Εδώ και δέκα χρόνια, από την αρχή ακόμη της κρίσης, όλοι μιλούν για επενδύσεις. Ακόμη κι ο ΣΥΡΙΖΑ που τις πολέμησε κι εν πολλοίς τις πολεμά.
Μάλιστα, έχει υπολογιστεί ότι η Ελλάδα χρειάζεται επενδύσεις της τάξης των 100 δις τα επόμενα 5-10 χρόνια για να μπορέσει να ορθοποδήσει.
Εκτός, όμως, του ότι δεν υπάρχει στον ορίζοντα επενδυτής (το Ελληνικό είναι ένα κι αν γίνει θα γίνει άπαξ), πλην εκείνων που ανοίγουν καφετέριες και σουβλατζίδικα, μέγα ζήτημα προκύπτει αναφορικά με τις δυνατότητες της χώρας να υποδεχθεί επενδύσεις αφού ούτε φιλικό επενδυτικό περιβάλλον υπάρχει, ούτε κράτος κατάλληλο για να υποδεχθεί επενδύσεις, ούτε καν εξειδικευμένο εργατικό προσωπικό.
Εδώ, λοιπόν, μπαίνει στο τραπέζι το ερώτημα τι είδους επενδύσεις χρειαζόμαστε. Πολύ περισσότερο αφού η εσωτερική αγορά είναι μικρή για να μπορεί να παράσχει μακροχρόνια βιωσιμότητα σε οποιαδήποτε επένδυση.
Πολλοί είναι εκείνοι που βλέπουν το μέλλον κοντόφθαλμα κι υποστηρίζουν ότι πρέπει ν’ αναπτυχθεί ο πρωτογενής αγροκτηνοτροφικός τομέας και μάλιστα με απολύτως εξωστρεφή κουλτούρα για να μπορεί να καταστεί ανταγωνιστικός.
Ναι, ν’ αναπτυχθεί αλλά δεν μπορεί να είναι η μόνη λύση αφού ο Έλληνας αγρότης ή κτηνοτρόφος δύσκολα θα μπορέσει ν’ ανταγωνιστεί τον Γάλλο, τον Ολλανδό, τον Ιταλό, τον Ισπανό, τον Γερμανό συνάδελφό του. Έστω, όμως, ότι το καταφέρνει. Τότε, θα έχει να κάνει με τους συναδέλφους του από την Βουλγαρία, τη Ρουμανία, τη Σερβία. Οι χώρες των οποίων έχουν μικρότερο κατά κεφαλήν ΑΕΠ από τη δική μας. Ακόμη και σήμερα που μετά από δέκα χρόνια κρίσης έχει συρρικνωθεί κατά το 25% το δικό μας ΑΕΠ. Χώρια του ότι υπάρχουν χώρες όπως η Τουρκία ή η Αίγυπτος ή οι Μεσογειακές της Αφρικής, που μπορούν να είναι ευθέως ανταγωνιστικές στον πρωτογενή ή και δευτερογενή τομέα, απέναντι σε δικά μας προϊόντα.
Άρα, αν δεν μπει στο τραπέζι η στόχευση στους τομείς των υπηρεσιών, των νέων τεχνολογιών και των εταιρειών που παράγουν προϊόντα που δημιουργούν υψηλές προστιθέμενες αξίες, δεν είναι εύκολα τα πράγματα.
Όταν όμως η χώρα μας διαθέτει επιστημονικό έμψυχο δυναμικό υψηλοτάτου επιπέδου, μπορεί μ’ αυτό να ξεκινήσει ως βάση ανάπτυξης.
Για να ξεκινήσει ως βάση ανάπτυξης αυτό το έμψυχο επιστημονικό προσωπικό, πρέπει να έχει πλάτες. Πλάτες από το κράτος. Με στρατηγική που οφείλει να τους θωρακίσει με νομικό πλαίσιο αντίστοιχο και των συμφερόντων των δικών τους αλλά και των συμφερόντων της χώρας. Νομικό πλαίσιο που θα είναι φιλικό στην επιχειρηματικότητα, στην καινοτομία, στο φορολογικό περιβάλλον.
Βλέπετε εσείς έστω και ν’ αχνοφαίνεται κάτι αντίστοιχο στον ορίζοντα; Όταν οι μόνοι που επιβραβεύονται είναι οι Καρανίκες; Όταν για ν’ ανοίξει κάποιος ακόμη και κομμωτήριο χρειάζεται υποκλίσεις στο κράτος; Όταν ακόμη απαγορεύουμε τα ιδιωτικά πανεπιστήμια και δεν είμαστε ικανοί να εκμεταλλευτούμε την ανά την οικουμένη πρωτοπορία μας στις σπουδές αρχαιολογίας κι ιστορίας; Όταν κυνηγάμε και βιάζουμε την καινοτομία με τελευταίο παράδειγμα την περίπτωση της Taxibeat;
Η ουσία, λοιπόν, δεν είναι μόνο οι επενδύσεις. Που, άλλωστε, δεν φαίνονται πουθενά.
Είναι ότι ακόμη και σε τομείς οι οποίοι από μόνοι τους θα μπορούσαν να είναι χρυσοφόροι για τον τόπο, εμείς αγρόν αγοράζουμε… Και ζούμε στον δικό μας μικρόκοσμο…