ΑΠ. ΒΕΣΥΡΟΠΟΥΛΟΣ: “Η υπερφορολόγηση διαλύει την οικονομία” – Στο 3RD ATHENS LAW FORUM ON TAXATION.

Στις συνέπειες της υπερφορολόγησης στην οικονομία αλλά και στην πρόταση της Νέας Δημοκρατίας για μείωση των φόρων, προκειμένου να επανεκκινηθεί η οικονομία αναφέρθηκε ο Αν. Τομεάρχης Οικονομικών της Νέας Δημοκρατίας και Βουλευτής Ημαθίας, κ. Απόστολος Βεσυρόπουλος, κατά την ομιλία του στο 3RD ATHENS LAW FORUM ON TAXATION.

Κατηγόρησε την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, ότι επέλεξε μια αποτυχημένη συνταγή ακραίας υπερφορολόγησης, αντί να επιλέξει το δρόμο των μεταρρυθμίσεων, της μείωσης του κράτους και της στοχευμένης μείωσης δαπανών. Τόνισε, ότι το μνημόνιο που διαπραγματεύθηκε και υπέγραψε ο κ. Τσίπρας, στηρίζει την κάλυψη των δημοσιονομικών αναγκών στην επιβολή φόρων.

«Αυτή η φοροκεντρική δημοσιονομική πολιτική δεν δίνει ελπίδα και διέξοδο, έχει έντονο αντιαναπτυξιακό χαρακτήρα και συνδέεται με παράπλευρες απώλειες. Θα έλεγα ότι είναι και αντικοινωνική αφού οδηγεί στη φτωχοποίηση ένα μεγάλο μέρος των πολιτών. Αυτή τη στιγμή έχουμε έναν από τους υψηλότερους συντελεστές φορολόγησης για τις επιχειρήσεις σε όλη την Ευρώπη. Ο μέσος όρος των βαλκανικών και γειτονικών μας χωρών, σε ότι αφορά στο συντελεστή φορολόγησης των επιχειρήσεων είναι 15,6%, στην Ελλάδα είναι 29%. Οφείλω επίσης, να επισημάνω ότι ενώ η Ελλάδα έχει φορολογικό συντελεστή 29% για τις επιχειρήσεις, η Κύπρος και η Ιρλανδία, δύο χώρες που μπήκαν και αυτές σε μνημόνια, έχουν συντελεστή φορολόγησης 12,5%. Είναι σαφές, ότι οι δύο αυτές χώρες επέλεξαν ένα διαφορετικό μείγμα οικονομικής πολιτικής για να αντιμετωπίσουν τα δημοσιονομικά τους προβλήματα. Επέλεξαν να μην ακολουθήσουν τον εύκολο δρόμο της υπερφορολόγησης και να πλήξουν την πραγματική οικονομία. Επέλεξαν να ακολουθήσουν το δρόμο της στοχευμένης μείωσης δαπανών, και των μεταρρυθμίσεων», επισήμανε ο κ. Βεσυρόπουλος.

img_4738Ο Αν. Τομεάρχης Οικονομικών της Νέας Δημοκρατίας, αναφέρθηκε και στις συνέπειες από την υπέρμετρη αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών, τονίζοντας:

«Οι εργοδοτικές  εισφορές κοινωνικής ασφάλισης στην Ελλάδα κινούνται σε ένα ποσοστό της τάξης του 24,6% ενώ στις γειτονικές χώρες ο μέσος όρος είναι 15,2%. Μιλάμε για απόκλιση και περαιτέρω επιβάρυνση 10 μονάδων. Δεν πρέπει να απορούμε μετά για την φυγή των ελληνικών επιχειρήσεων σε χώρες όπως η Βουλγαρία, συνέπεια της υπερφορολόγησης. Καμία επιχείρηση δεν μπορεί να ανταπεξέλθει όταν η συνολική φορολογική επιβάρυνση όλων των υποχρεώσεων της, υπερβαίνει το 52% των εσόδων της. Ο ΦΠΑ στην Ελλάδα είναι από τους υψηλότερους στην Ευρώπη. Έχουμε ΦΠΑ 24% όταν ο αντίστοιχος ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι 20%. Αυτό έχει ως συνέπεια να μειώνεται η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας μας και των προϊόντων μας. Να μειώνεται η κατανάλωση και κατά συνέπεια να μειώνονται και τα δημόσια έσοδα».

Ο κ. Βεσυρόπουλος, ανέφερε, ότι η υπερφορολόγηση οδηγεί και στη μείωση των δημοσίων εσόδων, ενώ δεν είναι τυχαίο ότι έχει επιταχυνθεί πλέον ο ρυθμός αύξησης των ληξιπρόθεσμων οφειλών των πολιτών προς την Εφορία, τα οποία έχουν ξεπεράσει πλέον τα 91,5 δισεκατομμύρια ευρώ, το 50% του ΑΕΠ που είναι το υψηλότερο ποσοστό στην Ευρωζώνη, πέρα από το γεγονός ότι κινείται σε πενταπλάσιο ή και πολλαπλάσιο επίπεδο συγκριτικά με αυτό άλλων ευρωπαϊκών χωρών.

«Μία χώρα στην οποία ο ένας στους δύο φορολογούμενους χρωστά στην Εφορία, μια χώρα στην οποία το ιδιωτικό χρέος δεν μπορεί να αποπληρωθεί, δεν είναι μια κανονική χώρα» τόνισε χαρακτηριστικά ο κ. Βεσυρόπουλος. Έκλεισε την ομιλία του αναφερόμενος στη δέσμευση της Νέας Δημοκρατίας και του Προέδρου της κ. Μητσοτάκη για μια νέα φορολογική πολιτική που θα στηρίζεται σε δύο άξονες:

1ον- Μείωση των φορολογικών συντελεστών και σταδιακή αποκλιμάκωση των φορολογικών επιβαρύνσεων.

2ον-Βελτίωση του δείκτη φορολογικής συμμόρφωσης με ταυτόχρονο και δραστικό περιορισμό της φοροδιαφυγής με πρακτικά και αποτελεσματικά μέτρα.

 

Προηγούμενο άρθροΔήλωση της εκπροσώπου των ΑΝ.ΕΛ. Μανταλένας Παπαδοπούλου για τις προσβλητικές δηλώσεις Ερντογάν για την σημαία της Κυπριακής Δημοκρατίας
Επόμενο άρθροΣυγκρατημένες οι παραγγελίες πετρελαίου θέρμανσης, παρά την πτώση της θερμοκρασίας, σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς