Γιάνης Βαρουφάκης και Ζωή Κωνσταντοπούλου – Γράφει ο Δρ Σίμος Ανδρονίδης

Αρκετές ημέρες μετά από τις βουλευτικές εκλογές της 21ης Μαϊου και την μη είσοδο του κόμματος του ‘ΜΕΡΑ 25’ στο Κοινοβούλιο, ο Γιάνης  Βαρουφάκης επανεμφανίστηκε στο πολιτικό προσκήνιο, ζητώντας ουσιαστικά από τους πολίτες αυτό που δεν έλαβε χώρα στην εκλογική αναμέτρηση.

Σίμος Ανδρονίδης
Γράφει ο Δρ Σίμος Ανδρονίδης

Την ψήφο τους ώστε αυτή την φορά να καταφέρει να υπερβεί το εκλογικό όριο του 3% και να εισέλθει στο Κοινοβούλιο. Πόσο εφικτό όμως μπορεί να είναι κάτι τέτοιο μετά το εκλογικό αποτέλεσμα της 21ης Μαϊου, εκεί όπου το ‘ΜΕΡΑ 25’ υπερκεράστηκε και από πολιτικά κόμματα όπως η Πλεύση Ελευθερίας της Ζωής Κωνσταντοπούλου;[1]

Σε αυτό το πλαίσιο, δύναται να αναφέρουμε πως ένας ακόμη (δεύτερος) ανασταλτικός παράγοντας που εν προκειμένω δημιουργεί πλείστα όσα εμπόδια στην προσπάθεια του ‘ΜΕΡΑ 25’ να πετύχει την έκπληξη στις επερχόμενες εκλογές της 25ης Ιουνίου, είναι η επιδίωξη της ηγετικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία να συσπειρώσει την υπάρχουσα εκλογική βάση του κόμματος, με διακύβευμα τον περιορισμό έως την ελαχιστοποίηση των εκροών ψηφοφόρων προς κόμματα όπως το ‘ΜΕΡΑ 25.’

Και σε αυτό το σημείο, η Πλεύση Ελευθερίας έχει το προβάδισμα, λόγω του κομματικού παρελθόντος της Ζωής Κωνσταντοπούλου αλλά και του πατέρα της εντός του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ.

Ως απόρροια αυτού, ένας ψηφοφόρος του ΣΥΡΙΖΑ, που διακατέχεται από τάσεις φυγής και δύσκολα πείθεται από τις αφηγήσεις του Αλέξη Τσίπρα και άλλων σημαντικών πολιτικών στελεχών του κόμματος, είναι πιθανότερο να στραφεί προς την Πλεύση Ελευθερίας και την Ζωή Κωνσταντοπούλου,[2] ενθυμούμενος το κομματικό της παρελθόν και το τι έχει ‘πράξει για αυτό το κόμμα,’ από ό,τι στον Γιάνη Βαρουφάκη, ο οποίος μπορεί να εκλαμβάνεται ως ο πολιτικός εκείνος που δεν ‘σταματά να επιτίθεται στον ΣΥΡΙΖΑ,’ ως ‘άλλος Μητσοτάκης.’

Βέβαια, επιθετικούς τόνους απέναντι στον ΣΥΡΙΖΑ υιοθετεί και η Ζωή Κωνσταντοπούλου. Όμως, είναι πάλι η ενθύμηση του κομματικού της παρελθόντος[3], το στοιχείο εκείνο που θέτει εμπόδια στην ανοιχτή καταδίκη της και στην επίσης ανοιχτή πρόσληψη της με όρους προσωπικής αντιπάθειας που μπορεί δυνητικά να φθάσει έως του σημείου ένας ψηφοφόρους ‘να μην θέλει να δει και να ακούσει τίποτα για έναν πολιτικό.’

Ένας τρίτος παράγοντας που εντοπίζουμε, έχει σχέση με το ό,τι ενώ το ‘ΜΕΡΑ 25’ διέθετε κοινοβουλευτική εκπροσώπηση και έντονη παρουσία, αρκετοί εκ των ψηφοφόρων του δεν απέκτησαν ισχυρούς δεσμούς πολιτικοϊδεολογικής και ψυχο-συναισθηματικής ταύτισης μαζί του, κάτι που είναι δυνητικά πολύ επικίνδυνο, ακριβώς διότι, όχι μόνο μπορεί να του στερήσει από την επίτευξης της αναγκαίας συσπείρωσης[4] (τώρα βέβαια, δεν υπάρχει και κάποιο ελκυστικό αφήγημα, με το αντι-συστημικό και λαϊκιστικό ‘ΜΕΡΑ 25’ να αντιμετωπίζει ετεροχρονισμένα, τα προβλήματα που αντιμετώπιζε και εν πολλοίς αντιμετωπίζει και τώρα ο ΣΥΡΙΖΑ), αλλά, να συμβάλλει στη δημιουργία συναισθημάτων κυνισμού (‘βρε δεν πάνε να κόψουν το κεφάλι τους∙ Αφού δεν τα κατάφεραν να μπουν στη Βουλή, ας κάνουν πλέον ό,τι θέλουν’) και επίσης, αδιαφορίας.

Πολιτικής αδιαφορίας, στον πυρήνα της οποίας εμπεριέχεται το ‘με αφήνει παγερά αδιάφορο/η το αν θα καταφέρει να εισέλθει στη Βουλή το ‘ΜΕΡΑ 25.’

Πλέον, το κόμμα που επέδειξε αδιαφορία όταν την περίοδο της πανδημίας και των lockdown, η φιλελεύθερη, Τρίτη Ελληνική Δημοκρατία δέχονταν επιθέσεις ένθεν και ένθεν (αδιαφορία βέβαια, επέδειξε και η Ζωή Κωνσταντοπούλου),[5] αδυνατεί όχι απλά να πει κάτι ουσιαστικά, αλλά κάτι δραστικά διαφορετικά από αυτά που μας είχε συνηθίσει. Απλά, διότι δεν μπορεί, όντας μη εξοικειωμένο με την χάραξη πολιτικής.

 

[1] Εν αντιθέσει με τον Γιάνη Βαρουφάκη, η πρώην πρόεδρος της Βουλής και βουλευτής του Συνασπισμού της Ριζοσπαστικής Αριστεράς, προτίμησε να ‘θυσιάσει’ πολιτικά την περίοδο προ των βουλευτικών εκλογών της 7ης Ιουλίου του 2019, μη διεκδικώντας ουσιαστικά την είσοδο της στη Βουλή, έχοντας επίγνωση πως δεν μπορεί να ανταγωνιστεί επαρκώς τον Γιάνη Βαρουφάκη και το κόμμα του ως προς την διεκδίκηση της Αριστερής, Συριζαϊκής, αντιμνημονιακής ψήφου. Αντ’ αυτού, επέλεξε να αφήσει τον χρόνο να κυλήσει υπέρ της (δεν θα λέγαμε, θεωρητικώ τω τρόπω, πως η Πλεύση Ελευθερίας άσκησε την κοινοβουλευτική-πολιτική περίοδο 2019-2-23, δυναμική αντιπολίτευση, ξεχωρίζοντας για κάποια πρωτοβουλία που έλαβε), αντιλαμβανόμενη πως, με την πάροδο του χρόνου, η τομή μνημόνιο-αντιμνημόνιο (την Ζωή Κωνσταντοπούλου την συνέφερε πολιτικά η πραγματοποίηση των βουλευτικών εκλογών στο τέλος της θητείας της κυβέρνησης, όπως και έγινε), θα εξασθενήσει σημαντικά και θα αρθεί, εξέλιξη που εν τοις πράγμασι θα διευκολύνει τους σχεδιασμούς εκείνου του κόμματος που ΄έχει κάτι περισσότερο να πει από την διαρκή επίκληση του 2015 και της απωλεσθείσας αντι-μνημονιακής άνοιξης εκείνης της χρονιάς,’ όπως έπραττε το ‘ΜΕΡΑ 25’. Και αυτό το πολιτικό κόμμα ήσαν η Πλεύση Ελευθερίας, η οποία ακόμη και αν συγκροτήθηκε ως κόμμα διαμαρτυρίας με αντιμνημονιακό περιεχόμενο, δεν παρέμεινε αυστηρά τέτοιο, φροντίζοντας να εστιάσει και σε διάφορες άλλες θεματικές και πλέον, έχοντας αξιοποιήσει την σχετικά καλή προεκλογική εκστρατεία που διεξήγαγε, εκστρατεία που δεν επένδυσε συμβολικούς-πολιτικούς πόρους σε μνημονιακού τύπου, αναφορές (η Πλεύση Ελευθερίας δραστηριοποιήθηκε αντιπολιτευτικά τον τελευταίο χρόνο) να διεκδικεί με αξιώσεις την είσοδο της στη Βουλή, εις βάρος του κόμματος του Γιάνη Βαρουφάκη.
[2] Παραπέμποντας στην ανάλυση του Θεόδωρου Τσέκου, θα κάνουμε λόγο για το γεγονός πως η Πλεύση Ελευθερίας, εν καιρώ πανδημικής κρίσης, άσκησε μία αντιπολίτευση της «ήσσονος επαφής» (low touch world). Και τι σημαίνει κάτι τέτοιο; Σημαίνει πως οι κομματικές δραστηριότητες περιορίστηκαν στις απολύτως απαραίτητες, εάν δεν αναβάλλονταν και αυτές (ακόμη και οι πιο σημαντικές) δίχως μάλιστα να υποκατασταθούν από την στροφή της ηγετικής ομάδας του κόμματος και των μελών του προς την χρήση ψηφιακών μέσων, όπως έπραξαν άλλα πολιτικά κόμματα, ώστε η Πλεύση να συνεχίσει να λειτουργεί, έστω και με αυτόν τον τρόπο. Βλέπε σχετικά, Τσέκος, Θεόδωρος., ‘Εισαγωγικά: Από τη μια κρίση στην άλλη. Μετάβαση και υπέρβαση (; ),’ στο: Βαρουξή, Χριστίνα., Κακεπάκη, Μανίνα., Σαρρής, Νίκος., Τραμουντάνης, Άγγελος., Τσέκερης, Χαράλαμπος., (επιμ.,), ‘Το Πολιτικό Πορτραίτο της Ελλάδας. Κρίση και η αποδόμηση του πολιτικού ΙΙ. Διακυβεύματα και προκλήσεις,’ Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών, Αθήνα, 2021, σελ. 16, Διαθέσιμο στο: to-politiko-portraito-tis-elladas-tis-elladas-ii-diakiveumata-kai-proklisis (ekke.gr) Και χρήζει επισήμανσης πως το παρά τον δυναμικό της χαρακτήρα και την εγγενή δυσκολία της να παραμένει σιωπηλή, ακόμη και όταν απαιτείται, η Ζωή Κωνσταντοπούλου ευθυγραμμίστηκε με τον κανόνα της «ήσσονος επαφής».
[3] Η Συριζαϊκή νοσταλγία, μπορεί να αποτελέσει ‘πρώτη ύλη’ για την διαμόρφωση ενός αφηγήματος τύπου ‘που είσαι ρε Ζωή να αλλάξεις πολλά.’ Τύπου ‘που είσαι ρε Ζωή να μας βοηθήσεις να βρούμε τον εαυτό μας.’ Ακόμη και αν αυτή η νοσταλγία δεν μετουσιώνεται σε έκφραση εκλογικής υποστήριξης υπέρ της ίδιας και του κόμματος Πλεύση Ελευθερίας, μπορεί και ασκεί τέτοια επιρροή εντός του κόμματος που εμποδίζει την ηγεσία του από το να στοχοποιήσει ανοιχτά την Ζωή Κωνσταντοπούλου και τις πολιτικές της προτάσεις.
[4] Θα ήταν εσφαλμένο να μην επισημάνουμε πως αυτή την φορά έχουμε να κάνουμε με μία διαφορετική και πιο ήρεμη Ζωή Κωνσταντοπούλου, η οποία, πρώτον: Θέτει ως πρωταρχικό της στόχο να αποφύγει τα λάθη που διέπραξε ο Γιάνης Βαρουφάκης κατά την διάρκεια της προηγούμενης προεκλογικής περιόδου, προσέχοντας να μην υιοθετεί αντι-ευρωπαϊκές ‘κορώνες’. Δεύτερον, είναι περισσότερο σίγουρη για τις δυνατότητες του κόμματος και των μελών της (για τις δικές της, δεν έχει καμία αμφιβολία), μη διστάζοντας να αναδείξει κάποια εξ αυτών στο προσκήνιο, παρά το γεγονός πως η Πλεύση Ελευθερίας ήσαν και παραμένει ένα από τα πλέον αρχηγοκεντρικά ελληνικά πολιτικά κόμματα σε σημείο όπου εάν ερωτηθεί ένας πολίτης ‘πείτε μου δύο στελέχη της Πλεύσης’, να δυσκολευθεί πάρα πολύ να απαντήσει. Τρίτον, καθίσταται λιγότερο βλοσυρή και χαμογελά περισσότερο, φροντίζοντας  εν γένει να κρατά χαμηλούς τόνους σε γλωσσικό-πολιτικό επίπεδο, κάτι που σημαίνει πως έχει προχωρήσει αρκετά η αναδιαμόρφωση της πολιτικής της ταυτότητας ή αλλιώς, του πολιτικού της προφίλ, στο εγκάρσιο σημείο όπου σπεύδει να ενστερνιστεί new age επικοινωνιακές πρακτικές και χειρονομίες όπως είναι οι ‘καρδούλες’, πράγμα πολύ δύσκολο να συμβεί τα προηγούμενα χρόνια (μήπως άλλαξε image maker; ), και ιδίως την πρώτη περίοδο διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-Ανεξαρτήτων Ελλήνων. Πρώτα και πριν απ’ όλα, σχηματίζοντας με τα ακροδάχτυλα της το σχήμα της καρδιάς, η Ζωή Κωνσταντοπούλου (η ‘δική σου Ζωή’), επιθυμεί να καταδείξει πως είναι ‘ερωτεύσιμη’ ως ‘νεαρή γυναίκα’, ως ‘πολιτικός που αξίζει την ευκαιρία που πριν από αυτή την απέκτησαν άλλοι που δεν ήσαν καλύτεροι της με τίποτα.’  Tις πολωτικές αφηγήσεις τις έχει αντικαταστήσει η ‘καρδιά,’ ως έκφραση ‘αγάπης προς όλους, ακόμη και προς αυτούς που δεν μας ψήφισαν.’ Τέταρτον, δεν εκλαμβάνει τους εφήβους ως «απλά μη ενήλικες», σύμφωνα με την διατύπωση της Weiss, επαναπροσδιορίζοντας ριζικά τους τρόπους με τους οποίους η Πλεύση ζητά την υποστήριξη τους. Βλέπε και, Weiss, J., ‘What is youth political participation? Literature review on youth political participation and political attitudes,’  Frontiers in Political Science, 2 1, 2020.
[5] Το αν η Ζωή Κωνσταντοπούλου μπορεί να υπερβεί τον πολιτικό λαϊκισμό, θα φανεί σε περίπτωση εισόδου της στη Βουλή. Το ό,τι επιδιώκει με επιτακτικό τρόπο να καταστήσει ελκυστικό και με σύγχρονο πολιτικό προφίλ το κόμμα της, δεν σημαίνει πως εκλείπουν λαϊκιστικές εγκλήσεις. Με τον λαϊκισμό σε αυτή την περίπτωση, να φέρει την μορφή του ευρωσκεπτικιστικού  «λαϊκισμού-προπαγάνδας» κατά τον Γάλλο Pierre-Andre Taguieff,  εναντίον καθεμίας ‘κρατίας’ ξεχωριστά και την κρίσιμη στιγμή, όλων μαζί: ‘Είμαστε ενάντια στην ‘ευρωγραφειοκρατία, στην ‘χρεοκρατία,’ στην ‘τραπεζοκρατία.’ Σε αυτό ακριβώς το λεξιλόγιο, στον λαϊκισμό που ‘αντλεί από τους πολλούς για να κυνηγήσει τους λίγους,’ εντοπίζεται η ‘παλαιά, καλή Ζωή του 2015’ που μένει να φωνάξει δημαγωγικά ‘αυτή είμαι.’ Βλέπε και, Taguieff, Andre-Pierre., ‘O λαϊκισμός και η πολιτική επιστήμη. Από την εννοιολογική πλάνη στα πραγματικά προβλήματα,’ Μετάφραση: Μπαλαμπανίδης Γιάννης, Περιοδικό ‘Νέα Εστία,’ Τεύχος 1816, Τόμος 164ος, Νοέμβριος 2008, σελ. 813. Βλέπε επίσης, ‘Ιδρυτική Διακήρυξη,’ Πλεύση Ελευθερίας, Ιδρυτική Διακήρυξη – Πλεύση Ελευθερίας (plefsieleftherias.gr)
Προηγούμενο άρθροΗΠΑ: Το Πεντάγωνο ανακοινώνει πακέτο στρατιωτικής βοήθειας 2 εκατ. δολαρίων στην Ουκρανία
Επόμενο άρθροΑλ. Τσίπρας από τη Λάρισα: Ο ΣΥΡΙΖΑ ήρθε για να μείνει – Αυτή τη φορά ψηφίζουμε για τη ζωή μας