Η μάσκα καλύπτει ή μεταμφιέζει το πρόσωπο για να κρύψει τον βαθύτερο ψυχισμό του και μαζί με αυτόν τα πραγματικά αισθήματα και τις αληθινές διαθέσεις εκείνου που τη φοράει. Το δίδυμο της αποκάλυψης και της συγκάλυψης αποτελεί εγγενές χαρακτηριστικό της μάσκας και τη συνοδεύει σε όλη την πορεία της ως αντικειμένου πολιτισμού μέσα στον χρόνο.
Στις ημέρες μας, βεβαίως, η μάσκα δεν συνιστά αντικείμενο, αλλά μέσον προστασίας. Γι’ αυτό και είναι πια υποχρεωτική, για οπουδήποτε θέλουμε να μετακινηθούμε, σε εσωτερικούς ή ακόμη και αρκετές φορές σε εξωτερικούς χώρους. Πρόκειται για διεθνή πρακτική, όπως φαίνεται και από τα βίντεο τα οποία προβάλλονται σε όλες τις τηλεοράσεις και σε όλα τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Η ιστορία της μάσκας, και ειδικότερα της ιατρικής και της προστατευτικής μάσκας, ξεκινάει από την επιδημία της πανούκλας που ενέσκηψε στην Ευρώπη κατά τη διάρκεια του 14ου αιώνα, για να επανακάμψει δριμύτερη κατά τον 17ο και κατά τον 18ο αιώνα. Οι γιατροί φοβούνταν τότε τη μετάδοση του μιάσματος (τις βλαβερές μυρωδιές που κυκλοφορούσαν στον αέρα) και ως εκ τούτου παραγέμιζαν τις μάσκες με βότανα, μπαχαρικά και αποξηραμένα λουλούδια, τα οποία θα εμπόδιζαν, όπως φαντάζονταν, τη μετάδοση της νόσου.
Στη Βόρεια Αμερική, προτού ξεσπάσει η παγκόσμια επιδημία της γρίπης του 1918, οι γιατροί και το νοσηλευτικό προσωπικό φορούσαν μάσκα όποτε είχαν να αντιμετωπίσουν περιστατικό μεταδοτικής ασθένειας, όταν όμως η γρίπη άρχισε να τρέχει σε ολόκληρο τον πλανήτη, οι κάτοικοι των περισσότερων πόλεων, τόσο στη Βόρεια Αμερική όσο και αλλού, υποχρεώθηκαν να φορέσουν μάσκα – κάτι που έκανε αργότερα τους ιστορικούς να μιλήσουν για τη μάσκα ως σύμβολο από τη μια πλευρά εγρήγορσης και από την άλλη πειθαρχίας.
Οι γυναίκες, οι οποίες κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο έπλεκαν τις κάλτσες των στρατιωτών και ετοίμαζαν τους επιδέσμους τους, ξεκίνησαν να φτιάχνουν μάσκες, αναλαμβάνοντας με ενθουσιασμό το καινούργιο πατριωτικό τους καθήκον. Η μάσκα δεν ήταν παρά ελάχιστα δημοφιλής στη γρίπη του 1918 στον Καναδά, και οι άνθρωποι έσπευδαν να τη φορέσουν μόνο όταν εμφανιζόταν η αστυνομία στους δημόσιους χώρους, για να κάνει τους σχετικούς ελέγχους. Στην Ιαπωνία των ίδιων χρόνων, παρόλα αυτά, η κατάσταση αποδείχθηκε εντελώς διαφορετική.
Ο κόσμος επικρότησε σφόδρα το μέτρο για την προστασία μέσω της μάσκας κι όχι μόνο αυτό: αποθέωσε τη μάσκα ως έμβλημα της μοντέρνας εποχής και δεν σταμάτησε να φοράει τη φοράει ακόμα κι όταν τέλειωσε ο πόλεμος. Τα εμβόλια που αντιμετώπισαν την παγκόσμια εξάπλωση της γρίπης έβαλαν τέλος στη χρήση της μάσκας, αλλά η ίδια επανήλθε κατά τις δεκαετίες του 1980 και του 1990, ως μέτρο προφύλαξης απέναντι στον κίνδυνο της μεταδοτικότητας που παρουσίαζαν διάφορες αλλεργίες.
Οι μάσκες επανεμφανίστηκαν στον αιώνα μας, όταν στις αρχές του ξέσπασε η επιδημία του SARS. Στην Ιαπωνία έγιναν υποχρεωτικές όχι μόνο για τους ηλικιωμένους, αλλά και για τους νέους, ενώ οι αρχές επικαλέστηκαν για όλους, μικρούς και μεγάλους, την ανάγκη να εφαρμοστεί στην πράξη η υποχρέωση της ατομικής ευθύνης – και μπορεί το να φοράει κανείς μάσκα να μη θεωρήθηκε αυτή τη φορά μόδα, προβλήθηκε, όμως, ως δείγμα εκδήλωσης μεγάλης ευγένειας και εξαιρετικής λεπτότητας.
Στην Κίνα, όπου η ιστορία της μάσκας ξεκινάει από την αυγή του 20ου αιώνα, με την κομμουνιστική κυβέρνηση να μοιράζει μάσκες στον πληθυσμό μετά το 1949, για να τον διαφυλάξει έναντι ενός πιθανού βιολογικού πολέμου, ο SARS επέβαλε εκ νέου στους πολίτες να γίνουν μασκοφόροι ενώ όταν εμφανίστηκε ο κορονοϊός οι πρώτοι οι οποίοι υποχρεώθηκαν να φορέσουν μάσκα στον Καναδά ήταν όσοι είχαν αποδεδειγμένα επαφές με την Ασία.
Στο μεταξύ, οι χρωματιστές μάσκες, όπως και οι μάσκες με κάποιον καλλιτεχνικό αέρα, που ήταν ανέκαθεν πολύ αγαπητές στην Ινδία, την Ταϊβάν και την Ταϊλάνδη, τράβηξαν την προσοχή και δεν είναι ασφαλώς τυχαίο το γεγονός ότι οι ‘’New York Times’’ παρότρυναν τους αναγνώστες τους στις ΗΠΑ να αγοράσουν μάσκες με ζωγραφιές κινουμένων σχεδίων ή με την αμερικανική σημαία – το τελευταίο ως απόδειξη της αγάπης τους για τη δημοκρατία.
Πέρα από τους ιατρικούς και τους προστατευτικούς λόγους για τη χρήση τους, και για να επιστρέψουμε εκεί απ’ όπου ξεκινήσαμε, οι μάσκες έχουν συνδεθεί επί αιώνες με τις κατασκευαστικές δεξιότητες του ανθρώπου. Γιατί δεν υπάρχουν μόνο οι μάσκες οι οποίες απλώς κρύβουν ένα πρόσωπο από τη δημόσια έκθεση, όντας μάλλον απλές στην κατασκευή τους, αλλά και οι μάσκες που φτιάχνονται από πολλά και περίτεχνα υλικά: ξύλο, μέταλλο, πέτρα, δέρμα ζώου, χαρτί ή ελεφαντόδοντο.
Τέτοιες μάσκες απαιτούν και το ανάλογο κοστούμι κάθε φορά, για να ανταποκριθεί ο συνδυασμός κοστουμιού και μάσκας στην παράδοση που θέλουμε, και να μπορεί να αποκτήσει (και να διεκδικήσει) τη συμβολική του λειτουργία. Από αυτό το σημείο και πέρα, θα βρούμε μάσκες για όλες τις ανάγκες και τις προτιμήσεις: μάσκες ιατρικές και χειρουργικές, μάσκες ανθρωπομορφικές, με ρεαλιστικό, σχεδόν φυσικό σχεδιασμό, αλλά και μάσκες τελετουργικές και αφαιρετικές, που εκπροσωπούν είτε πλάσματα της φαντασίας μας είτε κάποιους μυθικούς μας προγόνους.
Μάσκες σαν κι αυτές απαιτούν κατασκευαστές όχι μόνο με καλλιτεχνική φαντασία, αλλά και με ένα είδος πνευματικού οραματισμού ή οίστρου, που να μπορεί να κινηθεί με όση ελευθερία γίνεται μέσα σε ένα περιβάλλον περιορισμών ή και ρητών απαγορεύσεων, όπως είναι το περιβάλλον των παραδοσιακών θρησκευτικών τελετών. Η μάσκα δεν αποκλείεται, σε μια παρόμοια γραμμή, να αποκτήσει αυτονομία και ανεξαρτησία, διότι, όπως πιστεύεται σε πολλούς πολιτισμούς, ο καλλιτέχνης ο οποίος τη σχεδιάζει είναι πιθανόν να της μεταδώσει μια πτυχή ή μια έκφανση από τον δικό του, ζωντανό κόσμο.
Και εκείνος, όμως, που φοράει τη μάσκα έρχεται σε επαφή με το πνεύμα της, με το οποίο και καλείται να συνεργαστεί και να συμπράξει. Και επειδή ετοιμαζόμαστε να μπούμε στην τρίτη δεκαετία του 21ου αιώνα, με την επιδημία να είναι για άλλη μια φορά προ των πυλών, ας σκεφτούμε πως η συνεργασία με το πνεύμα της προστατευτικής μάσκας μόνο ένα αποτέλεσμα μπορεί να φέρει: την υπόσχεση για μια καλύτερη και πιο ασφαλή ζωή.
ΑΠΕ-ΜΠΕ / Β. Χατζηβασιλείου