Μερικές σκέψεις για την τηλε- «εκπαίδευση» στα σχολεία μας
Μελιόπουλος Γιάννης
Εκπαιδευτικός , μέλος του Εκπαιδευτικού Όμιλου Ημαθίας
Με τα σχολεία της Δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης να διανύουν τη δεύτερη εβδομάδα τηλεκπαίδευσης και τις σχολικές μονάδες στην Πρωτοβάθμια να μπαίνουν από την Τετάρτη 18 Νοέμβρη στην ίδια διαδικασία, θεωρώ πως είναι αναγκαίο να διατυπωθούν κάποιες σκέψεις για το εγχείρημα.
Είναι δεδομένο πως τις τελευταίες ημέρες οδηγηθήκαμε σε δεύτερο lockdown . Eίναι επίσης γνωστό πως τα σχολεία μας ξεκίνησαν «κανονικά» τη λειτουργία τους, με την κυβέρνηση της ΝΔ και την υπουργό Παιδείας, Ν. Κεραμέως, να δηλώνουν την ετοιμότητα των σχολείων να λειτουργήσουν κανονικά. Πρόσφεραν μάλιστα, ως υπουργείο και κυβέρνηση, ό,τι μπορούσαν, σε μαθητές και εκπαιδευτικούς, παγουρίνα και μάσκες.
Στο ενδιάμεσο διάστημα, από το ανοιξιάτικο πρώτο κύμα μέχρι και την έναρξη των σχολείων το φθινόπωρο, όχι μόνο κώφευσαν στα αιτήματα του κλάδου των εκπαιδευτικών ,αντίθετα προχώρησαν, εν μέσω πανδημίας, σε ψήφιση νόμων βαθιά αντιεκπαιδευτικών, βαφτίζοντας το κρέας ψάρι και το μαύρο άσπρο στην εκπαιδευτική πραγματικότητα που μεθοδικά οικοδομούσαν.
Σχολεία με τηλεκπαίδευση. Ποια είναι η αλήθεια για τους λόγους και αιτίες που οδηγηθήκαμε εδώ;
Στην εκπαίδευση ούτε ένα από τα αναγκαία μέτρα που ο κλάδος των εκπαιδευτικών ζήτησε κι αγωνίστηκε να εφαρμοστούν, κανείς επιπλέον διορισμός και πρόσληψη εκπαιδευτικών δεν πραγματοποιήθηκε από την κυβέρνηση. Καμία μείωση του αριθμού των μαθητών ανά τμήμα δεν ικανοποιήθηκε από το υπουργείο Παιδείας. Κανένα μαζικό τεστ , που θα βοηθούσε στην καλύτερη γνώση και χαρτογράφηση της κατάστασης που επικρατεί στα σχολεία δεν έγινε , ακόμη και σε μία περίοδο που φαινόταν καθαρά πως η κατάσταση είναι σοβαρή, ακόμη κι όταν το ένα τμήμα έκλεινε μετά το άλλο , ακόμη κι όταν το ένα σχολείο έκλεινε μετά το άλλο! Εκπαιδευτικοί, μαθητές και γονείς αφέθηκαν στην τύχη τους να κολυμπήσουν αβοήθητοι από την επίσημη πολιτεία. Μια πολιτεία που έριχνε το βάρος σε αυτούς, επιχειρώντας να μεταφέρει το 100% της ευθύνης στις πλάτες τους.
Το ότι δεν υπήρξε τεράστια διασπορά του κορονοϊού εντός των σχολείων με ακόμη πιο τραγικές συνέπειες για την κοινωνία, οφείλεται ασφαλώς όχι στα κυβερνητικά «μέτρα». Το αντίθετο! Οφείλεται στις άοκνες προσπάθειες , αγωνίες και πρωτοβουλίες χιλιάδων εκπαιδευτικών, στην καθημερινή τους επαγρύπνηση, στην αλληλεγγύη τους, στη φροντίδα και προσοχή που έδωσαν σε χιλιάδες μαθητές και μαθήτριες, φυσικά και στη χρήση της μάσκας από όλους.
Αποτέλεσμα της κυβερνητικής πολιτικής, ή μάλλον της ανυπαρξίας της, είναι το κλείσιμο των σχολείων μας, Λυκείων-Γυμνασίων και πλέον Δημοτικών-Νηπιαγωγείων. Όχι των μαθητών που δεν προσέχουν στα σχολεία ή των γονιών που παραλαμβάνουν τα παιδιά τους από τα σχολεία και «συνωστίζονται»!
Σήμερα πια, για δεύτερη φορά σε λίγους μήνες, προβάλλεται η «κανονικότητα» της τηλεκπαίδευσης ως λύση ανάγκης. Για πολλοστή φορά κυβέρνηση και υπουργείο πατούν στο φιλότιμο των εκπαιδευτικών, τακτική γνωστότατη και από άλλους προκατόχους τους παρελθόντων ετών. Το πράττουν για να σώσουν υποτίθεται τα πράγματα, για να μη διαταραχτεί η εκπαιδευτική διαδικασία. Το πράττουν στην πραγματικότητα για να κρύψουν κάτω από το χαλί την πολιτική τους απραξία. Θολώνουν την πραγματικότητα για να συνεχίσουν ανενόχλητοι την ίδια πολιτική. Βαφτίζουν εκπαίδευση την τηλεκπαίδευση εκατομμυρίων μαθητών στη χώρα.
Οποιοσδήποτε εκπαιδευτικός της τάξης γνωρίζει άριστα πως η διαφημισμένη από τα κυβερνητικά χείλη τηλεκπαίδευση δεν είναι πραγματική εκπαίδευση. Δεν είναι ούτε καν υποκατάστατό της. Εύκολα διαπιστώνει κανείς τις τεράστιες ελλείψεις σε τεχνικό εξοπλισμό, τα προβλήματα στις ηλεκτρονικές πλατφόρμες, τόσο των πολυεθνικών μεγαθηρίων με τις οποίες το υπουργείο Παιδείας συνεργάζεται όσο και του Πανελλήνιου Σχολικού Δικτύου. Τα προβλήματα αυτά έχουν ήδη ταλαιπωρήσει χιλιάδες μαθητές και εκπαιδευτικούς και έχουν γίνει πολλές φορές σημεία αναφοράς για χιουμοριστικές δηλώσεις μέσα σε μία ζοφερή πραγματικότητα. Είναι υπαρκτά ζητήματα, ωστόσο αποτελούν δευτερεύουσα πτυχή ενός μεγάλου ζητήματος.
Η ίδια η τηλεκπαίδευση, από τη φύση της, είναι παιδαγωγικά, μορφωτικά και πνευματικά διαλυτική για τους μαθητές που εξαναγκάζονται σε απομόνωση και καθήλωση μπροστά σε μία οθόνη, εφόσον βέβαια αυτή υπάρχει. Η τηλεκπαίδευση πετά εκτός μαθητές που δε διαθέτουν πρόσβαση, για χίλιους δυο λόγους. Κι αυτό είναι κάτι που κανείς αληθινός εκπαιδευτικός δε θέλει και δεν επιθυμεί.
Στην περίοδο που διανύουμε κανείς δεν πρέπει να υποθέσει ή να υιοθετήσει την κυβερνητική άποψη πως τα μαθήματα συνεχίζονται κανονικά. Τα μαθήματα ακυρώθηκαν και ακυρώθηκαν εξαιτίας μίας πολύ συγκεκριμένης, κυβερνητικής, πολιτικής. Η εικόνα που υπουργείο Παιδείας και κυβέρνηση επιχειρούν να προωθήσουν στην κοινωνία που αγωνιά είναι καθαρά ψευδής. Η πραγματικότητα είναι καταστροφική για κάθε μαθητή και μαθήτρια που υφίσταται, όχι λόγω της υγειονομικής κρίσης αλλά των πολιτικών τους επιλογών , ένα εκπαιδευτικό και μορφωτικό «λουκέτο», με απροσδιόριστες συνέπειες. Αντιλήψεις για ωρολόγιο πρόγραμμα τηλεκπαίδευσης, προχώρημα της ύλης, απουσίες, είναι εξίσου υποκριτικές και καταστροφικές, σε μία διαδικασία που αναιρεί το καθολικό δικαίωμα στη συμμετοχή όλων των μαθητών, ανεξαιρέτως . Η τηλεκπαίδευση πλήττει ιδιαίτερα τους πιο αδύναμους οικονομικά, τους περιθωριοποιεί, τους θεωρεί απόβλητους. Την ίδια ώρα μετατρέπει την εργασία των εκπαιδευτικών και τις ζωές των οικογενειών σε λάστιχο , απλωμένο από το πρωί ως το βράδυ.
Οι εκπαιδευτικοί είναι βέβαιο πως βρίσκονται και θα βρεθούν με κάθε δυνατό τρόπο στο πλάι των μαθητών τους. Οι γονείς επίσης. Κανείς ωστόσο δεν πρέπει να αποδεχτεί την τηλεκπαίδευση ως μία φυσιολογική διαδικασία. Κανείς δεν πρέπει πάνω απ’ όλα να τη νομιμοποιήσει στη συνείδηση και τη σκέψη του. Είναι τώρα αναγκαίο να ληφθούν όλα τα απαραίτητα μέτρα ώστε να ανοίξουν τα σχολεία, το συντομότερο δυνατόν, με ασφάλεια και να παραμείνουν ανοιχτά. Με μικρά τμήματα και όχι με παιδιά στοιβαγμένα, με ενισχυμένους μηχανισμούς υγιεινής και πρόληψης, με μαζικά τεστ. Πρόκειται η κυβέρνηση να τα πραγματοποιήσει; Η εμπειρία του καθένα μας δείχνει πως όχι. Ο μόνος δρόμος είναι η έμπρακτη καταδίκη της συγκεκριμένης πολιτικής. Ο μόνος δρόμος είναι η αγωνιστική διεκδίκηση από όλους τους ενδιαφερόμενους. Οι ενδιαφερόμενοι για υγεία, Παιδεία είναι οι πολλοί. Ο μόνος δρόμος είναι και τώρα ο δρόμος του αγώνα.