Τον κώδωνα του κινδύνου κρούει η επιστημονική κοινότητα υπό τον φόβο αύξησης της συχνότητας εκδήλωσης φαινομένων όπως οι φονικές πλημμύρες που έπληξαν τη Βαλένθια. Οι αυξημένες θερμοκρασίες των θαλασσών τα τελευταία χρόνια και ειδικά στη Μεσόγειο, προκαλούν αύξηση της αστάθειας σε όλη την περιοχή, όπως αναφέρουν.
«Πέρα από την αλλαγή των μοτίβων της παγκόσμιας κυκλοφορίας και τη δυνατότητα του αέρα να συγκρατεί περισσότερη υγρασία, έχουμε τα τελευταία χρόνια στη Μεσόγειο μια αξιοσημείωτη αύξηση της θερμοκρασίας των νερών της. Δηλαδή, μιλάμε για 2-3 βαθμούς παραπάνω θερμοκρασία, η οποία αυξάνει την αστάθεια εξαιρετικά σε όλη την περιοχή», εξηγεί στο Αθηναϊκό- Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο τέως διευθυντής του Εθνικού Μετεωρολογικού Κέντρου της ΕΜΥ και μέλος της Επιστημονικής Επιτροπής Εκτίμησης Κινδύνου του υπουργείου Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας, Δημήτρης Ζιακόπουλος.
Στην Ελλάδα αν και οι βροχοπτώσεις που σημειώνονται είναι σημαντικά μειωμένες, ο φόβος εκδήλωσης ισχυρότερων σε ένταση βροχοπτώσεων είναι ορατός. «Ο αριθμός ημερών βροχής στη χώρα μας έχει περιοριστεί σημαντικά, αλλά όταν αυτές έρχονται, όσο αργά και να έρχονται, συνήθως είναι πιο ισχυρές από ό,τι ήταν πριν. Αυτό είναι το μοτίβο και αυτό είναι που μας φοβίζει», σημειώνει ο κ. Ζιακόπουλος.
Σύμφωνα με τον επίκουρο καθηγητή Φυσικών Καταστροφών του ΕΚΠΑ, Μιχάλη Διακάκη, τέτοια ακραία φαινόμενα γίνονται όλο και πιο συχνά, κάτι το οποίο αποτέλεσε και αντικείμενο μελέτης των ερευνητών. «Προσπαθήσαμε να κοιτάξουμε ένα χρονικό διάστημα το οποίο είναι πολύ μεγάλο διότι αυτά δεν μπορείς να αξιολογήσεις την παρουσία τους και αν αυξάνονται ή μειώνονται αν κοιτάξεις 10-20 χρόνια πίσω. Επομένως κοιτάξαμε 140 χρόνια πίσω στην Ανατολική Μεσόγειο και σε αυτό το πλαίσιο είδαμε με σχετική έκπληξη πρέπει να πω ότι είχαμε τουλάχιστον 20 συμβάντα με πάνω από 80 νεκρούς, κάποια είχαν 100, κάποια 150, κάποια 200, κάποια 500 νεκρούς. Αυτό το οποίο είδαμε είναι ότι έχουμε ένα ρυθμό επανάληψης κατά μέσο όρο μια φορά στα 9 χρόνια στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Αυτό λοιπόν φαίνεται να είναι αρκετά πιο συχνό.
Αν πάμε στα Βαλκάνια στη χώρα μας και στα υπόλοιπα Βαλκάνια θα δούμε ότι έχουμε μια ετήσια πιθανότητα περίπου 2,5% να εμφανιστεί ένα τέτοιο συμβάν δεν είναι πολύ υψηλό αλλά δεν είναι και τόσο χαμηλό όσο θα περιμέναμε άρα υπάρχει ρεαλιστικά η πιθανότητα να δούμε κάτι τέτοιο και στη χώρα μας. Και βέβαια έχει πολύ μεγάλη σημασία μια τέτοια καταιγίδα που θα πέσει δηλαδή αν πέσει σε μια περιοχή όπως είναι ο κάμπος της Θεσσαλίας όπου τα νερά κινούνται πιο ήπια όπου έχουμε πάρα πολλές αγροτικές και δασικές εκτάσεις και εκτάσεις φυσικής βλάστησης και μικρότερο κομμάτι αστικού περιβάλλοντος τότε μπορεί οι ζημιές βέβαια να ήταν καταστροφικές αλλά δεν θα ήταν τόσο καταστροφικές θα μπορούσαν να ήταν αν έπεφταν σε ένα αστικό περιβάλλον όπως αυτού του λεκανοπεδίου της Αθήνας, δηλαδή ναι μεν γιγάντια η καταστροφή αλλά από την άλλη αν ήταν σε έναν πολύ πυκνό αστικό χώρο όπως η Αθήνα τότε θα είχαμε πολλαπλάσια καταστροφή σαν αυτό που είδαμε περίπου στη Βαλένθια», υπογραμμίζει ο κ. Διακάκης.
Για τον κ. Διακάκη, το φαινόμενο που έπληξε την ανατολική Ισπανία, έμοιαζε περισσότερο με τις πλημμύρες στη Μάνδρα . «Μοιάζει με αυτό της Μάνδρας έχει όμως και εκεί κάποιες μικρές διαφορές. Η πρώτη διαφορά είναι ότι το μέγεθος του ποταμού στη Βαλένθια είναι κατά πολύ μεγαλύτερο από αυτό της Μάνδρας, μιλάμε για περίπου τα 2/3 του Πηνειού το ποτάμι της Βαλένθια, ενώ αυτό της Μάνδρας ήταν μία πολύ μικρή λεκάνη απορροής, ένα μικρός ξεροπόταμος και επίσης η έκταση του φαινομένου της πλημμύρας στη Μάνδρα έγινε σε μια μικρή πόλη των 12.000 κατοίκων ενώ στη Βαλένθια μιλάμε για μια πόλη των 800.000 – 1.000.000 κατοίκους στην ευρύτερη περιοχή. Άρα λοιπόν το μέγεθος, τα μεγέθη διαφέρουν», επισημαίνει και τονίζει:
«Είναι βέβαιο ότι θα τα βλέπουμε συχνά τέτοια φαινόμενα. Αν σκεφτείτε μέσα στην τελευταία δεκαετία πόσες φορές έχουμε δει στη χώρα μας που είναι μια μικρή περιοχή της Μεσογείου τέτοιου είδους φαινόμενα με νεκρούς, όπως στη Μάνδρα, στην Εύβοια το καλοκαίρι του 2020, στον Ντάνιελ, στον Ιανό. Βλέπουμε πολύ συχνά τέτοια φαινόμενα πλέον, αν όχι κάθε χρόνο σχεδόν χρόνο παρά χρόνο».
Εξαιρετικά ξηρός ο Οκτώβριος σχεδόν σε όλη τη χώρα – Αυξημένες κατά 16% οι πυρκαγιές τον φετινό Οκτώβριο
Παράλληλα, σύμφωνα με το Ευρωπαϊκό Παρατηρητήριο Ξηρασίας, μέχρι τις αρχές Οκτωβρίου 2024, ο συνδυασμένος δείκτης ξηρασίας (CDI) καταδεικνύει συνθήκες προειδοποιητικής ξηρασίας σε μια σειρά από περιοχές, ανάμεσά τους και η νότια Ελλάδα, ενώ ορισμένες περιοχές στην περιοχή της Μεσογείου – ιδιαίτερα στη νότια Ιταλία – την ανατολική και νότια Ισπανία και Ελλάδα, βρίσκονται στο «κόκκινο», υπό συνθήκες επίμονης ξηρασίας, με επιπτώσεις στη βλάστηση.
Ενδεικτικά, σύμφωνα με καταγραφές 118 σταθμών του δικτύου του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών/meteo.gr , ο φετινός Οκτώβριος ήταν εξαιρετικά ξηρός σχεδόν σε όλη τη χώρα:
- Σε 95 σταθμούς το ύψος βροχής ήταν μηδενικό ή ελάχιστο, παρουσιάζοντας μία απόκλιση από 80 έως 95 % σχετικά με τις κανονικές τιμές του Οκτωβρίου.
- Σε κανέναν σταθμό το μηνιαίο ύψος βροχής δεν ήταν υψηλότερο από την μέση τιμή των τελευταίων 15 ετών
Σημειώνεται επίσης ότι σύμφωνα με τις καταγραφές των σταθμών, ο φετινός Οκτώβριος ήταν πιο ξηρός τουλάχιστον των τελευταίων 15 ετών (με εξαίρεση περιοχές της Βορειοδυτικής Ελλάδας όπως η Κέρκυρα και τα Ιωάννινα) όπου ο φετινός Οκτώβριος ήταν ο δεύτερος πιο ξηρός.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ιδιαίτερα αυξημένες είναι και οι πυρκαγιές στην Ελλάδα τον φετινό Οκτώβριο. Ειδικότερα, σύμφωνα με στοιχεία από την Πυροσβεστική, οι πυρκαγιές παρουσιάζουν αύξηση 16% καθώς τον φετινό Οκτώβριο εκδηλώθηκαν 1007 πυρκαγιές ενώ τον περσινό αντίστοιχο μήνα 867. Επιπλέον, όπως αναφέρουν αρμόδια στελέχη από το ΠΣ, η ανομβρία, η παρατεταμένη ξηρασία και ο αυξημένος αριθμός των πυρκαγιών οδήγησε στην παράταση της απαγόρευσης χρήσης πυρός ( κι όχι αντιπυρικής περιόδου ) έως τις 15 Νοεμβρίου σε πολλές περιοχές της χώρας.
Τι προκάλεσε τις φονικές πλημμύρες στη Βαλένθια
Στην περίπτωση της ευρύτερης περιοχής της Βαλένθια, όπως εξηγεί ο κ. Ζιακόπουλος λειτούργησε ένα θερμοδυναμικό αίτιο, το οποίο ουσιαστικά σχετίζεται με ένα χαμηλό, αποκομμένο από την κυκλοφορία, το οποίο στάθηκε πάνω από την περιοχή, την ευρύτερη περιοχή Ισπανίας-Μαρόκου.
«Αυτό, λοιπόν, έδωσε το βασικό αίτιο, το μεγάλης κλίμακας αίτιο. Υπέρ της μεγάλης έντασης των καταιγίδων όμως λειτούργησαν δύο πράγματα. Πρώτα, η μορφολογία του εδάφους, το ανάγλυφο δηλαδή, και δεύτερον, ένα θερμό και υγρό ανατολικό, νοτιοανατολικό ρεύμα, το οποίο έπνεε στην περιοχή της ανατολικής νοτιοανατολικής Ισπανίας, το οποίο προερχόταν από τη θάλασσα του Αλμποράν, αλλά και κυρίως από τη θάλασσα των Βαλεαρίδων. Επομένως, δεδομένου ότι η θάλασσα ήταν πολύ θερμότερη από την εποχή και έπνεε αυτό το ρεύμα, έφερε καταρχάς περισσότερη υγρασία και θερμότητα στην περιοχή της Βαλένθια, με ό,τι σημαίνει αυτό για την ένταση των φαινομένων, αλλά έπαιξε και έναν ρόλο ανατροφοδότη. Δηλαδή, έφταναν οι θερμές και υγρές αέριες μάζες πάνω από τη Βαλένθια, γινόταν η συμπύκνωση, η εκτόνωση δηλαδή με τη μορφή των καταιγίδων, αλλά το νερό που έπεφτε, που χάνανε τα σύννεφα, αναπληρώνονταν συνέχεια από τα νέα ποσά υγρασίας και θερμότητας που έρχονταν από τη Μεσόγειο. Αυτό λειτούργησε σε ό,τι αφορά τη διάρκεια των φαινομένων, η οποία δεν ήταν μικρή, ήταν αρκετά μεγάλη, καθώς επί οκτώ ώρες είχαμε αυτό το φαινόμενο σε συνέχεια», σημειώνει ο κ. Ζιακόπουλος ενώ επισημαίνει ότι η ωριαία ένταση των 160 mm νερού την ώρα, που σημειώθηκε στην περιοχή Chiva, είναι τόσο μεγάλη που σε όποια περιοχή του κόσμου παρατηρηθεί είναι σχεδόν αδύνατο να αντέξουν οι υποδομές. «Σ’ αυτό φταίμε και εμείς βέβαια, σαν ανθρώπινο είδος διότι έχουμε αυξήσει την επικινδυνότητα των πλημμυρών. Έχουμε αστικοποιήσει περιοχές.
Επομένως, σε μια αστική περιοχή, η άσφαλτος και τα τσιμέντα, ουσιαστικά, παύουν να απορροφούν, εμποδίζουν την απορρόφηση του νερού από το έδαφος, αυξάνοντας την επιφανειακή απορροή, δηλαδή, την πλημμύρα τον κίνδυνο πλημμυρών. Επίσης, έχουμε φράξει τις κοίτες, έχουμε περιορίσει, έχουμε καταργήσει σχεδόν σε πολλές περιοχές, τις κοίτες των ποταμών και των χειμάρρων, που είναι οι φυσικοί δρόμοι του νερού, και αυτό το πληρώνουμε. Υπάρχουν τα καμένα, από την άλλη μεριά, και, γενικά, η αλλαγή χρήσης γης, υπάρχουν οι αποψιλώσεις των δασών. Όλα αυτά έχουν αυξήσει την επικινδυνότητα των φαινομένων, και δεν είναι μόνο στην Ισπανία. Σε όλες τις χώρες, βεβαίως, συμπεριλαμβανομένης και της χώρας μας», υπογραμμίζει ο κ. Ζιακόπουλος.
Σύμφωνα με τον κ. Ζιακόπουλο, κάθε φθινόπωρο, η κατανομή των ισχυρών καταιγίδων σε όλες τις μεσογειακές περιοχές παρουσιάζει ένα μέγιστο, σε ό,τι αφορά την ένταση αλλά και τα συνολικά ύψη βροχής.
«Η κλιματολογία μας έχει δείξει ότι από την Ισπανία μέχρι την Τουρκία και την Κύπρο και στις βορειότερες χώρες, στα βόρεια παραλία, στις νότιες ακτές της Ευρώπης παρατηρούνται πλημμυρικά φαινόμενα στη διάρκεια του φθινοπώρου. Αυτό είναι το κλίμα της περιοχής και οι αιτίες είναι βασικά ότι η Μεσόγειος είναι μια πηγή θερμότητας και υγρασίας. Το καλοκαίρι και το φθινόπωρο λιμνάζουν στα κατώτερα στρώματα της ατμόσφαιρας θερμές και υγρές αέριες μάζες.
Ψηλότερα οι μάζες είναι ξηρές αλλά όταν έρχεται ένα δυναμικό αίτιο όπως ήταν το χαμηλό της Ισπανίας ή μια άλλη διαταραχή παρόμοιου τύπου τότε έχουμε έκλυση αυτής της μεγάλης αστάθειας », επισημαίνει ο κ. Ζιακόπουλος, ωστόσο τονίζει ότι πλέον έχουν αρχίσει να αλλάζουν και τα πρότυπα της πλανητικής κυκλοφορίας, δηλαδή τα μοτίβα τα οποία γνωρίζαμε μέχρι τώρα. «Οι λόγοι είναι καταρχάς ότι έχει «πειραχθεί» η ατμοσφαιρική κυκλοφορία «η πλανητική ατμοσφαιρική κυκλοφορία» από την υπερθέρμανση του πλανήτη με ό,τι αυτό σημαίνει για την ένταση αλλά και την κατανομή των φαινομένων . Επιπλέον να λάβουμε υπόψη μας ότι έχει αυξηθεί το ποσό των υδρατμών, τις υγρασίες που μπορεί να συγκρατήσει ο αέρας», υπογραμμίζει ενώ προσθέτει ότι πέρα από την αλλαγή των μοτίβων της παγκόσμιας κυκλοφορίας και τη δυνατότητα του αέρα να συγκρατεί περισσότερη υγρασία, τα τελευταία χρόνια στη Μεσόγειο παρατηρείται μια αξιοσημείωτη αύξηση της θερμοκρασίας των νερών της.
Από την πλευρά του αναφορικά με το φαινόμενο που έπληξε την ευρύτερη περιοχή της Βαλένθια ο κ. Διακάκης εξηγεί ότι επρόκειτο για ένα βαρομετρικό χαμηλό το οποίο επέμενε στην ίδια περιοχή και είχε έρθει σε μέτωπο με θερμές μάζες αέρα οι οποίες έχουν πολύ υγρασία και οι οποίες προέρχονται από τη Μεσόγειο, η οποία αυτή την περίοδο του έτους είναι ασυνήθιστα ζεστή έχει ασυνήθιστα υψηλές θερμοκρασίες λόγω των πολύ ισχυρών θερμοκρασιών τα τελευταία χρόνια και κυρίως τα καλοκαίρια σε όλο τον πλανήτη. «Άρα λοιπόν από τη μία η πολύ θερμή θάλασσα με δύο και τρεις και τέσσερις βαθμούς πάνω από το κανονικό η οποία τροφοδοτεί με υγρασία αυτά τα συστήματα την ψυχρή μάζα αέρα που βρίσκεται στην περιοχή της Βαλένθια και επέμενε εκεί για αρκετές ημέρες και αυτό πυροδοτεί μία καταιγίδα η οποία γίνεται πιο έντονη ακριβώς γιατί τροφοδοτείται από τη θερμή θάλασσα. Αυτό είναι η ουσία των πραγμάτων και το λέω αυτό γιατί αυτό σχετίζεται και με την κλιματική αλλαγή, η θερμή θάλασσα δηλαδή», σημειώνει.
Σχετικά με το πώς μπορούμε να διαχειριστούμε τέτοιου είδους φαινόμενα ο κ. Διακάκης τονίζει ότι δεν είναι κάτι που ανατρέπεται ή μηδενίζεται ο κίνδυνος. « Ο κίνδυνος θα παραμείνει υψηλός τα επόμενα χρόνια και τις επόμενες δεκαετίες και οι δράσεις που μπορεί να κάνει η ανθρωπότητα ή και η χώρα μας συγκεκριμένα είναι σε πολλαπλά χρονικά επίπεδα. Μπορούμε να ακολουθήσουμε τη μακροπρόθεσμη στρατηγική που θα μας ανατρέψει την κλιματική αλλαγή που είναι το μεγάλο πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε κάτι το οποίο πρέπει να γίνει σε παγκόσμιο επίπεδο συγκεκριμένα για τη χώρα μας βεβαίως μια μακροπρόθεσμη στρατηγική απομάκρυνσης από τις ζώνες κινδύνου πλημμύρας δηλαδή οι κοινωνικο-οικονομικές δραστηριότητες μας οι περιουσίες μας, οι υποδομές μας να αποχωρήσουν ώστε να ανοίξουμε περισσότερο χώρο για να πηγαίνει το νερό στη θάλασσα απρόσκοπτα βεβαίως να επενδύσουμε σε αντιπλημμυρικά έργα και κυρίως αυτά που αφορούν την ορεινή υδρονομία δηλαδή να προλάβουμε τη διάβρωση να προλάβουμε την έντονη απορροή από το βουνό ειδικά σε σχέση με τις πυρκαγιές και από εκεί και πέρα βεβαίως οι νέες τεχνολογίες με τα συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης, εφαρμογές όπως είναι το 112 και βέβαια η ενημέρωση και η ευαισθητοποίηση του κόσμου και η εκπαίδευσή του παίζει ένα πάρα πολύ σημαντικό ρόλο κυρίως ώστε να μην έχουμε θύματα», υπογραμμίζει.
ΦΩΤΟ: EPA/ALVARO DEL OLMO ΑΠΕ-ΜΠΕ