Μιλένα Αποστολάκη: «Παράθυρο ατιμώρητης κακουργηματικής απιστίας στο νομοσχέδιο της κυβέρνησης για τους Ποινικούς Κώδικες, μιας αντιμεταρρύθμισης που πλήττει θεμελιώδεις αρχές του δικαιικού μας συστήματος»
Τροπολογία για την απαγόρευση διορισμού δικαστικών λειτουργών σε δημόσιες θέσεις ευθύνης για 4 χρόνια μετά τη λήξη της υπηρεσίας τους
Στο παράθυρο ακαταδίωκτης κακουργηματικής απιστίας μέχρι τις 30.3.2024 στο νομοσχέδιο της κυβέρνησης για τους Ποινικούς Κώδικες αναφέρθηκε η βουλευτής Βορείου Τομέα και Τομεάρχης Δικαιοσύνης του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής, Μιλένα Αποστολάκη, ξεκινώντας τη σημερινή της τοποθέτηση στη Βουλή στη συνεδρίαση της Ολομέλειας, ενώ τόνισε ότι ο Υπουργός αν και ρωτήθηκε συγκεκριμένα τρεις φορές σε ισάριθμες συνεδριάσεις της αρμόδιας επιτροπής τις τελευταίες ημέρες, επέλεξε, όπως και σήμερα την σιωπή:«Είναι η τέταρτη φορά που σας προκαλώ να μας πείτε ποιους προστατεύετε.Για ποιους ανοίγετε ένα «παράθυρο ατιμώρητης κακουργηματικής απιστίας»;Η σιωπή σας συνεχίζεται και συνιστά ένα αμάχητο τεκμήριο ενοχής»τόνισε η Βουλευτής του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής.
Στη συνέχεια η κα Αποστολάκη αναφέρθηκε στην τροπολογία που κατέθεσε το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής και αφορά το έντονο φαινόμενο που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια,δικαστικοί λειτουργοί μετά την αποχώρησή τους από το δικαστικό σώμα να διορίζονται από την κυβέρνηση σε δημόσιες θέσεις ευθύνης τροφοδοτώντας την καχυποψία και πλήττοντας την αξιοπιστία της δικαιοσύνης.
«Σας καλούμε με γενναιότητα να κάνετε δεκτή την τροπολογία μας σύμφωνα με την οποία για τέσσερα έτη μετά τη λύση της υπηρεσιακής σχέσης απαγορεύεται στους δικαστικούς λειτουργούς ο ορισμός τους ως μελών ανεξάρτητων αρχών καθώς και ο διορισμός τους σε δημόσιες θέσεις ευθύνης. Τολμήστε να αποδείξετε ότι υπηρετείτε την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης και τη λειτουργία του κράτους δικαίου σε μια περίοδο, που και τα δυο δοκιμάζονται» σημείωσε.
Με την αναποτελεσματική και απαρχαιωμένη κατεύθυνση που κινείται το νομοσχέδιο για την τροποποίηση του Ποινικού Κώδικα και του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, κατά παράβαση των βασικών κατευθύνσεων της ορθής ποινικής μεταχείρισης σε ένα σύγχρονο κράτος δικαίου, συνέχισε την κριτική της προς την κυβέρνηση η Μ. Αποστολάκη, επισημαίνοντας πως «η κυβέρνηση επιχειρεί μέσω ενός όχι μόνον αφόρητου,αλλά και επικίνδυνου θεσμικού λαϊκισμού να εμφανισθεί ως εκπροσωπούσα τα θύματα φιλήσυχους πολίτες έναντι όσων εγείρουν σημαντικές ενστάσεις και τους οποίους παρουσιάζει κατ’ αντίστιξη ως προστάτες του εγκλήματος και των αυτουργών του».
Όπως πρόσθεσε,«η επιλογή της είναι ο κοινωνικός αυτοματισμός, η τυφλότητα και η εργαλειοποίηση του φόβου απέναντι στον ορθό λόγο, τη νηφάλια κρίση, τα σύγχρονα διδάγματα της επιστήμης. Το νομοσχέδιο έχει ως διακηρυγμένο στόχο την αντιμετώπιση του αισθήματος της ατιμωρησίας. Το λαϊκό αίσθημα όμως δεν μπορεί να είναι διαμορφωτής δημόσιας πολιτικής και πολύ περισσότερο μεταρρυθμίσεων. Αυτό δε λέγεται πολυδύναμος εκσυγχρονισμός, αυτό λέγεται ποινικός λαϊκισμός με χαρακτηριστικά τραμπισμού. Οι ρυθμίσεις του νομοσχεδίου αμφισβητούν τον πυρήνα της μεταρρυθμιστικής πολιτικής στο ποινικό δίκαιο ,έτσι όπως την αντιλαμβάνεται η ευρωπαϊκή θεωρία».
Η Μ. Αποστολάκη υπενθύμισε στον Υπουργό ότι εκπροσωπεί ένα κόμμα, «το οποίο οσάκις τροποποίησε τους Ποινικούς Κώδικες ήταν πάντοτε με τους αθώους» και «είχε υπουργό Δικαιοσύνης τον Γ. Α. Μαγκάκη, ο οποίος μας δίδαξε το δικαιοκρατικό θεμέλιο του Ποινικού Δικαίου».
«Είναι αρκετά πρωτότυπο μία κυβέρνηση, η οποία ήδη κυβερνά σχεδόν πέντε χρόνια τη χώρα κι ενώ ήδη έχει τροποποιήσει τόσες φορές τη νομοθεσία επί το αυστηρότερον, να εμφανίζεται ενώπιον της κοινής γνώμης όχι απλά ως άμοιρη ευθυνών, αλλά και ως αξιόπιστος εγγυητής του δόγματος νόμος και τάξη», τόνισε η βουλευτής του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής.
Όσον αφορά το κύριο επιχείρημα του Υπουργείου για την αποτελεσματικότητα της αυστηροποίησης των ποινών, η Μ. Αποστολάκη παρατήρησε πως «η ένταση της ποινής από ένα όριο και μετά δεν αυξάνει την αποτροπή. Το δόγμα του τιμωρητισμού δεν είναι μόνο απαρχαιωμένο, είναι και πρωτίστως ατελέσφορο» και πως περιορίζοντας τη συζήτηση εν έτει 2024 μόνο για την αύξηση ποινών σαν να βρισκόμαστε στη δεκαετία του ‘50 «αποτελεί ακραίο ποινικό λαϊκισμό» και προσέθεσε: «Η βεβαιότητα της σύλληψης, η βεβαιότητα της σύντομης δίκης και της εκτέλεσης της ποινής αποτελούν τον καίριο παράγοντα αποτροπής».
Σχετικά με το μέτρο για υποχρεωτικότητα στην εκτέλεση και έκτιση των ποινών, η τομεάρχης Δικαιοσύνης τόνισε πως «είναι η κρίση του φυσικού δικαστή που θα συνεκτιμήσει πραγματικά περιστατικά και προσωπικότητα δράστη ώστε να αποφανθεί για την έκτιση της ποινής. Πλέον η μονοπρόσωπη κρίση γίνεται από εξαίρεση ο κανόνας, και το Μονομελές Πλημμελειοδικείο καθίσταται πλέον το βασικό δικαστήριο των πλημμελημάτων. Αυτή η επιλογή σε συνδυασμό με τη γενική κατεύθυνση του νομοσχεδίου να εκτελούνται εν μέρει οι ποινές πολλών πλημμελημάτων όχι μείζονος ποινικής απαξίας οδηγεί στο αποτέλεσμα να κρίνεται η φυλάκιση πλέον των συντριπτικά περισσότερων υπόδικων στον πρώτο βαθμό στα χέρια ενός μόνο ενός ανθρώπου με ό,τι συνεπάγεται αυτό», επεσήμανε η Μ. Αποστολάκη.
Ιδιαίτερα στάθηκε η βουλευτής στον περαιτέρω υπερπληθυσμό στις ελληνικές φυλακές που θα προκαλέσει η αυστηροποίηση και η υποχρεωτικότητα στην έκτιση των ποινών. Αναφερόμενη στην απάντηση του Γενικού Διευθυντή Διαχείρισης Καταστημάτων Κράτησης του Υπουργείου Γ. Θραψανιώτη σε ερώτημά της, ότι “για να ανεγερθεί ένα νέο σωφρονιστικό κατάστημα, από την εμπειρία του, θεωρεί πως χρειάζονται πέντε με δέκα χρόνια”, η Μ. Αποστολάκη ρώτησε: «Εάν σχεδιάζετε ΣΔΙΤ για νέες φυλακές να μας το πείτε».
Όσον αφορά στην πολυσυζητημένη επιτάχυνση της δικαιοσύνης, η βουλευτής του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής επεσήμανε πως αυτή προσδιορίζεται από τις αρχές του κράτους δικαίου και της δίκαιης δίκης, και «θα έπρεπε να υπάρχουν ρυθμίσεις που να συνδέονται με τις εξελίξεις στην ΕΕ για την ηλεκτρονική δικαιοσύνη, τις διαδικασίες ψηφιοποίησης και χρήσης ηλεκτρονικών υπηρεσιών” και να υπάρχει πρόβλεψη για αναβάθμιση του εξοπλισμού και κάλυψη των κενών θέσεων σε δικαστικούς υπαλλήλους. “Είναι απορίας άξιον πώς με τέτοια κενά θα διεξαχθούν οι fast track ποινικές δίκες που προβλέπει το νομοσχέδιο» , αναρωτήθηκε η Μ. Αποστολάκη.
Για ό,τι αφορά το δικονομικό μέρος του νομοσχεδίου, η Μ. Αποστολάκη τόνισε πως «δεν συνιστά επιτάχυνση να περικόπτονται κρίσιμες διαδικαστικές φάσεις ή να γίνονται παρεμβάσεις στην φιλελεύθερη φυσιογνωμία του ποινικού μας συστήματος”. “Η επιτάχυνση της ποινικής δίκης απαιτεί την ταυτόχρονη σύμπτωση του αιτήματος της δίκαιης και αξιόπιστης διαδικασίας και του ελέγχου τήρησης των αρχών του κράτους δικαίου, κάτι εντελώς αντίθετο με τις περικοπές δικαιωμάτων υπεράσπισης», τόνισε η Μ. Αποστολάκη.
Η βουλευτής του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής σημείωσε πως κακώς εισάγεται στο παρόν νομοσχέδιο πρόχειρα και ως δευτερεύον συμπλήρωμα το κεφάλαιο που αφορά στην ενδοοικογενειακή βία, τονίζοντας πως «δεν αντιμετωπίζουν αποτελεσματικά ένα πρόβλημα που σήμερα βρίσκεται σε έξαρση.Οφείλουμε να σταθούμε απέναντι στον αντιμεταρρυθμιστικό οίστρο της κυβέρνησης, η οποία νομοθετεί με το βλέμμα στραμμένο στη δυσμενή γι’ αυτήν επικαιρότητα», κατέληξε η Μ. Αποστολάκη, προσθέτοντας πως «το τρίπτυχο αυστηρότερες ποινές, πραγματική έκτιση, μονομελείς συνθέσεις, συναντά την ομόθυμη αντίδραση της νομικής επιστήμης και το κυριότερο δεν καταπολεμά το έγκλημα».