Με κάθε επισημότητα τιμήθηκε και φέτος από την Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας η Ημέρα Μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου και στις επτά Περιφερειακές Ενότητες.
Στη Θεσσαλονίκη, παρουσία του Περιφερειάρχη Κεντρικής Μακεδονίας Απόστολου Τζιτζικώστα, πραγματοποιήθηκε το πρωί επιμνημόσυνη δέηση στον αύλειο χώρο του ιερού ναού Της Του Θεού Σοφίας, κεντρική ομιλία του Περιφερειάρχη και κατάθεση στεφάνων στο Μνημείο Γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού, στην πλατεία Αγίας Σοφίας. Στις εκδηλώσεις παρέστη και απηύθυνε χαιρετισμό η Αντιπεριφερειάρχης Θεσσαλονίκης Βούλα Πατουλίδου.
«Δεν υπάρχει πιο φρικτό και αποτρόπαιο έγκλημα κατά της ανθρωπότητας, από τη γενοκτονία. Και δεν υπάρχει πιο μεγάλη, πιο βαριά ευθύνη, από το να μην επιτρέψουμε να συμβεί ξανά στο μέλλον. Γι’ αυτό και η μνήμη, πηγαίνει πάντα δίπλα – δίπλα με το καθήκον», τόνισε ο κ. Τζιτζικώστας.
Ο Περιφερειάρχης επισήμανε ότι «είμαστε σήμερα εδώ, με πλήρη συνείδηση του ιστορικού βάρους που οφείλουμε να σηκώσουμε. Η μνήμη των 353.000 Ελλήνων του Πόντου, που αποτέλεσαν τα αθώα θύματα μιας ασύλληπτης θηριωδίας, πρέπει να μείνει άσβεστη. Και μαζί με αυτή την ιστορική μας ευθύνη, είναι εθνικό μας καθήκον, να συνεχίσουμε τον αγώνα για την καθολική αναγνώριση την Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου. Είναι πράγματι βαρύ το χρέος που φέρουμε στους ώμους μας, εδώ όμως θα δείξουμε την ψυχή μας, που πρέπει να είναι αντάξια τον αδερφών μας, Ελλήνων του Πόντου».
Το μήνυμα του κ. Τζιτζικώστα για τη σημερινή Ημέρα Μνήμης της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου ήταν ξεκάθαρο: «Είναι σημαντικό, το έθνος μας να μην ξεχάσει ποτέ. Είναι σημαντικό, κάθε μέρα, να αναλογιζόμαστε το χρέος που μας βαραίνει. Γιατί τα φρικτά εγκλήματα κατά ολόκληρων εθνών δεν παραγράφονται, αλλά απαιτούν δικαίωση. Και η δικαίωση δεν είναι φυσικά, ούτε η εκδίκηση, ούτε ένας νέος φόρος αίματος. Δικαίωση είναι η συγγνώμη. Δικαίωση για τις ψυχές των αθώων θυμάτων, είναι η ανάληψη της ευθύνης για το έγκλημα που διαπράχθηκε. Και αυτό δεν είναι ένα ζήτημα που αφορά στο παρελθόν. Δεν είναι καν ζήτημα ικανοποίησης συναισθημάτων. Είναι ζήτημα αξιοπρέπειας και ανθρωπισμού, είναι η βάση για ένα βιώσιμο μέλλον. Δεν μπορεί άλλο η Τουρκία να κλείνει τα μάτια και να παραποιεί την ιστορική πραγματικότητα. Δεν υπάρχουν πολλές οπτικές γωνίες σε μία Γενοκτονία, η Γενοκτονία είναι έγκλημα, τελεία και παύλα. Και η Τουρκία οφείλει να ζητήσει μια ειλικρινή συγγνώμη. Δυστυχώς όμως, καθημερινά διαπιστώνουμε ότι η Τουρκία παραμένει φορέας του ιού της μισαλλοδοξίας και της προκλητικότητας. Αντί μετά από τόσες δεκαετίες να αναπτύξει αντισώματα απέναντι σε κάθε είδους φανατισμό, έχει μόνιμη ανοσία στην ιστορική αλήθεια. Μια ανοσία που προκαλεί υποψίες και βάζει εμπόδια στην οικοδόμηση των υγιών σχέσεων για το μέλλον που θέλουμε. Η Ελλάδα -το γνωρίζουν όλοι- είναι παράγοντας σταθερότητας και ασφάλειας. Δεν ενδίδουμε σε επιπόλαιες προκλήσεις, διατηρούμε πάντα την ψυχραιμία μας. Μην κάνουν το λάθος όμως κάποιοι, αυτή την ψυχραιμία και την υπευθυνότητα να την εκλάβουν ως αδυναμία. Η Ελλάδα δεν πρόκειται ποτέ να κάνει βήμα πίσω, στα κυριαρχικά της δικαιώματα. Η εθνική μας κυριαρχία είναι αδιαπραγμάτευτη. Το ίδιο και η Ιστορία μας. Και θα συνεχίσουμε με το ίδιο σθένος, με την ίδια πίστη, τον αγώνα για την πλήρη δικαίωση, για την καθολική αναγνώριση της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου. Και όσο και αν άργησε, η ημέρα αυτή θα ‘ρθει. Και θα είμαστε εδώ, μπροστά στο μνημείο, στη Θεσσαλονίκη, στην καρδιά της Μακεδονίας, για την τιμή και τη μνήμη, των αθώων θυμάτων της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου. Αιωνία η μνήμη τους».
Στην ομιλία του ο κ. Τζιτζικώστας αναφέρθηκε επίσης στο ιστορικό της Γενοκτονίας και των πληγών που άφησε στον Ποντιακό Ελληνισμό: «Για αιώνες, σε αυτή τη σπουδαία κοιτίδα του Ελληνισμού, οι Πόντιοι δίδαξαν και διέδωσαν τον πολιτισμό. Δημιούργησαν ακμάζουσες κοινωνίες και οικονομίες. Μεγαλούργησαν έχοντας εφόδια την εργατικότητα, το φιλότιμο, το πείσμα για προκοπή. Ώσπου ήρθε η καταστροφή, από μία αποτρόπαια επιχείρηση εθνικής καθαρότητας, η βαρβαρότητα της οποίας δεν χωρά στον ανθρώπινο νου. Οι Έλληνες του Πόντου σφαγιάσθηκαν, εκδιώχθηκαν, ξεριζώθηκαν. Όσοι κατάφεραν να ξεφύγουν κυνηγημένοι είχαν μαζί τους μόνο λίγο χώμα από τον τόπο τους και πολλές μνήμες. Κράτησαν όμως σφιχτά στην καρδιά τους, την πίστη, τα ήθη και τα έθιμα, αλλά και την αγάπη για την Ελλάδα. Την Ελλάδα που τους πίκρανε πολλές φορές, καθώς το κράτος δεν τους υποδέχτηκε όπως έπρεπε, δεν τους βοήθησε να ξαναστήσουν τις ζωές τους και καθυστέρησε πάρα πολύ, να αναγνωρίσει τη Γενοκτονία, κάτι που έγινε μόλις το 1994, στις 24 Φεβρουαρίου».