Ομιλία του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στη Βουλή στη συζήτηση για τη διαχείριση των καταστροφικών πυρκαγιών και τα μέτρα αποκατάστασης
Το ζήτημα δεν είναι μόνο ο χρόνος τον οποίο θα αξιοποιήσουμε για να συζητήσουμε το ζήτημα το οποίο κυριάρχησε στην επικαιρότητα τον τελευταίο μήνα (και αναφέρομαι προφανώς στις καταστροφικές πυρκαγιές που έπληξαν την πατρίδα μας), εξίσου σημαντική διάσταση -πιστεύω- θα είναι και η ποιότητα της συζήτησης, αν καταφέρουμε σήμερα να απαντήσουμε με ειλικρίνεια σε πραγματικά ερωτήματα, τα οποία θέτουν οι πολίτες, αλλά και η Αντιπολίτευση.
Και αν έχουμε τη δυνατότητα για ένα θέμα τέτοιων εθνικών διαστάσεων, να καταλήξουμε τουλάχιστον σε κάποιους άξονες συμφωνίας για το πως θα αντιμετωπίσουμε το πρόβλημα των δασικών πυρκαγιών από εδώ και στο εξής. Αλλά και τη μεγάλη πρόκληση που η κλιματική κρίση μας επιβάλλει να δρομολογήσουμε πολιτικές για την αντιμετώπισή της.
Επιτρέψτε μου να ξεκινήσω λέγοντας ότι, καθώς στην πατρίδα μας εξακολουθεί να ελλοχεύει ο κίνδυνος μεγάλων πυρκαγιών, η σκέψη μας -και πιστεύω η σκέψη όλων μας- στρέφεται σε εκείνους και σε εκείνες που ακόμα μάχονται ή μένουν σε επιφυλακή στην πρώτη γραμμή: Στην Πολιτική Προστασία, στην Πυροσβεστική, στις Ένοπλες Δυνάμεις, στην Αστυνομία, στην Αυτοδιοίκηση, αλλά και στους εθελοντές μας, παντού στη χώρα. Στις χιλιάδες ανθρώπινες ζωές που προστατεύθηκαν μέσα στη λαίλαπα αποτυπώνεται η αφοσίωσή τους. Στην καταπόνησή τους η αυτοθυσία τους. Και στα όσα χάσαμε, όλα όσα καλούμαστε να αναστήσουμε και θα τα αναστήσουμε.
Όπως σας είπα, προσδοκώ η σημερινή συζήτηση να διαφέρει από τις συνήθεις κοινοβουλευτικές αναμετρήσεις. Γιατί το θέμα της είναι, πράγματι, ένα πρόβλημα, όχι απλά εθνικών, αλλά παγκοσμίων διαστάσεων. Με μια σημασία που υπερβαίνει τις κομματικές θεωρήσεις και με κοινό ζητούμενο τις απαντήσεις σε τέσσερα ερωτήματα που απασχολούν τους πολίτες.
Ερώτημα πρώτον: Είχαμε προετοιμαστεί όπως έπρεπε για τις φετινές πυρκαγιές;
Ερώτημα δεύτερον: Τι πήγε καλά και τι πήγε λάθος στη μάχη με τις φλόγες;
Ερώτημα τρίτον: Πώς θα στηριχτούν από δω και στο εξής οι τοπικές κοινωνίες και οι πληγέντες από τις πυρκαγιές;
Και ερώτημα τέταρτο και ίσως πιο ουσιαστικό: Με ποιους τρόπους θα αντιμετωπίσουμε μεσομακροπρόθεσμα τις συνέπειες της κλιματικής κρίσης;
Θα επιχειρήσω, λοιπόν, σήμερα να απαντήσω με ειλικρίνεια στα τέσσερα, αυτά, ερωτήματα.
Ερώτημα πρώτο: Πόσο είχαμε προετοιμαστεί για αυτή την αντιπυρική περίοδο; Εδώ η εικόνα πιστεύω ότι είναι αρκετά σαφής. Με τα θετικά της και με τα αρνητικά της. Σε μια πύρινη επίθεση που η χώρα είχε να βιώσει πολλά χρόνια, κατορθώσαμε να μην θρηνήσουμε θύματα, αν και χάσαμε τον Βασίλη, έναν ηρωικό εθελοντή. Προστατέψαμε χιλιάδες συμπολίτες μας. Όμως, καταστράφηκαν περιουσίες, ευτυχώς όχι τόσες όσες το μέγεθος της φωτιάς θα μας έκανε να περιμένουμε.
Αλλά καταστράφηκε ένα πολύ μεγάλο κομμάτι δασικού πλούτου, λίγο παραπάνω από 1.000.000 στρέμματα πρασίνου. Και αυτό είναι το πικρό κόστος της περιβαλλοντικής αλλαγής, που φέτος συνδυάστηκε με έναν επίμονο καύσωνα, που άπλωσε τις φωτιές του σε ολόκληρη την Μεσόγειο. Θυμίζω ότι δεν βρέθηκε μόνο η Ελλάδα αντιμέτωπη με καταστροφικές πυρκαγιές. Βρέθηκε η Τουρκία, βρέθηκε η Ιταλία, βρέθηκε η Αλγερία, όπως σε προηγούμενα χρόνια είχε βρεθεί η Πορτογαλία, η Ισπανία.
Είναι βέβαιον, όμως, ότι το φετινό Καλοκαίρι κατέστη πολύ πιο δύσκολο στη διαχείρισή του, γιατί αυτός ο παρατεταμένος καύσωνας -ένας καύσωνας που είχαμε να τον βιώσουμε στη χώρα μας από το 1987- μετέτρεψε ουσιαστικά όλα μας τα δάση σε πυριτιδαποθήκες. Ακριβώς γι’ αυτό, και επειδή είχαμε προνοήσει να επενδύσουμε στην Πολιτική Προστασία, καταφέραμε και τη μετατρέψαμε, μέσα σε ένα σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα από μία αδρανή υπηρεσία σε ένα εγκαταλελειμμένο γραφείο, μετατράπηκε εκ θεμελίων σε μία αξιόμαχη κρατική οντότητα με υποδομές, προσωπικό προϋπολογισμό και σχέδιο. Και όσοι αμφιβάλλουν γι’ αυτό, ας προσπαθήσουν απλά να θυμηθούν το όνομα και το έργο του προκατόχου του Νίκου Χαρδαλιά, εγώ πάντως δεν το θυμάμαι και δεν νομίζω ότι το θυμάται ούτε η πλειοψηφία των βουλευτών που είναι σήμερα σε αυτή την αίθουσα.
Έγιναν, λοιπόν, πολύ σημαντικά πράγματα στον τομέα της Πολιτικής Προστασίας. Ενεργοποιήθηκε το 112, κάτι το οποίο αποτελούσε μία προσωπική μου προεκλογική δέσμευση μετά την τραυματική εμπειρία την οποία η χώρα βίωσε το 2018. Και το 112 απέδειξε την αξία του.
Η Πυροσβεστική, πριν από αυτή την αντιπυρική περίοδο, ενισχύθηκε με νέα στελέχη, ενισχύθηκε με νέα οχήματα και ενισχύθηκε, ναι, και με εναέρια μέσα για τα οποία τόση συζήτηση έγινε. Συγκεκριμένα: Με 74 εναέρια μέσα, 69 εμπλεκόμενα, συν 5 τα οποία είναι ιδιοκτησία του Πυροσβεστικού Σώματος. Αυτά είναι τα εναέρια μέσα τα οποία ήταν στη διάθεσή μας φέτος το Καλοκαίρι. Περισσότερα από κάθε άλλη φορά.
Το αν ήταν αρκετά ή όχι, είμαι διατεθειμένος να το συζητήσω. Αλλά δεν μπορεί να αμφισβητήσει κανείς ότι η χώρα είχε προνοήσει να εξοπλιστεί με περισσότερα εναέρια μέσα, κάποια εκ των οποίων, μάλιστα, δοκιμάστηκαν, για πρώτη φορά, όπως οι γνωστοί πια σε όλους «τράκτορες», μικρά δηλαδή, ευέλικτα αεροσκάφη, τα οποία μπορούν να κουβαλούν σημαντική ποσότητα νερού για το βάρος τους, και τα οποία απεδείχθησαν εξαιρετικά χρήσιμα στην πρώτη προσβολή μιας δασικής πυρκαγιάς. Θα επανέλθω σε αυτό το θέμα στη συνέχεια.
Ταυτόχρονα, είχαμε προνοήσει να καθαρίσουμε, να παρέμβουμε σε 21, συγκεκριμένα, επικίνδυνες περιοχές. Περιοχές οι οποίες είχαν χαρακτηριστικά τα οποία προσομοίαζαν με την περίπτωση του Ματιού. Περιπτώσεις δηλαδή οικισμών που ήταν πολύ κοντά σε δάση, εκεί δηλαδή όπου υπάρχει αυτή η πολύ προβληματική ώσμωση μεταξύ του δασικού περιβάλλοντος και του δομημένου περιβάλλοντος.
Μάλιστα, εγώ ο ίδιος συμμετείχα σε μία τηλεδιάσκεψη με 18 Δημάρχους -αυτή έγινε στις 24 Μαΐου του 2021- όπου κατέστησα τότε απολύτως σαφές ότι πρέπει όλοι μαζί να δουλέψουμε, κεντρικό Κράτος, Αυτοδιοίκηση πρώτου και δεύτερου βαθμού, προκειμένου να μπορέσουμε να εξασφαλίσουμε ότι με παρεμβάσεις που θα γίνουν εντός αυτών των οικισμών, θα μπορέσουμε να μειώσουμε την ποσότητα της καύσιμης ύλης, όσο αυτό ήταν εφικτό. Αλλά να έχουμε και σχέδια διαφυγής έτσι ώστε στην απευκταία περίπτωση που χρειάζεται να εκκενώσουμε έναν τέτοιο οικισμό, να μπορούμε να διεκπεραιώσουμε αυτή τη σύνθετη διαδικασία εντός σύντομου χρονικού διαστήματος και με την απαραίτητη τάξη.
Και πράγματι, αυτές οι παρεμβάσεις έγιναν. Αναφέρω ενδεικτικά δύο περιπτώσεις οικισμών: Η μια είναι η Ιπποκράτειος Πολιτεία. Η φωτιά έφτασε στα όρια της Ιπποκρατείου Πολιτείας, δεν μπήκε όμως ουσιαστικά μέσα στον οικισμό, ακριβώς επειδή είχαμε προνοήσει να γίνουν οι σχετικοί καθαρισμοί. Και βέβαια για πρώτη φορά υπήρχε και οδός διαφυγής στην Ιπποκράτειο Πολιτεία -καινούργια οδός διαφυγής- έτσι ώστε οι δημότες να μπορέσουν να απομακρυνθούν με ασφάλεια και με ταχύτητα.
Η δεύτερη περιοχή, η οποία και αυτή απειλήθηκε από την πυρκαγιά είναι μια περιοχή που σας είναι πολύ οικεία, κ. Τσίπρα, και αναφέρομαι στο Σούνιο. Και αναφέρομαι στο Σούνιο συγκεκριμένα, επειδή όπως θα έχετε διαπιστώσει πια, εάν κινηθείτε κατά μήκος του δρόμου που συνδέει το Σούνιο με το Λαύριο, υπάρχουν δίοδοι διαφυγής με ταμπέλες προς τη θάλασσα που υποδεικνύουν στους πολίτες πως θα μπορέσουν να φτάσουν στη θάλασσα σε περίπτωση που χρειαστεί να απομακρυνθούν σε μια περιοχή πολύ δύσκολη, καθώς περιβάλλεται από δάσος και η μόνη διέξοδος μπορεί να είναι η θάλασσα.
Αυτά, λοιπόν, όλα έγιναν. Έγιναν και είχαν το αποτέλεσμα να περιορίσουν σχετικά την καταστροφή περιουσίας σε σπίτια τα οποία βρέθηκαν είτε εντός του δάσους, είτε πέριξ των οικισμών. Η πραγματικότητα είναι ότι, παρά την ένταση και το μέγεθος των φωτιών που κληθήκαμε να διαχειριστούμε, κανείς οικισμός δεν κάηκε ολοσχερώς. Πετύχαμε, λοιπόν, στο στόχο μας να προστατεύσουμε την ανθρώπινη ζωή. Πετύχαμε στο στόχο μας να προστατεύσουμε τους οικισμούς. Πετύχαμε στο στόχο μας να προστατεύσουμε τις κρίσιμες υποδομές.
Πολύ λίγοι γνωρίζουν την τεράστια προσπάθεια η οποία κατεβλήθη ειδικά στη φωτιά της Βαρυμπόμπης, ώστε να μπορέσουμε να διασφαλίσουμε την ηλεκτροδότηση του Λεκανοπεδίου. Και θέλω να ευχαριστήσω θερμά τα στελέχη και του ΑΔΜΗΕ και του ΔΕΔΔΗΕ, διότι κατέβαλαν υπεράνθρωπες προσπάθειες έτσι ώστε να μην έχουμε απώλειες ως προς την ηλεκτροδότηση της Αθήνας, καθώς κάποια στιγμή η φωτιά έφτασε πάρα πολύ κοντά σε εξαιρετικά κρίσιμες υποδομές στο Κρυονέρι και στον Άγιο Στέφανο.
Κληθήκαμε, όμως, φέτος το Καλοκαίρι να διαχειριστούμε, τις πρώτες μέρες του Αυγούστου, 1.279 πυρκαγιές. Σχεδόν 60 την ημέρα. Σε πολλά διαφορετικά σημεία ταυτόχρονα. Πολλές -το ξέρουμε πια- ήταν προϊόν εμπρησμού. Το σημαντικότερο όμως, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, έχει να κάνει με το γεγονός ότι αυτές οι φωτιές φέτος είχαν κάποια διαφορετικά χαρακτηριστικά από φωτιές που κληθήκαμε να αντιμετωπίσουμε τα περασμένη έτη. Το εξηγεί και η Εθνική Μετεωρολογική Υπηρεσία, αλλά και οι επιστήμονες. Δεν θέλω να διαβάσω περίπλοκες τεχνικές αναλύσεις.
Το βέβαιο, όμως, είναι, ότι αυτό το οποίο βλέπαμε όλοι από τους τηλεοπτικούς δέκτες, το αντιμετώπιζαν και οι πυροσβέστες στο πεδίο. Εσωτερικοί στρόβιλοι της φωτιάς που την αναπαρήγαγαν, με αποτέλεσμα οι φλόγες να σβήνουν πολύ πιο δύσκολα, ακόμα και όταν δέχονταν ριπές νερού από τα αεροσκάφη. Και το καλύτερο παράδειγμα αυτής της πραγματικότητας ήταν η τελευταία φωτιά την οποία κληθήκαμε να αντιμετωπίσουμε στα Βίλια. Στα Βίλια ενεργοποιήθηκε ολόκληρος ο κρατικός μηχανισμός. Έγιναν εκατοντάδες ρίψεις νερού από αεροσκάφη.
Κινητοποιήθηκαν πρακτικά όλες οι δυνάμεις της Πυροσβεστικής του Λεκανοπεδίου, συμπεριλαμβανομένων των δυνάμεων που ήρθαν να μας υποστηρίξουν από το εξωτερικό. Και παρά ταύτα, παρά την πολύ μεγάλη αυτή προσπάθεια, χρειαστήκαμε τρεις μέρες για να οριοθετήσουμε τη φωτιά. Έγινε κάποιο λάθος; Αν πιστεύετε ότι έγινε κάποιο λάθος, να μας το υποδείξετε. Δεν έκαναν οι πυροσβέστες καλά τη δουλειά τους; Δεν ήξεραν οι πιλότοι πού πετούσαν το νερό; Δεν υπήρχε συντονισμός; Ελάτε να μας πείτε, λοιπόν, και να μας υποδείξετε που ακριβώς έγινε το λάθος στην συγκεκριμένη πυρκαγιά.
Η πραγματικότητα, όμως, είναι ότι κληθήκαμε να αντιμετωπίσουμε φωτιές με πολύ διαφορετικά χαρακτηριστικά εντός δασών, στα οποία συχνά δεν υπήρχε καμία απολύτως πρόσβαση από κανέναν δασικό δρόμο. Δάση τα οποία είχαν μείνει απεριποίητα για δεκαετίες. Και η αλήθεια είναι ότι αυτές οι φωτιές, όταν ξεφεύγουν από τη δυνατότητα παρέμβασης της πρώτης προσβολής γίνονται εξαιρετικά δύσκολες στη διαχείρισή τους.
Θέλω, επίσης, να θυμίσω -επειδή έχω ακούσει πολλά υποτιμητικά σχόλια για την Πυροσβεστική, σχόλια πολύ άδικα για τους ανθρώπους οι οποίοι δίνουν τη μάχη στο πεδίο και την έδωσαν πολλές φορές χωρίς να μπορέσουν καν να ξεκουραστούν, χωρίς να κοιμηθούν, έμεναν μέρες άγρυπνοι- ότι αυτή η Πυροσβεστική κατάφερε και έλεγξε εν τη γενέσει τους τη συντριπτική πλειοψηφία των πυρκαγιών. Όλες οι πυρκαγιές για τις οποίες δεν ακούμε τίποτα, είναι οι πυρκαγιές οι οποίες σβήστηκαν στην αρχή.
Δυστυχώς, όμως -και αυτή είναι η πραγματικότητα- κάποιες ξέφυγαν και βρεθήκαμε αντιμέτωποι με μια πραγματικότητα να πρέπει να διαχειριζόμαστε 4 μεγάλες πυρκαγιές σε διαφορετικά σημεία της χώρας. Μια ένταση ενός φαινομένου που ξεπέρασε πολλά από τα οχυρά μας. Ξεπέρασε το φαινόμενο την προετοιμασία την οποία είχαμε κάνει. Το είπα πολύ ανοιχτά, πολύ καθαρά, είχαμε προετοιμαστεί καλύτερα από ότι άλλες χρονιές. Αυτή η προετοιμασία εμφανώς δεν ήταν αρκετή για να μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε την ένταση αυτού του φαινομένου.
Και το αποτέλεσμα είναι αυτό για το οποίο σας μίλησα. Ότι μπορεί μεν να είχαμε λιγότερες κατεστραμμένες περιουσίες σε σχέση με αυτό το οποίο μπορεί κάποιοι να περίμεναν βλέποντας την έκταση της φωτιάς, χάσαμε όμως παραπάνω από ένα εκατομμύριο στρέμματα δάσους και αυτό σίγουρα είναι κάτι το οποίο μας υποχρεώνει να δούμε σε λεπτομέρεια τι πήγε λάθος και κυρίως τι μπορούμε να κάνουμε καλύτερα από εδώ και στο εξής.
Όπως σας είπα η αυτοθυσία των πυροσβεστών μας και των εθελοντών μας υπήρξε ανεπανάληπτη, αλλά δεν έλειψαν τα λάθη. Αποδεικνύεται ότι μόνο η φύση δεν κάνει λάθη και οι φετινές πυρκαγιές -όπως σας είπα- αν μας δίδαξαν κάτι είναι ότι απόλυτη προτεραιότητα ως προς τη διαχείριση της πυρκαγιάς, τη διαχείριση του φαινομένου -θα έρθω στη συνέχεια στα προληπτικά μέτρα τα οποία πρέπει να λαμβάνονται εντός των δασών- είναι ότι η πρώτη επέμβαση είναι απολύτως κρίσιμη.
Όπως έχει δηλώσει ανοιχτά και ο Υπουργός Προστασίας του Πολίτη και ο Υφυπουργός Πολιτικής Προστασίας, αν ανατρέξει κανείς στην αλληλουχία των γεγονότων των δύσκολων ημερών αυτού του Αυγούστου θα διαπιστώσει ότι το μεγάλο πρόβλημα το οποίο κληθήκαμε να διαχειριστούμε ξεκίνησε, δυστυχώς, από την αναζωπύρωση της πυρκαγιάς της Βαρυμπόμπης.
Είχαν οι αρμόδιες υπηρεσίες τη βεβαιότητα ότι η φωτιά αυτή είχε οριοθετηθεί, κατευθύνθηκαν εκείνη τη στιγμή εναέρια μέσα προς την Εύβοια η οποία αντιμετώπιζε ένα πολύ μεγάλο πρόβλημα. Και προφανώς όταν η φωτιά αυτή αναζωπυρώθηκε -για λόγους οι οποίοι και σήμερα ακόμα ερευνώνται- αναγκαστήκαμε να επιστρέψουμε εναέρια μέσα πίσω από την Εύβοια και να παλεύουμε δυο πολύ μεγάλες φωτιές, ταυτόχρονα.
Και βέβαια πρέπει να σας πω ότι η εμπειρία απέδειξε ότι όσους καθαρισμούς και αν κάνει κανείς, όσα εναέρια μέσα και αν έχει στη διάθεσή του -και φέτος είχαμε περισσότερα από κάθε άλλη χρονιά- είναι πολύ δύσκολο να αποτραπεί η επέκταση μιας φωτιάς ειδικά σε συνθήκες, όπως αυτές που βιώσαμε, εάν δεν καταφέρει να τη σβήσει κανείς στην αρχή. Και αν δείτε τη φωτιά στην Βαρυμπόμπη, αποδεικνύει ακριβώς του λόγου το αληθές. Για πρώτη φορά φέτος εντός των βασιλικών κτημάτων -κάποιοι ενοχλούνται από αυτή την ορολογία, αλλά έτσι τα αποκαλούν όλοι οι πολίτες- εντός εν πάση περιπτώσει του πυρήνα του δρυμού της Πάρνηθας, του νοτίου κομματιού τουλάχιστον, είχαν γίνει συστηματικοί καθαρισμοί.
Επί δύο μήνες δούλευαν στο Τατόι υλοτόμοι από τη Χαλκιδική, προκειμένου να απομακρύνουν κλαδιά και κορμούς οι οποίοι είχαν πέσει μετά τη «Μήδεια» η οποία, δυστυχώς, είχε κάνει μια μεγάλη ζημιά συνολικά στο οικοσύστημα της Αττικής. Όπως ίσως γνωρίζετε, στην περιοχή υπάρχουν αντιπυρικές ζώνες και μεγάλες μάλιστα αντιπυρικές ζώνες. Δεν στάθηκαν, δυστυχώς, αρκετές να σταματήσουν τη φωτιά. Εδώ η φωτιά δεν μπόρεσε καλά-καλά να σταματήσει στην εθνική οδό όπου την περίμεναν 100 πυροσβεστικά, έχοντας πλάτος η εθνική οδός σχεδόν 100 μέτρα.
Όμως και στον τομέα της πρόληψης αναδείχθηκαν κενά. Και είναι χαρακτηριστικό ότι αν και γι’ αυτή φέτος διατέθηκαν 51 εκατομμύρια ευρώ σε Δήμους και σε δασαρχεία, τα αποτελέσματα, δυστυχώς, δεν ήταν τα αναμενόμενα. Γι’ αυτό και τώρα, η ευθύνη περνά στην Πολιτική Προστασία, με το πρόγραμμα «ΔΡΥΑΔΕΣ». Σε βάθος χρόνου 300 εκατ. ευρώ θα δοθούν για καθαρισμούς και για ζώνες πυροπροστασίας. Και τα έργα αυτά πρέπει να γίνονται το Χειμώνα και την Άνοιξη με τη συνεργασία δασολόγων και την υποστήριξη της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
Στον τομέα της οργάνωσης διαπιστώνεται, επίσης, ότι αν και δόθηκαν περισσότερα κονδύλια δασοπροστασίας η απορρόφησή τους δεν ελέγχθηκε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, καθώς μέχρι τις πρόσφατες αλλαγές που κάναμε, δασαρχεία και δασικές υπηρεσίες υπάγονταν σε διαφορετικούς πολιτικούς προϊσταμένους. Και με την Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου, την οποία σύντομα θα κυρώσουμε στο Εθνικό Κοινοβούλιο, κάνουμε μια σημαντική δομική αλλαγή. Υπάγουμε, επιτέλους θα έλεγα, τα Δασαρχεία στο Υπουργείο Περιβάλλοντος, υπό τον αρμόδιο Υφυπουργό και τη Γενική Διεύθυνση Δασών, έτσι ώστε να υπάρχει ένα ενιαίο εποπτικό κέντρο που θα καθορίζει τη δασική μας πολιτική, θα εποπτεύει τα Δασαρχεία, έτσι ώστε αυτά να μην υπάγονται απλά και συχνά ανεξέλεγκτα στις Αποκεντρωμένες Διοικήσεις, όπως συνέβαινε μέχρι σήμερα.
Είναι μια σημαντική διαρθρωτική μεταρρύθμιση η οποία πιστεύω ότι θα ενισχύσει την αποτελεσματικότητα της Δασικής Υπηρεσίας συνολικά και θα επιτρέψει να συνεργαστεί καλύτερα με την Πολιτική Προστασία, έτσι ώστε οι δύο αυτοί πυλώνες, Δασική Υπηρεσία από τη μια, Πολιτική Προστασία από την άλλη, να μπορούν να συνεργάζονται αρμονικά και κατά τη διάρκεια της κατάσβεσης της πυρκαγιάς, αλλά κυρίως κατά την διάρκεια που δεν έχουμε φωτιές, εκεί που χρειάζονται να γίνονται σημαντικές προληπτικές παρεμβάσεις μέσα στα δάση.
Διαπιστώσαμε, λοιπόν, ότι ναι, χρειαζόμαστε και περισσότερα εναέρια μέσα, και συγκεκριμένα εναέρια μέσα, τα οποία προβλέπονται από το πρόγραμμα της Πολιτικής Προστασίας το οποίο έχει ήδη εγκριθεί από το Υπουργικό Συμβούλιο πριν από τις καταστροφικές πυρκαγιές. Θα επενδύσουμε σε καινούργια αεροσκάφη. Θα κινηθούμε ταχύτατα για τη γρήγορη απόκτηση και την ενοικίαση, βραχυπρόθεσμα, αυτών των αεροσκαφών πρώτης προσβολής. Αναφέρθηκα πριν στους λεγόμενους «τράκτορες» οι οποίοι φέτος δοκιμάστηκαν για πρώτη φορά και απέδειξαν την αποτελεσματικότητά τους. Και βέβαια, θα προχωρήσουμε στη σύσταση μιας ειδικής μονάδος η οποία θα μπορεί πια να επιχειρεί πιο αποτελεσματικά μέσα στα δάση.
Πρόκειται για μια ανάγκη η οποία αναδείχθηκε με έντονο τρόπο τις τελευταίες ημέρες. Και επιβεβαιώθηκε και με τη συνεργασία των Ελλήνων πυροσβεστών με τους ξένους εξειδικευμένους συνάδελφους τους, οι οποίοι έσπευσαν να συνδράμουν τη χώρα σε αυτή τη δύσκολη συγκυρία.
Αυτή η νέα μονάδα, λοιπόν, η οποία θα απαρτίζεται από δασολόγους και από δασοπυροσβέστες, θα πρέπει να εκπαιδευτεί καλύτερα, να δρα μέσα στις ειδικές συνθήκες του δάσους.
Η αλήθεια είναι ότι η μεταβίβαση της αρμοδιότητας της δασοπροστασίας και της δασοπυρόσβεσης από τις Δασικές Υπηρεσίες στην Πυροσβεστική έγινε, κυρία Γεννηματά, το 1998, επί Κυβερνήσεως ΠΑΣΟΚ. Χρειάστηκαν πολλά χρόνια ώστε η Πυροσβεστική να εξοικειωθεί με αυτή τη νέα της αποστολή, καθώς η Πυροσβεστική ήταν σχεδιασμένη από τη γέννησή της να αντιμετωπίζει βασικά αστικές πυρκαγιές. Όμως, σήμερα, οι Έλληνες πυροσβέστες είναι πολύ πιο έμπειροι, πολύ πιο εκπαιδευμένοι, πολύ πιο καταρτισμένοι να αντιμετωπίζουν δασικές πυρκαγιές.
Πρέπει να γίνουν, όμως, ακόμα καλύτεροι. Είδαμε κι εμείς ξένες δυνάμεις οι οποίες ήρθαν να μας συνδράμουν, που χρησιμοποίησαν καινούργιες τεχνικές, οι οποίες ενίοτε αξιοποιούνται από την Πυροσβεστική. Και πρέπει να μάθουμε από αυτά τα Πυροσβεστικά Σώματα, τα οποία έχουν μεγαλύτερη δυνατότητα και μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα να επιχειρούν μέσα στο δάσος σε σχέση με τη δική μας Πυροσβεστική.
Και αν χρειαστεί, και αν δεν προφτάσουμε να είμαστε απολύτως έτοιμοι στελεχώνοντας το δικό μας Σώμα ενόψει της επόμενης αντιπυρικής περιόδου, δεν έχω καμία δυσκολία να έρθω σε συνεργασία με ξένες χώρες, έτσι ώστε μεταβατικά, για τα επόμενα 1 με 2 χρόνια οι Ελληνικές δυνάμεις να πλαισιωθούν με ξένες δυνάμεις, οι οποίες να μπορούν να μας υποστηρίξουν τους κρίσιμους μήνες του Ιουλίου και του Αυγούστου, που εκδηλώνονται οι πιο πολλές δασικές πυρκαγιές στη χώρα μας.
Τέλος, πιστεύω ότι καλούμαστε όλοι να βγάλουμε συμπεράσματα και από τη συνύπαρξη του δασικού και του δομημένου περιβάλλοντος. Χωρίς γραφειοκρατία, σε αυτές τις μικτές περιοχές, οι κάτοικοι θα μπορούν πλέον να καθαρίζουν γύρω τους τα οικόπεδά τους, τους δρόμους τους, χωρίς να απαιτείται όλη αυτή η εξαιρετικά σύνθετη διαδικασία που χρειάζεται η άδεια του Δασαρχείου για να κόψεις οποιοδήποτε κλαδί έξω από το δικό σου οικόπεδο. Τα εύφλεκτα πεύκα, δίπλα στα σπίτια, αυτά που έχουν καεί τουλάχιστον, στις ζώνες πέριξ των οικισμών, θα πρέπει να αντικατασταθούν από άλλα δέντρα.
Προφανώς δεν αναφέρομαι σε όλα τα πεύκα, καθώς ένα μεγάλο κομμάτι της αναγέννησης θα είναι φυσική αναγέννηση, και προφανώς τα πευκοδάση μας τα οποία κάηκαν θα ξαναγίνουν πευκοδάση. Αναφέρομαι σε αυτή τη ζώνη πέριξ των οικισμών, όπου θα πρέπει να προχωρήσουμε -και αυτή είναι η κατεύθυνση που έχω δώσει στο Υπουργείο Περιβάλλοντος- με εξειδικευμένα σχέδια αναδάσωσης, έτσι ώστε να δημιουργηθεί μία ζώνη μεταξύ του πευκοδάσους και του οικισμού, στην οποία θα έχουμε διαφορετικά είδη δέντρων, πολύ πιο ανθεκτικά στις πυρκαγιές.
Τα δάση μας θα αναγεννηθούν σε πολύ μεγάλο βαθμό, και τεχνητή αναδάσωση θα γίνει εκεί που χρειάζεται, και εκεί που οι ειδικοί θα μας υποδείξουν. Και τέλος, οικισμοί, αλλά και σπίτια κοντά ή μέσα στις δασικές εκτάσεις θα οφείλουν να διέπονται από ειδικές πυρίμαχες προδιαγραφές κατασκευής. Και έχω ήδη δώσει εντολή στον αρμόδιο Υφυπουργό Περιβάλλοντος να εκδώσει τις σχετικές Υπουργικές Αποφάσεις. Όπως βέβαια θα πρέπει να μας απασχολήσει στο μέλλον και η ασφάλισή τους. Η ασφάλιση συνολικά της περιουσίας, της ακίνητης περιουσίας έναντι των φυσικών καταστροφών.
Όλα τα παραπάνω είναι ασφαλώς μερικές μόνο αρχικές διαπιστώσεις. Γι’ αυτό και θα τονίσω ξανά πως η δημόσια συγγνώμη μου ήταν μια προσωπική, ηθική στάση. Αλλά πριν από όλα ήταν μια πολιτική πράξη με μήνυμα. Η συγγνώμη δεν είναι μόνο μια αναγνώριση ευθύνης, είναι και ένα σύνθημα για δράση. Είναι ένα κάλεσμα να διδαχτούμε από μια αρνητική εμπειρία έτσι ώστε να μπορέσουμε να γίνουμε καλύτεροι. Και με αυτή την αφετηρία, λοιπόν, θα αλλάξουν πολλά.
Κυρίες και κύριοι βουλευτές, έρχομαι τώρα στο τρίτο ερώτημα το οποίο πρέπει να απαντήσουμε: Τι κάνουμε αυτή τη στιγμή για να στηρίξουμε τους συμπολίτες μας οι οποίοι επλήγησαν από τις καταστροφικές πυρκαγιές.
Λίγα 24ωρα μετά το πέρασμα της φωτιάς ξεκινάμε ήδη να επουλώνουμε τις πληγές μας. Στην Αττική, στην Εύβοια, στη Φθιώτιδα, στη Φωκίδα, στην Πελοπόννησο με πρωτοβουλία του Υπουργείου Υποδομών έχει ήδη ολοκληρωθεί η καταγραφή των ζημιών. Έγιναν 2.413 αυτοψίες και επανέλεγχοι σε σπίτια και επαγγελματικούς χώρους. Στην πλατφόρμα arogi.gov.gr κατατέθηκαν -ως τώρα- 1.735 αιτήσεις που αντιστοιχούν σε 10,5 εκατ. ευρώ αποζημιώσεων.
Ποτέ το ελληνικό Κράτος δεν έχει κινηθεί ταχύτερα στη χορήγηση σημαντικών αποζημιώσεων στους πληγέντες. Θέλω να θυμίσω ότι για έναν συμπολίτη μας ο οποίος είδε το σπίτι του να καταστρέφεται η πρώτη ενίσχυση φτάνει τα 20.000 ευρώ. Ταυτόχρονα θέλω να τονίσω ότι παντού έχουν ήδη ξεκινήσει αντιδιαβρωτικά και αντιπλημμυρικά έργα, κάτι στο οποίο αποδίδω ιδιαίτερη σημασία.
Ήδη στις περιοχές της Εύβοιας οι οποίες θα είναι και οι πιο επιρρεπείς σε πλημμύρες έχουν πάει μικτά κλιμάκια του Υπουργείου Περιβάλλοντος. Συνεργάζονται τα Δασαρχεία, τα οποία έχουν την ευθύνη για τα αντιπλημμυρικά και τα αντιδιαβρωτικά έργα εντός των δασών, οι Περιφέρειες και οι Δήμοι, έτσι ώστε το συντομότερο δυνατόν να υπάρξει η καλύτερη δυνατή αντιπλημμυρική θωράκιση, να απομακρυνθούν τα πολλά καμένα δέντρα, να κατασκευαστούν τα κορμοδέματα, τα κορμοπλέγματα με τη συνδρομή όλων των δασικών συνεταιρισμών. Έτσι ώστε να μπορέσουμε να συγκρατήσουμε τα εδάφη, να βοηθήσουμε τη φυσική αναγέννηση και ταυτόχρονα να περιορίσουμε, στο μέτρο του εφικτού, πιθανά πλημμυρικά φαινόμενα.
Θέλω, επίσης, να τονίσω ότι δίνουμε ειδική πρόνοια στις αποζημιώσεις των αγροτικών εκμεταλλεύσεων. Και ως προς τα μέσα παραγωγής και ως προς το φυτικό και το ζωικό κεφάλαιο. Θα υπάρξουν στην Εύβοια ειδικές δράσεις για τους ρητινοπαραγωγούς, κ. Κουτσούμπα, -είδα ότι βρεθήκατε στο σχετικό συλλαλητήριο στην Εύβοια- αλλά και για τους μελισσοπαραγωγούς. Ειδικά για τους ρητινοπαραγωγούς, μιλάμε για σχεδόν 1.000 συμπολίτες μας οι οποίοι ζούσαν από το δάσος, θα καταρτίσουμε άμεσα, σε συνεργασία και με το Υπουργείο Εργασίας, ένα πρόγραμμα πολυετούς κοινωφελούς εργασίας -έως και 7 χρόνια- έτσι ώστε να επιτρέψουμε σε αυτούς τους ανθρώπους να μπορέσουν να δουλέψουν μέσα στο δάσος, σε πρώτη φάση στα έργα αποκατάστασης, σε δεύτερη φάση στην προστασία του δάσους καθώς αυτό θα αρχίσει να ξαναγεννάται.
Αντίστοιχες προβλέψεις θα υπάρξουν και για τους μελισσοκόμους. Και βέβαια οφείλω να πω ότι ειδικά για την περιοχή της Βόρειας Εύβοιας, τα μέτρα τα οποία έχουμε εξαγγείλει αφορούν όλες τις επιχειρήσεις, όχι μόνο αυτές οι οποίες επλήγησαν από την πυρκαγιά. Εκεί καταρτίζεται, όπως γνωρίζετε, ένα συνολικό πρόγραμμα ανάταξης από την οικιστική και παραγωγική της ανασυγκρότηση μέχρι τις νέες ευκαιρίες απασχόλησης των κατοίκων, ώστε να μπορέσουν να παραμείνουν στον τόπο τους. Αντίστοιχο μοντέλο αναπτυξιακών προγραμμάτων, σε μικρότερη έκταση, γιατί η ζημιά είναι μικρότερη, θα ακολουθήσει και για την Ηλεία, η οποία επλήγη για δεύτερη φορά από καταστροφικές πυρκαγιές σε διάστημα 15 ετών.
Θέλω να τονίσω ότι αποδίδω πολύ μεγάλη σημασία στις ιδιωτικές δωρεές οι οποίες θα υποστηρίξουν αυτή την προσπάθεια. Για πρώτη φορά, μέσα από μία διαφανή και εύκολη διαδικασία, μέσω της ιστοσελίδας e-dorees.gov.gr, οι προσφορές ιδιωτών, επιχειρήσεων, ιδρυμάτων, θα συναντώνται με τις ανάγκες του Δημοσίου. Και ο κάθε δωρητής θα μπορεί να παρακολουθεί πού κατευθύνονται τα χρήματά του. Και με το νέο θεσμό του αναδόχου αναδάσωσης, ένας ενδιαφερόμενος ιδιώτης, ένα ίδρυμα, μία επιχείρηση, θα μπορεί να αναλαμβάνει, όχι απλά τη μελέτη, αλλά και τα έργα αποκατάστασης μίας έκτασης, πάντα υπό την εποπτεία του αρμόδιου Δασαρχείου και να την αποδίδει μετά στην Πολιτεία.
Τέτοιες εργασίες έχουν ήδη ξεκινήσει και είναι σημαντική η αρωγή την οποία έχουμε λάβει από μεγάλα ιδρύματα, μεγάλες επιχειρήσεις που έχουν σπεύσει να ενισχύσουν αυτή την προσπάθεια. Προσφέρουν όχι μόνο πόρους, αλλά και ταχύτητα -το τονίζω- στην υλοποίηση των σχετικών έργων, κάτι το οποίο προφανώς, στην παρούσα συγκυρία, είναι απολύτως απαραίτητο.
Το απόγευμα θα έχω την ευκαιρία να συναντηθώ ο ίδιος με τον Επίτροπο αρμόδιο για τη διαχείριση κρίσεων, τον κ. Lenarčič, έτσι ώστε να δούμε πώς μπορούμε να εξασφαλίσουμε πρόσθετη ευρωπαϊκή συνδρομή.
Ανοίγω μία παρένθεση, και λέω ότι η συνδρομή την οποία κατάφερε και εξασφάλισε η χώρα μας τις τελευταίες εβδομάδες ήταν πραγματικά πρωτοφανής: 23 χώρες, 12 μέσω του ευρωπαϊκού μηχανισμού στήριξης, αλλά και 11 χώρες σε διμερές επίπεδο, έσπευσαν να υποστηρίξουν την πατρίδα μας με εναέρια μέσα, με πυροσβεστικά, με προσωπικό. Ευχαριστώ την καθεμία και τον καθένα ξεχωριστά, τις χώρες αυτές, τις εθελόντριες, τους εθελοντές, τους πυροσβέστες που ήρθαν να μας στηρίξουν σε αυτή την εξαιρετικά δύσκολη στιγμή για τη χώρα μας.
Επικεφαλής αυτής της προσπάθειας ανασυγκρότησης θα είναι ο κ. Χρήστος Τριαντόπουλος, ο οποίος έχει μεγάλη εμπειρία από τη διαχείριση αντίστοιχων προγραμμάτων κρατικής αρωγής. Θα ήθελα να καταθέσω στα πρακτικά της Βουλής τον απολογισμό από τις κυβερνητικές δράσεις στήριξης των πληγέντων περιοχών μετά τη θεομηνία του «Ιανού» και μετά τον καταστροφικό σεισμό στη Σάμο. Και θέλω να πω σε όλους τους πληγέντες συμπολίτες μας, οι οποίοι σήμερα με οργή ή και με καχυποψία μπορεί να αντιμετωπίζουν αυτές τι εξαγγελίες, ότι όπως στηρίξαμε τους συμπολίτες μας στην Καρδίτσα και στη Σάμο και δεν τους αφήσαμε απροστάτευτους, το ίδιο θα κάνουμε και τώρα.
Και βέβαια έχω αναθέσει τον σχεδιασμό της μεθεπόμενης μέρας της Βόρειας Εύβοιας σε έναν άνθρωπο ο οποίος είναι γνωστός σε όλους μας, δεν προέρχεται από το δικό μας πολιτικό χώρο. Αναφέρομαι στον Σταύρο Μπένο, ο οποίος έχει πολύ μεγάλη εμπειρία μετά τους καταστροφικούς σεισμούς της Καλαμάτας. Είναι ο άνθρωπος ο οποίος σχεδίασε την αναγέννηση αυτής της πόλης. Είναι ένας ενεργός πολίτης ο οποίος έχει μια, θα έλεγα, πολύ συγκεκριμένη άποψη για το τι σημαίνουν συγκεκριμένα ολοκληρωμένα ειδικά χωρικά σχέδια, έτσι ώστε να μπορούν οι προκλήσεις μιας περιοχής να αντιμετωπίζονται ολιστικά και όλα τα χρηματοδοτικά εργαλεία να κατευθύνονται σε άξονες πολιτικής, οι οποίοι θα είναι ο ένας εναρμονισμένος με τον άλλον.
Ο κ. Μπένος προφανώς και θα αναζητήσει τις απόψεις της Αντιπολίτευσης και μπορώ να σας διαβεβαιώσω ότι κάθε καλή ιδέα θα είναι καλοδεχούμενη σε αυτή την προσπάθεια. Ειδικά για την ανασυγκρότηση της Βόρειας Εύβοιας η προσπάθεια αυτή είναι εθνική. Γι’ αυτό και θα είναι πραγματικά κατάκτηση για τον τόπο μας αν σε αυτά τα φιλόδοξα προγράμματα ανασυγκρότησης -όπως σας είπα- συμμετείχαν όλες οι πολιτικές δυνάμεις. Για να συμβεί όμως αυτό απαιτείται -πρώτα και πάνω από όλα- συναντίληψη στις προτεραιότητες και αναγνώριση της αλήθειας.
Απαντήσεις στις απορίες τις οποίες προσπαθώ με ειλικρίνεια και σήμερα, αλλά και σε όλες τις δημόσιες παρεμβάσεις μου να δώσω, στις απορίες που γέννησε η εύλογη αγανάκτηση όσων πολιορκήθηκαν από τη φωτιά. Έγιναν όμως συχνά μύθοι μέσα στη σύγχυση και στην ανεπαρκή εικόνα των συνθηκών. Αλλά και δεδομένα τα οποία, δυστυχώς, διαστρεβλώθηκαν συνειδητά με πρώτη την πολιτική των οργανωμένων εκκενώσεων των οικισμών. Το λέω ευθέως -το είχα πει και στη συνέντευξη που είχα δώσει στις 18 Μαΐου- πρώτη μας προτεραιότητα ήταν και παραμένει η προστασία της ανθρώπινης ζωής. Και ειλικρινά δεν μπορώ να καταλάβω γιατί υπήρξε μια συνειδητή προσπάθεια αμφισβήτησης αυτής της προσπάθειας.
Μια αμφισβήτηση η οποία προσβάλλει ευθέως τη μνήμη θυμάτων από προηγούμενες τραγωδίες. Ναι, τα σπίτια και τα δέντρα ξαναγίνονται, θα πάρει χρόνο, θα πάρει κόπο, θα πάρει χρήμα, οι άνθρωποι όμως δεν γυρίζουν πίσω. Και είναι η ζωή που ξαναδίνει ζωή σε όλα. Αλλά και γιατί αυτή η κριτική δεν έχει καν επιχειρησιακή ισχύ. Διότι άλλες δυνάμεις ασχολούνται με τις εκκενώσεις -πρωτίστως η Αστυνομία, ένα κομμάτι της Πολιτικής Προστασίας και οι Δήμοι- και άλλες δυνάμεις η Πυροσβεστική, οι εθελοντές δίνουν την ίδια ώρα τη μάχη με τις φλόγες. Δεν πρόκειται, λοιπόν, για αντίπαλες, αλλά για συμπληρωματικές λειτουργίες. Η μία συνδράμει την άλλη. Άλλωστε και γι’ αυτό -όπως σας είπα- τελικά όλοι σχεδόν οι οικισμοί οι οποίοι άδειασαν, σώθηκαν.
Και βεβαίως ας μην ξεχνάμε ότι η οργανωμένη απομάκρυνση των κατοίκων δεν περιορίζεται κάθε φορά μόνο στην προειδοποίηση του 112. Σημαίνει ειδικά τοπικά σχέδια κάτι το οποίο περιλαμβάνει, όπως σας είπα, μελετημένες οδούς διαφυγής, μέριμνα για τα ζώα, αποκλεισμούς δρόμων ώστε να μην υπάρξουν εγκλωβισμοί, και ασφαλώς ανάλογη κινητοποίηση και της Αστυνομίας, αλλά και του Λιμενικού.
Εύχομαι, λοιπόν, και ελπίζω να μην ξανακούσουμε αυτή την κριτική, σήμερα, εδώ, σε αυτή την αίθουσα, γιατί είναι μικρόψυχη απέναντι σε μια συλλογική κατάκτηση της χώρας, η οποία στον τομέα αυτόν τουλάχιστον μας έχει φέρει πιο μπροστά από πολύ πιο πλούσια και οργανωμένα κράτη.
Το 112 δεν υπάρχει σήμερα -φαντάζομαι να το γνωρίζετε- ούτε στην Γερμανία, ούτε στην Γαλλία, ούτε στο Ηνωμένο Βασίλειο. Και στην Γερμανία σήμερα αναζητούνται ευθύνες και γίνεται έρευνα διότι δεν υπήρχε το εργαλείο να προειδοποιηθούν οι πολίτες να εκκενώσουν τα σπίτια τους μετά τις καταστροφικές πλημμύρες. Αυτή η Κυβέρνηση, όπως και όλες, κάποια στιγμή θα φύγει και θα έρθει μια άλλη. Η κατάκτηση, όμως, του 112 και η κουλτούρα των εκκενώσεων είναι παρακαταθήκη για τη χώρα και θα παρακαλούσα ειλικρινά, τουλάχιστον σε αυτό το σημείο, να μην ασκείτε κριτική.
Αγαπητοί συνάδελφοι, δεν θα μιλήσω αναλυτικά για το πρόγραμμα Πολιτικής Προστασίας το οποίο έχει ήδη εγκριθεί από το Υπουργικό Συμβούλιο, ύψους 1,76 δισ., είναι το Πρόγραμμα «Αιγίς». Καταθέτω στα πρακτικά τη συνοπτική μόνο παρουσίασή του. Θα πω μόνο ότι αποτελεί ένα συνεκτικό και ολοκληρωμένο σχέδιο με εξασφαλισμένους πόρους χρηματοδότησης για να αποκτήσει η χώρα, επιτέλους, την Πολιτική Προστασία που απαιτείται να έχει, λαμβάνοντας υπόψη τις προκλήσεις της κλιματικής κρίσης.
Η πρόταση αυτή λαμβάνει υπόψη της επιστημονικά δεδομένα, αλλά και πορίσματα τα οποία είχαν εκπονηθεί από την προηγούμενη Κυβέρνηση, και αναφέρομαι, κ. Τσίπρα, στο πόρισμα Goldammer, το οποίο είχα την ευκαιρία να ξαναδιαβάσω πολύ αναλυτικά. Πρέπει να σας πω ότι σε πολλά από τα συμπεράσματά του συμφωνώ. Εξάλλου, θέλω να σας θυμίσω ότι από το 2008, όταν ήμουν Πρόεδρος της Επιτροπής Περιβάλλοντος μετά τις καταστροφικές φωτιές στην Ηλεία, είχαμε αναδείξει από τότε κάποια από τα σημαντικά προβλήματα όσον αφορά την έλλειψη πρόληψης και τη μη δυνατότητα καλής συνεργασίας μεταξύ Πυροσβεστικής και δασικών υπηρεσιών.
Θα σας παρακαλούσα, όμως, μόνο -παρακαλώ γενικά την Αντιπολίτευση, όταν επικαλείται το πόρισμα αυτό- να μην το επικαλείται επιλεκτικά, αλλά να το επικαλείται συνολικά. Παραδείγματος χάριν, το ίδιο πόρισμα αναγνωρίζει ότι δεν πρέπει να υπάρχει θεοποίηση των εναερίων μέσων. Φαντάζομαι το έχετε διαβάσει, πλην όμως, δεν έχω δει στέλεχός σας το οποίο να μην έχει υποστηρίξει τη δικαιολογημένη οργή των κατοίκων, οι οποίοι σε κάθε φωτιά θέλουν ένα ελικόπτερο πάνω από το χωριό τους. Έτσι δεν είναι;
Λοιπόν, εδώ πρέπει να έχουν συνοχή αυτά τα οποία λέμε. Ναι, χρειαζόμαστε εναέρια μέσα, χρειαζόμαστε συγκεκριμένα εναέρια μέσα, χρειαζόμαστε περισσότερα εναέρια μέσα, ξέρουμε πια ποια εναέρια μέσα. Χρειαζόμαστε, και θα μεριμνήσουμε από του χρόνου να έχουμε και νοικιασμένα, αλλά και να δρομολογήσουμε προγράμματα αγορών εναερίων μέσων. Όμως, είναι λάθος να λέμε στους πολίτες ότι ένα ελικόπτερο ή ένα αεροπλάνο μπορεί να είναι διαθέσιμο πάνω από κάθε σπίτι ή ότι οι φωτιές σβήνουν μόνο από τον αέρα.
Οι φωτιές δεν σβήνουν μόνο από τον αέρα, όπως οι φωτιές δεν μεταδίδονται μόνο σε συνθήκες έντονων ανέμων, διότι άκουσα και αυτή την κριτική: «Κάηκε ολόκληρη η Ελλάδα με μηδεν μποφόρ». Μα δεν ξέρετε, εσείς που ασκείτε αυτή την κριτική, ότι αυτές οι μεγάλες πυρκαγιές δημιουργούν το δικό τους μικροκλίμα, και δεν διαβάζετε στην ίδια την έκθεση του κ. Goldammer ότι το 60% των μεγάλων πυρκαγιών αναπτύσσονται σε συνθήκες μετρίων ανέμων;
Θα συμφωνήσουμε, λοιπόν, σε κάποια βασικά δεδομένα. Να απομονώσουμε την καλόπιστη και τεκμηριωμένη κριτική από εύκολους αφορισμούς οι οποίοι απευθύνονται συχνά στο θυμικό οργισμένων, στεναχωρημένων πολιτών οι οποίοι είναι λογικό εκείνη τη στιγμή της έντασης να είναι αγανακτισμένοι, στεναχωρημένοι, θυμωμένοι.
Και επειδή θα σπεύσετε πάλι φαντάζομαι και εσείς και η κυρία Γεννηματά να ασκήσετε κριτική στο επιτελικό κράτος, σας προλαμβάνω. Είναι το επιτελικό κράτος αυτής της Κυβέρνησης το οποίο μέχρι σήμερα απάντησε επιτυχημένα σε μια σειρά από παράλληλες κρίσεις στον Έβρο, στον εμβολιασμό. Εξασφάλισε τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης. Συντόνισε το κυβερνητικό έργο. Προχώρησε στην ενίσχυση της Εθνικής Άμυνας. Πιστώνεται το επιτελικό κράτος και τις επιτυχίες και τις αποτυχίες αυτής της Κυβέρνησης.
Αλλά προσέξτε, κ. Τσίπρα, το επιτελικό κράτος, κύριοι συνάδελφοι του ΣΥΡΙΖΑ, υπήρχε ανέκαθεν. Και άλλοτε υπήρξε επιτελικό κράτος, δεν το ανακαλύψαμε εμείς. Είχε όμως άλλες επιδόσεις. Και ναι, κ. Τσίπρα, είχε και άλλους εκπροσώπους. Για παράδειγμα, ναι σήμερα το επιτελικό κράτος το εκπροσωπεί ο κ. Γεραπετρίτης, το εκπροσωπεί ο κ. Σκέρτσος, το εκπροσωπεί ο κ. Πιερρακάκης που σας θυμίζω ότι είναι Υπουργός Επικρατείας με αρμοδιότητα τον ψηφιακό μετασχηματισμό ακριβώς για να καταδείξει τον οριζόντιο χαρακτήρα αυτής της παρέμβασης. Παλαιότερα το επιτελικό κράτος το αντιπροσώπευαν ο κ. Φλαμπουράρης, ο κ. Παππάς, ο κ. Βερναρδάκης και εδώ νομίζω κάπου κλείνει αυτή η συζήτηση.
Θα κλείσω, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, με μια γενική παρατήρηση που αφορά τη μεγάλη πρόκληση αντιμετώπισης της κλιματικής κρίσης. Αποτέλεσε από την πρώτη στιγμή προτεραιότητα αυτής της Κυβέρνησης. Με μια σειρά από τολμηρές παρεμβάσεις, όπως η απολιγνιτοποίηση στην Δυτική Μακεδονία, βρεθήκαμε στην πρώτη γραμμή της ευρωπαϊκής μάχης για την μείωση των εκπομπών του αερίου του θερμοκηπίου. Αναγνωρίσαμε απόλυτα ότι η αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης, μας επιβάλλει να τα αλλάξουμε όλα.
Τον τρόπο με τον οποίο παράγουμε τα αγροτικά μας προϊόντα, τον τρόπο με τον οποίο μετακινούμαστε, τον τρόπο με τον οποίο παράγουμε ενέργεια, τον τρόπο με τον οποίο χτίζουμε τα σπίτια μας. Όλα πρέπει να αλλάξουν σε αυτή τη μεγάλη προσπάθεια που πρέπει να κάνουμε για να περιορίσουμε την επίπτωση της κλιματικής κρίσης στο μέγεθος και στη δυνατότητα του εφικτού. Και για αυτό και σπεύσαμε και εξασφαλίσαμε 18,5 δισ. ευρώ από το σχέδιο Ελλάδα 2.0 και από τους πόρους του ΕΣΠΑ, έτσι ώστε ένας από τους τέσσερις βασικούς πυλώνες του πρώτου τουλάχιστον σχεδίου ανάκαμψης, να αφορά την πράσινη οικονομία.
Και πριν συμμετέχουμε στην COP26 της Γλασκώβης θα έχουμε την ευκαιρία να ψηφίσουμε στο Εθνικό Κοινοβούλιο -ελπίζω με διακομματική συναίνεση- τον πρώτο νόμο για το κλίμα στην ιστορία του ελληνικού Κοινοβουλίου. Και με την ευκαιρία αυτή θέλω να κλείσω διαλύοντας επιτέλους κάποιους μύθους οι οποίοι δηλητηριάζουν και σήμερα το δημόσιο διάλογο. Δεν μπορούν ορισμένοι να θολώνουν την αλήθεια για τις καμένες περιοχές, όταν το Σύνταγμα -και εν προκειμένω ειδική Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου αυτής της Κυβέρνησης- κηρύσσει ρητά όλες τις καμένες εκτάσεις αναδασωτέες.
Ούτε γίνεται σήμερα να συνομωσιολογούν για τις ανεμογεννήτριες πολλοί -συχνά και δικά σας στελέχη- όταν γνωρίζετε πολύ καλά ότι οι ανεμογεννήτριες μπορούν να συνυπάρχουν με τα δάση βάσει της ισχύουσας νομοθεσίας, αλλά και βάσει και νομολογίας του Συμβουλίου της Επικρατείας. Δεν είναι και δεν μπορούμε να θεωρούμε τις πιο ήπιες, τις πιο καθαρές μορφές ενέργειας εχθρούς του δάσους, ούτε μπορούμε να σιγοντάρουμε θεωρίες ότι δήθεν καίγονται τα δάση μας για να μπαίνουν ανεμογεννήτριες όταν αυτές μπορούν να μπουν κάλλιστα σε δασικές εκτάσεις υπό πολύ συγκεκριμένες προϋποθέσεις με σημαντικότερη αυτή της χωροθέτησης Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας σε συγκεκριμένα σημεία της χώρας.
Κατά συνέπεια είναι πολύ σημαντικό αυτές οι απόψεις, οι οποίες συχνά ενώνονται με άλλα υπόγεια ρεύματα τα οποία αναπτύσσονται στη χώρα μας, όπως το ρεύμα του αντιεμβολιασμού, να βρίσκουν καθολικές απαντήσεις τουλάχιστον σε επίπεδο Εθνικού Κοινοβουλίου.
Είμαστε εδώ για να υπερασπιστούμε τον ορθό λόγο, την κοινή λογική, τη δύναμη της επιστημονικής ανάλυσης, να καταλήξουμε σε τεκμηριωμένα συμπεράσματα βάσει δεδομένων. Να διορθώσουμε τις αδυναμίες μας -όπου αυτές υπήρξαν- για να μπορέσουμε να γίνουμε καλύτεροι. Η λεωφόρος της επιστήμης είναι αυτή που πρέπει να κυριαρχήσει, όχι ο παράδρομος του ψέματος και της φήμης. Και ειδικά σε μια εποχή όπου το περιβάλλον αλλάζει με τέτοια μεγάλη ταχύτητα. Όπου μόλις πριν από λίγες εβδομάδες ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών προειδοποίησε ότι η υπερθέρμανση του πλανήτη είναι αναπόδραστη για τα επόμενα 30 χρόνια.
Αυτό που κάποιοι άλλοι το βλέπουν ως ένα στατιστικό στοιχείο σε μια γραπτή ανάλυση, εμείς, δυστυχώς, το βιώνουμε και θα εξακολουθούμε να το βιώνουμε στο μέλλον. Έχουμε, λοιπόν, το χρέος να προτάξουμε τις απαντήσεις σε επίπεδο οργανωμένης πολιτείας. Απαντήσεις στο πως θα έχουμε καλύτερη πολιτική προστασία. Απαντήσεις στο πως θα συμμετέχουμε στη μεγάλη ευρωπαϊκή προσπάθεια να είμαστε η πρώτη ήπειρος μηδενικών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου μέχρι το 2050.
Και πως θα πετύχουμε τους στόχους μας για μείωση των εκπομπών του αερίου του θερμοκηπίου κατά 55% μέχρι το 2030. Όλα αυτά αποτυπώνονται σε ένα σύνολο κυβερνητικών επιλογών οι οποίες -όπως σας είπα- ξεπερνούν τα όρια και θέλω να πιστεύω ότι ξεπερνούν τα όρια της κυβερνητικής πλειοψηφίας, καθώς αποτελούν επιλογές με εθνικό, σχεδόν υπαρξιακό χαρακτήρα.
Και νομίζω -και κλείνω με αυτό- ότι ειδικά η συζήτηση για τον κλιματικό νόμο, σε λίγες εβδομάδες από τώρα, θα δώσει ευκαιρία για ενσωμάτωση πολλών θετικών ιδεών στις οποίες η Κυβέρνηση αυτή είναι ανοιχτή. Γιατί έφτασε η ώρα τώρα να διαψεύσουμε τον Βίκτωρα Ουγκώ ο οποίος προειδοποιούσε ότι η φύση μιλά, αλλά ο άνθρωπος δεν την ακούει. Ε, λοιπόν η Ελλάδα και την ακούει αλλάζοντας τη στάση απέναντί της με οργανωμένο σχέδιο και με τολμηρά μέτρα.
Σας ευχαριστώ πολύ.