Για την επίσκεψη της Προέδρου της Δημοκρατίας στην Σλοβακία – Γράφει ο Δρ. Σίμος Ανδρονίδης

Η πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου, πραγματοποιεί επίσημη επίσκεψη στην Σλοβακία, όπου και είχε συνάντηση με την πρόεδρο της χώρας, Σουζάνα Καπουτόβα. Σε αυτό το πλαίσιο, δύναται να αναφέρουμε πως μία τέτοια εθιμοτυπική, κατά πολλούς επίσκεψη της Προέδρου της Δημοκρατίας, θεωρείται δεν συγκεντρώνει μεγάλο πολιτικό και δημοσιογραφικό ενδιαφέρον.

Σίμος Ανδρονίδης
Γράφει ο Δρ. Σίμος Ανδρονίδης

Λόγω και του γεγονότος πως η Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν διαθέτει πολλές ή αλλιώς, εκτελεστικές αρμοδιότητες. Και όμως, αποκλίνοντας από τέτοιου τύπου απλοϊκές αντιλήψεις, θα επισημάνουμε πως η συγκεκριμένη επίσκεψη της Κατερίνας Σακελλαροπούλου στην Σλοβακία, χώρα-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και με νέα εδώ και λίγο καιρό πολιτική ηγεσία,[1] δεν είναι αποκομμένη από τις πρωτοβουλίες που αναπτύσσει εδώ και αρκετό καιρό η Πρόεδρος της Δημοκρατίας (επισκέψεις στο εξωτερικό, όσο γίνεται πιο στοχευμένες ομιλίες).

  Η Κατερίνα Σακελλαροπούλου αφενός μεν αποδίδει μεγάλη έμφαση στην πραγματοποίηση εξωστρεφών κινήσεων, και, αφετέρου δε,  ομνύει στη «διατήρηση και ενίσχυση της εθνικής ενότητας»,[2] για να παραπέμψουμε στην ρητορική του Κωνσταντίνου Καραμανλή την στιγμή όπου του γνωστοποιήθηκε πως θα είναι ο νέος Πρόεδρος της Τρίτης Ελληνικής Δημοκρατίας.

Η μέχρι στιγμής προεδρική θητεία της Κατερίνας Σακελλαροπούλου, ευθυγραμμίζεται απόλυτα (όσον αφορά το πεδίο της εξωτερικής πολιτικής), με τις επιλογές της κυβέρνησης, στο εγκάρσιο σημείο όπου η ίδια φροντίζει πολύ συχνά να ενισχύει περαιτέρω την φιλο-δυτική, φιλο-ευρωπαϊκή ρητορική της.

Μη διστάζοντας να καταθέτει ανοιχτά τις απόψεις της,[3] κάτι που έπραξε και στη Σλοβακία, από όπου και αναφέρθηκε σε μία ευρεία γκάμα θεμάτων που άπτονται του πεδίου της διεθνούς πολιτικής.

Από τον πόλεμο στην Ουκρανία και στη Λωρίδα της Γάζας (μεταξύ του Ισραήλ[4] και της τρομοκρατικής οργάνωσης της ‘Χαμάς’), έως τις επιθέσεις των ‘Χούθι’ σε εμπορικά πλοία που επιχειρούν να διασχίσουν την Ερυθρά Θάλασσα.

Και όπως είναι γνωστό, στην εκεί ευρωπαϊκή στρατιωτική επιχείρηση συμμετέχει και η ελληνική φρεγάτα ‘Ύδρα’. Τι σημαίνει κάτι τέτοιο;

Πρώτον, πως το πεδίο της εξωτερικής πολιτικής αποδεικνύεται το προνομιακό της πεδίο, και δεύτερον, πως έχει πολύ καλή γνώση επί αυτών των θεμάτων. Γνώση που προσεγγίζει την γνώση που έχει αποκομίσει ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών, δια της προσωπικής του εμπλοκής.

Με τις ουσιώδεις επισημάνσεις της, η Πρόεδρος της Δημοκρατίας, διαμορφώνει τις προϋποθέσεις για την περαιτέρω ενίσχυση των διμερών σχέσεων της Ελλάδας[5] με την Σλοβακία, δίνοντας στην κυβέρνηση να καταλάβει πως σε περίπτωση όπου απαιτηθεί, υπάρχει στη Σλοβακία ένας φιλο-ευρωπαϊκός και φιλο-δυτικός ‘πόλος’ τον οποίο οφείλει να αξιοποιήσει: Η Σουζάνα Καπουτόβα.

Εάν ο πρώην Πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας Κωστής Στεφανόπουλος υιοθέτησε την «αρχή προσανατολισμού με βάση την μεταλλαγή»[6] ή την αλλαγή, σύμφωνα με την διατύπωση των Rusen & Αποστολόπουλου, προσπαθώντας να πείσει τον τότε πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών Μπιλ Κλίντον πως προϋπόθεση για την ενίσχυση των διμερών σχέσεων είναι η αναγνώριση, από πλευράς ΗΠΑ, εσφαλμένων επιλογών (στήριξη στην στρατιωτική δικτατορία), τότε, η Κατερίνα Σακελλαροπούλου κινείται στην αντίθετη κατεύθυνση, σπεύδοντας να υιοθετήσει την «αρχή προσανατολισμού με βάση την κανονικότητα».[7]

Και τι εννοούμε; Εννοούμε πως δεν φωνάζει για την όποια ‘αλλαγή’ ωσάν πολιτικός αντιπολιτευόμενου κόμματος. Την δείχνει με την στάση και με το παράδειγμα της. Πόσο μπορεί να επηρέασε τους ηγέτες άλλων χωρών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης η απόφαση του Κυριάκου Μητσοτάκη να επιλέξει μία γυναίκα για το ανώτατο πολιτειακό αξίωμα της Ελλάδας; Όχι πολύ, είναι η απάντηση μας.


 

[1] Θεωρητικώ τω τρόπω, θα τονίσουμε πως η επίσκεψη της Προέδρου της Δημοκρατίας στην Σλοβακία, της προσφέρει την ευκαιρία να υπενθυμίσει στον νέο και φιλο-Ρώσο πρωθυπουργό της χώρας Ρόμπερτ Φίτσο, πως η Ελλάδα τάσσεται αταλάντευτα υπέρ της Ουκρανίας, την οποία στηρίζει διπλωματικά, πολιτικά και οικονομικά. Επίσης, της προσφέρει την ευκαιρία να του υπενθυμίσει πως οποιαδήποτε απόκλιση από την γραμμή που έχει χαράξει η Ευρωπαϊκή Ένωση ως προς την Ρωσική στρατιωτική εισβολή και κατ’ επέκταση την Ρωσο-ουκρανική σύγκρουση, δεν ωφελεί παρά τον Ρώσο πρόεδρο και το αυταρχικό καθεστώς του οποίου ηγείται. Άρα, συνάγουμε πως εξ αυτού του λόγου η επίσκεψη της έχει μεγάλο ενδιαφέρον και δεν μπορεί να θεωρηθεί απλά εθιμοτυπική, τοποθετούμενη δίπλα στην πρόσφατη επίσκεψη του Έλληνα πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στην Οδησσό όπου και είχε διαβουλεύσεις με τον Ουκρανό πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι. Η Ρωσική πυραυλική επίθεση που έθεσε σε κίνδυνο την ζωή των δύο πολιτικών ηγετών, φανερώνει την έλλειψη σεβασμού που επιδεικνύει το Πουτινικό καθεστώς απέναντι στην ανθρώπινη ζωή.
[2] Αναφέρεται στο: Ριζάς, Σωτήρης., ‘Η ΘΕΣΗ ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ (1924-1935 ΚΑΙ 1974-1985),’ Διδακτορική Διατριβή, Πάντειο Πανεπιστήμιο Κοινωνικών και Πολιτικών Επιστημών, 1992, Διαθέσιμη στο: Η ΘΕΣΗ ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΠΡΟΕΔΡΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΚΗ (1924-1935 ΚΑΙ 1974-1985) (didaktorika.gr) Έχοντας κατά νου την ανάλυση του Σωτήρη Ριζά (οι διδακτορικές διατριβές που έχουν κατατεθεί με θέμα την θέση και τον ρόλο του Προέδρου της Δημοκρατίας στο εγχώριο πολιτειακό γίγνεσθαι, δεν είναι πολλές), θα τονίσουμε πως ο ιδρυτής της Νέας Δημοκρατίας Κωνσταντίνος Καραμανλής, από την θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας, κατάφερε να πετύχει κάτι πολύ σημαντικό: Να ‘εξαναγκάσει’ τον τότε ισχυρό πρωθυπουργό και πρόεδρο του Πανελληνίου Σοσιαλιστικού Κινήματος Ανδρέα Παπανδρέου, να επιδείξει πλήρη σεβασμό τόσο στο πρόσωπο του, όσο και στον ίδιο τον θεσμό του Προέδρου της Δημοκρατίας.   Οι δύο άνδρες κλήθηκαν να συνεργαστούν για ένα σχετικά βραχύβιο χρονικό διάστημα, την διετία 1993-1995, δίχως να προκύπτει οποιαδήποτε ένταση στις σχέσεις τους,  παρά το γεγονός πως ο Ανδρέας Παπανδρέου δεν πρότεινε τον Κωνσταντίνο Καραμανλή για μία δεύτερη προεδρική θητεία στα 1985. Και επίσης, παρά το ό,τι ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ως θιασώτης του μοντέλου εκείνου που θέλει τον εκάστοτε Πρόεδρο ‘μοναδικό ρυθμιστή’ του Πολιτεύματος που να μπορεί να εξουδετερώνει τις πολιτικές εντάσεις και αντιθέσεις, δεν θα αντιμετώπισε με θετικό τρόπο την συνταγματική αναθεώρηση του 1986 που ενίσχυσε τον ρόλο του πρωθυπουργού, περιορίζοντας αισθητά τις προεδρικές αρμοδιότητες. Που μπορεί να οφείλεται όμως η πολύ καλή συνεργασία τους την περίοδο 1993-1995; Εν είδει υποθέσεως εργασίας, θα υποστηρίξουμε πως οφείλεται στην μεγαθυμία που επέδειξε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, χαρακτηριστικό που διαθέτουν σημαντικοί πολιτικοί ηγέτες. Στην πολιτική κουλτούρα του Κωνσταντίνου Καραμανλή, ο οποίος δεν άφηνε προσωπικές πικρίες και επιθέσεις να θολώσουν την κρίση του και να αλλοιώσουν το πολιτικό του αισθητήριο, προτάσσοντας την εύρυθμη λειτουργία των θεσμών.
[3] Για μία ευσύνοπτη όσο και κατατοπιστική παρουσίαση των προσώπων που έχουν κληθεί να αναλάβουν καθήκοντα Προέδρου της Δημοκρατίας εν καιρώ Μεταπολίτευσης καθώς των προϋποθέσεων εκλογής, βλέπε και, ‘Πρόεδρος της Δημοκρατίας: Η ιστορία του θεσμού από τη μεταπολίτευση έως σήμερα (infographics),’ Lawpost, 2014, Διαθέσιμο στο: Πρόεδρος της Δημοκρατίας: Η ιστορία του θεσμού από τη μεταπολίτευση έως σήμερα (infographics) | Νομικά Νέα | Lawspot Κινούμενοι σε ένα θεωρητικό επίπεδο, θα πούμε πως ο ‘κανόνας’ που ισχύει έως και σήμερα, θέλει τους Προέδρους της Δημοκρατίας να πραγματοποιούν δύο πλήρεις προεδρικές θητείες. Ο ‘κανόνας’ αυτός άρχισε να ισχύει από την δεκαετία του 1990 και έπειτα, πράγμα που κατά κύριο λόγο οφείλεται στο γεγονός πως η Μεταπολιτευτική Δημοκρατία ήσαν πλέον πολύ σταθερή και ώριμη ώστε να υιοθετήσει έναν τέτοιο ‘κανόνα’. Διατρέχοντας την ιστορία της ύστερης περιόδου της Μεταπολίτευσης (χονδρικά, από το 1995 έως και σήμερα), παρατηρούμε πως δεν έχει ανανεωθεί η προεδρική θητεία μόνο ενός Προέδρου: Του άλλοτε υπουργού της Νέας Δημοκρατίας και έγκριτου νομικού, Προκόπη Παυλόπουλου. Η κυβερνητική πλειοψηφία και προσωπικά ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, επεδίωξαν, δια της επιλογής ενός νέου προσώπου για την θέση του Προέδρου, να σημασιοδοτήσουν την μετάβαση σε μία νέα πολιτική περίοδο, δείχνοντας πως δεν επιθυμούν να ‘έχουν καμία απολύτως σχέση με την περίοδο διακυβέρνησης Συνασπισμού Ριζοσπαστικής Αριστεράς-Ανεξαρτήτων Ελλήνων’. Η Κατερίνα Σακελλαροπούλου που δεν άσκησε ποτέ στο παρελθόν βουλευτικά και υπουργικά καθήκοντα, ‘ενσάρκωσε’ αυτή την μετάβαση, εκπληρώνοντας τα καθήκοντα της  με ευσυνειδησία και με μετριοπάθεια, αποδίδοντας μεγάλη έμφαση στο ζήτημα της κατάλληλης πολιτικής και θεσμικής διαπαιδαγώγησης των Ελλήνων πολιτών.
[4] Η Κατερίνα Σακελλαροπούλου εμπίπτει σε εκείνη την κατηγορία των Δυτικών ηγετών (δεν πρέπει να ξεχνάμε πως ένας Πρόεδρος της Δημοκρατίας μπορεί να καταστεί ή να λειτουργήσει ως ‘ηγέτης’, ‘βγαίνοντας με θάρρος μπροστά’ όταν οι άλλοι διστάζουν/Χαρακτηριστική περίπτωση αυτού, ο άλλοτε Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κάρολος Παπούλιας, που δεν επέτρεψε σε μία πολύ κρίσιμη περίοδο για τη χώρα, την διολίσθηση στο κοινωνικό και πολιτικό χάος/Το να απωλέσει η πλειοψηφία των πολιτών την εμπιστοσύνης της στους πολιτικούς θεσμούς), που εξακολουθούν να μιλούν για τους Ισραηλινούς ομήρους που κρατούν η ‘Χαμάς’ και η ‘Ισλαμική Τζιχάντ,’ την στιγμή όπου άλλοι ηγέτες Δυτικών χωρών δεν το πράττουν, φοβούμενοι μην κατηγορηθούν από τους φιλο-Παλαιστίνιους πολίτες των χωρών τους. Η Κατερίνα Σακελλαροπούλου διαθέτει βαθιά «ιστορική συνείδηση», για να παραπέμψουμε στην ανάλυση του Rusen, γεγονός που της επιτρέπει να εντοπίζει με μεγάλη ακρίβεια όλα εκείνα τα στοιχεία που φέρνουν εγγύτερα ή πιο κοντά τους πολίτες μίας εμπόλεμης χώρας. Στην περίπτωση της Ουκρανίας, ήσαν η μνημόνευση των Ουκρανών αμάχων της πόλης Μπούτσα που εκτελέστηκαν εν ψυχρώ από Ρώσους στρατιώτες (έγκλημα πολέμου). Στην περίπτωση του Ισραήλ, η υπενθύμιση της βάρβαρης τρομοκρατικής επίθεσης της ‘Χαμάς’ επί Ισραηλινού εδάφους και του αντίκτυπου της. Η προτροπή να μην πάψουμε να σκεφτόμαστε τους ομήρους. Βλέπε σχετικά, Rusen, J., ‘History: Narration, interpretation, orientation,’ New York, Oxford, Berghahn Books, 2005a.
[5] Το πρώτο πράγμα που πράττει ο εκάστοτε Πρόεδρος της Δημοκρατίας που επισκέπτεται μία ξένη χώρα, είναι η ανάδειξη των κοινών δεσμών και των πεδίων εκείνων όπου μπορεί να προκύψει και συνεργασία και εμβάθυνση της ήδη υπάρχουσας συνεργασίας. Εκτιμούμε πως ένας εκ των πλέον βασικών λόγων για τους οποίους ο Ανδρέας Παπανδρέου αποφάσισε να μην προτείνει τον Κωνσταντίνο Καραμανλή για μία δεύτερη προεδρική θητεία, ήσαν ο φόβος του πως θα αντιδράσει και δη έντονα, στις  συνταγματικές αλλαγές που είχε σκοπό να προωθήσει. Οπότε ακολούθησε την πεπατημένη, επιλέγοντας ένα σεβάσμιο πρόσωπο (Χρήστος Σαρτζετάκης), που δεν διέθετε όμως καμία πρόθεση εναντίωσης στις κυβερνητικές και πρωθυπουργικές πρωτοβουλίες. Που δεν ήσαν ‘συγκρουσιακός’.
[6] Βλέπε σχετικά, Rusen, J., ‘History: Narration, interpretation, orientation…ό.π. Βλέπε επίσης, Αποστολόπουλος, Νικόλαος., ‘ Μηχανισμοί διαμόρφωσης της ιστορικής κουλτούρας και συνείδησης των φοιτητών και φοιτητριών των Παιδαγωγικών Τμημάτων,’ Διδακτορική Διατριβή, Πανεπιστήμιο Αιγαίου, 2021, Διαθέσιμη στο: Μηχανισμοί διαμόρφωσης της ιστορικής κουλτούρας και συνείδησης των φοιτητών και φοιτητριών των Παιδαγωγικών Τμημάτων (didaktorika.gr) Η Πρόεδρος της Δημοκρατίας που δεν αρθρώνει ακτιβιστικό-φεμινιστικό λόγο και έχει μεταρρυθμιστικό προφίλ (είναι ευτυχής η συγκυρία που διανύουμε: Τόσο ο πρωθυπουργός όσο και η Πρόεδρος διαθέτουν ισχυρό μεταρρυθμιστικό προφίλ)  εστιάζει σε όλα εκείνα τα ‘μικρά’ και διόλου ασήμαντα (αγάπη για την ανάγνωση) τα οποία συνήθως παραγνώριζαν Πρόεδροι της Δημοκρατίας που προέρχονταν από ένα βαθιά κομματικοποιημένο περιβάλλον.
[7] Βλέπε σχετικά, Rusen, J., ‘History: Narration, interpretation, orientation…ό.π.
Προηγούμενο άρθροΗ έπαρση και η υποστολή του πολιτικού θράσους – Γράφει ο Γιάννης Καφάτος
Επόμενο άρθροΔ, Μιχαηλίδου: Με τη νέα αύξηση ο κατώτατος μισθός θα έχει μπροστά το 8- Θα ικανοποιήσει τους εργαζόμενους