Επιστήμονες στη Βρετανία δημιούργησαν τους πρώτους γενετικά τροποποιημένους χοίρους που δεν αρρωσταίνουν από το Αναπαραγωγικό και Αναπνευστικό Σύνδρομο των Χοίρων, μια από τις συχνότερες ζωικές νόσους παγκοσμίως, η οποία κοστίζει δισεκατομμύρια στην κτηνοτροφία.
Το συγκεκριμένο σύνδρομο κοστίζει στους παραγωγούς σε Ευρώπη και ΗΠΑ περίπου 2,5 δισεκατομμύρια δολάρια σε χαμένα έσοδα κάθε χρόνο. Η νόσος προκαλεί αναπνευστικά προβλήματα και πρόωρο θάνατο στους άρρωστους χοίρους, ενώ τα έγκυα θηλυκά ζώα μπορεί να αποβάλουν. Το Σύνδρομο ενδημεί σε πολλές χώρες με χοιροτροφία, ενώ τα εμβόλια έχουν αποτύχει να σταματήσουν την εξάπλωση και τη συνεχή μετάλλαξη του ιού PRRS που προκαλεί τη συγκεκριμένη ζωονόσο.
Οι ερευνητές του Ινστιτούτου Ρόσλιν του Πανεπιστημίου του Εδιμβούργου (εκεί όπου δημιουργήθηκε το διάσημο κλωνοποιημένο πρόβατο «Ντόλι»), με επικεφαλής τη δρα Κριστίν Τέιτ-Μπέρκαρντ, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό ιολογίας “Journal of Virology”, βρήκαν ένα τρόπο να κάνουν τα ζώα ανθεκτικά στον ιό.
Με την κατάλληλη μικρή τροποποίηση του DNA, συγκεκριμένα χάρη στην αφαίρεση ενός τμήματος του υποδοχέα CD163 από την επιφάνεια των κυττάρων, ο ιός δεν μπορεί πλέον να προσδεθεί στα κύτταρα των χοίρων και να τα μολύνει. Οι δοκιμές έδειξαν ότι τα τροποποιημένα ζώα δεν μολύνθηκαν καθόλου, ενώ δεν υπήρχαν ούτε ίχνη του ιού στο αίμα τους.
Δεν παρατηρήθηκαν επίσης κάποιες παρενέργειες στα μεταλλαγμένα πειραματόζωα. Η γενετική τροποποποίηση είναι μόνιμη, συνεπώς θα κληροδοτηθεί -μαζί με την ανθεκτικότητα απέναντι στον ιό- στους απογόνους των χοίρων.
Η δρ Τέτι-Μπέρκαρντ δήλωσε ότι «τα αποτελέσματα είναι πολύ ενδιαφέροντα, αλλά πιθανότατα θα περάσουν αρκετά χρόνια, εωσότου φάμε μπέικον από τέτοιους τροποποιημένους χοίρους ανθεκτικούς στον ιό PRRS», καθώς, όπως είπε, χρειάζεται ένας ευρύτερος δημόσιος διάλογος για την αποδοχή του κρέατος από ζώα με μεταλλάξεις στο DNA τους.
Επίσης, τόνισε πως «πρέπει να γίνουν πιο μακρόχρονες μελέτες που θα επιβεβαιώσουν ότι αυτές οι γενετικές αλλαγές δεν έχουν απρόβλεπτες επιπτώσεις στα ζώα. Αν αυτές οι μελέτες είναι επιτυχείς και αν το κοινό αποδεχθεί τη γενετική τεχνολογία, τότε μπορούμε να αρχίσουμε να συνεργαζόμαστε με κτηνοτροφικές εταιρείες, ώστε να ενσωματώσουν αυτές τις γενετικές τροποποιήσεις στα ζώα τους που προορίζονται για το εμπόριο».
Προς το παρόν, τα γενετικά τροποποιημένα ζώα απαγορεύεται να εισέλθουν στην τροφική αλυσίδα στην Ευρώπη και οι καταναλωτές είναι από επιφυλακτικοί έως αρνητικοί απέναντι σε τέτοια προϊόντα, φοβούμενοι για τις επιπτώσεις στην υγεία τους, κάτι που αναπόφευκτα «φρενάρει» τους κτηνοτρόφους και τις εταιρείες.
Όμως, όπως υποστηρίζουν οι ερευνητές και γενικότερα οι υπέρμαχοι της γενετικής τεχνολογίας, υπάρχει σημαντική διαφορά ανάμεσα στην εισαγωγή σε ένα ζώο ενός ξένου γονιδίου από ένα άλλο είδος ζώου και σε μια μικρή τροποποίηση του DNA του ίδιου του ζώου, κάτι που, ούτως η άλλως, κάνει η ίδια η φύση στην πορεία του χρόνου και της εξέλιξης.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, από την πλευρά του, έχει διαβεβαιώσει ότι «δεν έχουν παρατηρηθεί επιπτώσεις στην ανθρώπινη υγεία ως συνέπεια της κατανάλωσης γενετικά μεταλλαγμένων τροφίμων από το γενικό πληθυσμό στις χώρες όπου αυτά είναι εγκεκριμένα». Αλλά η κοινή γνώμη έχει μέχρι στιγμής άλλη γνώμη…
Σύνδεσμος για την επιστημονική δημοσίευση: http://jvi.asm.org/content/early/2018/05/31/JVI.00415-18.abstract?sid=76da96e5-7f99-4c31-9aa4-5c17c6a50b17
ΑΠΕ-ΜΠΕ