Το Πράσινο Κίνημα εκφράζει τον απόλυτο αποτροπιασμό του για τις αποκοπές ρεύματος που έγιναν στην ευρύτερη περιοχή της Δυτικής Αθήνας, της Δυτικής Αττικής και της υπόλοιπης Ελλάδας, παρουσία των ΜΑΤ, σε πάμφτωχα, απεγνωσμένα νοικοκυριά, λίγο πριν τις γιορτές, μέσα στο καταχείμωνο, στην πρωτοφανή πανδημία και σε συνθήκες σκληρού λοκντάουν για τις περιοχές αυτές.
Παράλληλα, είναι ανεπίτρεπτο να κόβεται το ρεύμα, ειδικά αυτήν την περίοδο, που η τηλεκπαίδευση και η τηλεργασία συνεχίζονται με αυξητικό ρυθμό.Το Πράσινο Κίνημα ενώνει τη φωνή του με τις πολλές καταγγελίες που έχουν γίνει από αυτοδιοικητικούς, κοινωνικούς φορείς και συλλογικότητες, καθώς αποδεδειγμένα οι αποκοπές ρεύματος έγιναν σε ενοίκους διαμερισμάτων των προσφυγικών πολυκατοικιών αλλά και σε άλλα μεμονωμένα σημεία, όπου κατοικούν φιλόνομοι ιθαγενείς και πρόσφυγες και παλιννοστήσαντες πολίτες.
Το Πράσινο Κίνημα έχει αναφερθεί και σε προηγούμενες παρεμβάσεις του για την ενεργειακή φτώχεια η οποία οξύνεται και καλύπτει πλέον και ευρύτερα κοινωνικά στρώματα. Δεν αφορά μόνον τις μέχρι σήμερα ευάλωτες κοινωνικές ομάδες. Δυστυχώς, οι παρούσες οικονομικές συνθήκες οδηγούν σε «νέα φτωχοποίηση» πολλών στρωμάτων της κοινωνίας.
Σε δηλώσεις του ο Συμπρόεδρος του Πράσινου Κινήματος Κώστας Καλογράνης τόνισε χαρακτηριστικά: «Το πόσο απαραίτητο είναι το ρεύμα είναι προφανές και δεν χρειάζεται καμία επιχειρηματολογία. Άλλωστε το Πράσινο Κίνημα έχει ξεκαθαρίσει πως η πρόσβαση στα δημόσια αγαθά είναι ανθρώπινο δικαίωμα.
Πλέον, το θέμα της αποσύνδεσης των παροχών ηλεκτρικού ρεύματος παίρνει τεράστιες διαστάσεις σε όλη την χώρα. Οι οικονομικές συνέπειες της πανδημίας συνεχίζονται. Οι καιρικές και κοινωνικές συνθήκες δημιουργούν αυξημένες ανάγκες κατανάλωσης ενέργειας για θέρμανση.
Πως αλήθεια γίνεται από τη μία πλευρά η κυβέρνηση να ζητά από τους πολίτες να μείνουν στα σπίτια τους στο πλαίσιο των μέτρων προστασίας από τον κορωνοϊό και την ίδια στιγμή να επιτρέπει να κόβεται το ρεύμα σε τόσες οικογένειες; Πως μπορεί να μείνει κάποιο σπίτι του αν δεν έχει ρεύμα;
Πλέον δεν περιμένουμε απαντήσεις αλλά άμεσες λύσεις σε αυτό το τεράστιο κοινωνικό πρόβλημα. Δεν είναι θέμα κυβερνητικής ευαισθησίας αλλά στοιχειώδους ορθής αντιμετώπισης του ζητήματος στις υπάρχουσες συνθήκες. Δεν υπάρχει καμία δικαιολογία.»