Ένα απόκομμα της περίφημης «Εφημερίδας των Κυριών» που βρίσκεται κρυμμένο σε ένα αινιγματικό τετράδιο μουσικής 100 ετών είναι το κλειδί για ένα ταξίδι στο παρελθόν, συγκεκριμένα στην Κέρκυρα του 19ου αιώνα, στο πρώτο βιβλίο της δημοσιογράφου Δανάης Δραγωνέα, το εφηβικό μυθιστόρημα «Το Νησί της Βροχής – Ένα Μυστικό Ημερολόγιο.
«Με έχει απασχολήσει έντονα το γυναικείο ζήτημα και οι ανισότητες που επιμένουν μέχρι σήμερα» τονίζει η Δανάη Δραγωνέα σε συνέντευξή της στο ΑΠΕ – ΜΠΕ και στη δημοσιογράφο Κατερίνα Γιαννίκη, με αφορμή την κυκλοφορία του πρώτου μέρους μιας τριλογίας που έχει θέσει ως στόχο.
Η θέση της γυναίκας στο παρελθόν και στο παρόν είναι ένα από τα θέματα που βιβλίου των εκδόσεων Λιβάνη, όπως επίσης η φιλία, οι σχέσεις σε μια μονογονεϊκή οικογένεια, το ζήτημα της γλώσσας, εξήγησε η Δανάη Δραγωνέα, η οποία γεννήθηκε στην Αθήνα και μεγάλωσε στην Κέρκυρα.
Η ιστορία εκτυλίσσεται στην Κέρκυρα του 1996 με πρωταγωνιστές δύο έφηβους που μαθαίνουν πολλά για τις απαρχές του φεμινιστικού κινήματος στην Ελλάδα, όμως και το Λονδίνο έχει κεντρική θέση στο μυθιστόρημα.
«Νομίζω πως τα δύο αυτά μέρη λειτούργησαν σαν άγκυρες για να μη χαθώ» επισημαίνει η συγγραφέας του βιβλίου, η οποία διαπιστώνει ότι η «η μεγάλη διάφορα ανάμεσα στη συγγραφή ενός μυθιστορήματος και ενός δημοσιογραφικού κειμένου είναι ο ρυθμός».
Ακολουθεί η συνέντευξη της Δανάης Δραγωνέα στο ΑΠΕ-ΜΠΕ:
Ερ: Από πού αντλήσατε έμπνευση για να γράψετε ένα βιβλίο για εφηβικό κοινό; Πόσο διαφορετική είναι η διαδικασία συγγραφής μυθιστορήματος και δημοσιογραφικών κειμένων;
Απ: Η επιλογή αυτή δεν ήταν ακριβώς συνειδητή. Ίσως, σε ένα βαθμό, οφείλεται στο γεγονός ότι κάποια από τα βιβλία που διάβασα σε μικρότερες ηλικίες έπαιξαν σημαντικό ρόλο στη ζωή μου και είναι βιβλία στα οποία επανέρχομαι ακόμα και σήμερα. Η μεγάλη διάφορα για εμένα ανάμεσα στη συγγραφή ενός μυθιστορήματος και ενός δημοσιογραφικού κειμένου είναι ο ρυθμός. Για να μπορέσω να εισέλθω στο σύμπαν του μυθιστορήματος χρειάστηκε να μάθω να αφήνομαι σε ένα ρυθμό πιο αργό, ώστε να έχω το χρόνο να εξερευνώ διαφορετικές πτυχές (ακόμα και εκδοχές) της ιστορίας που ήθελα να διηγηθώ.
Ερ: Υπάρχει κάτι, κατά τη γνώμη σας, που χαρακτηρίζει μία συγγραφέα εφηβικών βιβλίων; Πόσο δύσκολο είναι να εντοπιστούν θέματα ενδιαφέροντα στους νεαρούς αναγνώστες; Έχετε έρθει σε επαφή με αναγνώστες σας, πώς αισθανθήκατε και ποια είναι τα μηνύματα που εισπράττετε;
Απ: Μια από τις πιο συγκινητικές στιγμές για εμένα ήταν το πρώτο εργαστήριο που κάναμε με αφορμή το βιβλίο με τη συμμετοχή μαθητών 6ης δημοτικού. Τα παιδιά μίλησαν για τη σχέση τους με τους ήρωες και πολλά από αυτά ταυτίστηκαν με την Ίζι «που την τραβολογούν από εδώ και από εκεί». Ένα κορίτσι μάλιστα που είχε πρόσφατα μετακομίσει στην Αθήνα και με την κολλητή της μιλάνε πλέον διαδικτυακά μου έλεγε ότι στην αρχή ένιωθε όπως η ηρωίδα, όμως ευτυχώς έκανε γρήγορα φίλους («αλλά όχι κολλητούς, κυρία!»). Τα παιδιά δεν ήθελαν να πιστέψουν ότι κάποτε τα κορίτσια δεν μπορούσαν σπουδάσουν, να δουλέψουν, να έχουν δικά τους χρήματα… Και έτσι καταλήξαμε να μιλάμε για τα δικά μας όνειρα, τις δυσκολίες που συναντάμε και πώς αγωνιζόμαστε για να πετύχουμε όσα είναι σημαντικά για τον καθένα.
Ερ: Ποιοι είναι οι χαρακτήρες του βιβλίου και πώς θα περιγράφατε τη σχέση σας απέναντι τους; Έχετε κοινά στοιχεία με κάποιον;
Απ: Η πρωταγωνίστρια η θυμωμένη, μελοδραματική, πεισματάρα Ίζι που δεν το βάζει με τίποτα κάτω και ο καινούργιος της φίλος ο Βικέντιος που προτιμά τη μοναξιά του και δεν είχε σκοπό να μπλέξει σε περιπέτειες. Η Αριάνα, η παράξενη κοπέλα που ζει στον 19ο αιώνα και είναι αποφασισμένη να κυνηγήσει το όνειρό της, ο κύριος Πάτρικ, ο μπαμπάς της Ίζι, που είναι «εντελώς Άγγλος» μονίμως σε έναν δικό του κόσμο, γεμάτο αρχαιότητες και εξορμήσεις σε ανθισμένους κήπους και η Θοδώρα που μιλά με κερκυραϊκή προφορά και της αρέσει να ξεματιάζει είναι μερικοί από τους χαρακτήρες που εμφανίζονται στο βιβλίο.
Πιστεύω ότι μοιάζω στον Βικέντιο, αλλά όσοι με γνωρίζουν λίγο καλύτερα λένε ότι είμαι ξεκάθαρα η Ίζι.
Ερ: Ζητήσατε συμβουλές για να γράψετε το πρώτο σας βιβλίο;
Απ: Είμαι μανιώδης αναγνώστρια. Διαβάζω πολύ γρήγορα κάτι που μου δίνει τη δυνατότητα να έρχομαι σε επαφή με πολλά διαφορετικά κείμενα, στυλ γραφής κτλ. Το κακό βέβαια είναι ότι ξεχνάω εύκολα… Ωστόσο αυτό που με βοήθησε πολύ ήταν το να διαβάζω συνεντεύξεις αγαπημένων μου συγγραφέων και να μαθαίνω πώς γράφουν, πότε γράφουν, πού γράφουν… Ένα από τα πράγματα με το οποίο συμφωνούν σχεδόν όλοι είναι ότι για να γράψεις ένα βιβλίο χρειάζεται «απλώς» να γράφεις, να γράφεις, να γράφεις.
Ερ: Προηγήθηκε έρευνα για τη συγγραφή της ιστορίας; Υπάρχουν ιστορικά στοιχεία και πληροφορίες στο βιβλίο;
Απ: Η έρευνα για το συγκεκριμένο βιβλίο ήταν από τα πιο απολαυστικά στάδια της διαδικασίας. Έκανα ένα ταξίδι πίσω στον χρόνο, συνάντησα τις πρώτες Ελληνίδες φεμινίστριες και έμαθα λεπτομέρειες για τον αγώνα τους να σπάσουν το άβατο του Ελληνικού Πανεπιστημίου. Ένα απόκομμα της περίφημης Εφημερίδας των Κυριών, που βρίσκεται κρυμμένο σε ένα αινιγματικό τετράδιο μουσικής 100 ετών είναι το κλειδί για να κάνουμε μια βουτιά στο παρελθόν και να ανακαλύψουμε την Κέρκυρα του 19ου αιώνα, την πραγματικότητα που βίωναν οι γυναίκες την περίοδο της Μπελ Επόκ στην Ελλάδα και το πώς κάποιες ανάμεσα τους ξεκίνησαν να αντιστέκονται στα στερεότυπα της εποχής.
Ερ: Ποια είναι τα ζητήματα που εξετάζονται στο βιβλίο, είναι θέματα, με τα οποία έχετε ασχοληθεί και με τη δημοσιογραφική σας ιδιότητα;
Απ: Θίγονται θέματα όπως η φιλία, οι σχέσεις σε μια μονογονεϊκή οικογένεια, το ζήτημα της γλώσσας, ενώ ένα μια από τις βασικές θεματικές του βιβλίου αφορά στη θέση της γυναίκας. Μέσα από την ιστορία της Αριάνα που ζει την περίοδο της Μπελ Επόκ ερχόμαστε σε επαφή με θραύσματα της ιστορίας των γυναικών στην Ελλάδα, και με τις απαρχές του φεμινιστικού κινήματος. Ως δημοσιογράφο και ως άνθρωπο με έχει απασχολήσει έντονα το γυναικείο ζήτημα και οι ανισότητες που επιμένουν μέχρι σήμερα.
Ερ: Οι αναγνώστες μεταφέρονται στο Λονδίνο και στην Κέρκυρα, είναι δύο τόποι, με τους οποίους συνδέεστε και θέλατε κατά κάποιο τρόπο να τιμήσετε;
Απ: Όταν φέρνω στο μυαλό μου την Κέρκυρα έρχονται μαζί με τις εικόνες οι μυρωδιές και οι ήχοι που τις συνοδεύουν. Οι διαφορετικές εποχές και οι άνθρωποι που συναντάς σε μια βόλτα στην πόλη. Έχω μεγαλώσει εκεί οπότε μαζί με όλα αυτά στο μυαλό μου μπλέκεται και η Κέρκυρα της παιδικής μου ηλικίας… Κάτι αντίστοιχο ισχύει με το Λονδίνο. Είναι μια πόλη που έχω εξερευνήσει, έχω γνωρίσει και έχω αγαπήσει και ταυτόχρονα είναι μια πόλη που με έχει δυσκολέψει πάρα πολύ.
Πρόκειται για δυο μέρη που μου έχουν επιτρέψει να τα «νιώσω» και αυτό μου έδωσε την αυτοπεποίθησή που χρειαζόμουν, όταν οι ήρωες στο βιβλίο αποφάσιζαν να κάνουν τα δικά τους. Νομίζω πως τα δύο αυτά μέρη λειτούργησαν σαν άγκυρες για να μη χαθώ.
Ερ: Πώς ήσασταν ως έφηβη αναγνώστρια, τι είδους ιστορίες σας ενθουσίαζαν;
Απ: Το εφηβικό μου δωμάτιο είναι ακόμα γεμάτο με τα βιβλία που διάβαζα τότε. Και η πρόθεσή μου είναι να παραμείνει έτσι. Η ρουτίνα μου εκείνη την περίοδο ήταν η εξής: επιστροφή από το σχολείο, κλείσιμο στο δωμάτιο μου, οπωσδήποτε μουσική και ένα βιβλίο στα χέρια. Το κάθε βιβλίο το κουβαλούσα μαζί μου, όπου πήγαινα – γι’ αυτό είναι τα περισσότερα σκισμένα και πενταβρώμικα με λεκέδες από αναψυκτικά και φαγητά. Τα βιβλία της εφηβείας μου αποτελούν ένα ασφαλές καταφύγιο για εμένα ακόμα και σήμερα. Κάθε τόσο δανείζομαι κάποιο, βάζω μουσική και επιστρέφω στην ηλικία των 11, 12, 13, 14, 15.
Ερ: Θα υπάρξει συνέχεια, ετοιμάζετε νέο βιβλίο;
Απ: Αυτή την περίοδο γράφω το δεύτερο βιβλίο, καθώς Το Νησί της Βροχής θα είναι τριλογία. Στη συνέχεια της ιστορίας παρακολουθούμε την Ίζι και τον Βικέντιο, τους δύο 12χρονούς ήρωες, να ανακατεύονται με τις ζωές των ενηλίκων, καθώς προσπαθούν να δημιουργήσουν τις κατάλληλες συνθήκες για να ανθίσει ένας καινούργιος έρωτας.
*Επισυνάπτονται φωτογραφίες της Ξένιας Τσιλοχρήστου με τη Δανάη Δραγωνέα και το εξώφυλλο του βιβλίου που παραχώρησε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η δημοσιογράφος/συγγραφέας
ΑΠΕ-ΜΠΕ