Ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης συναντήθηκε το πρωί στο Μέγαρο Μαξίμου με τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας της Βουλγαρίας, Rumen Radev.
Στην κατ΄ιδίαν συνάντησή τους οι δύο ηγέτες εξήραν το εξαιρετικό επίπεδο των διμερών σχέσεων και σημείωσαν την κοινή επιθυμία για περαιτέρω εμβάθυνσή τους με έμφαση το πεδίο ενεργειακής συνεργασίας. Ειδική αναφορά έγινε στο εμβληματικό έργο επιτυχούς λειτουργίας του αγωγού διασύνδεσης φυσικού αερίου Ελλάδας-Βουλγαρίας (IGB).
Παρουσία του κ. Μητσοτάκη και του κ. Radev οι Υπουργοί Ενέργειας Κώστας Σκρέκας και Rossen Hristov υπέγραψαν δύο Μνημόνια Κατανόησης Ελλάδας – Βουλγαρίας που εμβαθύνουν περαιτέρω τη στρατηγική ενεργειακή συνεργασία Ελλάδας- Βουλγαρίας, στην βάση της αλληλεγγύης και της αμοιβαιότητας, ενισχύοντας την ενεργειακή ασφάλεια στην ευρύτερη περιοχή μας, στο πλαίσιο των προσπαθειών απεξάρτησης των ευρωπαϊκών οικονομιών από εισαγωγές ρωσικών υδρογονανθράκων.
Το πρώτο αφορά την ενεργειακή συνεργασία στον τομέα της προμήθειας και αποθήκευσης φυσικού αερίου, και το δεύτερο τη διερεύνηση του ενδεχομένου κατασκευής ενός νέου έργου αγωγού πετρελαίου που θα συνδέει τους Λιμένες Αλεξανδρούπολης και Μπουργκάς.
Ακολουθούν οι δηλώσεις του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη μετά τη συνάντησή του με τον κ. Radev:
«Κύριε Πρόεδρε, φίλε Rumen, κύριοι Υπουργοί, κυρίες και κύριοι, με τη φίλη Βουλγαρία είχαμε την ευκαιρία, πριν από λίγο, να υπογράψουμε σήμερα δύο συμφωνίες που σφραγίζουν την ενεργειακή συνεργασία μας, αποτελώντας ταυτόχρονα ένα ακόμα βήμα προς τον στρατηγικό στόχο της ευρωπαϊκής αυτονομίας.
Η σημασία του, συνεπώς, υπερβαίνει τα διμερή σύνορα και πιστεύω ότι καθίσταται ένα πολιτικό γεγονός το οποίο αφορά το σύνολο της Ευρώπης και θεμελιώνει ταυτόχρονα την αλληλεγγύη μεταξύ των χωρών της.
Είναι αλήθεια, όπως έχουμε συζητήσει πολλές φορές με το φίλο Πρόεδρο, ότι η εξέλιξη αυτή γίνεται επίκαιρη λόγω και της γεωπολιτικής συγκυρίας. Εδώ και ένα χρόνο, ο ρωσικός αναθεωρητισμός σκοντάφτει στη γενναία άμυνα του ουκρανικού λαού, συνεχίζει όμως να προκαλεί οικονομικό πόνο, μετατρέποντας την ενέργεια σε μέσο κρατικού εκβιασμού, κάτι που οι γείτονές μας το γνωρίζουν πολύ καλά. Το γνωρίζουν από πρώτο χέρι, καθώς τον περασμένο Απρίλιο η Ρωσία διέκοψε απότομα τη ροή φυσικού αερίου προς τη Βουλγαρία.
Και σε αυτήν την μεγάλη πρόκληση η μόνη απάντηση είναι η ταχύτατη απεξάρτηση από το ρωσικό καύσιμο. Με διαφοροποίηση και των πηγών, αλλά και των οδεύσεων της ενέργειας. Με μία επιλογή που η Ελλάδα και η Βουλγαρία προωθούν, άλλωστε, εδώ και τρία χρόνια, για να την εμβαθύνουν τώρα με το μνημόνιο για τη σύμπραξη των Υπουργείων Ενέργειας στο πεδίο της ασφάλειας εφοδιασμού και της αποθήκευσης φυσικού αερίου.
Στο εξής, ελληνικές επιχειρήσεις θα έχουν τη δυνατότητα να αποθηκεύουν φυσικό αέριο στις εγκαταστάσεις του Chiren στη βορειοδυτική Βουλγαρία, ενώ αντίστοιχα βουλγαρικές εταιρείες θα μπορούν να χρησιμοποιούν τη Ρεβυθούσα. Έτσι και οι δύο χώρες έχουν εξασφαλισμένη πρόσβαση σε κρίσιμες υποδομές για την ενεργειακή τους ασφάλεια.
Πρόκειται, με άλλα λόγια, για μία διμερή συμφωνία η οποία όμως έχει ευρωπαϊκό βεληνεκές, καθώς μετατρέπει και τις δύο χώρες μας σε ένα σταυροδρόμι διακίνησης αερίου όχι μόνο από την Ελλάδα προς τη Βουλγαρία, αλλά και προς την υπόλοιπη Ευρώπη.
Και η συμφωνία αυτή έρχεται, μάλιστα, σε συνέχεια μίας ανάλογης συνθήκης που έχουμε υπογράψει ήδη με την Ιταλία, διαμορφώνοντας κατ΄ αυτόν τον τρόπο ένα εναλλακτικό ενεργειακό δίκτυο στρατηγικής σημασίας.
Το δεύτερο, τώρα, μνημόνιο συνεργασίας το οποίο υπογράψαμε αφορά το πετρέλαιο και τη χειραφέτησή του από ρωσικές πηγές. Αθήνα και Σόφια, Σόφια και Αθήνα δεσμευόμαστε να διερευνήσουμε τη δυνατότητα κατασκευής ενός νέου πετρελαιαγωγού που θα συνδέει τα δύο κομβικά λιμάνια: την Αλεξανδρούπολη και το Μπουργκάς, αλλά και μέσω αυτών δύο θάλασσες: το Αιγαίο και τη Μαύρη Θάλασσα.
Είναι ένα σχέδιο, αγαπητέ Πρόεδρε, που όπως συζητούσαμε μέσα, αναβιώνει. Αλλά αναβιώνει υπό το φως νέων συνθηκών, όχι ως αγωγός Μπουργκάς- Αλεξανδρούπολη, αλλά ως αγωγός Αλεξανδρούπολη-Μπουργκάς, προσφέροντας στη Βουλγαρία εναλλακτικές πηγές εφοδιασμού μαζί φυσικά και με ασφαλέστερο, με ταχύτερο και με φθηνότερο τρόπο μεταφοράς καυσίμων.
Όχι μόνο γιατί υποκαθιστά τα δεξαμενόπλοια τα οποία πρέπει να διέρχονται τα στενά του Βοσπόρου, αλλά και γιατί έτσι θα προστίθεται σε άλλες ενεργειακές εγκαταστάσεις οι οποίες ήδη λειτουργούν ή κατασκευάζονται -και μιλάω για τον IGB, για το FSRU της Αλεξανδρούπολης, για τη νέα ηλεκτρική διασύνδεση της νέας Σάντας με τη Marista.
Και ο πρώτος αυτός αγωγός ενώνει την Ελλάδα με το νότιο διάδρομο φυσικού αερίου και με τον υπό ανάπτυξη κάθετο διάδρομο, αλλά και το Διαδριατικό Αγωγό, τον ΤΑΡ. Και τροφοδοτεί πλέον τα Βαλκάνια με απώτερο στόχο, γιατί όχι, να φτάσει το φυσικό αέριο από την Αλεξανδρούπολη μέχρι και την Ουκρανία.
Και βέβαια συνέβαλε και στην άρση της ενεργειακής απομόνωσης της Μολδαβίας, με τον ΤΑΡ να οδηγεί αζέρικο αέριο μέσω Ελλάδας, Βουλγαρίας και Ρουμανίας.
Άλλωστε η χωρητικότητα του IGB -αν δεν κάνω λάθος- έχει δεσμευτεί στο 94% περίπου, μόλις 6 μήνες μετά τη λειτουργία του. Και όλα αυτά αλλάζουν συνολικά τον ενεργειακό χάρτη της νοτιοανατολικής Ευρώπης.
Φυσικά, όπως έχουμε συζητήσει πολλές φορές με τον φίλο Πρόεδρο ο οποίος έχει βρεθεί και στην Αλεξανδρούπολη, προχωρά με γρήγορα βήματα η ολοκλήρωση της πλωτής μονάδας επαναεριοποίησης και αποθήκευσης Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου στην Αλεξανδρούπολη, ενώ πρόσφατα βρεθήκαμε και πάλι στην βορειοανατολική γωνιά της πατρίδας μας για να εκκινήσουμε τις διαδικασίες κατασκευής ενός νέου εργοστασίου ηλεκτρικού ρεύματος με φυσικό αέριο, ισχύος 840 MW, έτοιμο να ενισχύσει όχι μόνο την εγχώρια παραγωγή, αλλά να εξάγει ηλεκτρική ενέργεια και στις φίλες βαλκανικές χώρες.
Στην περιοχή μας, λοιπόν, διαμορφώνεται ένα νέο πυκνό δίκτυο ενεργειακών δρόμων. Στα Βαλκάνια, στην Ευρώπη και όχι μόνο βέβαια. Γιατί η ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδος-Αιγύπτου, για παράδειγμα, θα εξασφαλίσει έναν ακόμα δρόμο ανταλλαγής ενέργειας και ευχαριστώ την βουλγαρική κυβέρνηση για τη στήριξή της ώστε να ενταχθεί το συγκεκριμένο έργο στα έργα κοινού ενδιαφέροντος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Όλα αυτά, κύριε Πρόεδρε, υποδηλώνουν ότι Ελλάδα και Βουλγαρία έχουν έναν κρίσιμο ρόλο να παίξουν στην ενεργειακή ασφάλεια όχι μόνο των χωρών μας αλλά και ολόκληρης της Ευρώπης.
Και προσβλέπω αυτή η συνεργασία να συνεχιστεί με ακόμη μεγαλύτερη ένταση. Είναι μια απόδειξη, μια απτή απόδειξη του πώς μπορούν οι χώρες μας να συνεργάζονται προς όφελος των πολιτών μας, αλλά προσφέροντας και ευρύτερες υπηρεσίες στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Εξάλλου, δεν το έχουμε κρύψει, έχουμε τη δυνατότητα και η Ελλάδα και η Βουλγαρία να γίνουμε πάροχοι ενεργειακής ασφάλειας για την ευρύτερη περιοχή. Και αυτό είναι κάτι φυσικά που, όπως αντιλαμβάνεστε, έχει στις συγκεκριμένες συνθήκες, στη συγκεκριμένη συγκυρία ιδιαίτερη γεωπολιτική αξία.
Καλωσήρθατε και πάλι, κύριε Πρόεδρε, στην Αθήνα».