Ο Υφυπουργός παρά τω Πρωθυπουργώ και Κυβερνητικός Εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης καλεσμένος στο podcast ΣΥΝΑΝΤΗΣΕΙΣ της Athens Voice με τον δημοσιογράφο Μάκη Προβατά
Δεν ξέρω τι πιστεύετε για αυτό το πολιτική και απολιτίκ.
«Έχει γίνει ένας διαχωρισμός εδώ και πάρα πολλά χρόνια μεταξύ πολιτικών και τεχνοκρατών, ο οποίος θεωρώ ότι είναι ατυχής και είναι αποτέλεσμα του γεγονότος ότι για πάρα πολλές δεκαετίες η πολιτική ασκείτο, κατά κανόνα, από ανεπάγγελτους πολιτικούς. Αυτό λοιπόν έχει ως αποτέλεσμα οι άνθρωποι που έχουν μια ιδιότητα στη ζωή τους, ένα επάγγελμα, ό,τι έχει επιλέξει ο καθένας να κάνει στη ζωή του, να τοποθετούνται σε μια εντελώς άλλη κατηγορία από τους πολιτικούς, ενώ στην πραγματικότητα η πολιτική χρειάζεται ανθρώπους με παραστάσεις, ένσημα και οτιδήποτε έχει ο καθένας στη ζωή του, αλλά και με πολιτική σκέψη.
Δεν πιστεύω ότι η πολιτική είναι κάτι που γίνεται στο κενό, είναι κάτι που ασκείται μόνο από τους πολιτικούς, για παράδειγμα τις κυβερνήσεις, τα κόμματα της αντιπολίτευσης. Πολιτική είναι η απόφαση μιας επιχείρησης. Πολιτική είναι μια συζήτηση σε ένα οικογενειακό τραπέζι. Μπορεί να παραχθεί πολιτική από γεγονότα ή από αποφάσεις, πέραν των αποφάσεων μιας κυβέρνησης, σίγουρα κορυφαίες πολιτικές αποφάσεις για τις ζωές μας είναι αποφάσεις της εκάστοτε κυβέρνησης. Δεν τα εξομοιώνω όλα αυτά.
Άρα, νομίζω ότι δουλειά του πολιτικού συστήματος, υποχρέωση ή εν πάση περιπτώσει μονόδρομος, εάν θέλουμε να σταματήσουμε αυτό το οποίο συμβαίνει πολύ μεγάλα ποσοστά αποχής, όσο πάμε προς τα κάτω στις γενιές, όλο και λιγότερο ενδιαφέρον είναι να πείσουμε για το αυτονόητο. Ότι μπορείς να είσαι και τα δύο, ότι μπορείς να είσαι και ένας άνθρωπος με τα ένσημα σου, τη δουλειά σου και ταυτόχρονα να είσαι και ενεργός όπως επιλέγει ο καθένας. Άλλοι στην αυτοδιοίκηση, άλλοι κεντρικά, άλλοι με το λόγο τους, τη δημόσια παρέμβασή τους».
Γίνεται πολιτική μέσω social media
«Δεν είναι το ερώτημα αν μπορεί να γίνει. Έχουμε υποχρέωση να κάνουμε. Γιατί αν απουσιάζεις από ένα γήπεδο που συμμετέχουν όλοι οι υπόλοιποι, θα χάσεις από τα αποδυτήρια. Η αλήθεια είναι ότι γίνεται πολλές φορές με χειρότερους όρους από ό, τι μια φυσιολογική συζήτηση. Γιατί στα social media επικρατεί τις περισσότερες φορές ο τίτλος, η μία εικόνα η οποία μπορεί να δημιουργήσει συναισθήματα. Ένα βίντεο λίγων δευτερολέπτων κερδίζει μια ανάλυση κάποιων λεπτών και συνήθως στα λίγα δευτερόλεπτα, όχι πάντα, τα τσιτάτα επικρατούν της ουσίας. Έχουν κάνει πολλά καλά τα social media και στην πολιτική. Δηλαδή μπορεί ένας άνθρωπος που δεν έχει τις προσβάσεις, τις δυνατότητες, την ευκαιρία να προβάλλει τις ιδέες του, να κερδίσει άλλους ανθρώπους, την εκτίμησή τους, την εμπιστοσύνη τους και να ανελιχθεί. Αλλά έχουν δημιουργήσει και προβλήματα. Δηλαδή τα ψέματα εξαπλώνονται πλέον με ταχύτητες φωτός, με ό,τι αυτό συνεπάγεται».
«Μπορεί να μιλάμε τόσο «εύκολα» για φασισμό;»
«Έχουν χάσει οι λέξεις το νόημά τους, δυστυχώς, για τον λόγο που είπατε, γιατί χρησιμοποιούνται κατά κόρον για να περιγράψουν εντελώς άλλες καταστάσεις. Ευτυχώς οι δικές μας οι γενιές και όσοι είναι σε αυτή τη χώρα πρακτικά κάτω από 60, γιατί εντάξει, κάποιος μπορεί να γεννήθηκε στη μεταπολίτευση, ή να γεννήθηκε λίγα χρόνια πριν, αλλά δεν βίωσε στο πετσί του τι σημαίνει να μην έχεις δημοκρατία. Δεν έχουν καταλάβει τι σημαίνει φασισμός. Δεν το έχουμε βιώσει. Οπότε θεωρώ ότι είναι κάτι που πολλοί το λένε εύκολα ή το αναπαράγουν πιο εύκολα γιατί πολύ απλά δεν καταλαβαίνουν τι σημαίνει. Θεωρώ ότι στη χώρα μας καταρχάς έχουμε απόλυτη ελευθερία έκφρασης και δεν το λέω για να πανηγυρίσω.
Πολυφωνία αν δει κανείς, κάνει μια βόλτα σε ένα περίπτερο και δει πρωτοσέλιδα εφημερίδων ή δει τίτλους σε ιστοσελίδες ή τελοσπάντων οποιοδήποτε μέσο ενημέρωσης θα καταλάβει ότι αυτό που προσπαθούν κάποιοι να πουν ότι έχουμε μια κυβέρνηση που παρεμβαίνει και δημιουργεί θέματα και ό,τι τελοσπάντων λένε διάφοροι τέλος πάντων διάφορες μη κυβερνητικές οργανώσεις είναι εκτός πραγματικότητας. Αλλά θα σας πω. Προγενέστερες, πρόδρομες μορφές φασισμού στην καθημερινότητά μας έχουμε δηλαδή ή είχαμε περισσότερο και σε κάποιες άλλες περιπτώσεις έχουμε. Δηλαδή το να αποφασίζουν κάποιοι να μην επιτρέψουν σε φοιτητές να μπουν στο πανεπιστήμιό τους θεωρώ ότι είναι μια φασιστική ενέργεια. Δεν είναι δημοκρατική ενέργεια. Δεν σημαίνει ότι έχουμε φασισμό ως χώρα.
Δημοκρατία έχουμε όπου εφαρμόζονται οι νόμοι και πρέπει να εφαρμόζονται σε χρόνο dt. Η κατάληψη είναι μια φασιστική ενέργεια. Είναι κάτι που δεν συμφωνεί όλο το πολιτικό σύστημα. Αυτό είναι πρόβλημα. Δηλαδή όσοι μας ακούνε τώρα και είναι και λίγα χρόνια μεγαλύτεροι από τους εν ενεργεία φοιτητές, η δική μου η γενιά, η λίγο μεγαλύτερη, σίγουρα θα έχουν χάσει μαθήματα, εξάμηνα, προθεσμίες για μεταπτυχιακά και σίγουρα έχουν δει αυτές τις περιόδους τους γονείς τους εκεί που είχαν έναν προϋπολογισμό τετραετίας να πληρώνουν και ένα δύο χρόνια ακόμα γιατί κάποιοι είχαν κάνει κατάληψη. Φασισμός για μένα είναι με το έτσι θέλω να μην επιτρέπεις σε κάποιον να πάει στη δουλειά του. Δεν σημαίνει ότι είσαι φασίστας. Δεν καταλαβαίνεις τι κάνεις κάποιες φορές, αλλά στην πραγματικότητα αυτή είναι μια κίνηση όχι δημοκρατική. Εγώ θεωρώ ότι εκεί πρέπει να δουλέψουμε πάρα πολύ και δυστυχώς δεν είναι η πλειονότητα των κομμάτων στην αυτονόητη, εγώ δεν θα πω στη σωστή πλευρά της ιστορίας».
Υφίστανται πλέον διαχωρισμοί «αριστερά- δεξιά» στην πολιτική;
«Σίγουρα υπάρχουν ιδεολογικές διαφορές οι οποίες μένουν στον χρόνο και προσαρμόζονται, δεν αλλάζουν, δεν αλλοιώνονται στις πραγματικότητες που ζει ο καθένας μας και στην εποχή που ζούμε. Καταρχάς ξεκινάω λέγοντας ότι δεν υπάρχει αυτό που λέμε «δημοκρατική παράταξη». Όλοι όσοι ανήκουν στο πολιτικό φάσμα -δεν μιλάω τώρα για αυτούς οι οποίοι θέλουν πράγματα περίεργα και επιστροφή σε εποχές που δεν θέλουμε να ξαναζήσουμε -όλοι, από την αριστερά μέχρι την δεξιά είναι δημοκράτες. Άρα ο δημοκρατικός χώρος που κάποιοι λένε, θέλοντας να καπηλευτούν ένα χώρο συγκεκριμένο και να αποκτήσουν μονοπώλιο σε μια περιοχή, δεν ανήκει σε κανέναν. Όλοι θέλουμε δημοκρατία. Επίσης δεν είναι κάποιοι περισσότερο ή λιγότερο πατριώτες. Ο καθένας στον πατριωτισμό του τον εκφράζει με τον τρόπο που επιθυμεί. Δεν θεωρώ ότι είναι περισσότερο πατριώτες οι μεν, λιγότερο πατριώτες οι δε.
Σίγουρα όσοι επιλέγουν, με σκοπό να κάνουν αντιπολίτευση σε μια κυβέρνηση, να κάνουν αντιπολίτευση στη χώρα και να εξάγουν ψέματα κατά της χώρας τους στο εξωτερικό, δεν κάνουν καλό στη χώρα τους. Δεν θα τους πω λιγότερο πατριώτες. Είναι πολύ βαριά κατηγορία, αλλά αυτοί δημιουργούν πρόβλημα στη χώρα. Αν κάπου βλέπω πολύ έντονα τις διαχωριστικές γραμμές ακόμα και σήμερα είναι στην αντίληψη που έχει ο χώρος της αριστεράς -κατά πλειοψηφία, δεν μηδενίζω- για την εφαρμογή του νόμου, είναι η κουβέντα που κάναμε ακριβώς λίγα δευτερόλεπτα πριν. Δηλαδή για μένα για να ξεκινήσει μια συζήτηση και να έχει νόημα, πρέπει ο συνομιλητής μου να αποδέχεται ότι δεν υπάρχει καλός ή κακός παραβάτης του νόμου. Ένας άνθρωπος ο οποίος κάνει μια κατάληψη είναι παράνομος. Ένας άνθρωπος ο οποίος εμποδίζει κάποιον να πάει στη δουλειά του είναι παράνομος. Ένας άνθρωπος ο οποίος κάνει την οποιαδήποτε πράξη βίας πρέπει να τιμωρείται.
Τα σύνορα της χώρας πρέπει να φυλάσσονται. Δεν μπορούμε να στρεφόμαστε κατά -αναίτια κιόλας- των αστυνομικών. Ένας άνθρωπος που δικαιολογεί μια επίθεση σε αστυνομικούς, ένας άνθρωπος που δικαιολογεί μια τέτοια πράξη, από όποιον και αν προέρχεται, ακόμα και αν αυτός είναι οργισμένος, ανήκει σε κάτι εντελώς διαφορετικό ως πολιτικό χώρο από μένα. Εγώ δεν θα μιλήσω για άλλους, Θα μιλήσω για μένα. Εντάξει, σε ποσοστά πάντοτε, στον χώρο της Αριστεράς ακόμα βλέπω τέτοιες παθογένειες. Και ξέρετε που απογοητεύτηκα περισσότερο. Σε ομιλίες που έχω ακούσει στη Βουλή ως εισηγητής υφυπουργός για δύο νομοσχέδια τους τελευταίους μήνες, που η ρητορική που άκουγα στα αμφιθέατρα ως φοιτητής Νομικής πριν από 15- 20 χρόνια, την ίδια ακριβώς ρητορική την άκουσα στη Βουλή των Ελλήνων. Εκεί ναι, έχουμε ακόμα πολύ μεγάλη απόσταση».
«Αν έχει φίλους από άλλους πολιτικούς χώρους»
«Έχω ανθρώπους που έχω πολύ στενή σχέση και λόγω του επαγγέλματος μου και λόγω της δραστηριότητάς μου, της ευρύτερης επαγγελματικής ή συνεργάτες που έχουν περάσει κατά καιρούς από γραφεία που έχω δουλέψει, που δεν ανήκουν στη Νέα Δημοκρατία. Δεν ξέρω αν ψηφίζουν ΣΥΡΙΖΑ ή κάποιο άλλο κόμμα. Ανήκουν στην άλλη πλευρά του πολιτικού φάσματος, Αριστερά και Κεντροαριστερά, τους οποίους θεωρώ πολύ καλούς μου φίλους. Σίγουρα το 2015, για να λέμε την αλήθεια, το θεωρώ μια διαιρετική τομή. Δηλαδή τότε πραγματικά ήταν η μόνη στιγμή που ένιωσα την ανάγκη να απομακρυνθώ από ανθρώπους και ίσως και εκείνοι από μένα.
Δηλαδή όλη αυτή η πόλωση που μόνο κακό έκανε προφανώς στη χώρα. Οι οποίοι άνθρωποι ήταν πολύ πιο κοντά από όσο είναι σήμερα. Μπορεί να τα έφερε έτσι η ζωή, αλλά η μόνη φορά που ένιωσα την ανάγκη να απομακρυνθώ από ανθρώπους λόγω ρητορικής, λόγω συμπεριφοράς, ήταν όταν κρινόταν για το αν η χώρα μας θα έχει τα αυτονόητα τα επόμενα χρόνια, δηλαδή θα είμαστε στην Ευρώπη, εγώ δεν θεωρώ ότι ήταν απλά αν θα είμαστε στην Ευρώπη, είναι να μπορούμε να έχουμε φάρμακα, εμβόλια, μια στοιχειώδη χρηματοδότηση. Και σαν «προφήτες» τότε, κάποιοι τα λέγαμε χωρίς να ξέρουμε για πανδημίες, για πληθωριστικές κρίσεις. Ξέρετε, πόσο εύκολα λέμε δόθηκαν 40 δισ. για την πανδημία, που δεν έχουν καμία σχέση με το μαξιλάρι του κ. Τσίπρα, δόθηκαν 13 δις για τη στήριξη των νοικοκυριών, των επιχειρήσεων στο ρεύμα ή εμβολιαστήκαμε; Όλα αυτά δεν θα τα συζητούσαμε καν.
Ε, λοιπόν τότε, όταν έβλεπα δηλαδή κάποιους να θέλουν το «κακό» του παιδιού που θα κάνω μετά από κάποια χρόνια χωρίς να το καταλαβαίνουν και των δικών τους των παιδιών, ένιωσα την ανάγκη να απομακρυνθώ. Δεν είναι εύκολο για να μην τα ωραιοποιούμε, όταν δίνεις μια μάχη, έναν αγώνα, οι άνθρωποι που έχεις κοντά σου να πρεσβεύουν το εντελώς αντίθετο. Θέλοντας και μη, τις ιδέες τις δικές μου, τη στρατηγική της κυβέρνησης, αυτά τα οποία κομίζει ο πρωθυπουργός, με τον οποίο έχω την τιμή να είμαι κοντά, τα έχω κάνει βίωμά μου.
Τα πιστεύω δεν είναι απλά τα υπηρετώ γιατί πρέπει να τα υπηρετήσω. Τα πιστεύω. Άρα είναι δύσκολο για την καθημερινότητά μου, όχι από άποψη «πράσινα και μπλε καφενεία, ότι επειδή δεν είσαι μαζί μας, δεν είσαι φίλος μας», είναι δύσκολο με την καθημερινότητα που έχω, με τη ζωή που έχω, με την ένταση με την οποία προσπαθώ να υπερασπιστώ τις ιδέες μου και τις ιδέες μας, θεωρώ με ευπρέπεια, αλλά σίγουρα με πάθος να με αντέξουν ως στενοί μου άνθρωποι, άνθρωποι που δεν πιστεύουν σε αυτό».
«Χρειάστηκε σε αυτό το διάστημα να υπερασπιστείτε μια αλήθεια την οποία δεν την πιστεύατε; Και αν ναι με ποια.»
«Όχι. Να υπερασπιστώ αλήθεια που δεν την πίστευα, όχι. Να υπερασπιστώ πολιτικές αποφάσεις για τις οποίες είχα κάποιες επιφυλάξεις ως προς το timing που έπρεπε να εκδοθούν ή να ληφθούν, ή ως προς κάποιες λεπτομέρειες που θεωρώ ότι έπρεπε να είναι κάπως αλλιώς από κάποια υπουργεία, ναι. Ήταν ελάχιστες οι περιπτώσεις, δηλαδή κάτω του 10%. Αλλά έχω την άποψη ότι όταν ανήκεις σε ένα σύνολο πρέπει να λες τη γνώμη σου με ευπρέπεια μέχρι την τελική λήψη της απόφασης και στη συνέχεια, εφόσον ληφθεί μια απόφαση, να την υπηρετείς, γιατί διαφορετικά δεν θα υπάρχουν ούτε σύνολα, ούτε κόμματα, ούτε τίποτα. Θα ήμασταν ένα απόλυτο χάος.
Θα σας πω ένα παράδειγμα. Θεωρώ ότι μια από τις μεγαλύτερες μεταρρυθμίσεις της δεύτερης τετραετίας, που θεωρώ ότι είναι η τετραετία των μεταρρυθμίσεων, σε αντίθεση με το τι διακινείται από κάποιους αναλυτές, η μεγαλύτερη τετραετία μεταρρυθμίσεων για την κυβέρνηση Μητσοτάκη, είναι η δεύτερη και όχι η πρώτη. Μια από τις μεγαλύτερες μεταρρυθμίσεις λοιπόν αυτής της τετραετίας ήταν η αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής. Γιατί είναι μεταρρύθμιση; Γιατί μπορεί η κυβέρνηση εξ αυτού του λόγου και από τη δημιουργία θέσεων εργασίας, που είναι ο άλλος λόγος, να αυξάνει τα έσοδά της μειώνοντας τους φόρους. Αν δεν γινόταν αυτό, δεν θα μπορούσαμε να μιλάμε για μέτρα. Δεν θα μπορούσε κανένα κόμμα στην πραγματικότητα να λέει ότι «εγώ θέλω και αυτό το μέτρο και ο άλλος θέλω και αυτό το μέτρο». Δεν θα υπήρχαν λεφτά. Εκτός αν αυξάναμε τους φόρους. Εμείς δεν θέλουμε να αυξήσουμε τους φόρους.
Εντούτοις, θεωρώ ότι ο τρόπος που επικοινωνήθηκε σε κάποιες πτυχές ένα από τα 12/12 αυτής της μεγάλης μεταρρύθμισης, έβαλε απέναντί μας τους ελεύθερους επαγγελματίες σε μια περίοδο οι οποίοι δεν είδαν τις προθέσεις μας όπως θα έπρεπε και ένιωσαν παραπάνω αδικημένοι. Γιατί μέσα σε ένα σύνολο ανθρώπων που κάποιοι εξ αυτών φοροδιεύφευγαν και φοροδιαφεύγουν και πρέπει αυτό να αντιμετωπιστεί. Ένιωσαν αδικημένοι και κάποιοι οι οποίοι δεν ήταν στην ίδια μοίρα. Ήθελε δηλαδή, θεωρώ επικοινωνιακά μια πιο ήπια διαχείριση σε κάποιες πτυχές, χωρίς όμως να ακυρώνει το γεγονός ότι ήταν μια πολύ μεγάλη και παραμένει μια πολύ μεγάλη μεταρρύθμιση. Αυτό το έχω δει και σε κάποιες άλλες περιπτώσεις.
Δηλαδή βλέποντας για παράδειγμα πόσο λυτρωτική είναι για τους εργαζόμενους η κάρτα εργασίας, μια πολύ μεγάλη μεταρρύθμιση, ακούω και κάποια παράπονα από τους εστιάτορες, από την εστίαση ότι εμείς δεν μπορούμε να την εφαρμόσουμε με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, όπως μπορεί για παράδειγμα μια βιομηχανία. Αυτό δεν είναι κακό να το λες. Σημαίνει ότι είσαι γειωμένος. Σημαίνει ότι ζεις στον ίδιο κόσμο μ αυτόν που ζουν οι υπόλοιποι πολίτες και έτσι θεωρώ ότι είσαι και χρήσιμος στον άνθρωπο στον οποίο είσαι υπόλογος. Εγώ είμαι στον πρωθυπουργό. Αν δεν με εμπιστευόταν ο Κυριάκος Μητσοτάκης, εγώ δεν θα ήμουν εδώ να μιλάω με αυτή την πολιτική ιδιότητα».
«Πώς αποσυμφορεί την ένταση»
«Δεν είναι ήρεμες οι περισσότερες ώρες της ημέρας. Υπάρχει πολλή ένταση, πολλή πίεση, δέχεσαι έντονη τοξικότητα, χάνεις ώρες από την οικογένειά σου. Υπάρχουν στιγμές έντασης. Δεν θεωρώ ότι είμαι από τους ανθρώπους που ξεφεύγουν, αλλά υπάρχουν στιγμές που η πίεση αυτή είναι δύσκολα διαχειρίσιμη. Και ευτυχώς οι ώρες αυτές είναι μοναχικές ώρες. Γιατί δεν είναι ωραίο πράγμα αυτό να το μοιράζεσαι με τον κόσμο. Υπάρχουν στιγμές που σε πιάνει ακόμα και «απελπισία». «Λες τώρα τι κάνουμε, που πάμε; Πώς θα βγει αυτή η μέρα; Πώς θα τα προλάβουμε όλα αυτά; Πώς θα απαντήσουμε σε κάτι τέτοιο;» Ναι, πρέπει να λέμε την αλήθεια στον κόσμο.
Είμαι ήρεμος γιατί έχω πάρει μια απόφαση. Πρώτον, γιατί έχω τα τελευταία χρόνια ζήσει πολύ μεγαλύτερα προβλήματα από αυτά τα οποία μπορεί να θεωρούσαμε μέχρι τώρα προβλήματα. Προβλήματα υγείας. Την ανάγκη να μεγαλώσουμε ένα παιδί με τη γυναίκα μου. Αυτά για τον κόσμο, ειδικά για κάποιο κόσμο που έχει πολύ μεγαλύτερα προβλήματα από εμάς, είναι τα αληθινά προβλήματα. Δεύτερον γιατί έχω πάρει την απόφαση πολιτικά να υπηρετήσω κάποια πράγματα, αυτά τα οποία πιστεύω, τα πρόσωπα που πιστεύω, όπως τον Κυριάκο Μητσοτάκη, το κόμμα που πιστεύω και τις ιδέες που πιστεύω- και με τα λάθη που κάνουμε και διορθώνοντας τα για να μην είμαστε και απόλυτοι- και δεν το λέω υπεροπτικά.
Και αν αυτό δεν αρέσει, αν δεν κάνουμε, αν δεν αρέσουμε. Δημοκρατία έχουμε να προχωρήσουμε παρακάτω. Εγώ εγώ θέλω με την παρουσία μου και όσα χρόνια με ψηφίζει ο κόσμος στην εκλογική περιφέρεια, που θα είμαι υποψήφιος, στο Βόρειο τομέα, να είμαι ενεργός και όσο γίνεται αποτελεσματικός. Δεν θεωρώ ότι ήρθε το τέλος του κόσμου αν έρθει μια εκλογική διαδικασία και το κόμμα το οποίο υπηρετώ δεν κερδίσει. Κάνει κύκλους η πολιτική. Η αντιπολίτευση έχει και αυτή την αξία της. Άρα αυτό με έχει κάνει να είμαι πιο ήρεμος και να βάζω περισσότερο το προσωπικό μου χρώμα σε όποια συζήτηση συμμετέχω, σε όποια σύσκεψη είμαι παρών που μπορεί να ληφθούν κάποιες αποφάσεις.
Εγώ ξέρω ότι αν τα πράγματα δεν πάνε καλά στην πολιτική, σίγουρα θα έχω τη δουλειά μου. Δεν ζω από την πολιτική. Δεν θέλω να ξέρω πως θα ήταν να εξαρτάτο η ζωή μου ή η επιβίωση της οικογένειάς μου, του παιδιού μου που είναι δύο ετών, από το αν θα είμαι ενεργός στην πολιτική, αν θα με ψηφίσει ο κόσμος. Δεν νομίζω ότι θα έπαιρνα και καθαρές αποφάσεις. Δεν θα ήμουν χρήσιμος ούτε για τον πρωθυπουργό, ούτε για τους υπόλοιπους συνεργάτες, ούτε για την ομάδα μου, ούτε για το κόμμα μου».
«Τι λέγατε στο παιδί σας 20 χρόνια μετά;»
«Νομίζω δύο πράγματα πρέπει να προσέχουμε όσοι ασχολούμαστε με την πολιτική. Το ένα είναι με τη στάση μας, με τις κινήσεις μας, να μην προκαλέσουμε αντιδράσεις λόγω προσωπικών κακών συμπεριφορών, είτε αλαζονικών, είτε συμπεριφορών που δεν έχουν καμία σχέση με το ρόλο μας, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Δεν αναφέρομαι μόνο σε σκάνδαλα, που είναι αυτονόητο ότι αμαυρώνουν την εικόνα ενός ανθρώπου και της οικογένειάς του και του κόμματός του και των δικών του ανθρώπων, αλλά ακόμα και σε αλαζονικές συμπεριφορές, οι οποίες σε ακολουθούν.
Άνθρωποι είμαστε. Μπορεί σε μια συζήτηση να υπάρχει μια ένταση, να γίνει ένα λεκτικό ατόπημα, να ειπωθεί κάτι το οποίο δεν πρέπει να ειπωθεί. Δεν πρέπει να στήνουμε στον τοίχο τον αντίπαλό μας. Εφόσον παραδεχτεί το λάθος του ή το προσαρμόσει. Αλλά η αλαζονεία δεν συγχωρείται. Να καταλάβουμε ότι δεν είμαστε ούτε αθάνατοι ούτε μόνιμοι. Το δεύτερο που είναι περισσότερο πολιτικό. Νομίζω ότι δεν θέλω να θεωρηθώ ούτε εγώ, ούτε όσοι συμπορεύομαι μετά από κάποια χρόνια αυτό που θεωρώ ότι ήταν πριν από κάποιες δεκαετίες, όσοι ξεκίνησαν τη λογική της πλειοδοσίας στην Ελλάδα. Δηλαδή ένας πολιτικός που για να γίνει πρόσκαιρα ευχάριστος, είτε ο ίδιος είτε το κόμμα στο οποίο ανήκει, υποθήκευσε τις επόμενες γενιές.
Γιατί σκέφτομαι ότι όπως είπατε, πρώτα ο Θεός να μαστε καλά μετά από 25 χρόνια που εγώ θα είμαι 62, ο γιος μου θα είναι 27 ετών, άρα θα είναι κάπου στα πρώτα του επαγγελματικά βήματα, ό,τι επιλέξει να κάνει τέλος πάντων, να είμαστε καλά τότε να το ζήσουμε κι εμείς αυτό. Όταν εγώ ήμουν στην ηλικία αυτή, ζούσα σε μια χώρα που δεν ήταν δεδομένο αν θα μπορούμε να μείνουμε σε αυτή και να βρούμε δουλειά. Ήταν το 2015. Γιατί φτάσαμε εκεί; Και το 2015 και το 2012, μην το προσωποποιώ μόνο σε ένα κόμμα. Γιατί μια χώρα ζούσε την απόλυτη ευδαιμονία χωρίς να φταίει η κοινωνία, η κοινωνία έβλεπε τους πολιτικούς να παίρνουν αποφάσεις.
Η Ελλάδα από το ‘80 και μετά, συνειδητά υποθήκευσε, με κάποιες φωτεινές εξαιρέσεις πρωθυπουργών που βλέπανε μπροστά, όπως ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης και κάποιους άλλους, μην αδικώ τους υπόλοιπους, αλλά κυρίως τη δεκαετία του ‘80 υποθήκευε τις επόμενες γενιές. Γινόταν ευχάριστη, έδινε λεφτά. Ποιος δεν θέλει να πάρει λεφτά; Ποιος δεν θέλει να πάρει παραπάνω; Ειδικά όσοι πιέζονται πολύ παραπάνω, με αποτέλεσμα να σκάσει όλο αυτό και να σκάσει στα χέρια τα δικά μας, τα δικά σας, των παππούδων μας που χάσανε τις συντάξεις τους.
Λοιπόν, εγώ δεν θέλω για να είμαι τώρα πιο αγαπητός, πιο δημοφιλής, για να βγάζω ένα βιντεάκι που για ένα λεπτό να λέω «πρέπει να πάρει και ο ένας πρέπει να πάρει ο άλλος πρέπει να πάρει κι ο παράλλος», μα όλοι χρειάζεται να πάρουν- εννοείται- για να βγω πιο ψηλά στην εκλογική μου περιφέρεια, για να είμαι πιο δημοφιλής, να πω κάτι και αυτό να το πούνε και άλλοι και να γίνει απόφαση και μετά από 5, 10, 20 χρόνια τα δικά μας τα παιδιά να ζήσουν αυτό που ζήσαμε εμείς: Να είμαστε με το διαβατήριο στο χέρι, να μην ξέρουμε αν τον Σεπτέμβριο του 2015 θα επιστρέψουμε στο δικηγορικό γραφείο εν προκειμένω που ήμασταν μέχρι τον Ιούλιο του 2015.
Η δουλειά που θα επιλέξει όσο γίνεται να τον γεμίζει. Να βάζει το πρωί το ξυπνητήρι και να μην δυσανασχετεί. Γιατί μεγαλώσαμε η δική μου η γενιά σε οικογένειες που θέλαν να μας κάνουν γιατρούς, δικηγόρους, μηχανικούς και άλλα δυο τρία επαγγέλματα. Εγώ έτυχε τη δικηγορία να την αγαπήσω κυρίως μέσα από την άσκηση και τα πρώτα χρόνια της. Ήμουν κι εγώ ένα από τα παιδιά που μπήκε νομική γιατί «έπρεπε να μπει νομική» χωρίς να με έχουν πιέσει και τόσο πολύ, αλλά χωρίς να το καταλαβαίνει, το περιβάλλον σου, σου δημιουργεί: «Α Είσαι θεωρητική κατεύθυνση, πρέπει να μπεις στη Νομική».
Νομίζω ότι είναι ευλογία για έναν γονιό και για το παιδί να μπορεί να του πει ότι άνοιξε τα φτερά σου. Να του πει και τις δυσκολίες της ζωής, γιατί το κάνε ό, τι αγαπάς συνεπάγεται κάποιων άλλων πραγμάτων. Νομίζω ότι αυτό είναι το πιο βασικό και το δεύτερο που συμβαδίζει με το πρώτο. Είναι πολύ σημαντικό να εξηγήσουμε στα παιδιά μας γιατί πρέπει να επενδύουν στους ανθρώπους. Γιατί είναι η πιο ιερή, άυλη, αλλά είναι πιο σημαντική επένδυση. Κάποιες φορές πέφτει έξω μία επένδυση. Δηλαδή επενδύεις σε ανθρώπους και σε απογοητεύουν. Κι εσύ μπορεί να έχεις απογοητεύσει κάποιους άλλους στη ζωή σου, αλλά αξίζει. Αυτά τα δύο νομίζω είναι τα πιο βασικά, γιατί όσο περνάνε τα χρόνια βλέπουμε να απομακρύνονται επί της ουσίας οι άνθρωποι».
Και στην εταιρεία μας τη δικηγορική, έχουμε επενδύσει ως προς το ανθρώπινο κεφάλαιο, σε κάποιους ανθρώπους κάποιοι μπορεί να αποδίδουν παραπάνω, κάποιοι λιγότεροι και λιγότερο, κάποιοι προσαρμόζονται και βελτιώνονται όπως και εμείς στις εταιρείες που δουλέψαμε. Στην πολιτική, στο γραφείο μου επενδύω και εγώ. Περιμένω και εκείνοι από μένα αντίστοιχα σε κάποιους ανθρώπους στη ζωή. Έχω νιώσει ότι έχω απογοητευτεί από κάποιους ανθρώπους που τους έχω στηρίξει. Αντιθέτως, κάποιοι άλλοι μου έχουν δώσει πίσω χωρίς να το περίμενα και σε ανθρώπινο επίπεδο πολλά παραπάνω από όσα περίμενα. Εντάξει. Αν όμως δεν γίνει αυτή η επένδυση, η ανθρώπινη επένδυση δεν θα προχωρήσει τίποτα. Είναι κεφαλαιώδες ζήτημα αυτό και πρώτιστη ύψιστη προτεραιότητα».
Τι είναι πολιτικός πολιτισμός
Να μην κάνει προσωπικές κάποιος επιθέσεις.
Αν έχει κάνει ο ίδιος.
Αμυνόμενος. Και το έχω μετανιώσει. Άνθρωποι είμαστε, Αμυνόμενος; Ναι. Δηλαδή, απαντώντας σε χαρακτηρισμούς να απαντήσω και εγώ με πολύ ηπιότερη μορφή, πολλά χρόνια πριν με αντίστοιχους χαρακτηρισμούς. Ειδικά αυτά τα χρόνια που σας είπα το ’12- ‘15. Δεν θέλω να θυμηθώ τι ανταλλάσσαμε ως πιο ένθερμοι νεολαίοι στα σόσιαλ μίντια που μας λέγανε βέβαια προδότες, γερμανοτσολιάδες, δολοφόνους, επειδή ανήκαμε σε μια νεολαία. Εθελοντές ήμασταν. Δηλαδή ήμασταν άνθρωποι που δουλεύαμε με 700- 800 ευρώ και πιστεύαμε σε κάτι το οποίο δικαιώθηκε στη συνέχεια. Όχι ότι τα κάναμε όλα τέλεια και μας λέγανε επειδή ήμασταν για παράδειγμα στην ΟΝΝΕΔ ή κάποια άλλα παιδιά στην νεολαία ΠΑΣΟΚ ή ως νέοι δικηγόροι ήμασταν σε αυτό τον χώρο, τέλος πάντων, συνάδελφοι, παλιοί φίλοι, παλιοί συμφοιτητές, ό, τι μπορείτε να φανταστείτε.
Εντάξει, εκεί το σωστό είναι να κάνεις «μπλοκ» τον άλλον για να μιλήσουμε με όρους social media και να πας παρακάτω. Κάτι που κάνω τώρα. Με βρίζει κάποιος, είτε εγώ είτε οι συνεργάτες μου. Μπλοκ. Μου κάνει σκληρή κριτική, κοιτάω να απαντάω. Κάνει κάτι το οποίο ξεπερνάει τα όρια και είναι απειλή και κάτι παραπάνω; Δικαιοσύνη, αστυνομία, ηλεκτρονικό έγκλημα για να υπάρχουν και συνέπειες. Αυτό το θεωρώ κανόνα. Ο πολιτικός πολιτισμός είναι, ειδικά όταν έχεις μια θέση που εκπροσωπείς και άλλους ανθρώπους, να αποφεύγεις τις προσωπικές επιθέσεις. Δηλαδή έχω δεχτεί πάρα πολλές ανακοινώσεις από τα κόμματα της αντιπολίτευσης -καλά για τον πρωθυπουργό δεν το συζητάω πως τον έχουν πει, μέχρι και ότι συνδέεται με τη δολοφονία ενός νέου παιδιού του είπαν, ότι ενορχήστρωσε μια συγκάλυψη, οτιδήποτε τέλος πάντων- όπου αντί να πούνε ότι «ο εκπρόσωπος Μαρινάκης εκεί αυτό που λέει δεν ισχύει, αυτό που λέει είναι έτσι, αυτό που λέει είναι αλλιώς ο ψεύτης ο έτσι, ο αλλιώς, ο παραλλιώς».
Αυτό είναι καλό να το αποφεύγουμε, να το πω έτσι ευγενικά δείχνεις έναν πολιτισμό με το να πεις ότι αυτό που λες δεν ισχύει, ότι είσαι υποκριτής πολιτικά, ότι ακόμα και το πολιτικός απατεώνας πολιτική κριτική είναι. Μπορεί να είναι λίγο πιο βαριά, αλλά υπάρχει η πολιτική απάτη. Μέχρι εκεί. Το να λες «χούντα, καθεστώς δωσίλογος», όλα όσα τέλος πάντων έχουμε ακούσει «συγκαλύπτετε λαθρέμπορους, είστε δολοφόνοι». Όλα αυτά τα οποία τα ακούμε στη Βουλή από κοινοβουλευτικά κόμματα καμιά φορά.
Μου έχει τύχει. Από τα άνω δυτικά θεωρεία παρακολουθεί το τάδε σχολείο ξέρω γω από την Πρέβεζα, από μια περιοχή που ήρθαν τα παιδάκια αυτά με τους δασκάλους τους να δουν τον ναό της Δημοκρατίας και η κυρία Κωνσταντοπούλου δεν θυμάμαι τώρα ποιο σχολείο ήταν, αλλά να επιτεθεί όχι μόνο σε εμένα, στον πρωθυπουργό και στο κόμμα που ανήκω και να πει ότι είμαστε όλοι δολοφόνοι -αυτό είναι που λέμε ότι έχουν χάσει οι λέξεις το νόημά τους- να προσβάλει τη μνήμη του νεκρού μηχανοδηγού. Τότε που έβραζε ο τόπος στην επέτειο των Τεμπών. Θα σας θυμίσω ότι ένα πολύ μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας είχε πιστέψει τα περί ξυλολίων, συγκάλυψης, χαμένων βαγονιών.
Όλα τα πολιτικά κόμματα της αντιπολίτευσης, περισσότερο ή λιγότερο, για να μη τα αδικώ, είχαν υιοθετήσει αυτή τη ρητορική. Τότε λοιπόν, κάθε τόσο μας έκαναν και επίκαιρες ερωτήσεις, δήθεν για κάποιον δημοσιογράφο που ενοχλήθηκε από μια απάντηση που του έδωσα. Έψαχναν να βρουν αφορμές τα κόμματα, ειδικά η κυρία Κωνσταντοπούλου. Και ήρθε στη Βουλή και προσπάθησε να συνδέσει έναν νεκρό, τον νεκρό μηχανοδηγό, με τον πρωθυπουργό, ότι ήταν εθελοντής του πρωθυπουργού. Είναι γνωστή η ιστορία. Ναι, εντάξει, αυτό νομίζω ότι όχι απλά δεν δείχνει πολιτικό πολιτισμό. Αυτό δείχνει έλλειψη των στοιχειωδών που πρέπει να έχει ένας άνθρωπος όχι ένας πολιτικός για να συμμετέχει στον δημόσιο διάλογο.
Δηλαδή όταν φτάνεις στο σημείο να προσβάλλεις τη μνήμη ενός νεκρού για να γίνεις συμπαθής και αρεστός σε έναν κοινό ή όταν φτάνεις στο σημείο, νομίζω ό,τι χειρότερο έχω ζήσει αυτά τα χρόνια, την εργαλειοποίηση των συγγενών ενός τραγικού δυστυχήματος που έχει γίνει από την κυρία Κωνσταντοπούλου και από κάποια άλλα κόμματα. Αυτό νομίζω ότι είναι ότι χειρότερο μπορεί να κάνει ένας άνθρωπος. Πείτε μου ποιο είναι το χειρότερο; Εννοώ πολιτικά. Δεν μιλάω για ποινικά αδικήματα. Έτσι είναι αυτό να πεις. Δεν πειράζει. Προκειμένου να πάρω ψήφους, θα εκμεταλλευτώ και τον ανθρώπινο πόνο.
Αν θα προέτρεπε τον γιο του να παρακολουθήσει τη Βουλή σε λίγα χρόνια
Δεν πρέπει να έχουμε τα παιδιά μας σε γυάλα. Θα του εξηγούσα όμως. Είναι λάθος να απαγορεύουμε από τα παιδιά μας, εκτός από πράγματα τα οποία λόγω ηλικίας δεν πρέπει να δουν, δεν έχουν την ωριμότητα -γι αυτό και υπάρχουν και οι αντίστοιχες υποδείξεις σήμανσης. Αλλά αυτά τα οποία δεν απαγορεύονται εκ των επιστημόνων είναι καλό να ενθαρρύνουμε τα παιδιά μας να τα βλέπουν, γιατί το μόνο που θα κερδίσουμε αν το πάμε πίσω, είναι να εξαπατηθούν πολύ πιο εύκολα όταν θα πάνε στο σχολείο, όταν θα πάνε στο πανεπιστήμιο, όταν θα βγουν στη ζωή, στον επαγγελματικό στίβο.
Στην ερώτηση ποιο βάρος πέφτει στη δική του γενιά σημείωσε:
«Νομίζω είμαστε η γενιά, όπου θα παίξει πολύ καθοριστικό ρόλο για το αν θα καταφέρουμε μετά από αρκετά χρόνια αλλεπάλληλων κρίσεων να σταματήσει να συμβαίνει αυτό το οποίο συνέβαινε, το αντίθετο από τα προηγούμενα χρόνια, η κάθε γενιά να ζει χειρότερα από την προηγούμενη. Έχουμε μια από τις τελευταίες, για να μην πω τελευταία, γιατί είναι υπερβολικό, ευκαιρίες να αναστρέψουμε αυτό το πολύ κακό, το οποίο συμβαίνει αυτά τα χρόνια. Μην κοροϊδευόμαστε. Δυστυχώς, λόγω πολλών παραγόντων, στην Ελλάδα, περισσότερο λόγω της μαξιμαλιστικές πολιτικής της μεταπολιτευτικής Ελλάδας δηλαδή αυτό που ακολουθήθηκε, αυτό που είπαμε πριν, από το 80 και μετά. Έχει ξεκινήσει μια προσπάθεια από το 2019 αυτό να αναστραφεί.
Δεν έχουμε φτάσει ακόμα εκεί που θέλουμε, αλλά έχουμε διανύσει μια σημαντική απόσταση. Νομίζω, ότι αυτό είναι το πιο σημαντικό, δηλαδή να καταφέρουμε -μιλάω τώρα για τη χώρα μας, γιατί θα σας πω και κάτι το οποίο θεωρώ ότι είναι ευρύτερο- να μη γυρίσουμε πίσω σε μια εποχή χάους, όπου τα χρέη, τα ελλείμματα οδηγούν τη χώρα σε δύσκολες αποφάσεις και στην πραγματικότητα υποθηκεύουν άλλες 2 – 3 γενιές. Τώρα συνολικά πρέπει λίγο να ισορροπήσουμε. Τί θέλω να πω; Πήγαμε από το ένα άκρο, το οποίο το βίωναν περισσότερο οι μεγαλύτεροι από εμάς, των ακραίων απόψεων, της απομόνωσης συμπολιτών μας, του ρατσισμού, της υποτίμησης των γυναικών, της υποτίμησης συμπολιτών μας, που μπορεί να έχουν την οποιαδήποτε στάση στη ζωή τους, πήγαμε στο άλλο άκρο, όπου σε όλα κυριαρχεί η πολιτική ορθότητα, σε σημείο υποκριτικό και αυτό έχει ως αποτέλεσμα να δημιουργηθεί μια αντίρροπη δύναμη.
Χρειάζεται κάπου να το ισορροπήσουμε εμείς ως γενιά δηλαδή, ούτε να γυρίσουμε πίσω στα χρόνια -τα να το πω- παλαιολιθικά με την έννοια της πολύ κακής συμπεριφοράς που υπήρχε ούτε όμως να διατηρήσουμε όλη αυτή την υπερβολή της υποκριτικής εφαρμογής της πολιτικής ορθότητας». Ο Παύλος Μαρινάκης πρόσθεσε πως: «Αν δει κανείς τις προβλέψεις, που είναι βεβαιότητες, δυστυχώς για το δημογραφικό, σε 20 χρόνια θα συζητάμε για έναν εντελώς διαφορετικό κόσμο και μια εντελώς διαφορετική Ελλάδα. Είμαστε η γενιά που πρέπει να ανοίξει, για πρώτη φορά, θεωρώ με ειλικρίνεια αυτή τη συζήτηση (σ.σ. του δημογραφικού).
Υπογράμμισε πως θεωρεί το δημογραφικό την κορυφαία συζήτηση, η οποία «αντιμετωπίζεται, δυστυχώς, με πολύ μεγάλη υποκρισία, περισσότερο ή λιγότερο από όλο το πολιτικό σύστημα και δυστυχώς από ένα πολύ μεγάλο κομμάτι και των μίντια. Γιατί το προσεγγίζουμε μόνο με οικονομικούς όρους ως προς την οικονομική του διάσταση, που ναι, είναι σημαντική, ίσως μία από τις πιο σημαντικές πτυχές. Ένας άνθρωπος που ζορίζεται πολύ δύσκολα θα κάνει πρώτο ή και δεύτερο ή και τρίτο παιδί. Δεν το συζητάω αυτό, αλλά δεν είναι μόνο οικονομική συζήτηση και δεν θα σας πω πάρα πολλά. Θα σας πω πόσο διαφορετικά η κοινωνία αντιμετώπιζε πριν από 20, 30 και 40 χρόνια τη δική μου τη γιαγιά, τις δικές μου τις γιαγιάδες ή το δικό μου τον παππού, σε σχέση με τη σημερινή μαμά ή γιαγιά.
Πριν από 20 και 30 χρόνια, το μεγάλωμα ενός παιδιού ήταν η ύψιστη πράξη. Ήταν η πράξη, η καθημερινότητα που είχε τη μεγαλύτερη αναγνώριση, παντού. Στις δημόσιες συζητήσεις, στις ιδιωτικές συζητήσεις, στην τηλεόραση, όταν βγήκαν τα ιδιωτικά κανάλια. Μια γυναίκα που άφηνε πίσω κάποια χρόνια απ’ τη ζωή της τη δουλειά της για να μεγαλώσει ένα παιδί. Ήταν η γυναίκα που είχε την απόλυτη αναγνώριση και αντίστοιχα ο μπαμπάς, ο πατέρας, ένα ζευγάρι που τα βγάζει πέρα δύσκολα, μετά μια μαμά που καταφέρνει να δουλέψει, κιόλας. Δεν υπάρχει αυτό πλέον. Το αφήσαμε, το ξεχάσαμε. Δεν θέλω να ακούγομαι παραδοσιακός, με την έννοια του οπισθοδρομικού. Η παράδοση δεν σημαίνει πάντοτε οπισθοδρόμηση. Ειλικρινής θέλω να είμαι, γιατί μεγαλώνουμε κι εμείς ένα παιδί και ευτυχώς όχι με όσες δυσκολίες αντιμετωπίζουν άλλοι άνθρωποι.
Το δημογραφικό, λοιπόν, θα λυθεί πρώτον αν κάνουμε τη σωστή συζήτηση και αν αποφασίσουμε, ότι για να αντιμετωπιστεί, πέραν από γενναία κίνητρα, τα οποία θεωρώ ότι δίνει αυτή η Κυβέρνηση σιγά – σιγά, με τις φοροαπαλλαγές και τις φοροελαφρύνσεις -για να μην κάνουμε τώρα ανάλυση του προϋπολογισμού και των φόρων- και άλλα πολλά τα οποία κάνουμε, θεωρώ ότι κάνουμε αρκετά, χρειάζονται και περισσότερα. Βασικά πρέπει να αλλάξει η ρητορική όλων μας. Δεν είναι υποχρεωτικό. Δημοκρατία έχουμε. Αλλά με αυτή τη ρητορική, αυτή την εικόνα, αυτά τα πρότυπα, δεν πάμε πολύ μακριά ως προς την αντιμετώπιση του δημογραφικού. Δεύτερον, θεωρώ ότι όσο αυστηροί πρέπει να είμαστε με τους παράνομους μετανάστες, όχι πέραν των ορίων, στα όρια της νομιμότητας και του διεθνούς δικαίου, γιατί είναι μια βαθιά παράνομη συμπεριφορά η εισβολή σε μια χώρα με όποιον τρόπο και αν η χώρα αυτή δεν είναι αυστηρή, τότε θα είναι ξέφραγο αμπέλι.
Τόσο πρέπει να καταλάβουμε ότι η νόμιμη μετανάστευση, οι διακρατικές συμφωνίες και όλες οι υπόλοιπες διέξοδοι που υπάρχουν, είναι μια πολύ σημαντική πτυχή της αντιμετώπισης αυτού του φαινομένου. Εκεί πρέπει να είμαστε λίγο πιο ανοιχτόμυαλοι. Αυτό δεν σημαίνει, ότι βάζουμε νερό στο κρασί μας. Όχι. Αυστηροί στην παράνομη μετανάστευση, με όλα όσα αποφασίστηκαν από το Υπουργείο το τελευταίο διάστημα και αποδίδουν, αλλά να δούμε πιο σοβαρά το ζήτημα αυτό. Και το κυριότερο, το δημογραφικό δεν είναι το ίδιο πρόβλημα για όλη την Ελλάδα.
Δεν είναι το ίδιο πρόβλημα για την Αττική, που υπάρχει υπερσυσσώρευση πληθυσμού ή για την ελληνική περιφέρεια και ειδικά κάποιες περιφέρειες, όπως είναι η Δυτική Μακεδονία, η Ήπειρος που έχουν τεράστιο πρόβλημα και πολλές άλλες. Άρα είναι και ζήτημα μεταφοράς πληθυσμού από τα μεγάλα αστικά κέντρα στην ελληνική περιφέρεια. Για μένα είναι η συζήτηση της γενιάς μας. Πάνω σε αυτή την κουβέντα θα κριθούν πρόσωπα, κόμματα κατά κανόνα τα επόμενα χρόνια χρόνια».
Για τα επίπεδα ανεργίας και το σχετικό επίδομα επεσήμανε:
«Πρέπει να σταματήσουμε να θεωρούμε αυτονόητα κάποια πράγματα, τα οποία τα θεωρούσαμε πριν από κάποια χρόνια. Δηλαδή, για παράδειγμα, εγώ το έχω πει πάρα πολλές φορές ως προσωπική θέση, για να μην παρεξηγηθώ, βγάζω το “καπέλο” του Eκπροσώπου, του Yφυπουργού, ότι σε μία χώρα με ανεργία 7,9%, που θεωρώ ότι είναι μία τις μεγαλύτερες επιτυχίες της Κυβέρνησης και προσωπικά του Πρωθυπουργού και είναι αποτέλεσμα μιας πολιτικής 6,5 ετών, επενδύσεων ψηφιακού κράτους, όλα όσα έγιναν, η δημιουργία θέσεων εργασίας, δεν μπορεί να έχουμε το ίδιο επίδομα ανεργίας από αυτό που είχαμε σε μια χώρα που έχει ανεργία 17%, όπως είχε το 2019, 18% ή 25% και πάει λέγοντας.
Δεν νομίζω, ότι αυτή τη στιγμή ένας άνθρωπος που θέλει να βρει δουλειά, εξαιρώ κάποιες ειδικές κατηγορίες, μια μαμά που βρίσκεται σε μια δύσκολη θέση, έναν άνθρωπο μιας μεγαλύτερης ηλικίας, δεν θα βρει. Δεν υπάρχει αυτό. Αυτή τη στιγμή δεν νομίζω ότι υφίσταται. Και το λέω γιατί κάθε μέρα μιλώ με ανθρώπους οι οποίοι ανήκουν στο επιχειρείν. Και δεν αναφέρομαι μόνο σε μεγαλοεπιχειρηματίες που και εκείνοι δίνουν πολλές δουλειές και έχουν την πολύ μεγάλη αξία να τους ακούμε, δεν χρειάζεται να τους ποινικοποιούμε. Μιλάω κυρίως για τους μικρομεσαίους επιχειρηματίες. Το πρώτο πράγμα που θα μας πουν είναι δεν βρίσκουμε εργαζόμενους. Έχει γίνει μια σημαντική μεταρρύθμιση στο επίδομα ανεργίας από τη δική μας Κυβέρνηση. Θεωρώ ότι πρέπει να ανοίξουμε τη συζήτηση ενόψει και των εκλογών για το επόμενο βήμα. Αυτή τη στιγμή υπάρχει κόσμος που βολεύεται με το επίδομα ανεργίας.
Πρέπει να κάνουμε την εύρεση εργασίας μονόδρομο, ειδικά για τις νεότερες γενιές. Ο κόσμος, πλέον, να ξέρει ότι θα ζήσει πολύ καλύτερα, με το να βρει μια δουλειά. Και επειδή, σταδιακά, ανεβαίνουν οι μισθοί και πρέπει να ανέβουν κι άλλο εννοείται και αυτό είναι βασική μας προτεραιότητα. Γι’ αυτό και μειώνουμε τόσους φόρους και πρέπει να μειώσουμε κι άλλους, όσα λεφτά μαζεύουμε. Αυτό για μένα είναι μια συζήτηση που συνδέεται και με το δημογραφικό. Γιατί σκεφτείτε πόσο κρίσιμο είναι για μια επιχείρηση να βρει το προσωπικό που θέλει, πόσο βιώσιμη θα είναι, πόσο θα εξελιχθεί, πόσο θα δώσει και καλύτερους μισθούς στη συνέχεια στο προσωπικό της».
Στο ερώτημα αν τον φοβίζει κάτι απάντησε:
«Φοβάμαι πολύ όταν περνάω καλά. Δηλαδή, για παράδειγμα, όταν με το καλό περάσω κάποιες μέρες τα Χριστούγεννα, που είναι η αγαπημένη μου εποχή του χρόνου με την οικογένειά μου, το άγχος μου είναι να μην είναι τα τελευταία, μη συμβεί κάτι ή πόσα ακόμα θα είναι, ενώ ακόμα δόξα τω Θεώ, μικροί είμαστε και αντέχουμε. Νομίζω αυτά είναι που φοβάμαι, δηλαδή να μη γίνει κάτι, να μη συμβεί κάτι και σταματήσει κάτι καλό που συμβαίνει, που γίνεται. Όλα τα υπόλοιπα είναι διαχειρίσιμα. Δηλαδή ο μεγαλύτερος μου φόβος είναι η απώλεια, να μην γίνει κάτι και δεν είμαι με την οικογένεια μου. Κατά τα άλλα, μέσα στην ημέρα υπάρχουν φοβίες, οι οποίες κάποιες φορές μετατρέπονται σε φόβους, αλλά όσο περνάει η ώρα και ο πανδαμάτωρ χρόνος τα γιατρεύει όλα αυτά, τα βάζει στη σωστή τους διάσταση».
Για τη σχέση του με το χρόνο υπογράμμισε:
«Από τις σημαντικές παραμέτρους της ζωής μου. Έχω καλή σχέση με το χρόνο σε σημείο ψυχαναγκασμού, δηλαδή το να είμαι συνεπής, να τα προλάβω. Το πρώτο πράγμα που κάνω κάθε μέρα είναι να κοιτάω το πρόγραμμα. Όταν βλέπω ουτοπικό προγραμματισμό, σπεύδω να το διορθώσω για να μην αργήσω όσο μπορώ τελοσπάντων δεν αργώ. Συνολικά ο χρόνος είναι λυτρωτικός. Γιατί είναι λυτρωτικός; Γιατί θεωρώ ότι η αλήθεια -αν μιλάμε για μια σύγκρουση ιδεών ή απόψεων, θέλει χρόνο για να κερδίσει. Το πρόβλημα θέλει χρόνο για να επιλυθεί. Αντιμετωπίζω θετικά τον χρόνο. Έχει ένα κακό ο χρόνος που είναι η φθορά, αλλά αυτό δεν μπορούμε να το αντιμετωπίσουμε.
Αλλά έως τώρα, ό,τι έχει περάσει στο χρόνο, παρά την ταλαιπωρία που μπορεί να υπάρχει και τις δυσκολίες που μπορεί να προκαλεί, στη συντριπτική πλειονότητα των περιπτώσεων, σε καλό μου έχει βγει. Δηλαδή η πάροδος του χρόνου μού έχει κάνει καλό, στη δουλειά μου, στη ζωή μου, στο μεγάλωμα του παιδιού μας, στην πολιτική, με τα προβλήματα που έχει το διάστημα μέσα στο οποίο περνάει ο χρόνος, αλλά τα πράγματα, συνήθως, γίνονται καλύτερα. Το καλύτερο δεν σημαίνει ότι λύνεται ένα πρόβλημα. Μπορεί το να πάρεις απόφαση ότι κάτι δε λύνεται να είναι καλό, για να πας σε άλλο θέμα, οτιδήποτε είναι αυτό».
Στο ερώτημα σε «ποιους ή σε τί είστε ευγνώμων;» τόνισε:
«Στους ανθρώπους. Θεωρώ ότι μου το είχε πει αυτό ένας καλός φίλος πριν από κάποια χρόνια, του χώρου σας, ότι οι άνθρωποι φαίνονται με το αν λένε και εννοούν δύο λέξεις. Ευχαριστώ και συγγνώμη και να τις λένε και να τις εννοούν. Το έχω αυτό πάντοτε στο μυαλό μου. Μπορώ να συγχωρέσω τα πάντα και θεωρώ, ότι μπορούν να συγχωρεθούν τα πάντα ή σχεδόν τα πάντα, εκτός από δύο πράγματα την αλαζονεία που συζητούσαμε πριν και το δεύτερο την αχαριστία. Νομίζω, ότι είναι εντός εισαγωγικών το πιο θανάσιμο από τα αμαρτήματα που μπορεί να κάνει ένας άνθρωπος».
ΔΕΙΤΕ το σχετικό βίντεο.












