Άρθρο Δημήτρη Μάντζου, Εκπροσώπου Τύπου ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής στην εφημερίδα «Τα Νέα»
Μερίδα του Τύπου και ορισμένοι συντάκτες, με ιδιαίτερη επιμονή και φροντίδα, προσπαθούν, καιρό τώρα, να «φιλοτεχνήσουν» μια εικόνα που αφορά όχι μόνο στις προοπτικές του ΠΑΣΟΚ-Κινήματος Αλλαγής στην τρέχουσα πολιτική συγκυρία αλλά και την ίδια την ταυτότητα και φιλοσοφία του Κινήματος. Επιχειρούν να ερμηνεύσουν και να παρερμηνεύσουν τον ρόλο του στα δημόσια πράγματα. Και το πράττουν συστηματικά, ακόμη και σε ζητήματα πολύ σοβαρά, που άπτονται της ίδιας της λειτουργίας της δημοκρατίας και του κράτους δικαίου, όπως η απόπειρα παγίδευσης του τηλεφώνου του αρχηγού του τρίτου κοινοβουλευτικού κόμματος της χώρας. Τι σημασία, άλλωστε, έχει η αλήθεια και τα πραγματικά ζητήματα, όσο σοβαρά κι αν είναι, μπροστά στο γενικό αφήγημα της «σταθερότητας» της χώρας που απειλείται από οποιονδήποτε αμφισβητεί τη σημερινή Κυβέρνηση;
Ίσως είναι, πράγματι, αναγκαίο να ξανασυστηθούμε. Το ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής δεν είναι κόμμα διαμαρτυρίας ούτε περιθωρίου. Δεν είχε ποτέ ανάγκη να «κεφαλαιοποιήσει» το κλίμα που επικρατεί στην κοινή γνώμη ούτε φυσικά να εφεύρει δική του «αρνητική» ατζέντα. Έχει μακρά ιστορική διαδρομή, βαθύ μεταρρυθμιστικό αποτύπωμα και ευδιάκριτο ιδεολογικό στίγμα. Είναι το κόμμα που κράτησε τη χώρα όρθια, με όλους απέναντι. Δώδεκα χρόνια πριν, οι σημερινοί κήνσορες της υπευθυνότητας φαντασιώνονταν εναλλακτικές που αποδείχθηκαν απατηλές και έστρωσαν το δρόμο στο «αντιμνημονιακό» δόγμα.
Σε πείσμα όλων, έχουμε επιλέξει -ξανά- τον δύσκολο δρόμο: του ορθού λόγου, της σοβαρότητας, της μετριοπάθειας. Χωρίς εξαρτήσεις και συμβιβασμούς, καταθέτουμε τις δικές μας ρεαλιστικές προτάσεις, σε όλα τα μεγάλα ζητήματα και τις προκλήσεις της εποχής: στην ενέργεια, όπου μόνοι ζητούμε την επιβολή πλαφόν στη λιανική τιμή, όταν ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ οχυρώνονται πίσω από την παρέμβαση στη χονδρική, στην κρίση ακρίβειας, με τις προτάσεις μας για άμεση ανακούφιση των ευάλωτων πολιτών, στην κοινωνική κατοικία, με το ολοκληρωμένο πρόγραμμα υποστήριξης νέων ζευγαριών και φοιτητών. Κι όμως, οι θέσεις αυτές όχι απλώς δεν αναδεικνύονται, αλλά «θάβονται». Για να αποδομήσουν την υπεύθυνη στάση μας, ορισμένοι έχουν υιοθετήσει έναν ιδιότυπο «δακτύλιο»: Τις μονές ημέρες είμαστε «επιτήδειοι ουδέτεροι», τις ζυγές «λαϊκιστές». Οι ίδιοι ακριβώς σχολιαστές, τα ίδια μέσα, μας παρουσιάζουν τη μία μέρα «δεκανίκι» της ΝΔ και το επόμενο πρωί «συμμάχους» του ΣΥΡΙΖΑ.
Όποιος διαφωνεί με την Κυβέρνηση της ΝΔ -ναι, ορισμένοι δυσκολεύονται να το φανταστούν αλλά υπάρχει και άλλος δρόμος από εκείνον που ορίζουν τα κυβερνητικά non papers- δεν σημαίνει ότι ομαδοποιούνται σαν αγέλη. Η απλοϊκή διαίρεση είναι το εγχειρίδιο για κάθε λαϊκιστή: Εμείς εκφράζουμε τον λαό και ξέρουμε τι είναι καλό για εκείνον και όσοι δεν είναι μαζί μας, είναι εναντίον του λαού. Ο τεχνοκρατικός λαϊκισμός είναι η νέα πραγματικότητα. Πώς αλλιώς μπορεί να χαρακτηριστεί π.χ. η επικίνδυνη εξίσωση θύματος – θύτη που πλέον, μετά την έμφυλη και ενδοοικογενειακή βία, φαίνεται πως υιοθετείται από τη ΝΔ ακόμη και στο πεδίο των παρακολουθήσεων τηλεφώνων και της παραβίασης κάθε έννοιας ιδιωτικότητας;
Αρκετοί πρόθυμοι σχολιαστές πλειοδοτούν στην τοξική αντιπαράθεση και κατασκευάζουν «μέτωπα» κατά το δοκούν και το συμφέρον. Είναι οι ίδιοι που επικροτούν τα deals κoρυφής σε κρίσιμες ανεξάρτητες αρχές, την ώρα που εμείς ζητούμε διαφάνεια και αξιοκρατία παντού. Οι ίδιοι που χειροκροτούσαν όταν κατακεραυνώναμε την Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ για την «εργαλειοποίηση» της Δικαιοσύνης ή την απόπειρα ελέγχου των ΜΜΕ και σήμερα μας κατηγορούν που κάνουμε το ίδιο απέναντι στη ΝΔ. Αυτό που τότε θεωρούνταν «υπευθυνότητα» σήμερα παρουσιάζεται «γκρίνια και διαμαρτυρία». Ξεχνούν ορισμένοι πως το Κίνημά μας δεν έκανε ποτέ εκπτώσεις σε θέματα πολιτικής ηθικής και θεσμικής συνέπειας. Ότι δεν κράτησε ποτέ «μεζούρα» σε ζητήματα δημοκρατίας.
Δεν θα δεχτούμε, λοιπόν, καμία πατρωνία, καμία νουθεσία και φυσικά καμία παρέμβαση στην πορεία μας. Στην τελική ανάλυση, ας μας επιτρέψουν κάποιοι να γνωρίζουμε καλύτερα το καλό της παράταξής μας. Αναλαμβάνουμε πλήρως την ευθύνη των επιλογών μας. Διότι, πολύ απλά, είναι ολότελα δικές μας και δεν υπαγορεύονται από κανέναν.