Τη σαφή πολιτική επιλογή ανάμεσα στη διαφάνεια και στη διαιώνιση των διαχρονικών παθογενειών έθεσε ο Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Κώστας Τσιάρας, κατά την τοποθέτησή του στην Ολομέλεια της Βουλής για το νομοσχέδιο που προβλέπει τη μετάβαση του ΟΠΕΚΕΠΕ στην ΑΑΔΕ, αποδομώντας αναλυτικά τα επιχειρήματα της αντιπολίτευσης.
«Θέλουμε έναν ΟΠΕΚΕΠΕ της διαφάνειας ή έναν ΟΠΕΚΕΠΕ των παθογενειών;», διερωτήθηκε χαρακτηριστικά, υπενθυμίζοντας ότι οι αδυναμίες του παρελθόντος κόστισαν τόσο στη χώρα όσο και στους έντιμους αγρότες. Απαντώντας στην κριτική της αντιπολίτευσης, ο Υπουργός ξεκαθάρισε ότι η επιλογή της ΑΑΔΕ δεν αποτελεί «σχέδιο έκτακτης ανάγκης», αλλά συνειδητή θεσμική επιλογή που έχει ωριμάσει στον χρόνο. Υπενθύμισε ότι ήδη από τον Ιανουάριο του 2025, στο νέο Διοικητικό Συμβούλιο του ΟΠΕΚΕΠΕ συμμετείχε η στέλεχος της ΑΑΔΕ, στοιχείο που καταρρίπτει τους ισχυρισμούς περί αιφνιδιασμού.
Ο κ. Τσιάρας προκάλεσε ευθέως την αντιπολίτευση να απαντήσει ποιος άλλος δημόσιος φορέας διαθέτει σήμερα τα πληροφοριακά συστήματα, την εμπειρία και τη δυνατότητα διασταυρωτικών ελέγχων σε πραγματικό χρόνο. Όπως σημείωσε μόνο η ΑΑΔΕ μπορεί να διασταυρώνει δηλώσεις ΟΣΔΕ με στοιχεία ακίνητης περιουσίας, φορολογικά δεδομένα και πραγματικά εισοδήματα, καταλήγοντας με σαφήνεια ότι «αν δεν θέλεις τους ελέγχους, δεν μπορείς να μιλάς για διαφάνεια».
Παράλληλα, απέρριψε το επιχείρημα ότι η μετάβαση αποδυναμώνει το Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, τονίζοντας ότι η αγροτική πολιτική και ο στρατηγικός σχεδιασμός της ΚΑΠ παραμένουν απολύτως στο ΥΠΑΑΤ. «Δεν αλλάζει ποιος αποφασίζει την πολιτική. Αλλάζει ποιος ελέγχει», ανέφερε, σημειώνοντας ότι ακριβώς αυτός ο διαχωρισμός ρόλων ενοχλεί όσους είχαν συνηθίσει σε ένα θολό τοπίο. Ο Υπουργός άσκησε κριτική στην αντιπολίτευση για την αντίφαση της στάσης της, υπογραμμίζοντας ότι σήμερα καταγγέλλει τις παθογένειες ενός συστήματος το οποίο, όταν είχε την ευθύνη της διακυβέρνησης, δεν τόλμησε να αλλάξει. Όπως σημείωσε, η σύγκρουση με χρόνιες αδυναμίες έχει πολιτικό κόστος, το οποίο κάποιοι επέλεξαν να μην αναλάβουν, αφήνοντας τη χώρα εκτεθειμένη σε πρόστιμα και δημοσιονομικές διορθώσεις από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Ο κ. Τσιάρας παρουσίασε αναλυτικά τις προβλέψεις του νομοσχεδίου, απαντώντας στις αιτιάσεις περί κινδύνου για τις πληρωμές. Τόνισε ότι οι διαπιστεύσεις μεταφέρονται αυτοδικαίως, χωρίς ανάγκη νέας έγκρισης από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και χωρίς καμία διακοπή στη ροή των ενισχύσεων. Παράλληλα, διασφαλίζεται η πλήρης μεταφορά του προσωπικού, των συστημάτων και των εκκρεμών υποθέσεων, χωρίς απώλεια τεχνογνωσίας ή διοικητικό κενό.
Αναφερόμενος στο πρόσφατο τεχνικό ζήτημα με τις εισφορές και τη βασική ενίσχυση, υπογράμμισε ότι ανέδειξε με τον πιο καθαρό τρόπο τις αδυναμίες των αποσπασματικών συστημάτων και επιβεβαίωσε την ανάγκη για ενιαία διασύνδεση και συντονισμό, κάτι που ακριβώς εξασφαλίζει η μετάβαση.
Ο Υπουργός υπενθύμισε ότι, παρά τη μεταβατική περίοδο και τις δυσκολίες, το 2025 έχουν ήδη καταβληθεί πάνω από 3,2 δισ. ευρώ στους αγρότες, με το συνολικό ποσό να φτάνει τα 3,8 δισ. ευρώ έως το τέλος του έτους, τις υψηλότερες πληρωμές των τελευταίων ετών. Όπως ανέφερε, οι αριθμοί αυτοί αποδεικνύουν ότι η εξυγίανση προχωρά παράλληλα με τη στήριξη του αγροτικού κόσμου. «Σήμερα η Βουλή καλείται να αποφασίσει αν θα γυρίσει σελίδα ή αν θα παραμείνει στο χθες», ανέφερε κλείνοντας.
Λίγο αργότερα, ο Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων απάντησε στις αιτιάσεις της αντιπολίτευσης, σημειώνοντας ότι «είτε υπάρχει ελλιπής ενημέρωση από μέρους της αντιπολίτευσης από τη μία πλευρά είτε κομματική σκοπιμότητα από την άλλη», στοιχεία που –όπως είπε– φαίνεται να αποτελούν τον μοναδικό οδηγό της επιχειρηματολογίας που διατυπώνεται.
Όπως ανέφερε, στον δημόσιο λόγο όλα τα κόμματα περιγράφουν εδώ και χρόνια τη προβληματική λειτουργία του ΟΠΕΚΕΠΕ, αναγνωρίζοντας ότι «κάποιοι επιτήδειοι, κάποιοι απατεώνες, έπαιρναν χρήματα χωρίς να τα δικαιούνται». Υπογράμμισε ότι ακριβώς αυτή την παθογένεια επιχειρεί να αντιμετωπίσει η κυβέρνηση, κλείνοντας τα κενά και «χωρίς να αφήσει κανένα περιθώριο σε κανέναν», μέσα από μια διαδικασία σκληρών και αυστηρών διασταυρωτικών ελέγχων, ώστε να μην υπάρχει καμία αμφισβήτηση ως προς τη διάθεση και την κατανομή των ευρωπαϊκών πόρων.
Στο σημείο αυτό, έθεσε ευθέως το ερώτημα προς την αντιπολίτευση αν πράγματι επιθυμεί να εφαρμοστούν οι διασταυρωτικοί έλεγχοι. «Αν δεν θέλετε να γίνει αυτό», σημείωσε, «τότε όχι μόνο βρίσκεστε σε αντίφαση, αλλά θα πρέπει να το πείτε καθαρά: ότι δεν θέλετε να γίνονται έλεγχοι. Αυτή είναι η πραγματικότητα και πρέπει να την κατανοήσουμε όλοι». «Έχετε καμία άλλη μαγική συνταγή ή κάποιον άλλο τρόπο, ελάτε να μου το πείτε», συμπλήρωσε χαρακτηριστικά.
Παράλληλα, ο Υπουργός αναφέρθηκε και στα δημοσιονομικά μεγέθη του Υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, επισημαίνοντας ότι ο προϋπολογισμός για το 2025 ανέρχεται σε 1,28 δισ. ευρώ, ενώ για το 2026 προβλέπεται να αυξηθεί στα 1,5 δισ. ευρώ, γεγονός που –όπως τόνισε– αποτυπώνει έμπρακτα τη βούληση της κυβέρνησης να στηρίξει τον πρωτογενή τομέα με σταθερό και ενισχυμένο τρόπο.