Εισαγωγική τοποθέτηση του Υπουργού Επικρατείας και Κυβερνητικού Εκπροσώπου, Δημήτρη Τζανακόπουλου, κατά την ενημέρωση των πολιτικών συντακτών

Ολοκληρώνεται σήμερα η πρώτη συζήτηση και ψήφιση στην Ολομέλεια της Βουλής για την αναθεώρηση του Συντάγματος.

Κατά τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας αναδείχτηκαν με τον πιο σαφή τρόπο οι βαθιές ιδεολογικές και πολιτικές διαφορές που χωρίζουν τον ΣΥΡΙΖΑ από τη Νέα Δημοκρατία.

Διαφορές που αφορούν τους ίδιους τους αξιακούς πυρήνες των δύο κομμάτων και σκιαγραφούν μια καθαρή κοινωνική και πολιτική αντίθεση που περιγράφεται από το δίπολο λαός – ελίτ.

Η χθεσινή τοποθέτηση του κ. Μητσοτάκη που θεώρησε εκφυλισμό της διαδικασίας συνταγματικής αναθεώρησης τον εθνικό διάλογο που διεξήχθη με πρωτοβουλία της κυβέρνησης ώστε να διαμορφωθούν οι ευρύτερες δυνατές συναινέσεις και να αποτυπωθούν αυθεντικά τα λαϊκά αιτήματα είναι χαρακτηριστική.

Για τον κ. Μητσοτάκη οι πολίτες δεν έχουν δικαίωμα να συμμετέχουν στη διαδικασία της συνταγματικής αναθεώρησης καθώς δεν κατέχουν τη μυστική γνώση που κατέχει ο ίδιος και οι συνεργάτες του.

Πρόκειται εδώ για μια αριστοκρατική αντίληψη για την πολιτική που επιβεβαιώνει ότι ο κος Μητσοτάκης αντιλαμβάνεται την πολιτική εξουσία ως πατρογονικό δικαίωμα του ίδιου και των ομοίων του και όχι ως πηγάζουσα από τον λαό. Ο λαός χρωστάει στον κο Μητσοτάκη δεν χρωστάει ο κος Μητσοτάκης στον λαό.

Αυτό προέκυψε εξάλλου και από την άρνηση του να στηρίξει τις προτάσεις της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας για το λαϊκό δημοψήφισμα και τη λαϊκή νομοθετική πρωτοβουλία. Ο λαός είναι καλός και σοφός για τον κο Μητσοτάκη εξάλλου όσο επιλέγει όσα ο κος Μητσοτάκης θεωρεί επωφελή και αναγκαία αλλά δεν είναι ανάγκη και να το διακινδυνεύουμε.

Η ίδια αριστοκρατική αντίληψη αναδύεται σε όλες τις τοποθετήσεις του κου Μητσοτάκη επί των υπολοίπων προτάσεων της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας για τη συνταγματική αναθεώρηση.

Σας θυμίζω ότι η Ν.Δ. αρνήθηκε να στηρίξει προτάσεις, που αντλώντας διδάγματα από την κρίση και απηχώντας λαϊκά αιτήματα, σκοπεύουν στην ενίσχυση της δημοκρατίας και του κοινοβουλευτισμού, αποκαθιστούν τη σχέση εμπιστοσύνης των πολιτών με την πολιτική, ενισχύουν την προστασία των κοινωνικών δικαιωμάτων και των δημόσιων αγαθών.

Αρνήθηκαν έτσι να στηρίξουν την πρόταση που θέλει ο Πρωθυπουργός να είναι υποχρεωτικά εκλεγμένος βουλευτής. Προφανώς η επιλογή του λαού δεν είναι τόσο σημαντική στο αξιακό σύμπαν του κυρίου Μητσοτάκη όσο για παράδειγμα η προέλευση από την κλειστή κάστα των τεχνοκρατών. Εκείνων δηλαδή που γνωρίζουν όσα δεν γνωρίζει η αδαής πλειοψηφία σύμφωνα με την προσφιλή του έκφραση. Δεν θέλει εξάλλου πιθανόν ο κος Μητσοτάκης  να αποκλείσει την πιθανότητα να ξανασυμβούν στη χώρα όσα έγιναν το 2011 όταν τα τότε κόμματα εξουσίας παρέδωσαν τα κλειδιά της χώρας σε έναν μη εκλεγμένο Πρωθυπουργό που είχε την εμπιστοσύνη της εξουσίας αλλά όχι βέβαια την εμπιστοσύνη της κοινωνίας.

Επίσης από τη ΝΔ αρνήθηκαν να στηρίξουν την πρόταση για τις θητείες των βουλευτών που στην πραγματικότητα διαμορφώνει όρους για την καταπολέμηση του πελατειακού κράτους και της οικογενειοκρατίας. Και η άρνησή τους αυτή επιβεβαιώνει όσα λέμε από την αρχή της κρίσης. Ότι σημασία για αυτούς δεν έχει η εκπροσώπηση κοινωνικών συμφερόντων στο πολιτικό πεδίο και στο κοινοβούλιο, αλλά η αναπαραγωγή της εξουσίας των πολιτικών οικογενειών της ελίτ και όσων συμμερίζονται τους αντικοινωνικούς τους στόχους.

Αρνήθηκαν φυσικά να στηρίξουν και όλες τις προτάσεις για την ενίσχυση της προστασίας των κοινωνικών δικαιωμάτων με το σκόπιμα ψευδές επιχείρημα ότι αποτελούν δήθεν ευχολόγια.

Για τον κο Μητσοτάκη είναι ευχολόγιο η συνταγματική κατοχύρωση της υποχρέωσης του κράτους να εγγυάται την καθολική πρόσβαση όλων των πολιτών σε υπηρεσίες υγείας. Ξέρει βεβαίως πολύ καλά ότι μια τέτοια ρύθμιση έχει άμεσες κανονιστικές συνέπειες. Το μόνο πρόβλημα είναι ότι δεν βολεύουν τον κο Μητσοτάκη που επιδιώκει να καταργήσει τη νομοθετική ρύθμιση στην οποία προχώρησε η σημερινή κυβέρνηση εξασφαλίζοντας την δωρεάν πρόσβαση στο ΕΣΥ σε 2,5 εκατομμύρια ανασφάλιστους συμπολίτες μας.

Για τον κο Μητσοτάκη είναι επίσης ευχολόγιο η ενίσχυση της συνταγματικής προστασίας των συλλογικών διαπραγματεύσεων. Οι συλλογικές διαπραγματεύσεις αποτελούν για τον ίδιο μια ιδεοληπτική εμμονή της αριστεράς. Το έχει δηλώσει. Το ίδιο βέβαια ισχύει και για το οχτάωρο που κατά επίσης δήλωσή του είναι και αυτό ξεπερασμένο. Ό,τι δηλαδή ικανοποιεί τα συμφέροντα των εργοδοτών είναι φρέσκο και γεμάτο ζωντάνια. Ό,τι προστατεύει τους εργαζόμενους δεν είναι παρά αγκύλωση στο παρελθόν. Ξέρετε όμως αυτές είναι οι κοινοτοπίες των ακραίων φιλελεύθερων τα τελευταία 250 χρόνια. Τίποτα νέο και φρέσκο εδώ παρά μόνο το παραδοσιακό μίσος της νεοφιλελεύθερης  ελίτ για τους εργαζόμενους και τα δικαιώματά τους.

Για τον κο Μητσοτάκη είναι ευχολόγιο η συνταγματική κατοχύρωση του δημόσιου ελέγχου στα κοινωνικά αγαθά του νερού και του ηλεκτρικού ρεύματος ώστε τα δίκτυα διανομής τους να υπόκεινται σε καθεστώς δημόσιας υπηρεσίας. Ευχολόγιο δεν ξέρω αν είναι αλλά σίγουρα είναι μια διάταξη που θα εμποδίσει τους ομοίους του κου Μητσοτάκη να παραδώσουν το σύνολο των κοινωνικών υποδομών της χώρας στους φίλους τους.

Όλα αυτά είναι βεβαίως ευχολόγια και εμμονές της Αριστεράς κατά τον κο Μητσοτάκη.  Αναγκαίες μεταρρυθμίσεις είναι άλλες. Η τροποποίηση του άρθρου 24 με στόχο να αλλάξει ο ορισμός του δάσους και να δημιουργηθούν όροι πλήρους αποψίλωσης για να ικανοποιηθούν ειδικά οικονομικά συμφέροντα.

Αλλά και η τροποποίηση του άρθρου 16 όπου η υποκρισία της Ν.Δ. στο ζήτημα αυτό φτάνει στην κυριολεξία στο απόγειο της. Δήθεν ενδιαφέρεται για τους Έλληνες φοιτητές και τις Ελληνίδες φοιτήτριες που σπουδάζουν στο εξωτερικό και γι’ αυτό επιδιώκει τη λειτουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων. Την ίδια στιγμή όμως αρνείται να υποστηρίξει τις προτάσεις της κυβέρνησης για την ενίσχυση του ελληνικού δημόσιου πανεπιστημίου και την αύξηση των εισακτέων φοιτητών. Κάποιος κακοπροαίρετος  εδώ θα έλεγε ότι ίσως οι προθέσεις του δεν είναι τόσο αγαθές και η επιδίωξη του είναι να δημιουργήσει πελατεία για τα ιδιωτικά κολλέγια – παραρτήματα του εξωτερικού.

Κυρίες και Κύριοι,

Χθες κατά τη διάρκεια της συζήτησης αποκαλύφθηκε όμως και το βαθιά αντιθεσμικό πρόσωπο και παιχνίδι της ΝΔ με τον θεσμό του Προέδρου της Δημοκρατίας. Αποκαλύφθηκε όμως και πόσο ανόητο είναι το νέο αγαπημένο αφήγημα του κου Μητσοτάκη για δήθεν στρατηγική δεξιάς παρένθεσης από τη μεριά της σημερινής κυβέρνησης.

Οι παλινωδίες της Νέας Δημοκρατίας σε σχέση με το άρθρο 32 εξηγήθηκαν χθες με αδιαμφισβήτητο τρόπο.

Ο ομολογημένος πλέον στόχος της Ν.Δ. είναι να δημιουργήσει όρους για διορισμό του Προέδρου της Δημοκρατίας από μια απλή κοινοβουλευτική πλειοψηφία καταστρατηγώντας έτσι το ίδιο το πνεύμα του Συντάγματος που επιτάσσει την επιδίωξη των ευρύτερων δυνατών συναινέσεων όταν πρόκειται για την εκλογή του ΠτΔ που αποτελεί και τον ρυθμιστή του πολιτεύματος.

Η βούληση της Ν.Δ., έγινε αυτό ξεκάθαρο χθες,  είναι να μην προτείνει τον νυν Πρόεδρο κο Προκόπη Παυλόπουλο για την προεδρική εκλογή του 2020.

Προφανώς έχει τάξει τη θέση σε πρόσωπο του πάλαι ποτέ εκσυγχρονιστικού μπλοκ ή σε κάποιον ευνοούμενο του παλιού καθεστώτος.

Και εδώ πρόκειται για πρωτοφανή συναλλαγή στα χρονικά της μεταπολιτευτικής δημοκρατίας.

Μόνο που ο κος Μητσοτάκης λογαριάζει χωρίς τον ξενοδόχο. Γιατί ο λαός θα ρίξει στα αζήτητα τα σχέδια του όπως στα αζήτητα έριξε και το σχέδιο της αριστερής παρένθεσης πριν από λίγα χρόνια.

Το θέμα όμως με τη Ν.Δ. είναι ότι αντί να ασχολείται με τα πραγματικά προβλήματα της κοινωνίας συνεχίζει τα σχέδια επί χάρτου για την παλινόρθωση του παλιού καθεστώτος.

Η πρακτική αυτή των συναλλαγών, συνήθης για την κάστα του παλιού πολιτικού προσωπικού, επιβεβαιώνει ότι η Ν.Δ. δεν πήρε κανένα μάθημα από την κρίση. Συνεχίζει να λειτουργεί ως κάστα που μοιράζει φανταστικές θέσεις εξουσίας ερήμην του κυρίαρχου λαού. Μόνο που πλέον ο λαός δεν είναι απών.

Όπως συνήθης είναι και μια άλλη πτυχή αυτής της αγαπημένης πρακτικής των συναλλαγών που μόλις χθες επιβεβαίωσε και ο κ. Τσουκάτος στην απολογία του στη δίκη της Siemens.

Διότι ο κος Τσουκάτος αποκάλυψε κάτι που όλοι γνωρίζουν, αλλά ουδείς ομολογούσε. 16 δισ. δραχμές, δηλαδή σχεδόν 47 εκατ. ευρώ, μπήκαν από τα μαύρα ταμεία της Siemens και άλλων εταιρειών στα ταμεία του ΠΑΣΟΚ μόνο για τις εκλογές του 2000.

Παρά τις αποκαλύψεις αυτές, η κα Γεννηματά από χθες όχι μόνο δεν έχει πει κουβέντα, αλλά δεν έχει την παρρησία να ζητήσει έστω μία συγγνώμη από τον ελληνικό λαό για το πάρτι διαφθοράς που οδήγησε τη χώρα στη χρεοκοπία και το πολιτικό σύστημα στην πλήρη  απαξίωση.

Αντίστοιχη αφωνία φυσικά για τα πεπραγμένα του ΠΑΣΟΚ επιδεικνύει και ο κ. Μητσοτάκης, ο οποίος ακόμη δεν έχει εξηγήσει ποια ακριβώς διαφάνεια και εξυγίανση τολμάει να επικαλείται για τα οικονομικά της Ν.Δ., όταν ένας επιχειρηματίας και μεγαλοεκδότης πληρώνει τα ενοίκια των γραφείων της.

Τα δώρα, οι μίζες και οι υπόγειες χρηματοδοτήσεις των κομμάτων του παλιού πολιτικού συστήματος φυσικά προστίθενται στα δυσθεώρητα χρέη τους από τα θαλασσοδάνεια, άνω των 400 εκατ. ευρώ, τα οποία ακόμη κανείς τους δεν έχει εξηγήσει πώς και πότε θα ξεπληρωθούν

Αυτές οι πρακτικές του παλιού πολιτικού συστήματος είναι αρκετές για να εξηγήσουν τη δυσθυμία τους στην αρχή της Συνταγματικής Αναθεώρησης, όταν με υπεκφυγές, παιχνίδια και προφάσεις, μεθόδευαν την υπονόμευση της διαδικασίας με προφανή στόχο να μην αλλάξει το κατάπτυστο άρθρο 86 του Συντάγματος για την ευθύνη των υπουργών.

Προηγούμενο άρθροΝΔ: Σχολιασμός των τελευταίων εξελίξεων της επικαιρότητας
Επόμενο άρθροΓραφείο Τύπου Πρωθυπουργού: Ανακοίνωση για τη Συνταγματική Αναθεώρηση