Ισχυρή κοινωνία για ισχυρή δημοκρατία
Η χώρα μας βιώνει από το 2010 ένα συνεχές κρίσεων. Οι ανισότητες αυξήθηκαν ενώ σχεδόν μισό εκατομμύριο νέοι αναγκάστηκαν να φύγουν στο εξωτερικό σε αναζήτηση καλύτερης ζωής. Για να αντιστρέψουμε αυτό το αρνητικό σπιράλ, το οποίο υποθηκεύει το μέλλον της χώρας, χρειαζόμαστε ένα νέο μοντέλο ανάπτυξης, το οποίο θα δημιουργεί πολλές και καλές θέσεις εργασίας, και θα θέτει τις βάσεις για μία ανθεκτική στις κρίσεις οικονομία και κοινωνία.
Ο μετασχηματισμός αυτός για να είναι επιτυχημένος, απαιτείται και ένα διαφορετικό θεσμικό πλαίσιο, όπου το κράτος δεν θα αντιμετωπίζεται ως λάφυρο.
Ο ρόλος της Βουλής ως ελεγκτικού μηχανισμού της κυβέρνησης έχει υποχωρήσει σημαντικά. Η εκτελεστική εξουσία ασκείται με ένα αδιαφανές και συγκεντρωτικό μοντέλο χωρίς λογοδοσία ευνοώντας τη διαφθορά. Η υπόθεση των παρακολουθήσεων ανέδειξε το παρωχημένο υπόδειγμα διακυβέρνησης. Το κράτος των στενών συγγενών και φίλων. Η αίσθηση παντοδυναμίας και ατιμωρησίας συχνά διαπερνά οριζόντια την άσκηση της εξουσίας και αποτυπώνεται από την επιχείρηση ελέγχου των θεσμών και την δημιουργία νησίδων ανομίας μέσα στο κράτος. Παράλληλα, οι ανεξάρτητες αρχές που αποτέλεσαν μείζονα θεσμική καινοτομία, που εισήχθη από το ΠΑΣΟΚ, βάλλονται πολλαπλώς όταν προσπαθούν να επιτελέσουν με πενιχρά μέσα την αποστολή τους. Τέλος, η Δικαιοσύνη και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης αποτελούν δύο ακόμα κρίσιμους τομείς για την ομαλή λειτουργία της δημοκρατίας, είναι όμως κοινός τόπος ότι παρατηρούνται δυστυχώς μεγάλες αδυναμίες και στρεβλώσεις.
Η σύγχρονη σοσιαλδημοκρατία μπορεί να προσφέρει συγκεκριμένες και απτές πολιτικές επιλογές, που απαντούν στις αγωνίες και τα προβλήματα της κοινωνίας.
Πρώτα από όλα, με γενναία μέτρα για την υπεράσπιση της ανοιχτής και δημοκρατικής κοινωνίας απέναντι στις απειλές από αδιαφανή ιδιωτικά κέντρα εξουσίας που επιδιώκουν να ποδηγετήσουν τις πολιτικές διαδικασίες. Πρέπει επίσης να επεκτείνουμε εργαλεία όπως είναι η «Διαύγεια», ξεκινώντας από τις δαπάνες της Βουλής και των πολιτικών κομμάτων, ενώ το ΑΣΕΠ πρέπει να αποκτήσει κεντρικό ρόλο στον πλήρη εκσυγχρονισμό του συστήματος προσλήψεων στον δημόσιο τομέα, με τις αξιοκρατικές διαδικασίες να γίνονται ο απόλυτος κανόνας.
Παράλληλα πρέπει να προχωρήσουμε στην αλλαγή του παραγωγικού μας μοντέλου, ώστε να μπορεί να ανταπεξέλθει στις ανάγκες της σύγχρονης εποχής και να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τις όλο και αυξανόμενες προκλήσεις. Δυστυχώς η κυβέρνηση άφησε την πολύ μεγάλη ευκαιρία του Ταμείου Ανάκαμψης να περάσει αναξιοποίητη, αποφασίζοντας τον καταμερισμό των κονδυλίων όχι προς όφελος της κοινωνίας αλλά των λίγων κολλητών.
Όμως ως χώρα δεν έχουμε την πολυτέλεια να μείνουμε στάσιμοι. Είναι αναγκαίο να προχωρήσουμε στις απαραίτητες μεταρρυθμίσεις και αλλαγές.
Αρχικά θα πρέπει να αξιοποιήσουμε την πράσινη μετάβαση και να διασφαλίσουμε ότι αυτή θα γίνει με έναν κοινωνικά δίκαιο τρόπο και τα οφέλη που θα προκύψουν, θα διαχυθούν σε όλη την κοινωνία. Για το λόγο αυτό έχουμε προτείνει ένα ολοκληρωμένο πλέγμα πολιτικών για τη δίκαιη μετάβαση, που θα εγγυάται την ενεργειακή ασφάλεια της χώρας και θα καταπολεμά την ενεργειακή φτώχεια. Με ένα εκτεταμένο πρόγραμμα αναβάθμισης των κτιρίων, ιδιαίτερα για τα πιο ευάλωτα νοικοκυριά και την επιχορήγηση για την εγκατάσταση ηλιακών θερμοσιφώνων, ώστε να μειωθεί σημαντικά το ενεργειακό τους κόστος και να είναι διαχρονικά προστατευμένοι. Με την προώθηση μικρών και μεσαίων προγραμμάτων εγκατάστασης ΑΠΕ ώστε να είναι δυνατή η τοποθέτηση φωτοβολταϊκών στις στέγες και η δημιουργία ενεργειακών κοινοτήτων για αγρότες, κτηνοτρόφους και μεταποιητές, ώστε να μειωθεί το υψηλό κόστος και η παραγωγή ενέργειας να μην περιορίζεται σε λίγες μόνο μεγάλες εταιρείες, αλλά όλο και περισσότεροι να μπορούν να παράγουν την ενέργεια που καταναλώνουν. Μάλιστα, σύμφωνα και με την ευρωπαϊκή εμπειρία η πολιτική αυτή οδηγεί τις κοινωνίες στη δημιουργία μίας νέας κουλτούρας εξοικονόμησης, που είναι και ένας βασικός στόχος της πράσινης μετάβασης.
Επιπλέον θα πρέπει να προχωρήσουμε σε συγκεκριμένες πολιτικές, που θα ενισχύουν την κοινωνική συνοχή και θα μειώνουν τα ανελαστικά κόστη των ελληνικών νοικοκυριών. Ένα από αυτά είναι και το κόστος της στέγασης καθώς ένας στους τρεις Έλληνες ξοδεύει πάνω από το 40% του εισοδήματός του για έξοδα στέγασης, μακράν το μεγαλύτερο στην Ευρωπαϊκή Ένωση όπου ο μέσος όρος είναι 7,8%. Τα ποσοστά είναι ακόμα χειρότερα για όσους ενοικιάζουν το σπίτι στο οποίο διαμένουν, όπου το 59,6% δαπανά πάνω από το μισό εισόδημά του. Για το λόγο αυτό, πρώτοι από όλα τα κόμματα, παρουσιάσαμε ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα για τη δημιουργία ενός δημόσιου αποθεματικού κατοικιών, που θα διατίθενται προς ενοικίαση και όχι προς πώληση με κοινωνικά κριτήρια.
Σε αυτό το περιβάλλον αλλαγών και προκλήσεων οφείλουμε να εγγυηθούμε ότι κανείς δεν θα μείνει πίσω γιατί στο όραμα της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας η κοινωνική συνοχή, η ευημερία και η Δημοκρατία δεν είναι έννοιες ασύμβατες, άλλα άρρηκτα συνδεδεμένες.