Ζούμε πρωτόγνωρες, δύσκολες καταστάσεις και όλοι συντασσόμαστε στη γενική προσπάθεια της πολιτείας για την καλύτερη δυνατή αντιμετώπιση της πανδημίας, που δοκιμάζει τη χώρα μας.
Αλλά η ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας και η κυβέρνηση της Ν.Δ. δεν παρουσίασαν ποτέ σχέδιο για τη λειτουργία των σχολείων σε αυτές τις ιδιαίτερες συνθήκες. Δεν διαμόρφωσαν ποτέ ουσιαστική έκτακτη χρηματοδότηση, για να υλοποιηθούν τα απαραίτητα μέτρα. Και αυτές οι ελλείψεις από μόνες τους συνιστούν επιπλέον σοβαρό πρόβλημα, που επιτείνει τις δυσκολίες στην εκπαίδευση.
Αντί η ηγεσία του ΥΠΑΙΘ να εστιάσει τη φροντίδα της στη λειτουργία σχολείων και πανεπιστημίων με τη λήψη των κατάλληλων μέτρων, επιδόθηκε με περισσή επιμέλεια στις μικροκομματικές επιλογές της (ρυθμίσεις για τα κολέγια, αποδόμηση της επαγγελματικής εκπαίδευσης κλπ). Ήταν πάντα σε θέση παρατηρητή. Την μόνη ευθύνη που αναλάμβανε και αναλαμβάνει ήταν και είναι το “πότε θα ανοίξει τον διακόπτη” μιας λειτουργίας πολλαπλά ελλειμματικής.
Εδώ και έναν χρόνο, προτείναμε μια σειρά μέτρων ασφάλειας (μείωση μαθητών ανά τμήμα, αποστάσεις μεταξύ των θρανίων, λήψη υγειονομικών μέτρων, εμβολιασμός εκπαιδευτικών κλπ), για να μπορούν τα σχολεία να λειτουργήσουν με φυσική παρουσία.
Οι επιπτώσεις αυτής της «θεσμικής υποεκπαίδευσης» των μαθητών και των φοιτητών είναι ήδη πολλαπλές: μαθησιακές, μορφωτικές, παιδαγωγικές, ψυχοσυναισθηματικές, κοινωνικές. Δεν θα κλείσουν με το τέλος της πανδημίας. Είναι επιπτώσεις με βαριές σκιές στο παρόν και στο μέλλον των νέων και της χώρας.
Ζητάμε εδώ και τώρα, τη διοργάνωση οργανωμένου διαλόγου με τα πολιτικά κόμματα, με την εκπαιδευτική κοινότητα και με τους συνδικαλιστικούς φορείς για τη διαμόρφωση σχεδίου αντιμετώπισης του μείζονος προβλήματος της εκπαίδευσης. Αφορά την κοινωνία μας!