ινστιτούτου Διεπιστημονικής Φυσικής και Ολοκληρωμένων Συστημάτων στην Πάλμα ντε Μαγιόρκα, ανέλυσαν δεδομένα της περιόδου 2001-2019, καταγράφοντας τη διακίνηση 108 κατηγοριών επικίνδυνων αποβλήτων μεταξύ διαφόρων χωρών.

Εντοπίστηκαν 28 χώρες υψηλού κινδύνου για κορεσμό αποβλήτων, με συνέπεια ακατάλληλες συνθήκες διαχείρισης των επικίνδυνων υλικών και πιθανούς κινδύνους περιβαλλοντικής ρύπανσης και επιπτώσεων στην ανθρώπινη υγεία. Ανάμεσα στις χώρες που εισάγουν μεγάλους όγκους τέτοιων αποβλήτων, είναι το Μεξικό, η Ινδία και το Ουζμπεκιστάν.

Ορισμένες ανεπτυγμένες χώρες, σύμφωνα με τη μελέτη, όπως η Γερμανία, η Γαλλία και οι ΗΠΑ, έχουν εξελιχτεί από πιο ισορροπημένες ροές αποβλήτων στο παρελθόν, στο να έχουν πια μετατραπεί κατά βάση σε “καθαρούς”εξαγωγείς αποβλήτων. Η Κίνα παραμένει πάντως εδώ και καιρό ο Νο 1 καθαρός εξαγωγέας τέτοιων αποβλήτων.

Παρόλο που υπάρχουν σημαντικά οικονομικά κίνητρα για τις χώρες εισαγωγής αποβλήτων, οι τελευταίες συχνά δυσκολεύονται να διαχειριστούν σωστά τα απόβλητα από άποψη προστασίας του περιβάλλοντος και της δημόσιας υγείας, καθώς ολοένα συχνότερα ο όγκος των εισαγομένων αποβλήτων ξεπερνά τις εγχώριες δυνατότητες για διαχείριση και επεξεργασία τους.

Σύνδεσμος για την επιστημονική δημοσίευση:

https://www.nature.com/articles/s41467-022-28810-x

ΑΠΕ-ΜΠΕ
Προηγούμενο άρθροEurostat: Η Ρωσία είναι ο μεγαλύτερος προμηθευτής της ΕΕ για φυσικό αέριο, πετρέλαιο και άνθρακα – Το 2020, οι ρωσικές εισαγωγές έφτασαν το 24,4% των ενεργειακών αναγκών της ΕΕ
Επόμενο άρθροΚίνα- covid-19: Αυξάνονται τα κρούσματα στη Σανγκάη παρά την επιβολή lockdown