Η πρώτη γνωριμία μου με τα Πομακοχώρια έγινε πριν από πολλά χρόνια. Κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής μου θητείας σε Κομοτηνή και Ξάνθη. Κι έκτοτε είχα υποσχεθεί στον εαυτό μου να γυρίσω και να μπω σε έναν κόσμο διαφορετικό από το δικό μας. Σ’ ένα κόσμο που ενίοτε μοιάζει να έχει κολλήσει στα 1950 κι άλλες φορές να συμβαδίζει με την σημερινή πραγματικότητα, χωρίς οι Πομάκοι να επιτρέπουν να τους επηρεάζει η ταχύτητα της εποχής μας.
Τα Πομακοχώρια είναι στη Θράκη, τόσο στη Ροδόπη όσο και στην Ξάνθη. Στην τελευταία μου επίσκεψη εκεί, κάτω από μια ταμπέλα που έγραφε «Υπομονή, 2 χιλιόμετρα», με περίμεναν ο Εφέ κι η γυναίκα του η Μπαχάρ. Σπούδασαν στην Αθήνα, ο ένας πολιτικός μηχανικός κι η άλλη νηπιαγωγός. Κι ύστερα γύρισαν στα πάτρια εδάφη κι άνοιξαν … ταβέρνα! Πομάκικη ταβέρνα, κάτω από το πομάκικο σπίτι που ενίοτε λειτουργεί και ως μουσείο για τους επισκέπτες. Τον Εφέ (σημαίνει παλικάρι) και την Μπαχάρ (σημαίνει Άνοιξη) τους είχα γνωρίσει πριν από χρόνια όταν είχαν κερδίσει σ’ ένα διαγωνισμό κάποια εισιτήρια για να πάνε να δούνε ένα παιγνίδι του Παναθηναϊκού (μπάσκετ) με την Μακάμπι. Είχαν έρθει από την εφημερίδα να τα παραλάβουν, πιάσαμε την κουβέντα κι έτσι… προέκυψε φιλία κι η πρόσκληση στο χωριό τους.
Είχε βρέξει όταν έφτασα κι όλοι ήταν μέσα στην κατήφεια. «Με την παραμικρή ψιχάλα κλείνει ο δρόμος, αποκλειόμαστε, χάνονται οι γραμμές τηλεφώνου»…. Ρώτησα για τη γλώσσα τους. Μου είπαν ότι η πομάκικη γλώσσα δεν έχει αλφάβητο. Έτσι είναι μαθηματικά βέβαιο ότι ως γλώσσα δεν έχει πολύ μέλλον. Σήμερα, εκεί στα χωριά, όλοι μιλάνε τρεις τουλάχιστον γλώσσες. Ή σχεδόν όλοι. Πομάκικα, τούρκικα και ελληνικά. Οι δε νέοι μαθαίνουν και γερμανικά αφού πόθος τους είναι η μετανάστευση στη Γερμανία.
Ιστορία
Οι Πομάκοι είναι μουσουλμανική θρησκευτική μειονότητα κατοχυρωμένη με τη συνθήκη της Λωζάνης. Δεν θεωρείται εθνική αλλά θρησκευτική μειονότητα κι έτσι αναγράφεται στη συνθήκη. Ο Βενιζέλος που ουσιαστικά τη συνέταξε και την διαπραγματεύθηκε ήξερε καλά τα δεδομένα της περιοχής. Μετά τη συνθήκη της Λωζάνης οι Πομάκοι απολάμβαναν την ελευθερία τους, ωστόσο από την άλλη πλευρά των συνόρων, στην περιοχή της Βουλγαρίας υπήρχε μεγάλος αριθμός Πομάκων οι οποίοι επί πολλά χρόνια έκαναν προσπάθειες αυτονόμησης και ενσωμάτωσης με τους Έλληνες. Οι κινήσεις που έγιναν ήταν πολλές: μια από αυτές ήταν το δημοψήφισμα στον Εχίνο το 1919 για να διαπιστωθεί αν οι Πομάκοι θέλουν να ενταχθούν με τους Έλληνες ή τους Βούλγαρους, όπου και αποφάσισαν την ένταξή τους με τους Έλληνες. Δεν έγινε ποτέ. Η τελευταία τους προσπάθεια έγινε το 1946 στο Συνέδριο Ειρήνης στο Παρίσι και πάλι ήταν άκαρπη.
Μπάρες
Στα πομακοχώρια της Ξάνθης, το 1950, μπήκαν οι μπάρες. Φυλάκια τα οποία , ως πρόφαση ή επίσημη δικαιολογία, θα προφύλασσαν την Ελλάδα από τους Βούλγαρους. Έγινε δηλαδή το παντελώς απίστευτο να υπάρχουν σύνορα μέσα στα σύνορα και μια ολόκληρη μειονότητα ν’ αποκλειστεί. Εκείνα τα χρόνια αν κάποιος εργαζόταν στην Ξάνθη ή οπουδήποτε εκτός της μπάρας, δεν μπορούσε να πάει σπίτι του την ίδια μέρα, έπρεπε να επιδείξει ταυτότητες και ειδικές άδειες στην αστυνομική διεύθυνση Ξάνθης για να ξανά μπει στα Πομακοχώρια. Ο φίλος μου ο Εφέ, κάθε φορά που έρχεται η συζήτηση στη μπάρα, κατσουφιάζει, δείχνει θυμωμένος.
«Όταν οι παππούδες κι οι γονείς μου», λέει, «είχαν ένα αίτημα, την κατασκευή του δρόμου επί παραδείγματι, ήταν … οι Τούρκοι! Κι όχι μόνο αυτό. Δεν είχαμε το δικαίωμα να αγοράσουμε σπίτια, να βγάλουμε δίπλωμα αυτοκινήτου… Κάποιοι έσπρωξαν τους Πομάκους στην αγκαλιά της Τουρκίας που εκμεταλλεύτηκε αυτή την κατάσταση. Ύστερα, οι Πομάκοι άρχισαν να στέλνουν τα παιδιά τους για σπουδές στα τουρκικά πανεπιστήμια και σφυρηλατούσαν σχέσεις εκεί, ενώ έκαναν και γάμους. Γίνανε εγκλήματα τότε. Το 1954, ας πούμε, με πρωθυπουργό τον Παπάγο, οι Πομάκοι δέχονται κι άλλο ελληνικό χαστούκι. Τότε παραβιάστηκε η συνθήκη της Λωζάνης και καθιερώθηκε ο όρος «τουρκική» -«τουρκικός» αντί μουσουλμανικός!! Έτσι υποχρεωτικά έπρεπε τότε ν’ αλλάξουν οι ταμπέλες των σχολείων και αντί για «Μουσουλμανικόν Σχολείον» να γράφουν «Τουρκικόν Σχολείον». Από τα 76 σχολεία του Νομού Ξάνθης μόνο ένα στον Εχίνο δέχτηκε να αλλάξει την πινακίδα του. Αλλά οι Τούρκοι δούλευσαν από κάτω. Δεκαπέντε χρόνια μετά, ο όρος «τουρκικός» αντικαταστάθηκε με τον όρο «μειονοτικός» ως μη σύμφωνος με την συνθήκη της Λωζάνης. Ωστόσο, στα σχολεία καθιερώθηκε το επίσημο πρόγραμμα των τουρκικών σχολείων»… Αλλά, ρεαλιστής ων, αλλάζει κουβέντα και λέει … «πάμε μπροστά»…
Στα χωριά
Στους δρόμους των χωριών βλέπεις καφενεία, παιδιά να παίζουν ενώ έξω από τις πόρτες των σπιτιών γυναίκες με λουλουδάτες μαντήλες κουβεντιάζουν περί παντός επιστητού και μερικές έχουν βγάλει τα συμπράγκαλα και … ζυμώνουν ψωμί! Άσπρες λαμπερές επιδερμίδες, καταγάλανα πανέμορφα μάτια. Πάντως, καλού κακού, και προς αποφυγή παρεξηγήσεων μη βγάλετε πολλές φωτογραφίες και ειδικά στις γυναίκες. Εδώ είναι τα… Μανιάτικα της Ξάνθης…
Μετά τον Εχίνο, μου είπαν να πάω και σε άλλα χωριά. Μα προπάντων στο Δημάριο. Δεν κατάλαβα ποτέ για ποιον λόγο, αλλά ουδόλως μ’ ενόχλησε αφού εκεί σ’ ένα μαγαζί που πωλούσε κλωστές για κέντημα, είδα τα ομορφότερα μάτια γυναίκας, ever! Δίπλα το παντοπωλείο με κούτες από γαριδάκια, γάλα εβαπορέ, τσιγάρα και καφέδες.
Εκεί, στο Δημάριο, είδα αραχτούς σε καφενεία τους πιο πολλούς Πομάκους που συνάντησα στο οδοιπορικό μου. Ευγενικοί, προσφέρθηκαν να με κεράσουν καφέ και να μου μιλήσουν για τα προβλήματά τους. Ένα από αυτά ότι το έδαφος είναι άγονο και δεν τους επιτρέπεται να καλλιεργούν τίποτα άλλο από το τιουτιούν, δηλαδή τον καπνό!
Ένα άλλο ότι δεν υπάρχουν δουλειές κι έτσι αναγκάζονται να φεύγουν τα παιδιά τους εργάτες στη Γερμανία και δη στα ναυπηγεία του Αμβούργου, όπου Τούρκοι τους βρίσκουν τη δουλειά! Δουλεύουν εκεί 4-5 μήνες, μαζεύουν λεφτά κι έρχονται πίσω και ζουν την υπόλοιπη χρονιά…
Φτάνω στις Θέρμες. Οι πηγές με τα ιαματικά νερά κοχλάζουν, βγάζουν σύννεφα με ζεστό ατμό στο δρόμο κι είναι σαν να τις συνδέει μια νοητή γραμμή με τις καμινάδες. Συνεχίζουμε να μιλάμε προσπαθώντας να παρομοιάσουμε τη φυλή των Πομάκων με κάτι. Εγώ δεν βρίσκω με τι, ενώ η Μπαχάρ μιλάει για έναν ήρεμο ποταμό…
Στη δε Σμίνθη δοκίμασα το πιο λαχταριστό τυλιχτό με σουτζουκάκι όταν είχε ήδη νυχτώσει κι είπα να κάνω μια τελευταία στάση πριν την επιστροφή στην Ξάνθη. Τιμή; Ένα ευρώ! Σ’ ένα άλλο ταβερνάκι φαγητό για … γευσιγνωσία, Χουνκιάρ μπεγιεντί, Γιαουρτλού κεμπάπ, Σαράϊ ταούκ, Μπεϊτι τοπτσί, χοιρινό στη λαδόκολλα, κοτόπουλο με γλυκόξινη σάλτσα, χοιρινό κότσι, χοιρινό φούρνου με σάλτσα δαμάσκηνα, μοσχαράκι κοκκινιστό με χυλοπίτες, Κόκορας κρασάτος με γιουφκάδες, Τζιγεροσαρμάς και Σμυρνέϊκα σουτζουκάκια, φτάνει η να συνεχίσω. Όπως καταλαβαίνετε, ήταν ένας πειρασμός γεύσεων, άντε να σκέφτεσαι τη διατροφή…
Φύση-περιβάλλον-κόσμος
Η καθημερινότητα στα Πομακοχώρια είναι ένα καθημερινό, συνεχές σεξ με τη φύση! Ομορφιά κι απόλαυση. Επιβλητικά βουνά, λιβάδια που βόσκουν ανέμελα αγελάδες, κατσίκες και πρόβατα, κάρα που τα σέρνουν άλογα, μεσαιωνικά γεφύρια, γραφικά καλντερίμια, καφενεία με ξυλόσομπες από βαρέλια. Χαμηλά, κυρίως, σπίτια με περιποιημένες αυλές. Ενίοτε τα χαμηλά σπίτια έχουν εξοβελιστεί από πολυκατοικίες ή τριώροφες μεζονέτες! Στα πάρκινγκ τους σταθμεύουν πολυτελή αυτοκίνητα, με τουρκικές κυρίως πινακίδες. Πού και πού κάποια εκκλησία, συνήθως δίπλα σε κάποιο τζαμί, δείχνει την συνύπαρξη Χριστιανών και Μουσουλμάνων. Παρά τις προσπάθειες φανατικών ισλαμιστών, όπως μου λέει ο Εφέ, να υπάρχει συνεχής ένταση στην περιοχή.
Ο κόσμος στα καφενεία, στους δρόμους και μπροστά στις πόρτες των σπιτιών μοιάζει ήρεμος και στα πρόσωπα καθρεφτίζεται ηρεμία ψυχής. Σχεδόν τέσσερις αιώνες βρίσκονται σ’ αυτά τα χώματα, τα αγαπούν, τα πονάνε… Πολλοί Πομάκοι στέλνουν τα παιδιά τους να διαβάζουν στη βιβλιοθήκη του χωριού Μύκη. Έχει τα πάντα εκεί, λέει η Μπαχάρ.
Γυναίκα
Τα τελευταία χρόνια, λένε, έχει αναβαθμιστεί τα μάλα ο ρόλος της γυναίκας. Η οποία, παρά τους περιορισμούς της θρησκείας ή ακόμη και αυστηρών κηδεμόνων, μπορεί να παρακολουθεί τη μόδα, να φορά ότι θέλει αλλά και να … ερωτεύεται! Μπορεί ακόμη να ασκεί επιχειρηματική δραστηριότητα, να έχει παρέες και συναναστροφές.
Κι αν τα κάστρα πέφτουν, δεν πέφτουν παντού. Εξ ου και είναι αδιανόητη η παρουσία γυναίκας σε τζαμί και καφενείο!
Πάντως, όταν γυρίσαμε στο σπίτι του Εφέ και της Μπαχάρ, εκείνη ουδόλως δίστασε να βγάλει τη μαντήλα και να καθίσει σταυροπόδι απέναντί μου ανάβοντας τσιγάρο… Χωρίς μάλιστα να ενοχλείται ο Εφέ. Κι ύστερα έφτιαξε μια πίτα που μοσχοβόλησε ο τόπος. «Πατέτνικ»! Πίττα με ρύζι, πατάτα, φέτα και τριμμένη μέντα! Δώρο για τον δρόμο της επιστροφής, μου είπε. Κι όταν τη ρώτησα γιατί δεν έκανε ακόμη παιδιά, παρά το ότι πέρασε τα τριάντα χρόνια της, μου απάντησε ότι θα κάνει όταν νιώσει την ανάγκη κι όχι επειδή πρέπει! Όμως, η Μπαχάρ, δεν ανήκει στην πλειοψηφία των γυναικών στα Πομακοχώρια ή στον Μουσουλμανικό κόσμο που κάνουν παιδιά σε μικρή σχετικά ηλικία. Χώρια που ο έρωτάς της μετά τον σύντροφό της (ενίοτε και πριν) είναι η Πανάθα…
Εν κατακλείδι. Όταν βρεθείτε στη Θράκη, να πάτε στα Πομακοχώρια. Είναι μια ενδιαφέρουσα –θα έλεγα καταπληκτική- εμπειρία, στην οποία, μεταξύ άλλων, θα χωθείτε μέσα σε χιλιάδες ζευγάρια μάτια με το χρώμα της θάλασσας και του ουρανού!